Πέμπτη, 28 Μαρτίου 2024
Ανατ: 06:17
Δύση: 18:45
Σελ. 19 ημ.
88-278
16ος χρόνος, 5885η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Β' - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 (ΙΓ)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Τῼ δὲ ἐνάτῳ καὶ τεσσαρακοστῷ καὶ ἑκατοστῷ ἔτει προσέπεσε τοῖς περὶ τὸν ᾿Ιούδαν ᾿Αντίοχον τὸν Εὐπάτορα παραγενέσθαι σὺν πλήθεσιν ἐπὶ τὴν ᾿Ιουδαίαν 1 Κατά το εκατοστόν τεσσαρακοστόν ένατον έτος επληροφορήθη ο Ιούδας και οι περί αυτόν, ότι ο Αντίοχος ο Επάτωρ επήρχετο εναντίον της Ιουδαίας με πολυάριθμον στρατόν. 1 Κατὰ δὲ τὸ ἑκατοστὸν τεσσαρακοστὸν ἔνατον (149ον)’ ἔτος τῆς βασιλείας τῶν Ἑλλήνων Σελευκιδῶν (δηλαδὴ τὸ 163 π.Χ.) ὁ Ἰούδας καὶ οἱ ἄνδρες του ἐπληροφορήθησαν ὅτι ὁ βασιλιᾶς Ἀντίοχος Ε' ὁ Εὐπάτωρ ἐβάδιζε κατὰ τῆς Ἰουδαίας μὲ πολυάριθμον στρατόν.
2 καὶ σὺ αὐτῷ Λυσίαν τὸν ἐπίτροπον καὶ ἐπὶ τῶν πραγμάτων, ἕκαστον ἔχοντα δύναμιν ῾Ελληνικὴν πεζῶν μυριάδας ἕνδεκα καὶ ἱππεῖς πεντακισχιλίους τριακοσίους καὶ ἐλέφαντας εἰκοσιδύο, ἅρματα δὲ δρεπανηφόρα τριακόσια. 2 Μαζή δε με αυτόν ήτο ο επίτροπός του ο Λυσίας, ο επί των βασιλικών πραγμάτων υπεύθυνος. Ο καθένας από αυτούς είχεν υπό τας διαταγάς του εκατόν δέκα χιλιάδας πεζούς, πέντε χιλιάδας τριακοσίους ιππείς, είκοσι δύο ελέφαντας και τριακόσια δρεπανηφόρα άρματα. 2 Ὁ βασιλιᾶς συνωδεύετο ἀπὸ τὸν Λυσίαν, τὸν ἐπίτροπον καὶ ἀντιβασιλιᾶ.Κάθε ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἡγεῖτο Ἑλληνικῆς στρατιωτικῆς δυνάμεως, ἡ ὁποία ἀπετελεῖτο ἀπὸ ἑκατὸν δέκα χιλιάδες (110.000) πεζούς, πέντε χιλιάδες τριακοσίους (5.300) ἱππεῖς, εἴκοσι δύο (22) ἐλέφαντας καὶ τριακόσια (300) πολεμικὰ ἅρματα ἐφωδιασμένα μὲ δρεπάνια.
3 καὶ Μενέλαος δὲ συνέμειξεν αὐτοῖς καὶ παρεκάλει μετὰ πολλῆς εἰρωνείας τὸν ᾿Αντίοχον, οὐκ ἐπὶ σωτηρίᾳ τῆς πατρίδος, οἰόμενος δὲ ἐπὶ τῆς ἀρχῆς κατασταθήσεσθαι. 3 Ο Μενέλαος, ο προδότης της πατρίδος του, συνήντησεν αυτούς και με μεγάλην δολιότητα συνεχώς παρώτρυνε τον Αντίοχον, όχι δια την σωτηρίαν της πατρίδος αλλά δια την ιδικήν του, όπως εφαντάζετο, αποκατάστασιν στο αρχιερατικόν αξίωμα. 3 Μαζί των ἡνώθη ἐπίσης ὁ Μενέλαος, ὁ ὁποῖος μὲ πολλὴν ἐπιτηδειότητα, κρυψίνοιαν, ὑποκρισίαν καὶ πανουργίαν παρακινοῦσε συνεχῶς τὸν Ἀντίοχον Ε', ὄχι διὰ τὴν ὠφέλειαν καὶ σωτηρίαν τῆς πατρίδος του, ἀλλὰ διὰ τὸν ἑαυτόν του· διότι ἤλπιζε καὶ ἐπίστευεν ὅτι θὰ ἀποκατασταθῇ εἰς τὸ ἀξίωμα τῆς ἀρχιερωσύνης.
