Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:45
Δύση: 20:05
Σελ. 11 ημ.
110-256
16ος χρόνος, 5907η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 41 (ΜΑ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Ω ΘΑΝΑΤΕ, ὡς πικρόν σου τὸ μνημόσυνόν ἐστιν ἀνθρώπῳ εἰρηνεύοντι ἐν τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτοῦ ἀνδρὶ ἀπερισπάστῳ καὶ εὐοδουμένῳ ἐν πᾶσι καὶ ἔτι ἰσχύοντι ἐπιδέξασθαι τροφήν. 1 Ω θάνατε, πόσον πικρά είναι η ανάμνησίς σου εις άνθρωπον, ο οποίος ζη ειρηνικώς ανάμεσα εις τα αγαθά του, αμέριμνος και προοδεύων εις όλα· εις άνθρωπον, ο οποίος έχει ισχύν και υγείαν, ώστε να τρώγη με όρεξιν τα φαγητά! 1 Ω θάνατε, πόσον πικρὰ εἶναι ἡ ἐνθύμησίς σου εἰς τὸν ἄνθρωπον, ποὺ ζῇ εἰρηνικὰ ἐν μέσῳ τῶν ἀγαθὸν καὶ ὑπαρχόντων του, εἰς τὸν ἄνδρα ποὺ δὲν ἔχει περισπασμοὺς καὶ δοκιμασίας καὶ ποὺ προοδεύει καὶ ἐπιτυγχάνει εἰς ὅλα καὶ ὁ ὁποῖος ἔχει ἀκόμη ἀντοχὴν καὶ δύναμιν νὰ δέχεται τροφήν.
2 ὦ θάνατε, καλόν σου τὸ κρίμα ἐστὶν ἀνθρώπῳ ἐπιδεομένῳ καὶ ἐλασσουμένῳ ἰσχύϊ, ἐσχατογήρῳ καὶ περισπωμένῳ περὶ πάντων καὶ ἀπειθοῦντι καὶ ἀπολωλεκότι ὑπομονήν. 2 Ω θάνατε, κρίνεσαι καλός δια τον πτωχόν, δια τον σωματικώς ασθενή και αδύνατον, δι' εκείνον που έχει φθάσει εις βαθύ γήρας, δι' αυτόν ο οποίος περισπάται εις πολλάς και βαρείας μερίμνας και ο οποίος επαναστατεί δια την κατάστασίν του και έχει χάσει πλέον την υπομονήν. 2 Ὦ θάνατε, ἡ περὶ σοῦ θεία ἀπόφασις εἶναι καλὴ διὰ τὸν ἄνθρωπον, ποὺ ἔχει οἰκονομικὰς ἀνάγκας καὶ τοῦ ὁποίου ἐλαττώνεται ἡ σωματικὴ δύναμις, ὅστις εὑρίσκεται εἰς ἔσχατον γῆρας καὶ βασανίζεται ἀπὸ μυρίας φροντίδας καὶ περισπασμοὺς καὶ ὁ ὁποῖος εἶναι ἐπαναστατημένος καὶ ἀπειθὴς καὶ ἔχει χάσει τὴν ὑπομονήν του.
3 μὴ εὐλαβοῦ κρίμα θανάτου, μνήσθητι προτέρων σου καὶ ἐσχάτων· 3 Αλλά συ, ω άνθρωπε, εις οιανδήποτε και αν ευρίσκεσαι κατάστασιν, μη φοβήσαι την ώραν του θανάτου. Ενθυμήσου εκείνους που έζησαν πριν από σέ, και εκείνους που θα ζήσουν ύστερα από σέ. 3 Μὴ φοβῆσαι τὴν ἀπόφασιν τοῦ θανάτου· ἐνθυμήσου πόσοι ἦσαν προτήτερα ἀπὸ σὲ καὶ ἐκείνους θὰ ζήσουν ὕστερα ἀπὸ σέ.
