Σάββατο, 20 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:43
Δύση: 20:06
Σελ. 12 ημ.
111-255
16ος χρόνος, 5908η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Β' - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 (Ε)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Περὶ δὲ τὸν καιρὸν τοῦτον τὴν δευτέραν ἔφοδον ὁ ᾿Αντίοχος εἰς Αἴγυπτον ἐστείλατο. 1 Κατά την περίοδον αυτήν ο Αντίοχος προπαρεσκεύαζε την δευτέραν έφοδόν του εναντίον της Αιγύπτου. 1 Κατὰ τὴν ἐποχὴν αὐτὴν ὁ Ἀντίοχος Δ' ὁ Ἐπιφανὴς προπαρεσκεύαζε τὴν δευτέραν εἰσβολήν του εἰς τὴν Αἴγυπτον.
2 συνέβη δὲ καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν σχεδὸν ἐφ᾿ ἡμέρας τεσσαράκοντα φαίνεσθαι διὰ τοῦ ἀέρος τρέχοντας ἱππεῖς διαχρύσους στολὰς ἔχοντας καὶ λόγχας σπειρηδὸν ἐξωπλισμένους 2 Συνέβη δε τούτο το παράδοξον τότε. Εις όλην την πόλιν Ιερουσαλήμ επί τεσσαράκοντα σχεδόν ημέρας εφαίνοντο να τρέχουν επάνω στον αέρα ιππείς, που είχαν χρυσάς στολάς, και ήσαν ωργανωμένοι σαν εις ρωμαϊκάς σπείρας και ωπλισμένοι με λόγχας. 2 Τότε συνέβη τὸ ἀκόλουθον φαινόμενον: Εἰς ὅλην τὴν Ἱερουσαλὴμ ἐνεφανίζοντο σχεδὸν ἐπὶ σαράντα ἡμέρες ἱππεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐκάλπαζαν εἰς τὸν ἀέρα οἱ ἱππεῖς ἐφοροῦσαν χρυσοΰφαντες στολές, ἦσαν ὡπλισμένοι μὲ λόγχες καὶ ὠργανωμένοι κατὰ τὸν τρόπον τῶν ρωμαϊκῶν στρατιωτικῶν μονάδων (ταγμάτων ἢ λόχων).
3 καὶ ἴλας ἵππων διατεταγμένας καὶ προσβολὰς γινομένας καὶ καταδρομὰς ἑκατέρων καὶ ἀσπίδων κινήσεις καὶ καμάκων πλήθη καὶ μαχαιρῶν σπασμοὺς καὶ βελῶν βολὰς καὶ χρυσῶν κόσμων ἐκλάμψεις καὶ παντοίους θωρακισμούς. 3 Εφαίνοντο επίσης ίλαι ιππικού παρατεταγμένοι ως προς μάχην, εγίνοντο επιθέσεις και καταδρομαί και από τα δύο μέρη, κινήσεις ασπίδων, πλήθη από λόγχας, μάχαιραι που ανεσύροντο από τας θήκας των, ρίψεις βελών, απαστράπτουσαι αναλαμπαί χρυσών οπλών και παντός είδους θώρακες. 3 Ἐνεφανίζοντο ἐπίσης ἴλαι ἱππικοῦ εἰς παράταξιν μάχης, ἐγίνοντο ἐπιθέσεις καὶ ἀντεπιθέσεις καὶ ἀπὸ τὶς δύο πλευρές, ἐπιδείξεις καὶ κινήσεις ἀσπίδων, ξιφούλκισμα σπαθιῶν, ρίψεις βελῶν καὶ ἀπαστράπτουσαι λάμψεις χρυσοποικίλτων ὅπλων καὶ παντὸς εἴδους θωράκων.
4 διὸ πάντες ἠξίουν ἐπ᾿ ἀγαθῷ τὴν ἐπιφάνειαν γενέσθαι. 4 Ολοι δε ικέτευον τον Θεόν να αποβούν εις αγαθόν της πόλεως αι εμφανίσεις αυταί. 4 Ἕνεκα τῶν ὑπερφυσικῶν αὐτῶν φαινομένων ὅλοι προσηύχοντο εἰς τὸν Θεόν, ὥστε οἱ ἐμφανίσεις αὐτὲς νὰ εἶναι εὐνοϊκὰ προμηνύματα, ποὺ θὰ ἀπέβαιναν ἐπ’ ἀγαθῷ τοῦ λαοῦ.
