Κυριακή, 01 Δεκεμβρίου 2024
Ανατ: 07:23
Δύση: 17:07
Σελ. 1 ημ.
336-30
16ος χρόνος, 6133η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 (ΙΕ)


 
 

 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, καὶ ὁ πατήρ μου ὁ γεωργός ἐστι. 1 Εγώ είμαι η αληθινή κληματαριά (και όχι η παλαιά και άκαρπος άμπελος της Εβραϊκής συναγωγής, την οποίαν ο Πατήρ μετέφερε από την Αίγυπτον και εφύτευσεν εδώ, όπως λέγει και ο ψαλμωδός). Εγώ είμαι η αληθινή άμπελος και ο Πατήρ μου είναι ο αμπελουργός. 1 Εγὼ εἶμαι ἡ κληματαριὰ ἡ πραγματικὴ καὶ ἄφθαρτος καὶ πνευματικὴ καὶ διὰ τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποῖας θὰ εἶμαι ἡ κεφαλή, θὰ ἀντικαταστήσω καὶ θὰ ξανακαινουργώσω τὴν παλαιὰν ἄμπελον τῆς συναγωγῆς· καὶ ὁ Πατήρ μου εἶναι ὁ ἀμπελουργός.
2 πᾶν κλῆμα ἐν ἐμοὶ μὴ φέρον καρπόν, αἴρει αὐτό, καὶ πᾶν τὸ καρπὸν φέρον, καθαίρει αὐτὸ, ἵνα πλείονα καρπὸν φέρῃ. 2 Καθε κλήμα, που είναι ενωμένο με εμέ, αλλά δεν φέρει καρπόν, το κόβει και το αφαιρεί ο Πατήρ. Καθε κλήμα, το οποίον φέρει καρπόν, το καθαρίζει και το περιποιείται, δια να φέρη περισσότερον καρπόν. (Καθε άνθρωπον, που λέγει ότι πιστεύει εις εμέ, αλλά δεν έχει ως καρπόν της πίστεώς του την αρετήν, τον αποκόπτει και τον αποχωρίζει από έμενα ο Πατήρ. Εξ αντιθέτου, τον πιστόν, που έχει έργα αρετής, τον φωτίζει, τον ενισχύει, τον καθαρίζει, ώστε να κάμη περισσότερα ενάρετα έργα). 2 Κάθε ἄνθρωπον, ποὺ σὰν ἄλλος κλάδος καὶ σὰν κλῆμα πνευματικὸν εἶναι μὲν ἑνωμένος μὲ ἐμὲ διὰ τῆς πίστεως, δὲν παράγει ὅμως καρποὺς ἀρετῆς, ὁ ἀμπελουργὸς Πατήρ μου τὸν ἀποκόπτει καὶ τὸν ἀποχώριζει ἀπὸ τὴν κληματαριά. Καὶ κάθε πνευματικὸν κλῆμα, ποὺ εἶναι καρποφόρον, τὸ καθαρίζει καὶ τὸ κλαδεύει διὰ νὰ φέρῃ περισσότερον καρπόν.
3 ἤδη ὑμεῖς καθαροί ἐστε διὰ τὸν λόγον ὃν λελάληκα ὑμῖν. 3 Και σεις χάρις εις την διδασκαλίαν που σας έχω διδάξει, είσθε καθαροί, είσθε σαν πνευματικά κλήματα περιποιημένα και καρποφόρα. 3 Σεῖς δὲ τώρα εἶσθε καθαροί. Καὶ σᾶς ἔχει καθαρίσει ὁ λόγος τῆς ἀληθείας, τὸν ὁποῖον σᾶς ἔχω εἴπει καὶ διδάξει. Εἶσθε λοιπὸν πνευματικὰ κλήματα, καθαρισμένα καὶ ἑτοιμασμένα, διὰ νὰ παραγάγετε καρπόν.