4 τοῦτο τὸ κρίμα παρὰ Κυρίου πάσῃ σαρκί, καὶ τί ἀπαναίνῃ ἐν εὐδοκίᾳ ῾Υψίστου; εἴτε δέκα εἴτε ἑκατὸν εἴτε χίλια ἔτη, οὐκ ἔστιν ἐν ᾅδου ἐλεγμὸς ζωῆς. 4 Αυτή είναι η απόφασις του Κυρίου δια κάθε άνθρωπον, ο θάνατος. Διατί να ανθίσταται κανείς εις την αγαθήν αυτήν απόφασιν του Υψίστου; Είτε δέκα, είτε εκατόν, είτε χίλια έτη και αν έζησε κανείς, κάτω στον άδην δεν θα τον ελέγξη κανείς δια τον αριθμόν των ετών της ζωής του. 4 Ἡ ἀπόφασις αὕτη ἔχει ἐκδοθῇ ἀπὸ τὸν Κύριον διὰ κάθε ἀνεξαιρέτως ἄνθρωπον. Καὶ διατὶ ἀνθίστασαι καὶ ἀρνεῖσαι νὰ ὑποταχθῇς εἰς αὐτό, ποὺ εἶναι ἀρεστὸν εἰς τὸν Ὕψιστον; Εἴτε δέκα εἴτε ἑκατὸν ἔτη ζήσῃς, δὲν ὑπάρχει εἰς τὸν Ἅδην ἔλεγχος καὶ ἐπιτίμησις διὰ τὴν διάρκειαν τῆς ζωῆς.
5 Τέκνα βδελυκτὰ γίνεται τέκνα ἁμαρτωλῶν καὶ συναναστρεφόμενα παροικίαις ἀσεβῶν. 5 Βδελυρά γίνονται τα τέκνα των αμαρτωλών, τα οποία συχνάζουν και συναναστρέφονται εις τας οικίας ασεβών ανθρώπων. 5 Τὰ παιδιὰ τῶν ἁμαρτωλῶν γίνονται σιχαμένα καὶ μυσαρὰ καὶ συχνάζουν ταῦτα διαρκῶς ἐκεῖ, ὅπου διαμένουν καὶ κατοικοῦν ἀσεβεῖς.
6 τέκνων ἁμαρτωλῶν ἀπολεῖται κληρονομία, καὶ μετὰ τοῦ σπέρματος αὐτῶν ἐνδελεχιεῖ ὄνειδος. 6 Η κληρονομία των αμαρτωλών τέκνων χάνεται, εις δε τους απογόνους των παραμένει πάντοτε ο εξευτελισμός και η ανυποληψία. 6 Ἡ κληρονομία τῶν ἀπογόνων τῶν ἁμαρτωλῶν θὰ χαθῇ, καὶ εἰς τοὺς ἀπογόνους τούτων πάλιν μονίμως θὰ ἑξακολουθῇ συνεχιζομένη ἡ ἐντροπὴ καὶ περιφρόνησις.
7 πατρὶ ἀσεβεῖ μέμψεται τέκνα, ὅτι δι᾿ αὐτὸν ὀνειδισθήσονται. 7 Τον ασεβή πατέρα θα τον μέμφωνται τα τέκνα του, διότι εξ αιτίας αυτού, θα ονειδίζωνται. 7 Τὸν ἀσεβῆ πατέρα των θὰ μέμφωνται καὶ θὰ κατηγοροῦν καὶ τὰ τέκνα του, διότι ἐξ αἰτίας αὐτοῦ θὰ ὀνειδίζωνται καὶ θὰ καταφρονοῦνται.
8 οὐαὶ ὑμῖν, ἄνδρες ἀσεβεῖς, οἵτινες ἐγκατελίπετε νόμον Θεοῦ ῾Υψίστου· 8 Αλλοίμονον εις σας, ω ασεβείς άνδρες, οι οποίοι έχετε εγκαταλείψει τον νόμον του Υψίστου Θεού. 8 Ἀλλοίμονον εἰς σᾶς, ὦ ἄνθρωποι ἀσεβεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐγκατελείψατε καὶ δὲν ἐλογαριάσατε τὸν Νόμον τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου.