5 γενομένης δὲ λαλιᾶς ψευδοῦς ὡς μετηλλαχότος τὸν βίον ᾿Αντιόχου παραλαβὼν ὁ ᾿Ιάσων οὐκ ἐλάττους τῶν χιλίων, αἰφνιδίως ἐπὶ τὴν πόλιν συνετελέσατο ἐπίθεσιν· τῶν δὲ ἐπὶ τῷ τείχει συνελασθέντων καὶ τέλος ἤδη καταλαμβανομένης τῆς πόλεως, ὁ Μενέλαος εἰς τὴν ἀκρόπολιν ἐφυγάδευσεν. 5 Επειδή τότε διεδόθη και η ψευδής είδησις περί του θανάτου του Αντιόχου, ο Ιάσων παρέλαβεν όχι ολιγωτέρους από χιλίους άνδρας, ήλθε και επετέθη αιφνιδίως εναντίον της Ιερουσαλήμ. Οι αμυνόμενοι εις τα τείχη απωθήθησαν και η πόλις επρόκειτο να καταληφθή. Τοτε ο Μενέλαος, δια να σωθή, κατέφυγεν εις την ακρόπολιν. 5 Ἕνεκα ὅμως μιᾶς ψευδοῦς διαδόσεως, ὅτι ὁ βασιλιᾶς Ἀντίοχος Δ' εἶχεν ἀποθάνει, ὁ Ἰάσων, ἀφοῦ παρέλαβεν ὄχι κάτω τῶν χιλίων ἄνδρας, ἐπεχείρησεν αἰφνιδιαστικὴν ἐπίθεσιν κατὰ τῆς Ἱερουσαλήμ.Οἱ ὑπερασπισταί, ποὺ εἶχαν τρέξει εἰς τὰ τείχη, ἀπωθήθησαν καί, καθὼς ἡ πόλις ἐπρόκειτο τελικῶς νὰ καταληφθῇ, ὁ Μενέλαος κατέφυγεν εἰς τὴν ἀκρόπολιν τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅπου ὑπῆρχε Συριακὴ φρουρά.
6 ὁ δὲ ᾿Ιάσων ἐποιεῖτο σφαγὰς τῶν πολιτῶν τῶν ἰδίων ἀφειδῶς, οὐ συννοῶν τὴν εἰς τοὺς συγγενεῖς εὐημερίαν δυσημερίαν εἶναι τὴν μεγίστην· δοκῶν δὲ πολεμίων καὶ οὐχ ὁμοεθνῶν τρόπαια καταβάλλεσθαι, 6 Ο Ιάσων, όταν εισήλθεν εις την πόλιν, επεδόθη εις ανηλεείς σφαγάς των συμπολιτών του, μη σκεπτόμενος ότι μία επιτυχία εις βάρος των συμπολιτών του είναι μεγίστη δυστυχία. Είχε δε την νοσηράν αντίληψιν, ότι επέτυχε τρόπαια εναντίον εχθρών και όχι εναντίον ομοεθνών! 6 Ὁ δὲ Ἰάσων, ποὺ εἶχεν εἰσέλθει εἰς τὴν πόλιν, συνέχιζε νὰ σφάζῃ τοὺς συμπολίτες του χωρὶς οἶκτον καὶ ἔλεος· ἔσφαζε, λησμονῶν καὶ μὴ λαμβάνων ὑπ' ὄψιν του καθόλου ὅτι ἡ ἐπιτυχία εἰς βάρος τῶν συγγενῶν (συμπατριωτῶν) του εἶναι οὐσιαστικῶς ἡ μεγαλυτέρα ἀποτυχία καὶ δυστυχία· ἐφαντάζετο μάλιστα ὅτι ἐπετύγχανε νίκες καὶ θριάμβους ἐναντίον ἐχθρῶν καὶ ὄχι ἐναντίον ὁμοεθνῶν του!
7 τῆς μὲν ἀρχῆς οὐκ ἐκράτησε, τὸ δὲ τέλος τῆς ἐπιβουλῆς αἰσχύνην λαβών, φυγὰς πάλιν εἰς τὴν ᾿Αμμανῖτιν ἀπῆλθε. 7 Παρ' όλα όμως αυτά δεν κατώρθωσε να κρατήση την εξουσίαν. Το δε αποτέλεσμα της επιδρομής του ήτο ο εξευτελισμός του. Και εξόριστος κατέφυγε πάλιν εις την χώραν των Αμμανιτών. 7 Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἀπέτυχε νὰ ἀποκτήσῃ ἔλεγχον τῆς καταστάσεως καὶ νὰ καταλάβῃ τὴν ἐξουσίαν, τελικῶς δὲ ὡς ἀποτέλεσμα τῆς συνωμοσίας του ἐκέρδισε μόνον ἐντροπὴν καὶ ὑπεχρεώθη νὰ ἐπιστρέψῃ καὶ πάλιν ὡς φυγὰς εἰς τὴν περιοχὴν τῶν Ἀμμωνιτῶν.