4 μείνατε ἐν ἐμοί, κἀγὼ ἐν ὑμῖν. καθὼς τὸ κλῆμα οὐ δύναται καρπὸν φέρειν ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἐὰν μὴ μένῃ ἐν τῇ ἀμπέλῳ, οὕτως οὐδὲ ὑμεῖς, ἐὰν μὴ ἐν ἐμοὶ μένητε. 4 Μείνετε, λοιπόν, ενωμένοι με εμέ και εγώ με σας. Οπως το κλήμα δεν ημπορεί από τον εαυτόν του να φέρη καρπόν, εάν δεν μείνη ενωμένον με την κληματαριά, έτσι και σεις δεν ημπορείτε να πράττετε έργα αρετής, εάν δεν μείνετε ενωμένοι με εμέ. 4 Μείνατε ἑνωμένοι μὲ ἐμέ, διὰ νὰ μένω καὶ ἐγὼ ἑνωμένος μὲ σᾶς. Καθὼς τὸ κλῆμα δὲν ἠμπορεῖ νὰ φέρῃ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του καρπόν, ἐὰν δὲν μείνῃ προσκολλημένον εἰς τὴν κληματαριάν, ἔτσι οὔτε καὶ σεῖς δὲν θὰ καρποφορήσετε ἔργα ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος, ἐὰν δὲν μείνετε ἑνωμένοι μὲ ἐμέ.
5 ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν. 5 Εγώ είμαι η κληματαριά και σεις είσθε τα κλήματα. Εκείνος που μένει ενσωματωμένος εις εμέ και εγώ εις αυτόν, αυτός και μόνον φέρνει πολύν καρπόν. Διότι χωρίς εμέ, χωρίς την σωτήριον χάριν μου και την ζωτικήν ενέργειάν μου, δεν ημπορείτε να κάνετε τίποτε το αγαθόν. 5 Ἐγὼ εἶμαι ἡ κληματαριὰ καὶ σεῖς εἶσθε οἱ κλάδοι της. Ἐκεῖνος ποὺ μένει ἑνωμένος μαζί μου καὶ μένω καὶ ἐγὼ μέσα του, αὐτὸς φέρει ἄφθονον καὶ ἐκλεκτὸν καρπόν, διότι χωρὶς ἐμὲ καὶ χωρὶς νὰ ἔχετε τὴν ζωτικὴν δύναμιν, ποὺ πηγάζει ἀπὸ ἐμέ, δὲν ἠμπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτε διὰ τὴν δικαίωσιν καὶ τὸν ἐξαγιασμόν σας.
6 ἐὰν μή τις μένῃ ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ κλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὰ καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι, καὶ καίεται. 6 Οποιος δεν μείνει ενωμένος μαζή μου, έχει ήδη πεταχθή έξω, όπως το άχρηστο κλήμα και θα ξηραθή και όπως οι άνθρωποι μαζεύουν τα κομμένα κλήματα, τα ρίπτουν στο πυρ και τα καίουν, έτσι και εκείνοι, που χωρισμένοι από εμέ μένουν άκαρποι και άχρηστοι, θα ριφθούν από τους αγγέλους στο πυρ της αιωνίου κολάσεως. 6 Ὅποιος δὲν μείνῃ ἑνωμένος μαζί μου, ὡρισμένως θὰ πεταχθῇ ἔξω ὅπως καὶ τὸ ἄκαρπον καὶ ἄχρηστον κλῆμα. Καὶ τότε θὰ ξεραθῇ καὶ δὲν θὰ τοῦ μείνῃ κανὲν ἴχνος χάριτος καὶ πνευματικῆς δυνάμεως καὶ ζωῆς. Καὶ τὰ πνευματικὰ κλήματα, ποῦ ἐξεράθησαν ἔτσι, τὰ μαζεύουν οἱ ἄγγελοι καὶ τὰ ρίπτουν εἰς τὸ πῦρ τῆς κολάσεως καὶ ἐκεῖ καίονται συνεχῶς καὶ ἐξακολουθητικῶς.
