Τετάρτη, 24 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:38
Δύση: 20:10
Σελ. 16 ημ.
115-251
16ος χρόνος, 5912η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 24 (ΚΔ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΕΔΕΙΞΕ μοι Κύριος δύο καλάθους σύκων κειμένους κατὰ πρόσωπον ναοῦ Κυρίου μετὰ τὸ ἀποικίσαι Ναβουχοδονόσορ βασιλέα Βαβυλῶνος τὸν ᾿Ιεχονίαν υἱὸν ᾿Ιωακεὶμ βασιλέα ᾿Ιούδα καὶ τοὺς ἄρχοντας καὶ τοὺς τεχνίτας καὶ τοὺς δεσμώτας καὶ τοὺς πλουσίους ἐξ ῾Ιερουσαλὴμ καὶ ἤγαγεν αὐτοὺς εἰς Βαβυλῶνα· 1 Μετά την υπό του Ναβουχοδονόσορος, βασιλέως της Βαβυλώνος, απαγωγήν του Ιεχονίου υιού του Ιωακείμ, βασιλέως του Ιούδα, των άλλων αρχόντων, των τεχνιτών και κλειθροποιών και των πλουσίων, ο Κυριος έδειξεν εις εμέ δύο καλάθια γεμάτα σύκα, που ευρίσκοντο ενώπιον του ναού του Κυρίου. 1 Ο Κύριός μου ἔδειξε μὲ ὅραμα ἐσωτερικὸν δύο καλάθια μὲ σῦκα, τὰ ὁποῖα εὑρίσκοντο ἐμπρὸς εἰς τὸν Ναὸν τοῦ Κυρίου.Αὐτὸ συνέβη μετὰ τὴν ἀπαγωγὴν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ εἰς τὴν αἰχμαλωσίαν τῆς Βαβυλῶνος, ἐκ μέρους τοῦ βασιλιᾶ τῆς Βαβυλῶνος Ναβουχοδονόσορος, τοῦ Ἰεχονία, υἱοῦ τοῦ Ἰωακείμ, βασιλιᾶ τὸν Ἰούδα, καὶ τῶν ἄλλων ἀρχόντων τῆς Ἰουδαίας καὶ τῶν τεχνιτῶν καὶ τῶν κλειθροποιῶν καὶ τῶν πλουσίων.
2 ὁ κάλαθος ὁ εἷς σύκων χρηστῶν σφόδρα, ὡς τὰ σύκα τὰ πρώϊμα, καὶ ὁ κάλαθος ὁ ἕτερος σύκων πονηρῶν σφόδρα, ἃ οὐ βρωθήσεται ἀπὸ πονηρίας αὐτῶν. 2 Το ένα καλάθι ήτο γεμάτο σύκα καλά, πολύ καλά, ούτως τα πρώϊμα σύκα, το δε άλλο καλάθι ήτο γεμάτο από χαλασμένα, πολύ χαλασμένα σύκα, τα οποία δεν ήτο δυνατόν εξ αιτίας της σήψεώς των να φαγωθούν. 2 Τὸ ἕνα καλάθι ἦταν γεμᾶτο μὲ θαυμάσια σῦκα, ὅπως τὰ πρώϊμα σῦκα· τὸ δὲ ἄλλο καλάθι ἦταν γεμᾶτο μὲ χαλασμένα σῦκα, τόσον πολὺ χαλασμένα, ὥστε ἦταν ἀδύνατον νὰ φαγωθοῦν, ἕνεκα τοῦ ὅτι ἦσαν σάπια.
3 καὶ εἶπε Κύριος πρός με· τί σὺ ὁρᾷς, ῾Ιερεμία; καὶ εἶπα· σύκα· τὰ χρηστὰ χρηστὰ λίαν, καὶ τὰ πονηρὰ πονηρὰ λίαν, ἃ οὐ βρωθήσεται ἀπὸ πονηρίας αὐτῶν. 3 Είπεν ο Κυριος προς εμέ· Τι βλέπεις συ, Ιερεμία; Και είπα· Βλέπω σύκα. Τα μεν καλά είναι πολύ καλά και τα χαλασμένα είναι πολύ χαλασμένα, τα οποία εξ αιτίας της σήψεώς των δεν είναι δυνατόν να φαγωθοών. 3 Τότε ὁ Κύριος μοῦ εἶπε: «Τί βλέπεις, Ἱερεμία;» Καὶ ἐγὼ ἀπάντησα: «Σῦκα.Καὶ τὰ μὲν καλὰ εἶναι θαυμάσια, τὰ δὲ χαλασμένα εἶναι τόσον πολὺ χαλασμένα, ὥστε εἶναι ἀδύνατον νὰ φαγωθοῦν, λόγῳ τοῦ ὅτι εἶναι σάπια».