9 καὶ ἐὰν γεννηθῆτε, εἰς κατάραν γεννηθήσεσθε, καὶ ἐὰν ἀποθάνητε, εἰς κατάραν μερισθήσεσθε. 9 Και εάν έχετε γεννηθή, δια την κατάραν εγεννηθήκατε και όταν αποθάνετε, η κατάρα θα είναι το μερίδιον και η κληρονομία σας. 9 Καὶ ἐὰν θὰ γεννηθῆτε, θὰ γεννηθῆτε διὰ τὴν κατάραν, καὶ ἐὰν ἀποθάνετε, ἡ μερὶς καὶ ἡ κληρονομία, ποὺ θὰ λάβετε, θὰ εἶναι ἡ κατάρα.
10 πάντα ὅσα ἐκ γῆς, εἰς γῆν ἀπελεύσεται, οὕτως ἀσεβεῖς ἀπὸ κατάρας εἰς ἀπώλειαν. 10 Ολα όσα προέρχονται από την γην, εις την γην θα επανέλθουν. Ετσι και οι ασεβείς, από την κατάραν θα καταντήσουν εις την απώλειαν. 10 Ὅλα, ὅσα ἔγιναν ἀπὸ τὸ χῶμα τῆς γῆς, εἰς τὴν γῆν θὰ ἀπέλθουν ἔτσι καὶ οἱ ἀσεβεῖς ἀπὸ τὴν κατάραν, διὰ τὴν ὁποίαν ἐγεννήθησαν, εἰς τὴν ἀπώλειαν καὶ τὸν ὄλεθρον θὰ ὑπάγουν.
11 Πένθος ἀνθρώπων ἐν σώμασιν αὐτῶν, ὄνομα δὲ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἀγαθὸν ἐξαλειφθήσεται. 11 Το πένθος των ανθρώπων αναφέρεται στον σωματικόν θάνατον· το κακόν όμως όνομα των αμαρτωλών ποτέ δεν θα εξαλειφθή. 11 Τὸ πένθος, ποὺ συνήθως καταλαμβάνει τοὺς ἀνθρώπους, ἀναφέρεται μόνον εἰς τὰ σώματά των, ὁσάκις συμβῇ κακόν τι εἰς αὐτά. Τὸ ὄνομα ὅμως καὶ ἡ φήμη τῶν ἁμαρτωλῶν, ἐπειδὴ δὲν δίδεται ἀπὸ αὐτοὺς καμμία προσοχὴ δι' αὐτήν, δὲν εἶναι καλὴ καὶ δι’ αὐτὸ θὰ ἐξαλειφθῇ.
12 φρόντισον περὶ ὀνόματος, αὐτὸ γάρ σοι διαμένει ἢ χίλιοι μεγάλοι θησαυροὶ χρυσίου. 12 Φρόντισε δια το καλόν όνομά σου, διότι αυτό θα παραμείνη ως ισοβιον κτήμα σου, παρά χίλιοι μεγάλοι θησαυροί χρυσού. 12 Φρόντισε διὰ τὸ ὄνομά σου καὶ τὴν καλὴν φήμην σου· διότι τὸ ὄνομά σου καὶ ἡ καλή σου φήμη θὰ διαμείνῃ ὡς κληρονομία πολυτιμοτέρα ἀπὸ χιλίους μεγάλους θησαυροὺς χρυσοῦ.
13 ἀγαθῆς ζωῆς ἀριθμὸς ἡμερῶν, καὶ ἀγαθὸν ὄνομα εἰς αἰῶνα διαμενεῖ. 13 Και αυτής ακόμη της καλής ζωής είναι μετρημέναι αι ημέραι. Το καλόν όμως όνομα μένει πάντοτε. 13 Αἱ ἡμέραι τῆς καλῆς καὶ εὐτυχισμένης ζωῆς εἶναι μετρημέναι καὶ εἶναι ὡρισμένος ὁ ἀριθμός των. Θὰ παρέλθουν λοιπόν. Ἀλλὰ τὸ καλὸν ὄνομα διαμένει εἰς τὸν αἰῶνα.