4 ὁ δὲ βασιλεὺς τῶν βασιλέων ἐξήγειρε τὸν θυμὸν τοῦ ᾿Αντιόχου ἐπὶ τὸν ἀλιτήριον, καὶ Λυσίου ὑποδείξαντος τοῦτον αἴτιον εἶναι πάντων τῶν κακῶν, προσέταξεν, ὡς ἔθος ἐστὶν ἐν τῷ τόπῳ, προσαπολέσαι ἀγαγόντας αὐτὸν εἰς Βέροιαν. 4 Αλλά ο βασιλεύς των βασιλέων εξήγειρεν εναντίον του κακούργου αυτού τον θυμόν του Αντιόχου. Επειδή δε ο Λυσίας υπέδειξεν αυτόν ως τον αίτιον όλων των κακών, που συνέβησαν εκεί, διέταξεν ο βασιλεύς, αφού φέρουν αυτόν εις την Βέροιαν, να τον εκτελέσουν εκεί κατά την συνήθειαν του τόπου εκείνου. 4 Ἀλλ’ ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων, ὁ Κύριος, ἐξήγειρε τὴν ὀργὴν τοῦ Ἀντιόχου Ε' κατὰ τοῦ κακούργου καὶ ἀσεβοῦς Μενελάου· ὅταν δὲ ὁ Λυσίας παρουσίασε στοιχεῖα εἰς βάρος τοῦ Μενελάου, ὅτι αὐτὸς ἦταν ὑπεύθυνος καὶ ἔνοχος ὅλων τῶν κακῶν, τὰ ὁποῖα συνέβησαν, ὁ βασιλιᾶς Ἀντίοχος Ε' διέταξε νὰ συλλάβουν καὶ νὰ ὁδηγήσουν τὸν Μενέλαον εἰς τὴν Βέροιαν καὶ ἐκεῖ νὰ τὸν ἐκτελέσουν, ὅπως ἐσυνήθιζαν εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον.
5 ἔστι δὲ ἐν τῷ τόπῳ πύργος πεντήκοντα πηχῶν πλήρης σποδοῦ, οὗτος δὲ ὄργανον εἶχε περιφερὲς πάντοθεν ἀπόκρημνον εἰς τὴν σποδόν. 5 Εις τον τόπον εκείνον υπήρχεν ένας πύργος ύψους πενήντα εβραϊκών πήχεων γεμάτος από στάκτην. Είχε δε αυτός ένα όργανον περιστρεφόμενον, το οποίον ήτο κατηφορικόν από όλα τα σημεία, ώστε ο κατάδικος να κρημνίζεται μέσα εις την στάκτην. 5 Ὑπάρχει δὲ εἰς τὴν Βέροιαν ἕνας πύργος ὕψους πενῆντα ἑβραϊκῶν πηχῶν (= 26 μέτρων), γεμᾶτος ἀπὸ στάχτη· ὁ πύργος αὐτὸς εἶχεν ἐσωτερικῶς ἕνα περιστρεφόμενον κυκλικὸν χεῖλος, τὸ ὁποῖον μὲ τὶς γύρω - γύρω κατηφορικὲς πλευρές του, καθὼς ἐγύριζεν, ἔφερε καὶ ἔρριχνε τὸν κατάδικον μὲ δύναμιν μέσα εἰς τὴν στάχτη, ποὺ εὑρίσκετο εἰς τὸ κάτω μέρος τοῦ πύργου· μέσα δὲ εἰς τὴν στάχτη ὁ κατάδικος ἀπέθνῃσκεν ἀπὸ ἀσφυξίαν.
6 ἐνταῦθα τὸν ἱεροσυλίας ἔνοχον ὄντα ἢ καί τινων ἄλλων κακῶν ὑπεροχὴν πεποιημένον ἅπαντες προσωθοῦσιν εἰς ὄλεθρον. 6 Εκεί οι κάτοικοι της Βεροίας εκρήμνιζαν κάθε ένοχον ιεροσυλίας η και κάθε ένοχον άλλων βαρέων εγκλημάτων. 6 Ἐδῶ εἶναι ὁ τόπος, ὅπου οἱ πολῖται τῆς Βεροίας ὠδηγοῦσαν οἰονδήποτε ἔνοχον δι' ἱεροσυλίαν ἢ ἄλλα ἀποτρόπαια ἐγκλήματα καὶ τὸν ἔσπρωχναν ἀπὸ πάνω πρὸς τὰ κάτω διὰ νὰ τὸν ἐξολοθρεύσουν.
