Πέμπτη, 28 Μαρτίου 2024
Ανατ: 06:17
Δύση: 18:45
Σελ. 19 ημ.
88-278
16ος χρόνος, 5885η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 (Η)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΜΗ διαμάχου μετὰ ἀνθρώπου δυνάστου, μήποτε ἐμπέσῃς εἰς τὰς χεῖρας αὐτοῦ. 1 Μη φιλονεικής και μη διαπληκτίζεσαι με άνθρωπον, που έχει εξουσίαν, μήπως τυχόν και πέσης εις τα χέρια του. 1 Μὴ φιλονικῇς καὶ μὴ ἔρχεσαι εἰς διάστασιν μὲ ἄνθρωπον, ποὺ ἔχει κατὰ κόσμον δύναμιν καὶ ἐπιρροήν, μήπως καμμιὰ φορὰ πέσῃς στὰ χέρια του καὶ σὲ ἐκδικηθῇ σκληρά.
2 μὴ ἔριζε μετὰ ἀνθρώπου πλουσίου, μήποτε ἀντιστήσῃ σου τὴν ὁλκήν· πολλοὺς γὰρ ἀπώλεσε τὸ χρυσίον καὶ καρδίας βασιλέων ἐξέκλινε. 2 Μη διαπληκτίζεσαι με πλούσιον άνθρωπον, μήπως αυτός χρησιμοποίηση τον πλούτον του εναντίον σου. Διότι πολλούς έχει καταστρέψει ο χρυσός· και καρδίας ακόμη βασιλέων έχει παρεκκλίνει από την ευθείαν οδόν. 2 Μὴ διαπληκτίζεσαι καὶ μὴ μάχεσαι μὲ ἄνθρωπον πλούσιον, μήπως σοῦ ἀντιτάξῃ τὰ χρήματά του ὡς βάρος ἐπί του ζυγοῦ, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ κρίνεται καὶ θὰ ζυγίζεται τὸ δίκαιόν σου. Θὰ ἀδικηθῇς τότε. Διότι πολλοὺς κατέστρεψεν ὁ χρυσὸς καὶ βασιλέων ἀκόμη τὰς καρδίας παρεξέκλινεν ἀπὸ τὸ δίκαιον.
3 μὴ διαμάχου μετὰ ἀνθρώπου γλωσσώδους καὶ μὴ ἐπιστοιβάσῃς ἐπὶ τὸ πῦρ αὐτοῦ ξύλα. 3 Μη μάχεσαι εναντίον ανθρώπου αθυροστόμου και αυθάδους, και μη με τα λόγια και την συμπεριφοράν σου στοιβάζης ξύλα εις την φωτιάν των παθών, που είναι αναμμένη μέσα του. 3 Μὴ μάχεσαι μὲ ἄνθρωπον, ποὺ ἔχει αὐθάδη καὶ ἀσυγκράτητον γλῶσσαν, καὶ μὴ συσσωρεύῃς ξύλα εἰς τὸ πῦρ τῆς ἀσυγκρατήτου παραφορᾶς του.
4 μὴ πρόσπαιζε ἀπαιδεύτῳ, ἵνα μὴ ἀτιμάζωνται οἱ πρόγονοί σου. 4 Μη αστειολογής με αγροίκον άνθρωπον, δια να μη ίδης υβριζομένους τους προγόνους σου. 4 Μὴ ἀστειεύεσαι μὲ ἀμόρφωτον καὶ ἄξεστον ἄνθρωπον, διὰ νὰ μὴ ἀτιμάζωνται καὶ ὑβρίζωνται οἰ πρόγονοί σου ἀπὸ τὴν ἀσυγκράτητον γλῶσσαν του.
5 μὴ ὀνείδιζε ἄνθρωπον ἀποστρέφοντα ἀπὸ ἁμαρτίας· μνήσθητι ὅτι πάντες ἐσμὲν ἐν ἐπιτιμίοις. 5 Μη εμπαίξης ποτέ άνθρωπον, ο οποίος επιστρέφει εν μετανοία από την αμαρτίαν. Εχε δε πάντοτε υπ' όψιν σου, ότι όλοι είμεθα υπόδικοι τιμωριών ενώπιον του Θεού. 5 Μὴ κατακρίνῃς καὶ μὴ ἐκφρασθῇς περιφρονητικῶς δι’ ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος ἐπιστρέψει μετανοῶν ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας. Ἐνθυμήσου ὅτι ὅλοι λόγῳ τῶν παραβάσεών μας εἴμεθα ἄξιοι τιμωριῶν καὶ ἐπιτιμίων.
