Τετάρτη, 24 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:38
Δύση: 20:10
Σελ. 16 ημ.
115-251
16ος χρόνος, 5912η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΨΑΛΜΟΙ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 (ΙΕ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Στηλογραφία τῷ Δαυΐδ.
1 (Μασ. 16) ΦΥΛΑΞΟΝ με, Κύριε, ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα. 1 (Μασ. 16) Φυλαξέ με, Κυριε, από κάθε κακόν, διότι εγώ εις σε έχω στηρίξει τας ελπίδας μου. 1 Φύλαξέ με καὶ προστάτευσέ με, Κύριε, διότι εἰς σὲ ἐστήριξα τὰς ἐλπίδας μου.
2 εἶπα τῷ Κυρίῳ· Κύριός μου εἶ σύ, ὅτι τῶν ἀγαθῶν μου οὐ χρείαν ἔχεις. 2 Είπα δια της προσευχής προς σε τον Κυριον· “συ είσαι ο Κυριος μου και συ ωσάν ανενδεής, που είσαι, δεν έχεις ανάγκην από τα ιδικά μου υλικά αγαθά”. 2 Εἶπα εἰς τὸν Κύριον σὺ εἶσαι ὁ πραγματικὸς κυρίαρχος καὶ δεσπότης μου, διότι δὲν ἔχεις ἀνάγκην τῶν δώρων μου καὶ τῶν θυσιῶν μου, ἀλλ’ ὅ,τι ἀγαθὸν καὶ ἂν ἔχω, σὺ μοῦ τὸ ἔδωκες καὶ εἶναι ἰδικόν σου.
3 τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος, πάντα τὰ θελήματα αὐτοῦ ἐν αὐτοῖς. 3 Προς χάριν των εναρέτων και ευσεβών ανθρώπων, που ζουν εις την χώραν του, δηλαδή εις την γην της επαγγελίας, μεγάλα και θαυμαστά έργα έκαμεν ο Κυριος. Ολαι αι αποφάσστου, αι ευμενείς και ευάρεστοι δι' αυτούς, που τηρούν το θέλημά του, ευρίσκονται ανάμεσά των. 3 Εἰς τοὺς εὐσεβὲς καὶ ἁγίους ἀνθρώπους, ὅσοι ζοὺν ἐν τῇ χώρᾳ τῆς Παλαιστίνης, ἡ ὁποία κατ’ ἐξόχην εἶναι ἰδική του, μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἐποίησεν ὁ Κύριος· ὅλα τὰ θελήματά του κυριαρχοῦν μεταξὺ αὐτῶν· αὐτὰ διακυβερνοῦν τὴν ζωήν των καὶ ἐξυψώνουν αὐτοὺς εἰς λαμπρὰ σκεύη τῶν χαρίτων καὶ μεγαλουργημάτων του.
4 ἐπληθύνθησαν αἱ ἀσθένειαι αὐτῶν, μετὰ ταῦτα ἐτάχυναν· οὐ μὴ συναγάγω τὰς συναγωγὰς αὐτῶν ἐξ αἱμάτων, οὐδ᾿ οὐ μὴ μνησθῶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν διὰ χειλέων μου. 4 Επληθύνθησαν, βέβαια, πάρα πολύ αι θλίψεις και αι ταλαιπωρίαι αυτών, αλλά γρήγορα διελύθησαν και εξηφανίσθησαν. Δεν θα συναθροίσω ποτέ κατά κανένα λόγον και τρόπον εις λατρευτικάς συγκεντρώσεις ανθρώπους μολυσμένους με αίματα αθώων ανθρώπων η με αίματα ειδωλολατρικών θυσιών. Ποτέ δεν θα αναφέρω εις τα χείλη μου, ούτε καν και θα ενθυμηθώ, τα ονόματα των ασεβών ανθρώπων και των ειδωλολατρικών των θεών. 4 Ἐπλήθυναν πολὺ αἱ θλίψεις καὶ αἱ περιπέτειαί των, γρήγορα ὅμως παρῆλθον καὶ ταχέως οὗτοι ἀπηλλάγησαν ἀπ’ αὐτῶν. Δὲν θὰ συναθροίσω ποτὲ καὶ κατ' οὐδένα λόγον λατρευτικὸς συνάξεις ἀπὸ ἀνθρώπους μολυσμένους μὲ ἅλματα ἀνθρώπων ἢ εἰδωλολατρικῶν θυσιῶν. Τῶν ἀσεβῶν τούτων καὶ τῶν μισητῶν θεῶν των τὰ ὀνόματα δὲν θὰ τὰ ἐνθυμηθῶ οὐδὲ θὰ τὰ ἀναφέρω μὲ τὰ χείλη μου.