8 πέρας οὖν κακῆς ἀναστροφῆς ἔτυχεν ἐγκλεισθεὶς πρὸς ᾿Αρέταν τὸν τῶν ᾿Αράβων τύρρανον, πόλιν ἐκ πόλεως φεύγων, διωκόμενος ὑπὸ πάντων καὶ στυγούμενος ὡς τῶν νόμων ἀποστάτης καὶ βδελυσσόμενος ὡς πατρίδος καὶ πολιτῶν δήμιος, εἰς Αἴγυπτον ἐξεβράσθη. 8 Το δε τέρμα της εγκληματικής του ζωής και αναστροφής ήτο τούτο· εκλείσθη από τον Αρέταν, τον βασιλέα των Αράβων, εις φυλακήν. Εδραπέτευσεν από εκεί και περιεπλανήθη από πόλεως εις πόλιν καταδιωκόμενος υπό πάντων και μισούμενος ως αποστάτης από τους νόμους του Θεού, βδελυσσόμενος από όλους ως δήμιος της πατρίδος και των συμπολιτών του, εξεβράσθη εις την Αίγυπτον. 8 Ὡς τέλος δὲ τῆς ἀθλίας συμπεριφορᾶς του εἶχε τὸ ἀκόλουθον: Ἀφοῦ ἐφυλακίσθη ἀπὸ τὸν Ἀρέταν, τὸν βασιλιᾶ (σεΐχην) τῶν Ἀράβων, ἐδραπέτευσε καὶ διαφεύγων ἀπὸ τὴν μίαν πόλιν εἰς τὴν ἄλλην, καταδιωκόμενος ἀπὸ ὅλους καὶ μισούμενος ὡς ἀντάρτης καὶ περιφρονητὴς τῶν νόμων καὶ βδελυκτὸς ὡς δήμιος τῆς πατρίδος καὶ τῶν συμπολιτῶν του, ἐξεβράσθη ὡς ἄθλιος ναυαγὸς εἰς τὴν Αἴγυπτον.
9 καὶ ὁ συχνοὺς τῆς πατρίδος ἀποξενώσας ἐπὶ ξένης ἀπώλετο πρὸς Λακεδαιμονίους ἀναχθεὶς ὡς διὰ τὴν συγγένειαν τευξόμενος σκέπης. 9 Και αυτός, ο οποίος πολλούς απεξένωσεν από την πατρίδα των, απωλέσθη εις ξένην χώραν, εις την Λακεδαίμονα, όπου είχε μεταβή με την ελπίδα, ότι θα εύρη καταφύγιον στηριζόμενος εις την προς αυτούς συγγένειάν του. 9 Τελικῶς ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος κατεδίκασεν εἰς ἐξορίαν ἀπὸ τὴν πατρίδα των τόσους πολλούς, ἀπέθανεν ἐξόριστος, ἀφοῦ ἔφθασεν εἰς τὴν χώραν τῶν Λακεδαιμονίων (τὴν Σπάρτην), ὅπου κατέφυγεν, ἐπειδὴ ἤλπιζεν ὅτι ἐκεῖ θὰ εὕρισκε προστασίαν, ἕνεκα τῆς συγγενείας τῶν Σπαρτιατῶν πρὸς τοὺς Ἰουδαίους.
10 καὶ ὁ πλῆθος ἀτάφων ἐκρίψας ἀπένθητος ἐγενήθη καὶ κηδείας οὐδ᾿ ἡστινοσοῦν οὔτε πατρῴου τάφου μετέσχε. 10 Ετσι δε εκείνος ο οποίος έρριψε κατά γης πλήθος ατάφων ανθρώπων, έμεινεν απένθητος. Κανείς δεν έκαμε δι' αυτόν ούτε την παραμικροτέραν επικήδειον τελετήν, ούτε και ενεταφιάσθη εις πατρικόν τάφον. 10 Ἔτσι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἀπέρριψε καὶ ἐμπόδισε πολλούς, ὥστε νὰ μείνουν ἄταφοι, αὐτὸς ὁ ἴδιος ἀπέθανε χωρὶς κανεὶς νὰ τὸν πενθήσῃ καὶ χωρὶς κανεὶς νὰ τὸν κηδεύσῃ καθ' οἱονδήποτε τρόπον, οὔτε δὲ ἐτάφη εἰς τάφον τῶν προγόνων του.