14 παιδείαν ἐν εἰρήνῃ συντηρήσατε, τέκνα· σοφία δὲ κεκρυμμένη καὶ θησαυρὸς ἀφανής, τίς ὠφέλεια ἐν ἀμφοτέροις; 14 Παιδιά μου, προσέξατε και κρατήσατε την ειρηνικήν διδασκαλίαν και μόρφωσιν. Σοφία κρυμμένη και θησαυρός αφανής, ποίαν ωφέλειαν ημπορούν και τα δυο να φέρουν; 14 Τέκνα μου, τὴν διδασκαλίαν καὶ παιδαγωγίαν μου δεχθῆτε καὶ τηρήσατέ την μὲ εἰρήνην καὶ πρόθυμον ὑπακοήν. Σύνεσις καὶ σοφία, ποὺ παραμένει κρυμμένη καὶ δὲν τίθεται εἰς ἐφαρμογήν, καθὼς καὶ θησαυρός, ποὺ εἶναι ἀφανής, ποίαν ὠφέλειαν παρέχουν καὶ τὰ δύο;
15 κρείσσων ἄνθρωπος ἀποκρύπτων τὴν μωρίαν αὐτοῦ ἢ ἄνθρωπος ἀποκρύπτων τὴν σοφίαν αὐτοῦ. 15 Καλύτερος είναι ενας άνθρωπος, που κρύπτει την μωρίαν του, παρά ένας σοφός που κρύπτει την σοφίαν του. 15 Εἶναι καλύτερος ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ὑποκρινόμενος κρύπτει τὴν μωρίαν καὶ ἀνοησίαν του, παρὰ ὁ ἄνθρωπος ποὺ κρύπτει τὴν σοφίαν καὶ σύνεσίν του.
16 τοιγαροῦν ἐντράπητε ἐπὶ τῷ ρήματί μου· οὐ γάρ ἐστι πᾶσαν αἰσχύνην διαφυλάξαι καλόν, καὶ οὐ πάντα πᾶσιν ἐν πίστει εὐδοκιμεῖται. 16 Λοιπόν, και σεις εντραπήτε δια τα λόγια, τα οποία σας είπα και θα σας είπω. Δεν είναι βέβαια καλόν να συστέλλεται κανείς εις κάθε είδος εντροπής και όλα τα πράγματα δεν εκτιμώνται με ακρίβειαν εκ μέρους των ανθρώπων. 16 Δι’ αὐτὸ λοιπὸν προσέξατε καὶ δοκιμάσατε ἐντροπὴν καὶ σεβασμὸν εἰς αὐτό, ποὺ θὰ σᾶς εἴπω· διότι δὲν εἶναι καλὸν νὰ συστέλλεται κανεὶς καὶ νὰ δοκιμάζῃ ἐντροπὴν εἰς ὅλα, καὶ διότι δὲν κρίνονται ὅλα ὀρθῶς ὑπὸ ὅλων τῶν ἀνθρώπων, οὐδὲ ἐπιδοκιμάζονται σύμφωνα μὲ τὴν ἀλήθειαν.
17 αἰσχύνεσθε ἀπὸ πατρὸς καὶ μητρὸς περὶ πορνείας καὶ ἀπὸ ἡγουμένου καὶ δυνάστου περὶ ψεύδους, 17 Ιδού, που πρέπει να αισθάνεσθε εντροπήν· να εντρέπεσθε την πορνείαν ενώπιον μάλιστα του πατρός και της μητρός σας· το ψεύδος ενώπιον του ηγεμόνος και του κατέχοντος εξουσίαν, 17 Νὰ ἐντρέπεσθε τὸν πατέρα σας καὶ τὴν μητέρα σας, διὰ νὰ μὴ παρασυρθῆτε εἰς τὸ ἁμάρτημα τῆς πορνείας· νὰ ἐντρέπεσθε καὶ τὸν ἡγεμόνα καὶ διαθέτοντα δύναμιν καὶ ἐπιρροήν, διὰ νὰ μὴ λέγετε ἐνώπιόν του ψεῦδος.