5 Κύριος μερὶς τῆς κληρονομίας μου καὶ τοῦ ποτηρίου μου· σὺ εἶ ὁ ἀποκαθιστῶν τὴν κληρονομίαν μου ἐμοί. 5 Ο Κυριος είναι δι' εμέ το πολύτιμον μερίδιον της κληρονομίας μου. Το ποτήριον, από το οποίον πίνω την γλυκείαν χαράν. Συ, Κυριε, είσαι εκείνος, ο οποίος θα με αποκαταστήσης και θα με επαναφέρης χαίροντα εις την ποθητήν πατρίδα. 5 Οὐδὲ ἐγὼ θὰ συγκαταλεχθῶ μὲ αὐτούς. Ὁ Κύριος εἶναι τὸ μερίδιον τῆς πολυτίμου κληρονομίας, ποὺ μοῦ ἔλαχεν, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς πατέρας μου παρέλαβον· αὐτὸς εἶναι τὸ γλυκύτατον πνευματικὸν περιεχόμενον τοῦ ποτηρίου, ἀπὸ τὸ ὁποῖον πίνω καὶ τὸ ὁποῖον εὐφραίνει καὶ ἰκανοποιεῖ πλήρως τὴν ψυχήν μου. Σὺ εἶσαι, ὁ ὁποῖος θὰ μὲ καταστήσῃς εὐτυχῆ εἰς τὴν κληρονομίαν μου καὶ θὰ μὲ ἐπαναφέρῃς εἰς τὴν ποθητὴν καὶ αἰωνίαν πατρίδα.
6 σχοινία ἐπέπεσέ μοι ἐν τοῖς κρατίστοις· καὶ γὰρ ἡ κληρονομία μου κρατίστη μοί ἐστιν. 6 Και το μερίδιον, που μου έτυχε σαν να εμετρήθη με ακριβείς μετροταινίας, είναι άπυ τα πλέον καλά. Πράγματι η κληρονομία μου είναι αρίστη. 6 Ὡς διὰ γεωμετρικῶν σχοινίων μετρηθὲν μοῦ ἔλαχε μερίδιον ἀπὸ τὰ πλέον καλύτερα. Πράγματι δὲ ἡ κληρονομία μου εἶναι ἑξαιρετικῶς λαμπρά. Διότι τί ἄλλο ὑπάρχει καλύτερον ἀπὸ τὴν Σιὼν καὶ τί πολυτιμότερον ἀπὸ τὴν θρησκείαν, ποὺ ἐκληρονόμησα ἀπὸ τοὺς πατέρας μου;
7 εὐλογήσω τὸν Κύριον τὸν συνετίσαντά με· ἔτι δὲ καὶ ἕως νυκτὸς ἐπαίδευσάν με οἱ νεφροί μου. 7 Κατά το διάστημα της ημέρας θα δοξολογήσω και θα υμνήσω τον Κυριον, ο οποίος μου εχάρισε σύνεσιν. Αλλά και κατά το διάστημα της νυκτός η φωνή της συνειδήσεώς μου και οι πόθοι της καρδίας μου με παιδαγωγούν προς τον Κυριον, ώστε αυτόν να θεωρώ πλούτον και στήριγμά μου. 7 Θὰ δοξολογήσω καὶ θὰ ὑμνήσω τὸν Κύριον, ὁ ὁποῖος μοῦ ἐνέπνευσε τὸ συνετὸν φρόνημα νὰ θεωρῶ αὐτὸν πολύτιμον κληρονομίαν μου καὶ εἰς αὐτὸν νὰ στηρίξω τὴν εὐτυχίαν μου. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἐσωτερικοὶ τῆς συνειδήσεώς μου νυγμοὶ καὶ αἱ συναισθηματικοὶ κινήσεις τῆς καρδίας μου μὲ συμβουλεύουν καὶ μὲ παιδαγωγοῦν κατὰ τὴν ἡσυχίαν τῆς νυκτὸς τὸν Κύριον νὰ θεωρῶ πλοῦτον μου καὶ στήριγμά μου.