11 Προσπεσόντων δὲ τῷ βασιλεῖ περὶ τῶν γεγονότων διέλαβεν ἀποστατεῖν τὴν ᾿Ιουδαίαν. ὅθεν ἀναζεύξας ἐξ Αἰγύπτου τεθηριωμένος τῇ ψυχῇ, ἔλαβε τὴν μὲν πόλιν δορυάλωτον, 11 Οταν όμως τα γεγονότα αυτά έπεσαν εις την αντίληψιν του βασιλέως, αυτός επίστευσεν ότι η Ιουδαία είχεν αποστατήσει. Ανεχώρησε, λοιπόν, αμέσως από την Αίγυπτον θηρίον κατά την καρδίαν και κατόπιν μάχης κατέλαβε την Ιερουσαλήμ. 11 Ὅταν οἱ εἰδήσεις περὶ τῶν γεγονότων αὐτῶν ἔγιναν γνωστὲς εἰς τὸν βασιλιᾶ, συνεπέρανεν ὅτι ἡ Ἰουδαία εὑρίσκετο εἰς κατάστασιν ἐπαναστάσεως.Ἕνεκα τούτου, ἀφοῦ ἀνεχώρησεν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον μαινόμενος ὡς ἄγριον θηρίον, ἐκυρίευσε τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ αἰχμαλώτισε τοὺς κατοίκους της.
12 καὶ ἐκέλευσε τοῖς στρατιώταις κόπτειν ἀφειδῶς τοὺς ἐμπίπτοντας καὶ τοὺς εἰς τὰς οἰκίας ἀναβαίνοντας κατασφάζειν. 12 Διέταξε δε τους στρατιώτας του, να κατακάψουν ανηλεως εκείνους, οι οποίοι θα έπιπτον εις τα χέρια των, και να κατασφάζουν εκείνους που, δια να εύρουν σωτηρίαν, θα ανέβαιναν εις τας στέγας των οικιών. 12 Διέταξε δὲ τὰ στρατεύματά του νὰ σφάζουν χωρὶς οἶκτον ὅσους πέφτουν εἰς τὰ χέρια των καὶ νὰ κατασφάζουν ὅσους κατέφευγαν διὰ νὰ σωθοῦν εἰς τὰ σπίτια των (κατ’ ἄλλην ἑρμηνείαν: Ὅσους ἀνέβαιναν εἰς τὶς στέγες τῶν σπιτιῶν των).
13 ἐγίνοντο δὲ νέων καὶ πρεσβυτέρων ἀναιρέσεις, ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν καὶ τέκνων ἀφανισμός, παρθένων τε καὶ νηπίων σφαγαί. 13 Ετσι δε έγιναν πολυάριθμοι εκτελέσεις νέων και γερόντων, ανδρών και γυναικών. Παιδιά εξηφανίσθησαν, νήπια και παρθένοι εσφάγησαν. 13 Ἔτσι ἐφονεύοντο νέοι καὶ πρεσβύτεροι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ παιδιὰ ἐξωντώνοντο, παρθένοι δὲ καὶ νήπια ἐσφάζοντο.
14 ὀκτὼ δὲ μυριάδες ἐν ταῖς πάσαις ἡμέραις τρισὶ κατεφθάρησαν· τέσσαρες μὲν ἐκ χειρῶν νομαῖς, οὐχ ἧττον δὲ τῶν ἐσφαγμένων ἐπράθησαν. 14 Ογδοήκοντα χιλιάδες εις διάστημα τριών ημερών εχάθησαν, εκ των οποίων τεσσαράκοντα χιλιάδες εσφάγησαν και οχι ολιγώτεροι από τους θανατωθέντας επωλήθησαν δούλοι. 14 Εἰς τὸ σύντομον διάστημα τῶν τριῶν ἡμερῶν ἐχάθησαν ὀγδόντα χιλιάδες (80.000)· σαράντα χιλιάδες (40.000) μὲν ἐσφάγησαν βιαίως, ἄλλοι τόσοι δὲ ἐπωλήθησαν ὡς δοῦλοι.
15 καὶ οὐκ ἀρκεσθεὶς δὲ τούτοις κατετόλμησεν εἰς τὸ πάσης τῆς γῆς ἁγιώτατον ἱερὸν εἰσελθεῖν, ὁδηγὸν ἔχων τὸν Μενέλαον, τὸν καὶ τῶν νόμων καὶ τῆς πατρίδος προδότην γεγονότα 15 Ο βασιλεύς δεν ηρκέσθη εις τας εγκληματικάς αυτάς πράξεις αλλ' απετόλμησε και να εισέλθη στον ναόν, τον αγιώτατον αυτόν τόπον όλης της οικουμένης, έχων ως οδηγόν τον Μενέλαον, ο οποίος εγίνετο προδότης των νόμων και της πατρίδος του. 15 Ἀλλ’ ὁ βασιλιᾶς, μὴ ἀρκούμενος εἰς ὅλες αὐτὲς τὶς ἀγριότητες καὶ τοὺς φόνους, εἶχε τὸ θράσος νὰ εἰσέλθῃ εἰς τὸν Ναόν, τὸν πλέον ἅγιον τόπον ὅλης τῆς γῆς, ἔχων ὡς ὁδηγὸν τὸν Ἰουδαῖον ἀρχιερέα Μενέλαον, ὁ ὁποῖος εἶχε γίνει προδότης τῆς θρησκείας του καὶ τῆς πατρίδος του.