7 τοιούτῳ μόρῳ τὸν παράνομον συνέβη θανεῖν, μηδὲ τῆς γῆς τυχόντα Μενέλαον, πάνυ δικαίως. 7 Με τέτοιον φοβερόν θάνατον, κατά λόγον δικαιοσύνης, εξετελέσθη ο παράνομος Μενέλαος, ώστε να μη τύχη ταφής εις την γην. 7 Μὲ τέτοιον ὀλέθριον θάνατον ἀπέθανεν ὁ παραβάτης τοῦ Νόμου Μενέλαος, ὁ ὁποῖος δὲν ἀξιώθηκε οὔτε κἀν νὰ ταφῇ εἰς τὴν γῆν· ἡ τιμωρία αὐτὴ ἦταν δικαιοτάτη καὶ τοῦ ἄξιζε πλήρως.
8 ἐπεὶ γὰρ συνετελέσατο πολλὰ περὶ τὸν βωμὸν ἁμαρτήματα, οὗ τὸ πῦρ ἁγνὸν ἦν καὶ ἡ σποδός, ἐν σποδῷ τὸν θάνατον ἐκομίσατο. 8 Επειδή αυτός είχε πολλές φορές αμαρτήσει εναντίον του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων, του οποίου το πυρ και η στάκτη ήσαν αγνά, απέθανε από ασφυξίαν βυθισθείς μέσα εις την στάκτην του πύργου αυτού. 8 Ἐπειδὴ εἶχε διαπράξει πολλὰ ἁμαρτήματα κατὰ τοῦ θυσιαστηρίου τῶν ὁλοκαυτωμάτων, τοῦ ὁποίου ἡ φωτιὰ καὶ ἡ στάχτη ἦσαν καθαρὰ καὶ ἅγια, διὰ τοῦτο εἰς τὴν στάχτη (τοῦ πύργου τῆς Βέροιας) εὑρῆκε τὸν δι’ ἀσφυξίας θάνατον!
9 Τοῖς δὲ φρονήμασιν ὁ βασιλεὺς βεβαρβαρωμένος ἤρχετο τὰ χείριστα τῶν ἐπὶ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ γεγονότων ἐνδειξόμενος τοῖς ᾿Ιουδαίοις. 9 Πλημμυρισμένος από βάρβαρα φρονήματα ο Ευπάτωρ ήρχετο να εξαπολύση εναντίον των Ιουδαίων ασυγκρίτω λόγω βαρυτέρας συμφοράς, από εκείνας τας οποίας είχε δείξει εναντίον αυτών ο πατέρας του. 9 Ὁ βασιλιᾶς Ἀντίοχος Ε' ὁ Εὐπάτωρ ἐπροχωροῦσε μὲ τὴν βάρβαρον πρόθεσιν νὰ καταφέρῃ ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων ἰσχυρότερα κτυπήματα καὶ νὰ προξενήσῃ πολὺ χειρότερες συμφορὲς ἀπὸ ἐκεῖνες, ποὺ τοὺς εἶχε προξενήσει ὁ πατέρας του.
10 μεταλαβὼν δὲ ᾿Ιούδας ταῦτα παρήγγειλε τῷ πλήθει δι᾿ ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἐπικαλεῖσθαι τὸν Κύριον, εἴποτε ἄλλοτε καὶ νῦν ἐπιβοηθεῖν τοῖς τοῦ νόμου καὶ πατρίδος καὶ ἱεροῦ ἁγίου στερεῖσθαι μέλουσι 10 Οταν έμαθεν αυτά ο Ιούδας, παρήγγειλεν στον λαόν του να παρακαλή ημέραν και νύκτα τον Θεόν, ώστε περισσότερον από κάθε άλλην φοράν τώρα να βοηθήση εκείνους, οι οποίοι επρόκειτο να στερηθούν τον Νομον των, την πατρίδα των και τον ιερόν ναόν· 10 Ὅταν ὁ Ἰούδας ἐπληροφορήθη τὸ γεγονὸς αὐτό, διέταξε τὸν λαὸν νὰ παρακαλῇ ἡμέραν καὶ νύκτα τὸν Κύριον, ὥστε τώρα περισσότερον ἀπὸ ἄλλοτε νὰ ἔλθῃ εἰς βοήθειαν ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἐπρόκειτο νὰ στερηθοῦν τὸν Νόμον, τὴν πατρίδα καὶ τὸν ἱερὸν Ναόν.