4 καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων· 4 Απηυθύνθη τότε ο Κυριος προς εμέ, και μου είπεν· 4 Τότε ὁ Κύριος ὡμίλησε πρὸς ἐμὲ καὶ μοῦ εἶπεν:
5 τάδε λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ᾿Ισραήλ· ὡς τὰ σύκα τὰ χρηστὰ ταῦτα, οὕτως ἐπιγνώσομαι τοὺς ἀποικισθέντας ᾿Ιούδα, οὓς ἐξαπέσταλκα ἐκ τοῦ τόπου τούτου εἰς γῆν Χαλδαίων εἰς ἀγαθά. 5 Αυτά λέγει Κυριος ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού· όπως είναι τα εξαίρετα αυτά σύκα, έτσι εγώ θα ενδιαφερθώ δια τους Ιουδαίους, οι οποίοι εξεπατρίσθησαν και τους οποίους εγώ απεμάκρυνα από τον τόπον τούτον εις την χώραν των Χαλδαίων δια το καλόν των. 5 «Αὐτὰ λέγει Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ: «Ὅπως παρακολουθεῖ κανεὶς τὰ θαυμάσια καὶ ἐξαίρετα αὐτὰ σῦκα, ἔτσι καὶ Ἐγὼ θὰ παρακολουθῶ καὶ θὰ γνωρίσω πλήρως καὶ τελείως ὅσα ἔχουν σχέσιν μὲ τὴν προκοπὴν καὶ εὐτυχίαν τῶν Ἰουδαίων, ποὺ ἀπεμακρύνθησαν ἀπὸ τὴν πατρίδα των, τοὺς ὁποίους Ἐγὼ ἔστειλα ἔξω καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸν τόπον αὐτὸν εἰς τὴν χώραν τῶν Χαλδαίων διὰ τὸ καλόν των.
6 καὶ στηριῶ τοὺς ὀφθαλμούς μου ἐπ' αὐτοὺς εἰς ἀγαθὰ καὶ ἀποκαταστήσω αὐτοὺς εἰς τὴν γῆν ταύτην εἰς ἀγαθὰ καὶ ἀνοικοδομήσω αὐτοὺς καὶ οὐ μὴ καθελῶ καὶ καταφυτεύσω αὐτοὺς καὶ οὐ μὴ ἐκτίλω. 6 Θα στηρίξω με ευμένειαν εις αυτούς τους οφθαλμούς μου δια το καλόν των και θα τους αποκαταστήσω πάλιν εις την χώραν αυτήν την καλήν και θα ανοικοδομήσω δι' αυτούς και δεν θα κατακρημνίσω πλέον τας πόλεις των, αλλά θα τους καταφυτεύσω οριστικώς και μονίμως εις αυτάς, και δεν θα τους ξερριζώσω πλέον. 6 Θὰ στηρίξω μὲ εὐμένειαν τὰ μάτια μου ἐπάνω των διὰ τὸ καλόν των καὶ θὰ τοὺς ἀποκαταστήσω πάλιν εἰς τὴν χώραν αὐτὴν τὴν εὐλογημένην· καὶ πρὸς χάριν των θὰ ἀνοικοδομήσω τὶς πόλεις των καὶ δὲν θὰ τὶς κρημνίσω πλέον· θὰ τοὺς καταφυτεύσω καὶ δὲν θὰ τοὺς ξερριζώσω πλέον.
7 καὶ δώσω αὐτοῖς καρδίαν τοῦ εἰδέναι αὐτοὺς ἐμέ, ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος, καὶ ἔσονταί μοι εἰς λαόν, καὶ ἐγὼ ἔσομαι αὐτοῖς εἰς Θεόν, ὅτι ἐπιστραφήσονται ἐπ' ἐμὲ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας αὐτῶν. 7 Θα δώσω εις αυτούς αγαθήν καρδίαν, δια να γνωρίζουν αυτοί εμέ, ότι δηλαδή εγώ είμαι ο Κυριος και Θεός των. Αυτοί θα είναι εις εμέ λαός, εγώ θα είμαι εις αυτούς ο Θεός, διότι θα επιστρέψουν προς εμέ εν μετανοία εξ όλης αυτών της καρδίας. 7 Ἀκόμη θὰ δώσω εἰς αὐτοὺς καρδίαν εὐλαβικὴν οὕτως, ὥστε αὐτοὶ νὰ γνωρίζουν καὶ νὰ παραδέχωνται Ἐμέ, ὅτι Ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος· καὶ αὐτοὶ θὰ εἶναι εἰς Ἐμὲ λαὸς ἔκλεκτος, Ἐγὼ δὲ θὰ εἶμαι εἰς αὐτοὺς ὁ Θεός, διότι θὰ ἐπιστρέψουν πρὸς Ἐμὲ μὲ συντριβὴν καὶ μετάνοιαν ἀπὸ ὅλην τὴν καρδίαν των.