16 καὶ ταῖς μιαραῖς χερσὶ τὰ ἱερὰ σκεύη λαμβάνων καὶ τὰ ὑπ᾿ ἄλλων βασιλέων ἀνατεθέντα πρὸς αὔξησιν καὶ δόξαν τοῦ τόπου καὶ τιμὴν ταῖς βεβήλοις χερσὶ συσσύρων ἐπεδίδου. 16 Επαιρνε με τα μιαρά του χέρια τα ιερά σκεύη, τα οποία από άλλους βασιλείς είχαν αφιερωθή δια το μεγαλείον και την δόξαν του ιερού τούτου, και αφού τα αποσπούσεν αναιδώς τα παρέδιδεν εις βέβηλα χέρια. 16 Ὁ Ἀντίοχος λαμβάνων μὲ τὰ ἀκάθαρτα καὶ μολυσμένα ἀπὸ αἵματα χέρια του τὰ ἱερὰ σκεύη καὶ ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα εἶχαν ἀφιερωθῇ εἰς τὸν Ναὸν ἀπὸ ἄλλους βασιλεῖς διὰ νὰ ἐξάρουν, νὰ δοξάσουν καὶ νὰ τιμήσουν τὸν ἱερὸν τόπον, ἀφοῦ τὰ ἀποσποῦσε μὲ βίαν, τὰ παρέδιδεν εἰς τὰ βέβηλα χέρια τῶν ὑπηρετῶν του.
17 καὶ ἐμετεωρίζετο τὴν διάνοιαν ὁ ᾿Αντίοχος, οὐ συνορῶν ὅτι διὰ τὰς ἁμαρτίας τῶν τὴν πόλιν οἰκούντων ἀπώργισται βραχέως ὁ Δεσπότης, διὸ γέγονε περὶ τὸν τόπον παρόρασις. 17 Ο Αντίοχος ηλαζονεύετο εσωτερικώς δια τα εγκληματικά του αυτά έργα, διότι δεν εννοούσεν ότι εξ αιτίας των αμαρτιών των κατοίκων της πόλεως είχεν οργισθή ο Κυρίας δια βραχύ χρονικόν διάστημα και είχεν αποστρέψει το βλέμμα του και την προστασίαν του από τον ιερόν αυτόν τόπον. 17 Καὶ ὁ Ἀντίοχος ὑπερηφανεύετο κατὰ τὴν ψυχήν, χωρὶς νὰ κατανοῇ ὅτι ὁ Δεσπότης Κύριος εἶχε παροργισθῇ διὰ σύντομον χρονικὸν διάστημα, ἕνεκα τῶν ἁμαρτιῶν τῶν κατοίκων τῆς Ἱερουσαλήμ, καὶ δι' αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν ἐπροστάτευε τὸν ἅγιον τόπον τοῦ Ναοῦ.
18 εἰ δὲ μὴ συνέβαινε προσενέχεσθαι πολλοῖς ἁμαρτήμασι, καθάπερ ὁ ῾Ηλιόδωρος ὁ πεμφθεὶς ὑπὸ Σελεύκου τοῦ βασιλέως ἐπὶ τὴν ἐπίσκεψιν τοῦ γαζοφυλακίου, οὗτος προαχθεὶς παραχρῆμα μαστιγωθεὶς ἀνετράπη τοῦ θράσους. 18 Εάν δεν συνέβαινε να είναι αυτοί οι Ισραηλίται ένοχοι πολλών αμαρτημάτων, θα εμαστιγώνετο και αυτός ο Αντίοχος, όπως εμαστιγώθη ο Ηλιόδωρος, ο οποίος είχεν αποστολή από τον βασιλέα Σέλευκον, δια να πάρη τα χρήματα του θησαυροφυλακίου του ναού, και έτσι θα απετρέπετο από τας θρασείας του πράξεις. 18 Ἐάν οἱ Ἰσραηλῖται δὲν ἦσαν ἤδη ἔνοχοι πολλῶν ἁμαρτημάτων, ὁ Ἀντίοχος θὰ ἐμαστιγώνετο εὐθὺς ἀμέσως καὶ θὰ ἀνεκόπτετο τὸ θράσος του, ὅπως ἀκριβῶς ἐμαστιγώθη ὁ Ἡλιόδωρος, ὁ ὁποῖος ἐστάλη ἄλλοτε ἀπὸ τὸν βασιλιᾶ Σέλευκον Δ' διὰ νὰ ἁρπάξῃ τὰ χρήματα τοῦ θησαυροφυλακίου τοῦ Ναοῦ.