11 καὶ τὸν ἄρτι βραχέως ἀνεψυχότα λαὸν μὴ ἐᾶσαι τοῖς δυσφήμοις ἔθνεσι ὑποχειρίους γενέσθαι. 11 και να μη επιτρέψη, ώστε ο λαός εκείνος, ο οποίος μόλις προ ολίγου είχεν ανακουφισθή από τας δοκιμασίας, να περιπέση υποχείριος εις ασεβείς λαούς. 11 Ἀκόμη ἰκέτευαν τὸν Θεὸν νὰ μὴ ἐπιτρέψῃ, ὥστε ὁ λαός, ὁ ὁποῖος μόλις εἶχεν ἀνακουφισθῇ καὶ ἀρχίσει νὰ ἀναπνέῃ ἐλεύθερα, νὰ πέσῃ καὶ πάλιν εἰς τὰ χέρια τῶν βλασφήμων καὶ ἀπαισίων ἐθνῶν.
12 πάντων δὲ τὸ αὐτὸ ποιησάντων ὁμοῦ καὶ καταξιωσάντων τὸν ἐλεήμονα Κύριον μετὰ κλαυθμοῦ καὶ νηστειῶν καὶ προπτώσεως ἐφ᾿ ἡμέρας τρεῖς ἀδιαλείπτως, παρακαλέσας αὐτοὺς ὁ ᾿Ιούδας ἐκέλευσε παραγίνεσθαι. 12 Αφού δε όλοι ομοφώνως έκαμαν τας προσευάς των και ικετεύσαν τον ελεήμονα Κυριον με δάκρυα και νηστείας, προσπίπτοντες επί τρεις ημέρας συνεχώς, ο Ιούδας τους ενεψύχωσε και τους διέταξε να είναι έτοιμοι. 12 Ὅταν δὲ ὅλοι μαζί, μὲ μίαν φωνήν, ὑπήκουσαν εἰς τὴν ἐντολὴν του Ἰούδα καὶ παρεκάλεσαν τὸν πολυεύσπλαγχνον Κύριον μὲ δάκρυα, νηστεῖες καὶ γονυκλισίες μὲ τὸ πρόσωπον κατὰ γῆς ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες συνεχῶς, ὁ Ἰούδας τοὺς ἐνεθάρρυνε καὶ τοὺς διέταξε νὰ συγκεντρωθοῦν πλησίον του καὶ νὰ εἶναι ἕτοιμοι.
13 καθ᾿ ἑαυτὸν δὲ σὺν τοῖς πρεσβυτέροις γενόμενος ἐβουλεύσατο, πρὶν εἰσβαλεῖν τοῦ βασιλέως τὸ στράτευμα εἰς τὴν ᾿Ιουδαίαν καὶ γενέσθαι τῆς πόλεως ἐγκρατεῖς, ἐξελθόντας κρῖναι τὰ πράγματα τῇ τοῦ Κυρίου βοηθείᾳ. 13 Κατόπιν δε συνεσκέφθη ιδιαιτέρως με τους πρεσβυτέρους του λαού και απεφάσισεν όπως, πριν επιχειρήση εισβολήν το βασιλικόν στράτευμα εις την Ιουδαίαν και κυριεύσουν την Ιερουσαλήμ, να εξέλθουν αυτοί εις πόλεμον κατά του βασιλέως και να αναθέσουν την έκβασιν των πραγμάτων εις την βοήθειαν του Κυρίου. 13 Ἔπειτα δὲ ἀπὸ ἕνα πολεμικὸν συμβούλιον, ποὺ εἶχε μὲ τοὺς πρεσβυτέρους τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ ἰδιαιτέρως, ἀπεφάσισε νὰ μὴ περιμένῃ τὴν εἰσβολὴν τοῦ βασιλικοῦ στρατοῦ εἰς τὴν Ἰουδαίαν καὶ τὴν κατάληψιν τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀλλὰ νὰ προχωρήσῃ αὐτὸς πρῶτος πρὸς συνάντησιν τοῦ βασιλιᾶ καὶ μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ νὰ τακτοποιήσῃ τὸ ὅλον ζήτημα ὁριστικῶς.