18 ἀπὸ κριτοῦ καὶ ἄρχοντος περὶ πλημμελείας, ἀπὸ συναγωγῆς καὶ λαοῦ περὶ ἀνομίας, 18 καταπάτησιν του Νομου ενώπιον δικαστού και άρχοντος και την κατηγορίαν εναντίον σας περί αδικίας εκ μέρους συγκεντρώσεως και λαού ολοκλήρου. 18 Νὰ ἐντρέπεσθε τὸν δικαστὴν καὶ τὸν ἄρχοντα, διὰ νὰ μὴ παρασύρεσθε εἰς ἐγκλήματα καὶ πλημμελήματα· καὶ τὴν σύναξιν καὶ συγκέντρωσιν τοῦ λαοῦ, διὰ να ἀποφεύγετε τὰς παραβάσεις τῶν νόμων.
19 ἀπὸ κοινωνοῦ καὶ φίλου περὶ ἀδικίας καὶ ἀπὸ τόπου, οὗ παροικεῖς, περὶ κλοπῆς, 19 Να αισθάνεσθε εντροπήν δι' αδικίαν απέναντι του συντρόφου και φίλου σας, δια κλοπήν εις την πόλιν, όπου συ κατοικείς. 19 Νὰ ἐντρέπεσθε τὸν γνωστόν, μὲ τὸν ὁποῖον συχνὰ ἐπικοινωνεῖτε, καὶ τὸν φίλον σας, διὰ νὰ προφυλάττεσθε ἀπὸ ἀδικίαν, καθὼς καὶ τὸ μέρος, εἰς τὸ ὅποιο κατοικεῖτε, διὰ νὰ μὴ διαπράττετε κλοπήν, ἡ ἀνακάλυψις τῆς ὁποίας θὰ σᾶς καταστήσῃ εἰς ὅλους τοὺς γείτονας καὶ συμπολίτας σας ἀξίους περιφρονήσεως.
20 ἀπὸ ἀληθείας Θεοῦ καὶ διαθήκης καὶ ἀπὸ πήξεως ἀγκῶνος ἐπ᾿ ἄρτοις, 20 Εντροπήν επίσης εμπρός εις την αλήθειαν και την διαθήκην του Θεού και ακόμη δια το στήριγμα του αγκώνος της χειρός σας όταν παρακάθεσθε εις τράπεζαν φαγητού. 20 Ἔσο συνεσταλμένος καὶ εὐλαβὴς ἐνώπιον τὴν ἀληθείας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Διαθήκης αὐτοῦ καὶ νὰ ἐντρέπεσαι ὅπως στηρίζῃς τὸν ἀγκῶνα σου ἐπάνω εἰς τοὺς ἄρτους, δεικνύων συμπεριφορὰν ἀνάγωγον καὶ κοινωνικῶς ἀπρεπῆ.
21 ἀπὸ σκορακισμοῦ λήψεως καὶ δόσεως καὶ ἀπὸ ἀσπαζομένων περὶ σιωπῆς, 21 Να εντρέπεσθε τας παρανόμους δοσοληψίας, και όταν οι άλλοι σας χαιρετούν, σεις δε σιωπάτε. 21 Νὰ ἐντρέπεσαι ὡσαύτως, ὅπως δεικνύῃς περιφρόνησιν, ὅταν πρόκειται νὰ ἐπιστρέψῃς ἐκεῖνο ποὺ ἔλαβες ἢ ἐδανείσθης, καὶ ὅπως σιωπᾷς ἐξ ἀδιαφορίας πρὸς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι σὲ χαιρετοῦν.
22 ἀπὸ ὁράσεως γυναικὸς ἑταίρας καὶ ἀπὸ ἀποστροφῆς προσώπου συγγενοῦς, 22 Εντροπή είναι να παρατηρής μίαν γυναίκα διεφθαρμένην και να αποστρέφης το πρόσωπόν σου από συγγενή σου. 22 Νὰ ἐντρέπεσαι ἀκόμη, ὅπως βλέπῃς γυναῖκα διεφθαρμένην καὶ ὅπως ἀποστρέφῃς περιφρονητικῶς τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ συγγενῆ σου.