19 ἀλλ᾿ οὐ διὰ τὸν τόπον τὸ ἔθνος, ἀλλὰ διὰ τὸ ἔθνος τὸν τόπον ὁ Κύριος ἐξελέξατο. 19 Αλλά ο Θεός δεν εξέλεξε τον λαόν του προς χάριν του ιερού τούτου τόπου, αλλά τον ιερόν χώρον πρυς χάριν του λαού του. 19 Ἀλλ’ ὁ Κύριος δὲν ἐδιάλεξε τὸ ἔθνος χάριν τοῦ ἱεροῦ τόπου, ἀλλ’ ἐδιάλεξε τὸν ἱερὸν τόπον, τὸν Ναόν, χάριν τοῦ ἔθνους.
20 διόπερ καὶ αὐτὸς ὁ τόπος συμμετασχὼν τῶν τοῦ ἔθνους δυσπετημάτων γενομένων, ὕστερον εὐεργετημάτων ὑπὸ τοῦ Κυρίου ἐκοινώνησε, καὶ ὁ καταληφθεὶς ἐν τῇ τοῦ Παντοκράτορος ὀργῇ πάλιν ἐν τῇ τοῦ μεγάλου Δεσπότου καταλλαγῇ μετὰ πάσης δόξης ἐπανωρθώθη. 20 Επειδή δε ο τόπος αυτός συμμετέσχε κατά κάποιον τρόπον εις τας ταλαιπωρίας του λαού, ύστερον συμμετέσχε και εις τας υπό του Κυρίου σταλείσας ευεργεσίας ο τόπος αυτός, ο οποίος εγκατελείφθη λόγω της οργής του παντοδυνάμου Θεού, πάλιν χάρις εις την συμφιλίωσιν του λαού προς τον Υψιστον επανωρθώθη και αποκατεστάθη με όλην του την δόξαν. 20 Διὰ τοῦτο καὶ αὐτὸς ἀκόμη ὁ ἱερὸς τόπος εἶχε πρῶτος τὸ μερίδιόν του εἰς τὶς δυστυχίες, οἱ ὁποῖες ἔπληξαν τὸ ἔθνος· κατόπιν δὲ συμμετέσχε καὶ αὐτὸς τῶν εὐεργεσιῶν τοῦ Κυρίου.Καὶ ὁ ἱερὸς τόπος, ὁ ὁποῖος ἐγκατελείφθη ἕνεκα τῆς ὀργῆς τοῦ παντοκράτορος Θεοῦ, ἀποκατεστάθη καὶ πάλιν μὲ ὅλην τὴν μεγαλοπρέπειαν καὶ λαμπρότητά του, ὅταν ὁ μεγάλος Θεὸς καὶ Δεσπότης ἐξευμενίσθη καὶ συνεφιλιώθη μὲ τὸν λαόν του.
21 ὁ γοῦν ᾿Αντίοχος ὀκτακόσια πρὸς τοῖς χιλίοις ἀπενεγκάμενος ἐκ τοῦ ἱεροῦ τάλαντα θᾶττον εἰς ᾿Αντιόχειαν ἐχωρίσθη, οἰόμενος ἀπὸ τῆς ὑπερηφανίας τὴν μὲν γῆν πλωτὴν καὶ τὸ πέλαγος πορευτὸν θέσθαι διὰ τὸν μετεωρισμὸν τῆς καρδίας. 21 Ο Αντίοχος, λοιπόν, αφού έλαβεν από τον ιερόν ναόν χίλια οκτακόσια τάλαντα επανήλθε ταχέως εις την Αντιόχειαν νομίσας μέσα εις την σύγχυσιν της μεγάλης του υπερηφανείας, ότι θα κάμη την μεν ξηράν πλωτήν την δε θάλασσαν βατήν, ως εάν ήτο ξηρά. 21 Ὁ Ἀντίοχος λοιπόν, ἀφοῦ ἀπεκόμισεν ἀπὸ τὸν Ναὸν χίλια ὀκτακόσια (1.800) τάλαντα, ἐπέστρεψε γρήγορα - γρήγορα εἰς τὴν Ἀντιόχειαν.Κυριευμένος ἀπὸ ἀχαλίνωτον ὑπερηφάνειαν ἐνόμιζεν ὅτι ἠμποροῦσε νὰ κάμῃ τὴν ξηρὰν πλωτὴν διὰ πλοίων καὶ τὴν θάλασσαν τόπον βατόν, ὅπως ἡ ξηρά, διὰ τοὺς ἀνθρώπους!