8 προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν, ἵνα μὴ σαλευθῶ. 8 Ημέραν και νύκτα έβλεπα και βλέπω τον Κυριον μου πάντοτε εμπρός μου. Τον βλέπω ότι είναι εις τα δεξιά μου, έτοιμος να με προστατεύση, δια να μη ταραχθώ από οιονδήποτε φόβον η κίνδυνον. 8 Βλέπω τὸν Κύριον πάντοτε ἐμπρός μου· συναισθάνομαι τὴν πρόνοιαν του διὰ παντός· τὸν βλέπω ὅτι εἶναι εἰς τὰ δεξιά μου ἕτοιμος νὰ μὲ προστατεύσῃ διὰ νὰ μὴ ταραχθῶ καὶ κλονισθῶ ἀπὸ φόβον ἢ κίνδυνον οἰονδήποτε.
9 διὰ τοῦτο ηὐφράνθη ἡ καρδία μου, καὶ ἠγαλλιάσατο ἡ γλῶσσά μου, ἔτι δὲ καὶ ἡ σάρξ μου κατασκηνώσει ἐπ᾿ ἐλπίδι, 9 Δια τούτο ακριβώς και ευφράνθη η καρδία μου, η δε γλώσσα μου ελάλησε λόγους αγαλλιάσεως, ακόμη δε και το σώμα μου, όταν αποθάνω, θα αποτεθή στον τάφον με την ελπίδα της αναστάσεως. 9 Διότι δὲ τὸν αἰσθάνομαι βοηθὸν καὶ προστάτην εἰς τὸ πλευράν μου, δι' αὐτὸ εὐφράνθη ἡ καρδία μου καὶ ἡ γλῶσσα μου μεγάλης χαρᾶς ἐλάλησε λόγους, ἀκόμη δὲ καὶ τὸ σῶμα μου, ὅταν θὰ ἀποθάνω, θὰ ἀποτεθῇ εἰς τὸν τάφον μὲ ἐλπίδα σὰν εἰς σκηνὴν ἀναπαύσεως.
10 ὅτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν. 10 Διότι συ ο Θεός μου δεν θα εγκαταλείψης την ψυχήν μου στον άδην, ώστε να φυλακισθή δια παντός εις αυτόν, ούτε θα επιτρέψης, εγώ αφωσιωμένος εις σε να δοκιμάσω την φθοράν και αποσύνθεσιν του τάφου. Θα με αναστήσης. 10 Διότι δὲν θὰ ἐγκαταλείψῃς τὴν ψυχήν μου εἰς τὸν Ἅδην, ὥστε νὰ ἐγκλεισθῇ ἐν αὐτῷ διὰ παντός, οὔτε θὰ ἐπιτρέψῃς ὁ ἀφωσιωμένος εἰς σὲ νὰ δοκιμάσῃ τοῦ τάφου τὴν φθορὰν καὶ ἀποσύνθεσιν.
11 ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς· πληρώσεις με εὐφροσύνης μετὰ τοῦ προσώπου σου, τερπνότητες ἐν τῇ δεξιᾷ σου εἰς τέλος. 11 Εκαμες γνωστούς εις εμέ τους δρόμους και τους τρόπους της μακαρίας και ευλογημένης ζωής. Θα με χόρτασης χαράν και αγαλλίασιν, όταν με αξιώσης να ίδω το ένδοξον πρόσωπόν σου· εις την παντοδύναμον και πανάγαθον δεξιάν σου υπάρχουν πάντοτε δια τους εκλεκτούς σου, Κυριε, τέλειαι και ατελείωτοι τέρψεις και χαραί. 11 Μοῦ ἐγνωστοποίησες δρόμους καὶ τρόπους, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τὸν τάφον ὁδηγοῦν εἰς τὴν ἀληθινὴν καὶ μακαρίαν ζωήν. Θὰ μὲ χορτάσῃς εὐφροσύνην, ὅταν ἴδω καὶ ἀπολαύσω τὸ πρόσωπόν σου. Εἰς τὴν δεξιάν σου ὑπάρχουν διὰ τοὺς ἐκλεκτούς σου τερπνότητες τέλειαι καὶ πλήρως ἰκανοποιοῦσαι τὰς ψυχάς των.