14 δοὺς δὲ τὴν ἐπιτροπὴν τῷ κτίστῃ τοῦ κόσμου, παρακαλέσας τοὺς σὺν αὐτῶ γενναίως ἀγωνίσασθαι μέχρι θανάτου περὶ νόμων, περὶ ἱεροῦ, πόλεως, πατρίδος, πολιτείας, ἐποιήσατο περὶ Μωδεΐν τὴν στρατοπεδείαν. 14 Ενεπιστεύθη, λοιπόν, την έκβασιν των πραγμάτων εις τον Δημιουργόν του κόσμου και ενεθάρρυνε τους άνδρας του να αγωνισθούν μέχρι θανάτου υπέρ των νόμων του Θεού, υπέρ του ιερού ναού, υπέρ της πόλεως, υπέρ της πατρίδος, υπέρ των ιερών θεσμών του έθνους των. Ωδήγησε δε έπειτα τον στρατόν του και εστρατοπέδευσαν εις τα περίχωρα της Μωδεΐν. 14 Καὶ ἀφοῦ ἐνεπιστεύθη τὴν διοίκησιν καὶ ἔκβασιν τοῦ πολέμου εἰς τὸν Δημιουργὸν τοῦ κόσμου καὶ παρώτρυνε τὸν στρατόν του νὰ ἀγωνισθοῦν γενναίως μέχρι θανάτου ὑπὲρ τῶν Νόμων, ὑπὲρ τοῦ Ναοῦ, ὑπὲρ τῆς Ἱερουσαλήμ, ὑπὲρ τῆς πατρίδος των καὶ ὑπὲρ τοῦ πολιτικοῦ συστήματός των καὶ τῶν ἱερῶν θεσμῶν, ἐπροχώρησε καὶ ἐστρατοπέδευσε κοντὰ εἰς τὴν Μωδεΐν.
15 δοὺς δὲ τοῖς περὶ αὐτὸν σύνθεμα «Θεοῦ νίκη», μετὰ νεανίσκων ἀρίστων κεκριμένων ἐπιβαλὼν νύκτωρ ἐπὶ τὴν βασιλικὴν αὐλήν, ἐν τῇ παρεμβολῇ ἀνεῖλεν εἰς ἄνδρας τετρακισχιλίους καὶ τὸν πρωτεύοντα τῶν ἐλεφάντων σὺν τῶν κατ᾿ οἰκίαν ὄχλῳ συνέθηκε 15 Εδωσε κατόπιν ο Ιούδας στους άνδρας του ως πολεμικόν σύνθημα “Θεού νίκη”, εξέλεξε τους γενναιότερους από τους νεαρούς πολεμιστάς και επετέθη εν καιρώ νυκτός εναντίον της βασιλικής αυλής, εφόνευσε δε στο εχθρικόν στρατόπεδον τέσσαρας χιλιάδας άνδρας και, το σπουδαιότερον από όλα, τον μεγαλύτερον από τους ελέφαντας μαζή με τους στρατιώτας, που ευρίσκοντο στον επ' αυτού πύργον. 15 Ἀφοῦ δὲ ἔδωσε εἰς τὸν στρατόν του ὡς πολεμικὸν σύνθημα τὴν κραυγὴν Θεοῦ νίκη!, ἐπετέθη αἰφνιδίους κατὰ τὴν διαρκειαν τῆς νύκτας ἐναντίον τῆς βασιλικῆς σκηνῆς μὲ ἐκλεκτὴν δύναμιν, ποὺ ἀπετελεῖτο ἀπὸ τοὺς ἠρωϊκωτέρους νεαροὺς πολεμιστὰς τοῦ στρατοῦ του.Ἐφόνευσε δὲ εἰς τὸ ἐχθρικὸν στρατόπεδον περὶ τὶς τέσσερις χιλιάδες (4.000) ἄνδρες καὶ τὸν μεγαλύτερον ἀπὸ τοὺς ἐλέφαντας, μὲ ὅλους τοὺς στρατιώτας ποὺ ἦσαν εἰς τὸν πύργον, ὁ ὁποῖος εὑρίσκετο ἐπάνω εἰς τὸν πολεμικὸν ἐκεῖνον ἐλέφαντα.