6 μὴ ἀτιμάσῃς ἄνθρωπον ἐν γήρᾳ αὐτοῦ, καὶ γὰρ ἐξ ἡμῶν γηράσκουσι. 6 Μη καταφρονήσης και μη εξευτελίσης άνθρωπον στο γήρας αυτού, διότι από ημάς, καθώς περνα ο καιρός, προέρχονται οι γέροντες. 6 Μὴ καταφρονήσῃς ἄνθρωπον κατὰ τὰ γηρατεῖα του, διότι ἀπὸ ἡμᾶς τοὺς νεωτέρους γίνονται οἱ γέροντες.
7 μὴ ἐπίχαιρε ἐπὶ νεκρῷ, μνήσθητι ὅτι πάντες τελευτῶμεν. 7 Μη σε καταλάβη μοχθηρά χαρά δια νεκρόν, ο οποίος ενδεχομένως υπήρξεν εχθρός σου. Εχε δε πάντοτε υπ' όψιν σου, ότι όλοι βαδίζομεν προς τον θάνατον. 7 Μὴ εὐχαριστῆσαι, ὅταν ἀποθάνῃ κάποιος, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἐχθρός σου. Ἐνθυμήσου ὅτι ὅλοι ἀποθνήσκομεν.
8 μὴ παρίδῃς διήγημα σοφῶν, καὶ ἐν ταῖς παροιμίαις αὐτῶν ἀναστρέφου· ὅτι παρ᾿ αὐτῶν μαθήσῃ παιδείαν καὶ λειτουργῆσαι μεγιστᾶσι. 8 Μη απροσεκτήσης εις διδασκαλίας και διηγήσεις σοφών, αλλά τα σοφά γνωμικά των να τα έχης ως διαρκή απασχόλησίν σου· διότι από αυτά θα διδαχθής και θα μορφωθής, ώστε να γίνης ικανός να υπηρετής άρχοντας. 8 Μὴ παρατρέξῃς χωρὶς ἐνδιαφέρον διηγήσεις καὶ συζητήσεις συνετῶν καὶ σοφῶν ἀνθρώπων, καὶ μὲ τὰ σοφὰ γνωμικά των ἂς ἀπασχολῆται ἡ διάνοιά σου καὶ ἂς περιστρέφεται εἰς αὐτὰ ἡ σκέψις σου· διότι ἀπὸ αὐτὰ θὰ μορφωθῇς καὶ θὰ διαπαιδαγωγηθῇς καὶ θὰ μάθῃς νὰ ὑπουργῇς εἰς ἡγεμόνας καὶ ἄρχοντας.
9 μὴ ἀστόχει διηγήματος γερόντων, καὶ γὰρ αὐτοὶ ἔμαθον παρὰ τῶν πατέρων αὐτῶν· ὅτι παρ᾿ αὐτῶν μαθήσει σύνεσιν καὶ ἐν καιρῷ χρείας δοῦναι ἀπόκρισιν. 9 Μη αδιαφορής εις τα λόγια των γερόντων, διότι αυτά, που εκείνοι γνωρίζουν, τα έμαθαν από τους προγόνους των. Από τους γέροντας θα διδαχθής σύνεσιν και εν καιρώ ανάγκης σου θα γνωρίζης να δίδης τας καταλλήλους απαντήσεις. 9 Μὴ ἀπροσεκτήσῃς καὶ μὴ ἀδιαφορήσῃς εἰς ἀφηγήσεις καὶ λόγους γερόντων, διότι καὶ αὐτοὶ ἔμαθαν αὐτά, ποὺ λέγουν, ἀπὸ τοὺς πατέρας των πρέπει λοιπὸν νὰ τοὺς προσέχῃς, διότι ἀπὸ αὐτοὺς θὰ μάθῃς νὰ σκέπτεσαι καὶ νὰ κρίνῃς συνετῶς καὶ ἐν καιρῷ ἀνάγκης νὰ δίδῃς ἀπάντησιν κατάλληλον καὶ ὀρθήν.