8 καὶ ὡς τὰ σύκα τὰ πονηρά, ἃ οὐ βρωθήσονται ἀπὸ πονηρίας αὐτῶν, τάδε λέγει Κύριος, οὕτως παραδώσω τὸν Σεδεκίαν βασιλέα ᾿Ιούδα καὶ τοὺς μεγιστᾶνας αὐτοῦ καὶ τὸ κατάλοιπον ῾Ιερουσαλὴμ τοὺς ὑπολελειμμένους ἐν τῇ γῇ ταύτῃ καὶ τοὺς κατοικοῦντας ἐν Αἰγύπτῳ. 8 Οπως όμως είναι τα σύκα τα χαλασμένα, τα οποία εξ αιτίας της φθοράς των δεν είναι δυνατόν να φαγωθούν, αυτά λέγει ο Κυριος, έτσι θα παραδώσω εις αιχμαλωσίαν τον Σεδεκίαν βασιλέα των Ιουδαίων, τους άρχοντας αυτού, τους υπολειφθέντας εις την Ιερουσαλήμ και τους απομείναντας εις την χώραν αυτήν και εκείνους, οι οποίοι κατοικούν εις την Αίγυπτον. 8 Ἀντιθέτως, ὅπως μεταχειρίζεται κανεὶς τὰ σῦκα τὰ χαλασμένα, τὰ ὁποῖα εἶναι τόσον χαλασμένα, ὥστε εἶναι ἀδύνατον νὰ φαγωθοῦν - αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος - ἔτσι καὶ Ἐγὼ θὰ παραδώσω τὸν Σεδεκίαν, τὸν βασιλιᾶ του Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, καὶ τοὺς ἄρχοντές του καὶ ὅσους ὑπελείφθησαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ὅσους ἀπέμειναν εἰς τὴν χώραν αὐτὴν καὶ ὅσους ζοῦν καὶ κατοικοῦν εἰς τὴν Αἴγυπτον.
9 καὶ δώσω αὐτοὺς εἰς διασκορπισμὸν εἰς πάσας τὰς βασιλείας τῆς γῆς, καὶ ἔσονται εἰς ὀνειδισμὸν καὶ εἰς παραβολὴν καὶ εἰς μῖσος καὶ εἰς κατάραν ἐν παντὶ τόπῳ, οὗ ἔξωσα αὐτοὺς ἐκεῖ. 9 Θα τους διασκορπίσω εις όλα τα βασίλεια της γης, θα γίνουν αντικείμενον εμπαιγμού και εξευτελισμού, παροιμιώδες παράδειγμα τιμωρίας εκ μέρους του Θεού, αντικείμενα μίσους και κατάρας εκ μέρους των ανθρώπων εις κάθε περιοχήν, όπου εγώ τους εξώρισα. 9 Ὅλους αὐτοὺς θὰ τοὺς διασκορπίσω εἰς ὅλα τὰ βασίλεια τῆς γῆς, καὶ θὰ γίνουν ἀντικείμενον χλευασμοῦ, μομφῆς καὶ ψόγου· θὰ γίνουν παράδειγμα χαρακτηριστικῆς καὶ σκληρᾶς τιμωρίας ἐκ μέρους τοῦ δικαίου Θεοῦ· ἀκόμη δὲ ἀντικείμενα μίσους καὶ κατάρας μεταξὺ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων εἰς κάθε τόπον, εἰς τὸν ὁποῖον τοὺς ἐξώρισα.
10 καὶ ἀποστελῶ εἰς αὐτοὺς τὸν λιμὸν καὶ τὸν θάνατον καὶ τὴν μάχαιραν, ἕως ἂν ἐκλείπωσιν ἀπὸ τῆς γῆς, ἧς ἔδωκα αὐτοῖς. 10 Θα αποστείλω εναντίον αυτών πείναν, θανατηφόρον νόσον, μάχαιραν εχθρών, μέχρις ότου λείψουν τελείως από την γην, την οποίαν εγώ είχα δώσει εις αυτούς. 10 Καὶ ἐπὶ πλέον θὰ ἐξαποστείλω ἐναντίον των πεῖναν, λοιμικὴν καὶ θανατηφόρον ἀρρώστιαν καὶ ἐχθρικὸν φονικὸν μαχαίρι, μέχρις ὅτου ἐξαλειφθοῦν ἀπὸ τὴν γῆν, τὴν ὁποίαν τοὺς εἶχα δώσει ὡς χώραν ἰδικήν των».