7 ἐὰν μείνητε ἐν ἐμοὶ καὶ τὰ ῥήματά μου ἐν ὑμῖν μείνῃ, ὃ ἐὰν θέλητε αἰτήσασθε, καὶ γενήσεται. 7 Εάν μείνετε ενωμένοι μαζή μου και τα λόγια μου μείνουν ως θησαυρός της καρδιάς σας και κατεύθυνσις εις την ζωήν σας, κάθε τι αγαθόν που θέλετε, ζητήσατέ το και θα γίνη προς χάριν σας. 7 Ἐὰν παραμείνετε ἑνωμένοι μὲ ἐμὲ καὶ ἐὰν οἱ λόγοι μου μείνουν εἰς τὸ βάθος τῶν καρδιῶν σας ὡς παντοτεινὸς φωτισμὸς καὶ ὁδηγός σας, ὁ,τιδήποτε θέλετε ὑπὸ τὸ φῶς τῶν λόγων μου, ζητήσατέ το διὰ προσευχῆς καὶ θὰ σᾶς γίνῃ. Μὴ ἀμφιβάλλετε δὲ ὅτι, ὅταν θὰ τοῦ ζητήσετε νὰ σᾶς βοηθήσῃ διὰ νὰ παραγάγετε τὸν καρπὸν τῆς ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος, θὰ εἰσακουσθῇ τὸ αἴτημά σας.
8 ἐν τούτῳ ἐδοξάσθη ὁ πατήρ μου, ἵνα καρπὸν πολὺν φέρητε, καὶ γένησθε ἐμοὶ μαθηταί. 8 Αυτή είναι η δόξα του Πατρός μου, να φέρετε σεις πολλούς καρπούς αρετής και να γίνετε άξιοι μαθηταί μου. 8 Ἀκριβῶς διὰ τούτου ὁ Πατήρ μου θὰ δοξοσθῇ πραγματικῶς, ἐὰν φέρετε πολὺν καρπὸν ἀρετῆς καὶ γίνετε τέλειοι μαθηταί μου.
9 καθὼς ἠγάπησέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς· μείνατε ἐν τῇ ἀγάπῃ τῇ ἐμῇ. 9 Οπως με έχει αγαπήσει ο Πατήρ, έτσι και εγώ σας ηγάπησα. Μείνετε, λοιπόν, εις την αγάπην μου αυτήν, να φανήτε άξιοι αυτής. 9 Ὁ σύνδεσμος δέ, ποὺ μᾶς ἐνώνει σὰν κλήματα μὲ τὴν κληματαριάν, εἶναι σύνδεσμος ἀγάπης. Πράγματι. Καθὼς μὲ ἡγάπησεν ὁ Πατήρ, ὅταν ἔγινα ἄνθρωπος καὶ ἔδειξα ὑπακοὴν εἰς αὐτόν, ἔτσι καὶ ἐγὼ σᾶς ἡγάπησα. Ἐξακολουθήσατε νὰ μένετε εἰς τὴν ἀγάπην μου δεικνυόμενοι ἄξιοι αὐτῆς.
10 ἐὰν τὰς ἐντολάς μου τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῇ ἀγάπῃ μου, καθὼς ἐγὼ τὰς ἐντολὰς τοῦ πατρός μου τετήρηκα καὶ μένω αὐτοῦ ἐν τῇ ἀγάπῃ. 10 Θα μείνετε δε εις την αγάπη μου, εάν φυλάξετε και εφαρμόσετε εις την ζωήν σας τας εντολάς μου, όπως εγώ έχω τηρήσει τας εντολάς του Πατρός μου και μένω πάντοτε εις την άπειρον αγάπην του. 10 Θὰ μείνετε δὲ εἰς τὴν ἀγάπην ποὺ σᾶς ἔχω, ἐὰν φυλάξετε τὰς ἐντολάς μου, καθὼς καὶ ἐγὼ, ἀφ’ ὅτου ἔγινα καὶ ἄνθρωπος, ἔχω τηρήσει τὰς ἐντολὰς τοῦ Πατρός μου καὶ μένω εἰς τὴν ἀγάπην του, ἐξακολουθῶν πάντοτε νὰ τοῦ εἶμαι ἀγαπητός, χωρὶς ποτὲ ἡ πρὸς ἐμὲ ἀγάπη του νὰ ὀλιγοστεύῃ.