10 μὴ ἔκκαιε ἄνθρακας ἁμαρτωλοῦ, μὴ ἐμπυρισθῇς ἐν πυρὶ φλογὸς αὐτοῦ. 10 Μη ανάπτης άνθρακας παθών εις την καρδίαν του αμαρτωλού, μήπως και συ καής από την φλόγα των. 10 Μὴ συνδαυλίζῃς τὰ κάρβουνα τῶν ἐλαττωμάτων καὶ παθῶν τοῦ ἁμαρτωλοῦ, μήπως καῇς εἰς τὴν φλόγα τῆς φωτιᾶς του.
11 μὴ ἐξαναστῇς ἀπὸ προσώπου ὑβριστοῦ, ἵνα μὴ ἐγκαθίσῃ ὡς ἔνεδρον τῷ στόματί σου. 11 Μη εξαναστής και μη απαντήσης εναντίον του υβριστού, μήπως και σου στήση παγίδα εις τα λόγια του στόματός σου. 11 Μὴ ἐξαναστῇς καὶ μὴ θυμώσῃς ἐνώπιον αὐθάδους καὶ ὑβριστοῦ, διὰ νὰ μὴ καθήσῃ οὗτος εἰς τὸ στόμα σου σὰν ἐνέδρα καὶ σὲ παγιδεύσῃ μὲ ὅσα εἰς τὴν παραφοράν σου θὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὸ στόμα σου.
12 μὴ δανείσῃς ἀνθρώπῳ ἰσχυροτέρῳ σου· καὶ ἐὰν δανείσῃς, ὡς ἀπολωλεκὼς γίνου. 12 Μη δώσης δάνειον στον ισχυρότερόν σου. Εάν δε και του δώσης, να θεωρής αυτό ως χαμένον. 12 Μὴ δώσῃς δάνειον εἰς ἄνθρωπον ἰσχυρότερόν σου, ἀπὸ τὸν ὁποῖον, ἐὰν τὸ κατακρατήσῃ, δὲν θὰ ἔχῃς τὴν δύναμιν νὰ τὰ διεκδικήσῃς. Καὶ ἐὰν τὸν δανείσῃς, ἔσο σὰν νὰ ἔχῃς χάσει τὸ δανεισθέν.
13 μὴ ἐγγυήσῃ ὑπὲρ δύναμίν σου· καὶ ἐὰν ἐγγυήσῃ, ὡς ἀποτίσων φρόντιζε. 13 Μη δίδης εγγύησιν μεγαλυτέραν από τας δυνάμεις σου. Εάν όμως και δώσης εγγύησιν, ας ετοιμασθής ως εάν πρόκειται να πληρώσης ο ίδιος. 13 Μὴ ἐγγυηθῇς παραπάνω ἀπὸ τὴν οἰκονομικὴν δύναμίν σου, καὶ ἐὰν ἐγγυηθῇς, ἐτοιμάζου σὰν νὰ πρόκειται νὰ πληρώσῃς ὁ ἴδιος.
14 μὴ δικάζου μετὰ κριτοῦ, κατὰ γὰρ τὴν δόξαν αὐτοῦ κρινοῦσιν αὐτῷ. 14 Μη έρχεσαι εις αντιδικίαν με δικαστήν, διότι οι δικασταί, που θα δικάσουν την διαφοράν σας, θα κρίνουν σύμφωνα με την γνώμην του συναδέλφου των. 14 Μὴ ἔρχεσαι εἰς δίκην μὲ ἀντίδικον δικαστήν, διότι σύμφωνα μὲ τὴν τιμὴν τοῦ ἀξιώματός του θὰ τὸν κρίνουν χαριστικῶς.