16 καὶ τὸ τέλος τὴν παρεμβολὴν δέους καὶ ταραχῆς ἐπλήρωσαν καὶ ἐξέλυσαν εὐημεροῦντες· 16 Εν τέλει εγέμισε το εχθρικόν στρατόπεδον με φόβον και ταραχήν και ανεχώρησε με τους άνδρας του ικανοποιημένος δια την επιτυχίαν των. 16 Τελικῶς, ἀφοῦ ἐγέμισαν τὸ ἐχθρικὸν στρατόπεδον μὲ πανικὸν καὶ σύγχυσιν, ἀνεχώρησαν μὲ ἰκανοποίησιν ὡς νικηταί.
17 ὑποφαινούσης δὲ ἤδη τῆς ἡμέρας τοῦτο ἐγεγόνει διὰ τὴν ἐπαρήγουσαν αὐτῷ τοῦ Κυρίου σκέπην. 17 Οταν δε ήρχισε να υποφώσκη η ημέρα, το παν είχε πλέον συντελεσθή χάρις εις την παρά του Θεού δοθείσαν βοήθειαν. 17 Ὅλη αὐτὴ ἡ ἐπιχείρησις ἐτελείωσε, μόλις ἄρχισε νὰ χαράζῃ ἡ ἡμέρα, χάρις εἰς τὴν βοήθειαν καὶ τὴν προστασίαν, τὴν ὁποίαν ἐχάρισεν εἰς τὸν Ἰούδαν ὁ Κύριος.
18 ῾Ο δὲ βασιλεὺς εἰληφὼς γεῦσιν τῆς τῶν ᾿Ιουδαίων εὐτολμίας, κατεπείρασε διὰ μεθόδων τοὺς τόπους. 18 Ο βασιλεύς Ευπάτωρ, λαβών πείραν εκ του γεγονότος αυτού και του θάρρους των Ιουδαίων προσεπάθησε με άλλας πλέον μεθόδους να κατακτήση τους τόπους. 18 Ὁ βασιλιᾶς Ἀντίοχος Ε' ὁ Εὐπάτωρ, ἀφοῦ ἔλαβε μίαν γεῦσιν τῆς τόλμης καὶ γενναιότητος τῶν Ἰουδαίων, ἐπροσπάθησε νὰ ἐπιτεθῇ καὶ νὰ καταλάβῃ τὶς ἰσχυρές των θέσεις μὲ δόλια στρατηγήματα.
19 καὶ ἐπὶ Βαιθσούρᾳ φρούριον ὀχυρὸν τῶν ᾿Ιουδαίων προσῆγε καὶ ἐτροποῦτο, προσέκρουεν, ἠλαττονοῦτο· 19 Επήλθεν εναντίον της Βαιθσούρας, οχυρού φρουρίου των Ιουδαίων. Αλλ' αμέσως κατετροπώθη, απωθήθη, έχασε δυνάμεις και απέτυχε. 19 Ἐβάδισε κατὰ τῆς Βαιθσούρας, ἡ ὁποία ἦταν ἰσχυρὸν φρούριον τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ’ ἀπωθήθη· εὕρισκεν ἐμπόδιον, ἀπετύγχανε καὶ ἔτσι ὠλιγόστευεν ἀριθμητικῶς ἡ δύναμίς του καὶ ἐφθείρετο.
20 τοῖς δὲ ἔνδον ᾿Ιούδας τὰ δέοντα εἰσέπεμψε. 20 Ο δε Ιούδας επέτυχε να δώση τρόφιμα και πολεμοφόδια στους εντός του φρουρίου πολιορκουμένους. 20 Ὁ δὲ Ἰούδας κατώρθωσε νὰ στείλῃ τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια εἰς τοὺς πολιορκουμένους μέσα εἰς τὴν Βαιθσούραν.
21 προσήγγειλε δὲ τὰ μυστήρια τοῖς πολεμίοις Ρόδοκος ἐκ τῆς ᾿Ιουδαϊκῆς τάξεως· ἀνεζητήθη δὲ καὶ κατελήφθη καὶ κατεκλείσθη. 21 Καποιος όμως από τον στρατόν των Ιουδαίων, Ροδοκος ονόματι, επρόδωσεν στον βασιλέα τα μυστικά των Ιουδαίων. Αυτός ανεκρίθη, απεδείχθη η ενοχή του και εκλείσθη εις την φυλακήν. 21 Ἀλλα κάποιος στρατιώτης τοῦ Ἰουδαϊκοῦ στρατοῦ, ὀνομαζόμενος Ρόδοκος, ἐπρόδωσε τὰ μυστικὰ τῶν Ἰουδαίων εἰς τοὺς ἐχθρούς.Ἀνεζητήθη ὅμως, συνελήφθη, ἀνεκρίθη καὶ ἐφυλακίσθη.