22 κατέλιπε δὲ καὶ ἐπιστάτας τοῦ κακοῦν τὸ γένος, ἐν μὲν ῾Ιεροσολύμοις Φίλιππον τὸ μὲν γένος Φρύγα, τὸν δὲ τρόπον βαρβαρώτερον ἔχοντα τοῦ καταστήσαντος, 22 Αφήκε δε ως στρατιωτικούς επόπτας, δια να βασανίσουν τον ισραηλιτικόν λαόν εις μεν την Ιερουσαλήμ τον Φιλιππον τον καταγόμενον από το γένος των Φρυγών, ο οποίος ήτο κατά τους τρόπους βαρβαρώτερος από εκείνον, που τον είχεν εγκαταστήσει, 22 Ἀναχωρῶν δὲ διὰ τὴν Ἀντιόχειαν ἀφῆκε πίσω του ἀξιωματούχους διὰ νὰ καταπιέζουν τὸ ἰουδαικὸν γένος· εἰς μὲν τὰ Ἱεροσόλυμα ἀφῆκε τὸν Φίλιππον, ὁ ὁποῖος κατήγετο μὲν ἀπὸ τὴν Φρυγίαν, κατὰ τὴν διάθεσιν ὅμως καὶ τὴν συμπεριφορὰν ἦταν περισσότερον βάρβαρος ἀπὸ τὸν κύριόν του, ὁ ὁποῖος τὸν ἐγκατέστησεν.
23 ἐν δὲ Γαριζὶν ᾿Ανδρόνικον, πρὸς δὲ τούτοις Μενέλαον, ὃς χείριστα τῶν ἄλλων ὑπερῄρετο τοῖς πολίταις, ἀπεχθῆ δὲ πρὸς τοὺς πολίτας ᾿Ιουδαίους ἔχων διάθεσιν. 23 εις δε την Γαριζίν αφήκε τον Ανδρόνικον, επί δε τούτοις αφήκε και τον Μενέλαον, ο οποίος ήτο πολύ περισσότερον από τους άλλους αλαζονικός, δι' όσα κακά έκαμεν εναντίον των συμπολιτών του και έτρεφε πάντοτε αισθήματα μοχθηρίας και μίσους εναντίον των συμπολιτών του Ιουδαίων. 23 Εἰς δὲ τὴν περιοχὴν τοῦ ὄρους Γαριζὶν ἀφῆκε τὸν Ἀνδρόνικον.Ἐκτὸς τούτων ἀφῆκε καὶ τὸν Μενέλαον, ὁ ὁποῖος ἀσυγκρίτως περισσότερον ἀπὸ τοὺς ἄλλους ὑπερηφανεύετο ἀπέναντι τῶν πολιτῶν καὶ ἐφέρετο μὲ μῖσος καὶ ἀγέρωχον διάθεσιν πρὸς τοὺς Ἰουδαίους συμπολίτες του.
24 ἔπεμψε δὲ τὸν μυσάρχην ᾿Απολλώνιον μετὰ στρατεύματος δισμυρίων πρὸς τοῖς δισχιλίοις, προστάξας τοὺς ἐν ἡλικίᾳ πάντας κατασφάξαι, τὰς δὲ γυναῖκας καὶ νεωτέρους πωλεῖν. 24 Εστειλε και τον βδελυρόν Απολλώνιον επικεφαλής στρατού εικοσιδύο χιλιάδων ανδρών, και έδωσεν εις αυτόν την εντολήν να κατασφάξη όλους τους Ιουδαίους άνδρας, που θα ευρίσκοντο εις την ακμήν της ηλικίας των, να πωλήση δε τας γυναίκας και τα παιδιά ως δούλους. 24 Τόση δὲ ἦταν ἡ ἐχθρότης τοῦ βασιλιᾶ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους, ὥστε ἀπέστειλε καὶ τὸν Ἀπολλώνιον, τὸν στρατηγὸν τῶν μισθοφόρων τῆς Μυσίας (κατ' ἄλλην ἑρμηνείαν: Τὸν πρωταίτιον κακουργήματος), μὲ στρατὸν εἴκοσι δύο χιλιάδων (22.000) ἀνδρῶν καὶ τὸν διέταζε νὰ κατασφάξῃ ὅλους τοὺς ὡρίμους ἄρρενες Ἰσραηλίτες, τὶς δὲ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ νὰ πωλήσῃ ὡς δούλους.