15 μετὰ τολμηροῦ μὴ πορεύου ἐν ὁδῷ, ἵνα μὴ βαρύνηται κατὰ σοῦ· αὐτὸς γὰρ κατὰ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιήσει, καὶ τῇ ἀφροσύνῃ αὐτοῦ συναπολῇ. 15 Με θρασύν και απερισκέπτως τολμηρόν μη βαδίζης στον ίδιον δρόμον, δια να μη πέση επάνω σου το βάρος εκείνου. Διότι αυτός θα πράτη πάντοτε σύμφωνα με το θέλημά του, χωρίς να ακούη κανένα. Ετσι δέ με την απερισκεψίαν εκείνου θα καταστραφής και συ. 15 Μὲ ριψοκίνδυνον μὴ πηγαίνῃς συντροφιὰ εἰς τὸν αὐτὸν δρόμον, διὰ νὰ μὴ πέσῃ ἐπάνω σου τὸ βάρος τῆς ἀλογίστου τόλμης του· διότι αὐτὸς θὰ κάμῃ ὅ,τι τοῦ ἀρέσει, καὶ θὰ συναπολεσθῇς μὲ τὴν ἀφροσύνήνητου καὶ τὴν κακοκεφαλιάν του.
16 μετὰ θυμώδους μὴ ποιήσῃς μάχην καὶ μὴ διαπορεύου μετ᾿ αὐτοῦ τὴν ἔρημον· ὅτι ὡς οὐδὲν ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ αἷμα, καὶ ὅπου οὐκ ἔστι βοήθεια, καταβαλεῖ σε. 16 Με θυμώδη άνθρωπον μη ανοίγης φιλονεικίας και μάχας και μη βαδίζης μαζή του εις ερημικόν δρόμον, διότι αυτός δεν δίδει σημασίαν στο ανθρώπινον αίμα· και δεν θα διστάση να σε φονεύση εκεί, όπου δια την ερημίαν του τόπου δεν είναι δυνατόν να σου παρασχεθή καμμία βοήθεια. 16 Μὲ θυμώδη ἄνθρωπον μὴ ἔλθῃς εἰς σύγκρουσιν καὶ φιλονικίαν καὶ μὴ πηγαίνῃς μαζί του διὰ μέσου τῆς ἐρήμου, διότι σὰν τὸ τίποτε εἶναι εἰς τὰ μάτιά του τὸ χυνόμενον ἀνθρώπινον αἷμα· εἰς δὲ τὸν ἔρημον τόπον, ὅπου δὲν ὑπάρχει βοήθεια, ὑπάρχει πιθανότης νὰ σὲ ρίψῃ κάτω καὶ νὰ σὲ φονεύσῃ.
17 μετὰ μωροῦ μὴ συμβουλεύου, οὐ γὰρ δυνήσεται λόγον στέξαι. 17 Μη ζητής συμβουλάς από μωρόν άνθρωπον και μη εμπιστεύεσαι εις αυτόν τον εαυτόν σου, διότι εκείνος δεν θα ημπορέση να κρατήση μυστικόν τον λόγον σου. 17 Μὴ λαμβάνῃς ὡς σύμβουλον ἀνόητον καὶ μωρὸν ἄνθρωπον καὶ μὴ ἐμπιστεύεσαι εἰς αὐτόν, διότι δὲν θὰ δυνηθῇ νὰ κρατήσῃ μυστικὸν λόγον.
18 ἐνώπιον ἀλλοτρίου μὴ ποιήσῃς κρυπτόν, οὐ γὰρ γινώσκεις τί τέξεται. 18 Ενώπιον ενός ξένου και αγνώστου ανθρώπου μη κάμης κάτι, το οποίον πρέπει να μείνη μυστικόν, διότι δεν γνωρίζεις τι θα επακολουθήση. 18 Ἐμπρὸς εἰς ξένον καὶ ἄγνωστον μὴ κάμῃς τίποτε, ποὺ πρέπει νὰ μένῃ κρυφόν, διότι δὲν ἠξεύρεις τί θὰ ἐπακολουθήσῃ.
19 παντὶ ἀνθρώπῳ μὴ ἔκφαινε σὴν καρδίαν, καὶ μὴ ἀναφερέτω σοι χάριν. 19 Μη ανοίγης την καρδίαν σου εις οιονδήποτε άνθρωπον και μη ζητήσης να λάβης από αυτόν καμμίαν εκδούλευσιν. 19 Μὴ ἀνοίγῃς τὴν καρδιά σου εἰς κάθε ἄγνωστον ἄνθρωπον καὶ μὴ δέχεσαι εὔνοιαν καὶ φιλίαν ἀπὸ αὐτόν.