22 ἐδευτερολόγησεν ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐν Βαιθσούρᾳ δεξιὰν ἔδωκεν, ἔλαβεν, ἀπῄει προσέβαλε τοῖς περὶ τὸν ᾿Ιούδαν, ἥττων ἐγένετο, 22 Η δευτέρα επιχείρησις του βασιλέως ήτο, ότι ήλθεν εις συνεννόησιν με τους πολιορκουμένους, συνεφιλιώθη με αυτούς, έδωσαν την δεξιάν των χείρα εις πίστωσιν της συμφιλιώσεως και έπειτα αυτός με τον ατρατόν του εκτύπησαν τον στρατόν του Ιούδα, αλλά ηττήθησαν. 22 Ὁ βασιλιᾶς ἦλθεν εἰς εἰρηνικὰς διαπραγματεύσεις διὰ δευτέραν φορὰν μὲ τοὺς πολιορκουμένους πολεμιστὰς τῆς Βαιθσούρας καί, ἀφοῦ συνεφιλιώθη μαζί των καὶ ἀφοῦ ἔδωκε καὶ ἔλαβεν ἐκ μέρους των ἐγγυήσεις, ἀπεχώρησεν ἐπετέθη ὅμως καὶ πάλιν κατὰ τοῦ Ἰούδα καὶ τοῦ στρατοῦ του, ἀλλ’ ἔχασε τὴν μάχην καὶ πολλοὺς στρατιῶτες (ὠλιγόστευσεν ἡ δύναμίς του).
23 μετέλαβεν ἀπονενοῆσθαι τὸν Φίλιππον ἐν ᾿Αντιοχείᾳ τὸν ἀπολελειμμένον ἐπὶ τῶν πραγμάτων, συνεχύθη, τοὺς ᾿Ιουδαίους παρεκάλεσεν, ὑπετάγη καὶ ὤμοσεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς δικαίοις, συνελύθη καὶ θυσίαν προσήγαγεν, ἐτίμησε τὸν νεὼ καὶ τὸν τόπον ἐφιλανθρώπησε 23 Εμαθεν όμως τότε, ότι ο Φιλιππος, τον οποίον ο Αντίοχος ο Επιφανής είχεν αφήσει εις την Αντιόχειαν διοικητήν των υποθέσεων του κράτους, επανεστάτησεν εναντίον της Αντιοχείας και κατελήφθη αυτός από ταραχήν. Εζήτησε, λοιπόν, και ήλθεν εις συνεννόησιν με τους Ιουδαίους, υπετάχθη εις τας προτάσεις των και ωρκίσθη να τηρήση τους δικαίους όρους, που εκείνοι προέβαλαν, συνεφιλιώθη μαζή των, προσέφερε θυσίαν, ετίμησε τον ναόν και εφέρθη κατά τρόπον φιλάνθρωπον προς την Ιερουσαλήμ. 23 Τότε ὁ Ἀντίοχος Ε' ἐπληροφορήθη ὅτι ὁ Φίλιππος, τὸν ὁποῖον εἶχεν ἀφήσει ὡς ἐπόπτην καὶ διαχειριστὴν τῶν κρατικῶν ὑποθέσεων, ἐπανεστάτησεν εἰς τὴν Ἀντιόχειαν.Εἰς τὸ ἄκουσμα τῆς εἰδήσεως αὐτῆς ὁ Εὐπάτωρ ἐξεπλάγη καὶ ἐζαλίσθη! Μέσα δὲ εἰς τὸν τρόμον καὶ τὴν ἀπελπισίαν του ἄρχισε διαπραγματεύσεις μὲ τοὺς Ἰουδαίους, ὑπέκυψεν εἰς τοὺς ὄρους των, ὡρκίσθη ὅτι θὰ σέβεται ὅλα τὰ δικαιώματά των, καὶ μετὰ τὴν συμφωνίαν καὶ τακτοποίησιν αὐτὴν προσέφερε θυσίαν, ἐτίμησε τὸν Ναὸν μὲ δῶρα καὶ ἐφέρθη μὲ φιλανθρωπίαν πρὸς τὸν ἱερὸν τόπον (κατ’ ἄλλους: Πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ).