23 ἀπὸ ἀφαιρέσεως μερίδος καὶ δόσεως καὶ ἀπὸ κατανοήσεως γυναικὸς ὑπάνδρου, 23 Να αφαιρής από κάποιον το δίκαιον μερίδιόν του η το δώρον του, και να περιεργάζεσαι με πονηρίαν γυναίκα ύπανδρον. 23 Νὰ ἐντρέπεσαι ὅπως ἀφαιρέσῃς τὸ μερίδιον ἢ τὸ δῶρον, ποὺ ἀνήκει εἰς ἄλλον,καὶ ὅπως περιεργάζεσαι ἐπιμόνως καὶ πονηρῶς γυναῖκα ὕπανδρον.
24 ἀπὸ περιεργείας παιδίσκης αὐτοῦ, καὶ μὴ ἐπιστῇς ἐπὶ τὴν κοίτην αὐτῆς· 24 Εντροπή είναι, να έχης μεγάλην οικειότητα με την υπηρέτριάν σου· πρόσεξε μη πλησίασης εις την κλίνην της. 24 Νὰ ἐντρέπεσαι ὅπως δεικνύῃς οἰκειότητα καὶ περιέργειαν εἰς τὴν δούλην τοῦ ἄλλου, καὶ μὴ πλησιάσῃς εἰς τὴν κλίνην της.
25 ἀπὸ φίλων περὶ λόγων ὀνειδισμοῦ, καὶ μετὰ τὸ δοῦναι μὴ ὀνείδιζε, 25 Να εντραπής δια προσβλητικούς λόγους εναντίον των φίλων σου, όταν δε εκείνοι ευρεθούν εις ανάγκην, συ δε τους βοηθήσης, πρόσεξε μη θίξης την αξιοπρέπειάν των. 25 Νὰ ἐντρέπεσαι ἀκόμη νὰ εἴπῃς λόγους προσβλητικοὺς κατὰ πρόσωπον τῶν φίλων σου· καὶ ἐὰν τοὺς βοηθήσῃς, πρόσεχε νὰ μὴ τοὺς θίγῃς ἢ ταπεινώνῃς, ὑπενθυμίζων εἰς αὐτοὺς ἀδιάκριτα τὴν βοήθειάν σου ταύτην.
26 ἀπὸ δευτερώσεως καὶ λόγου ἀκοῆς, καὶ ἀπὸ ἀποκαλύψεων λόγων κρυφίων· 26 Θεώρει εντροπήν σου το να επαναλαμβάνης και να διηγήσαι κάθε τι, το οποίον ακούεις, και προ παντός να αποκαλύψης εκείνα, τα οποία ως μυστικά σου έχουν λεχθή. 26 Ἐντράπου νὰ ἐπαναλαμβάνῃς καὶ νὰ δευτερώνῃς λόγον ἄτοπον ἢ δυσφημιστικὸν ποὺ ἠκούσθη, καὶ νὰ ἀποκαλύπτῃς καὶ φανερώνῃς λόγους καὶ πράγματα μυστικά.
27 καὶ ἔσῃ αἰσχυντηρὸς ἀληθινῶς καὶ εὑρίσκων χάριν ἔναντι παντὸς ἀνθρώπου. 27 Ετσι φερόμενος θα απκτησης την αληθινήν και αξιέπαινον εντροπήν και θα ευρίσκης πάντοτε χάριν και εκτίμησιν εκ μέρους όλων των ανθρώπων. 27 Καὶ οὕτω συμπεριφερόμενος θὰ εἶσαι πραγματικὰ ἐντροπαλὸς καὶ συνετὸς καὶ θὰ εὑρίσκῃς χάριν καὶ εὐμενῆ ὑποδοχὴν ἐνώπιον ὅλων τῶν ἀνθρώπων.