25 οὗτος δὲ παραγενόμενος εἰς ῾Ιεροσόλυμα καὶ τὸν εἰρηνικὸν ὑποκριθείς, ἐπέσχεν ἕως τῆς ἁγίας ἡμέρας τοῦ σαββάτου καὶ λαβὼν ἀργοῦντας τοὺς ᾿Ιουδαίους τοῖς ὑφ᾿ ἑαυτὸν ἐξοπλησίαν παρήγγειλε 25 Ο Απολλώνιος, όταν έφθασεν εις την Ιερουσαλήμ, υπεκρίθη τον ειρηνικόν και ειρηνόφιλον, συνεκρατήθη μέχρι της αγίας ημέρας του Σαβάτου, οπότε είδε τους Ισραηλίτας να ευρίσκωνται εις την σαββατιαίαν αργίαν. Διέταξε, λοιπόν, αυτός τότε τα στρατεύματά του να αναλάβουν τα όπλα. 25 Ὁ Ἀπολλώνιος, ἀφοῦ ἔφθασεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ὑπεκρίθη ὅτι ἤρχετο μὲ εἰρηνικὲς διαθέσεις αὐτὸς λοιπὸν ἐπερίμενε καὶ ἐσυγκρατεῖτο μέχρι τὴν ἁγίαν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου, καὶ ὅταν εἶδε τοὺς Ἰουδαίους νὰ ἀπέχουν ἀπὸ κάθε ἐργασίαν, ἕνεκα τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου, διέταξε τὸν στρατόν του νὰ ἐξοπλισθῇ, νὰ βγῇ ἀπὸ τὸ στρατόπεδον καὶ νὰ παρελάσῃ.
26 καὶ τοὺς ἐξελθόντας πάντας ἐπὶ τὴν θεωρίαν συνεξεκέντησε καὶ εἰς τὴν πόλιν σὺν τοῖς ὅπλοις εἰσδραμὼν ἱκανὰ κατέστρωσε πλήθη. 26 Ολους δε τους Ιουδαίους, οι οποίοι εξήλθον, δια να ίδουν την στρατιωτικήν παράταξιν, διέταξε και τους εφόνευσαν. Κατόπιν δε εισέδραμε και περιτρέχων την πόλιν με τους στρατιώτας του εθανάτωσε πλήθος Ισραηλιτών. 26 Ὅλους δὲ ἐκείνους, ποὺ ἐβγῆκαν διὰ νὰ ἰδοῦν τὴν στρατιωτικὴν παρέλασιν, τοὺς διετρύπησε μὲ ξίφος καὶ τοὺς ἐφόνευσε· κατόπιν, ἀφοῦ ὥρμησε μέσα εἰς τὴν πόλιν μαζὶ μὲ τοὺς στρατιῶτες του, ἐθανάτωσαι καὶ ἔστρωσε κατὰ γῆς νεκροὺς πλήθη λαοῦ.
27 ᾿Ιούδας δὲ ὁ Μακκαβαῖος δέκατός που γενηθεὶς καὶ ἀναχωρήσας εἰς τὴν ἔρημον, θηρίων τρόπον ἐν τοῖς ὄρεσι διέζη σὺν τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ τὴν χορτώδη τροφὴν σιτούμενοι διετέλουν πρὸς τὸ μὴ μετασχεῖν τοῦ μολυσμοῦ. 27 Τοτε δε ο Ιούδας ο Μακκαβαίος μαζή με δέκα άλλους ανεχώρησεν εις την έρημον και εζούσε με τους άλλους συντρόφους του, όπως τα άγρια θηρία. Αυτοί ετρέφοντο με χόρτα μόνον, δια να μη μολυνθούν με τα ακάθαρτα φαγητά των εθνικών. 27 Ὅμως ὁ Ἰούδας ὁ Μακκαβαῖος μὲ ἄλλους περίπου ἐννέα, ἀφοῦ ἐσώθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν ἔρημον, ὅπου τόσον αὐτός, ὅσον καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἦσαν μαζί του, ἐζοῦσε εἰς τὰ ὅρη ὅπως τὰ ἄγρια θηρία.Ἐκεῖ διέμεναν τρώγοντες χόρτα, διὰ νὰ μὴ μολυνθοῦν ἀπὸ τὶς νομικῶς ἀκάθαρτες τροφές, τὶς ὁποῖες ὑπεχρέωναν οἱ εἰδωλολάτραι νὰ τρώγουν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ τὶς ὁποῖες ἔτρωγαν ἤδη οἰ ἑλληνίζοντες Ἰουδαῖοι.