11 Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ ἐν ὑμῖν μείνῃ καὶ ἡ χαρὰ ὑμῶν πληρωθῇ. 11 Αυτά σας τα είπα, δια να μεταδοθή και μείνη εις σας η ιδική μου χαρά και να γίνη έτσι πλήρης και τελεία η χαράς σας. 11 Σᾶς εἶπα αὐτά, ἴνα ἡ χαρὰ τὴν ὁποῖαν ἔχω ἐγὼ αἰσθανόμενος, ὅτι εἶμαι ἀγαπητὸς ἀπὸ τὸν Πατέρα, μεταδοθῇ καὶ εἰς σᾶς καὶ μείνῃ μέσα σας. Καὶ οὕτω ἡ χαρά σας θὰ γίνῃ πλήρης καὶ τελεία, διότι ὅπως ἐγώ, ἔτσι καὶ σεῖς, ποῦ θὰ εἶσθε ἑνωμένοι μὲ ἐμέ, θὰ αἰσθάνεσθε, ὅτι εἶσθε ἀγαπητοὶ ἀπὸ τὸν Πατέρα, καὶ θὰ χαίρετε, ὅπως χαίρω καὶ ἐγώ.
12 αὕτη ἐστὶν ἡ ἐντολὴ ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς. 12 Επαναλαμβάνω και τονίζω· αυτή είναι η ιδική μου εντολή, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως και εγώ σας ηγάπησα. 12 Δὲν εἶναι δὲ ἀνάγκη νὰ σᾶς εἴπω πολλὰ διὰ τὰς ἐντολάς, τὰς ὁποῖας πρέπει νὰ τηρήσετε, διὰ νὰ μείνετε εἰς τὴν ἀγάπην ἐμοῦ καὶ τοῦ Πατρός μου, ἡ ὁποῖα θὰ σᾶς καταστήσῃ καὶ συμμετόχους τῆς χαρᾶς μου. Μία εἶναι ἡ ἐντολὴ ἡ ἰδική μου· αὐτὴ καὶ μόνη: Νὰ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, καθὼς ἐγὼ σᾶς ἠγάπησα.
13 μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ. 13 Μεγαλυτέραν αγάπην από αυτήν κανείς δεν έχει, ώστε την ζωήν του να δώση χάριν των φίλων του. 13 Μεγαλυτέραν ἀγάπην πρὸς τοὺς φίλους κανεὶς δὲν ἔχει ἀπὸ αὐτήν, ἤτοι ἀπὸ τὸ νὰ δώσῃ τὴν ζωήν του χάριν τῶν φίλων του.
14 ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν. 14 Σεις δε, δια τους οποίους εγώ θυσιάζομαι, είσθε φίλοι μου και θα είσθε πάντοτε φίλοι μου, εάν πράττετε όσα εγώ σας παραγγέλλω. 14 Σεῖς, πρὸς τοὺς ὁποῖους δεικνύω μὲ τὴν θυσίαν τῆς ζωῆς μου τὴν τελείαν καὶ ἀνυπέρβλητον ἀγάπην μου, εἶσθε φίλοι μου, καὶ θὰ ἐξακολουθῆτε νὰ εἶσθε φίλοι μου, ἐὰν πράττετε ὅσα ἐγὼ σᾶς παραγγέλλω.
15 οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος· ὑμᾶς δὲ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἃ ἤκουσα παρὰ τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν. 15 Δεν σας λέγω πλέον δούλους, διότι ο δούλος δεν γνωρίζει τι πράττει ο κύριός του. Σας ωνόμασα δε και σας ονομάζω φίλους μου, διότι κατέστησα εις σας γνωστά όλα όσα ήκουσα από τον Πατέρα μου και επομένως έχετε πολλήν γνώσιν του τι πράττω και προς ποίον σκοπόν πράττω εγώ. 15 Δὲν σᾶς λέγω πλέον δούλους. Διότι ὁ δοῦλος χρησιμοποιεῖται ὡς ἁπλοῦν ὄργανον ἀπὸ τὸν κύριόν του καὶ δὲν γνωρίζει, ποῖον σκοπὸν καὶ ποῖον λόγον ἔχει ἐκεῖνο, ποὺ πράττει δι’ αὐτοῦ ὁ κύριός του. Σᾶς ὠνόμασα δὲ φίλους, διότι ὅλα, ὅσα ἤκουσα ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, σᾶς τὰ ἐγνωστοποίησα, διότι σᾶς θέλω συνεργάτας μου διὰ νὰ συνεχίσετε μὲ πλήρη ἐπίγνωσιν τὸ ἔργον μου.