24 καὶ τὸν Μακκαβαῖον ἀπεδέξατο. κατέλιπε στρατηγὸν ἀπὸ Πτολεμαΐδος ἕως τῶν Γερρηνῶν ῾Ηγεμονίδην. 24 Εδέχθη δε κατά τρόπον φιλικόν τον Ιούδαν τον Μακκαβαίον. Αφήκεν ως στρατιωτικόν διοικητήν από της Πτολεμαΐδος μέχρι των Γερρηνών τον Ηγεμονίδην. 24 Ἐπίσης ἐδέχθη μὲ καλωσύνην, εὐγένειαν καὶ καταδεκτικότητα τὸν Μακκαβαῖον.Ἀφῆκε δὲ ὡς στρατηγὸν τῆς περιοχῆς, ποὺ ἐξετείνετο ἀπὸ τὴν Πτολεμαΐδα μέχρι τῆς Γεράρ, ὅπου κατοικοῦσαν οἱ Γεραρρηνοί, τὸν Ἠγεμονίδην.
25 ἦλθεν εἰς Πτολεμαΐδα· ἐδυσφόρουν περὶ τῶν συνθηκῶν οἱ Πτολεμαεῖς, ἐδείναζον γὰρ ὑπὲρ ὧν ἠθέλησαν ἀθετεῖν τὰς διαστάλσεις. 25 Κατόπιν ήλθεν εις την Πτολεμαΐδα. Οι κάτοικοι όμως της Πτολεμαΐδος εδυσφόρησαν δια τας συναφθείσας με τους Ιουδαίους συνθήκας, ηγανάκτησαν και ηθέλησαν να καταπατήσουν τους όρους της συνθήκης. 25 Ὁ ἴδιος δὲ ὁ βασιλιᾶς ἦλθεν εἰς τὴν Πτολεμαΐδα.Οἱ κάτοικοι ὅμως τῆς Πτολεμαΐδος ἐδυσφοροῦσαν διὰ τὶς συνθῆκες, ποὺ συνῆψεν ὁ Εὐπάτωρ μὲ τοὺς Ἰουδαίους, καὶ ἐπάνω εἰς τὴν ἀγανάκτησιν καὶ τοὺς φόβους των ἤθελαν νὰ ἀποκηρύξουν καὶ νὰ ἀκυρώσουν τοὺς ὄρους τῶν συνθηκῶν.
26 προσῆλθεν ἐπὶ τὸ βῆμα Λυσίας, ἐπελογήσατο ἐνδεχομένως, συνέπεισε, κατεπράϋνε, εὐμενεῖς ἐποίησεν, ἀνέζευξεν εἰς ᾿Αντιόχειαν. οὕτω τὰ τοῦ βασιλέως τῆς ἐφόδου καὶ τῆς ἀναζυγῆς ἐχώρησε. 26 Ο Λυσίας ανήλθε τότε στο βήμα, απελογήθη και υπερήσπισε τας συνθήκας αυτάς, όσον του ήτο δυνατόν· τους έπεισε, τους κατεπράϋνε, τους κατέστησεν ευμενείς και έπειτα ανεχώρησε δια την Αντιόχειαν. Ετσι εξειλίχθησαν τα της εκστροτείας αυτής του βασιλέως εναντίον της Ιουδαίας και κατ' αυτόν τον τρόπον απεχώρησεν από αυτήν. 26 Τότε ὅμως ὁ Λυσίας ἀνέβη εἰς τὸ βῆμα καὶ ἀπελογήθη καὶ ὑπερήσπισεν, ὅσον ἠμποροῦσε, τὶς συνθῆκες· μὲ ὅσα δὲ εἶπεν, ἔπεισε καὶ ἐκέρδισε τὸν λαόν, τὸν ἠρέμησε καὶ τὸν κατηύνασε, καὶ ἀφοῦ ἐκερδισε ἔτσι τὴν ὑποστήριξίν των, ἀνεχώρησε διὰ τὴν Ἀντιόχειαν.Τέτοια ὑπῆρξεν ἡ ἐξέλιξις καὶ ἡ ἔκβασις τῆς ἐπιθέσεως καὶ τῆς ὅλης ἐκστρατείας καὶ τῆς ἀναχωρήσεως (ὀπισθοχωρήσεως) τοῦ βασιλιᾶ Ἀντιόχου Ε' τοῦ Εὐπάτορος εἰς τὴν Ἰουδαίαν.