16 οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς, καὶ ἔθηκα ὑμᾶς ἵνα ὑμεῖς ὑπάγητε καὶ καρπὸν φέρητε, καὶ ὁ καρπὸς ὑμῶν μένῃ, ἵνα ὅ,τι ἂν αἰτήσητε τὸν πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου, δῷ ὑμῖν. 16 Δεν με εξελέξατε σεις, αλλ' εγώ σας εξέλεξα ανάμεσα απ' όλους τους άλλους και σας έθεσα στο υψηλόν έργον του Αποστόλου, δια να υπάγετε και κηρύξετε το Ευαγγέλιον και να κάμετε έτσι καρπόν σαν τα καλά κλήματα της αμπέλου. Και ο καρπός σας αυτός, η σωτηρία αθανάτων ψυχών, θα μένη αιώνιος. Σας έδωσα το μέγα προνόμιον, ώστε ο,τι ζητήσετε από τον Πατέρα εν τω ονόματί μου, να σας το δίδη. 16 Δὲν μὲ ἐξελέξατε σεῖς, ἀλλ’ ἐγὼ σᾶς ἐξέλεξα, καὶ σᾶς ἐγκατέστησα εἰς τὸ ὑψηλὸν ἔργον σας, διὰ νὰ ὑπάγετε πρὸς πλήρωσιν τῆς ἀποστολῆς σας καὶ σὰν καλὰ κλήματα νὰ παράγετε καρπόν, ὁδηγοῦντες πλήθη πολλὰ εἰς τὴν σωτηρίαν καὶ ὁ καρπός σας αὐτὸς νὰ μένῃ αἰωνίως, διότι αἰώνιαι καὶ ἄφθαρτοι εἶναι καὶ αἱ ψυχαί, αἱ ὁποῖαι θὰ σωθοῦν μὲ τὸ κήρυγμά σας καὶ τὸ ἔργον σας. Σᾶς ἐγκατέστησα εἰς τὸ ἀποστολικὸν ἀξίωμα καὶ σᾶς ἔδωκα τὸ προνόμιον καὶ τὴν χάριν τοῦ νὰ σᾶς δίδῃ καὶ πραγματοποιῇ ὁ Πατήρ μου κάθε τι, ποὺ θὰ τοῦ ζητῆτε διὰ προσευχῆς, ὡς πιστοὶ ἑνωμένοι μὲ ἐμέ.
17 ταῦτα ἐντέλλομαι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. 17 Αυτάς τας εντολάς σας δίδω, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον και να μένετε ενωμένοι και ισχυροί με την αγάπην αυτήν. 17 Σᾶς δίδω τὰς παραγγελίας αὐτὰς διὰ νὰ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ἔτσι ἑνωμένοι διὰ τῆς ἀγάπης θὰ παρουσιασθῆτε ἰσχυροὶ καὶ ἀνίκητοι εἰς ὅσους θὰ σᾶς μισοῦν.
18 Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. 18 Εάν ο πονηρός και κακός κόσμος σας μισή, μάθετε ότι εμέ πρώτα από σας έχει μισήσει. 18 Ἐὰν ὁ μακράν τοῦ Θεοῦ κόσμος σᾶς μισῃ, μὴ ξεχάνετε ποτέ, ὅτι προτήτερα ἀπὸ σᾶς ἐμίσησεν ἐμέ.
19 εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. 19 Εάν σεις ήσαστε από τον αμαρτωλόν κόσμον και είχατε την αμαρτωλήν ζωήν του κόσμου, τότε ο κόσμος θα σας αγαπούσε, διότι θα σας εθεωρούσε ως ιδικούς του. Επειδή όμως δεν είσθε από τον κόσμον, αλλ' εγώ σας εδιάλεξα από τον κόσμον, δια τούτο ο πονηρός και αμετανόητος κόσμος σας μισεί. 19 Ἐὰν ἤσασθε ἀπὸ τὸν κόσμον καὶ εἴχατε καὶ σεῖς τὰ ἁμαρτωλὰ φρονήματα τοῦ κόσμου, ὁ κόσμος θὰ σᾶς ἠγάπα ὡς ἰδικούς του. Διότι ὅμως δὲν εἶσθε ἀπὸ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἐγὼ σᾶς ἐξέλεξα ἀπὸ μέσα ἀπὸ τὸν κόσμον καὶ σᾶς ἐξεχώρισα ἀπὸ αὐτόν, δι’ αὐτὸ σᾶς μισεῖ ὁ κόσμος.
20 μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν. 20 Να ενθυμήσθε δε τον λόγον, τον οποίον εγώ σας είπα· δεν υπάρχει δούλος ανώτερος από τον κύριόν του. Εάν εμέ κατεδίωξαν οι άνθρωποι του κόσμου, θα καταδιώξουν και σας· εάν εφύλαξαν τον λόγον μου, θα φυλάξουν και τον ιδικόν σας. 20 Μὴ παραξενεύεσθε ἀπὸ τὸ ὅτι θὰ συναντᾶτε τὸ μίσος αὐτὸ εἰς τὸν κόσμον, ἀλλὰ νὰ ἐνθυμῆσθε τὸν λόγον, ποῦ σᾶς εἶπα· Δὲν ὑπάρχει δοῦλος ἀνώτερος ἀπὸ τὸν κύριόν του. Ἐὰν ἐμὲ τὸν Κύριον κατεδίωξαν, θὰ καταδιώξουν καὶ σᾶς, ποὺ εἶσθε δοῦλοι μου. Ἐὰν ἐφύλαξαν τὸν λόγον μου, θὰ φυλάξουν καὶ τὸν ἰδικόν σας λόγον.
21 ἀλλὰ ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με. 21 Αλλά όλα αυτά θα κάμουν εις σας οι άνθρωποι δια την πίστιν, που έχετε εις εμέ να ομολογήτε και να κηρύσσετε το όνομά μου, διότι αυτοί δεν γνωρίζουν-διότι δεν θέλουν να γνωρίσουν-εκείνον που με έστειλε. 21 Ἀλλ’ ὅλα αὐτὰ θὰ σᾶς τὰ κάμουν, ὄχι διότι θὰ τοὺς πταίετε εἰς τίποτε, ἀλλὰ διὰ τὴν πίστιν, ποὺ ἔχετε καὶ θὰ ὁμολογῆτε εἰς τὸ πρόσωπόν μου, διότι δὲν ἔχουν τὴν ὀρθὴν καὶ ἀληθῆ γνῶσιν περὶ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον. Ἡ ἄγνοιά των ὅμως αὐτὴ εἶναι ἀδικαιολόγητος.
22 εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἴχον· νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν. 22 Εάν δεν είχα έλθει εις την γην και δεν τους είχα διδάξει την αλήθειαν, δεν θα είχαν αμαρτίαν δια την άγνοιαν και απιστίαν των αυτήν. Τωρα όμως δεν έχουν καμμίαν πρόφασιν, που να δικαιολογή την αμαρτίαν των. Δια τούτο και είναι υπεύθυνοι τιμωρίας εκ μέρους του Θεού. 22 Ἐὰν δὲν εἶχον ἔλθει καὶ δὲν τοὺς εἶχον ὁμιλήσει ἀποδεικνύων εἰς αὐτοὺς μὲ τὴν διδασκαλίαν μου καὶ τὰ θαύματά μου, ὅτι εἶμαι ὁ Μεσσίας, δὲν θὰ εἶχον ἁμαρτίαν διὰ τὴν ἀπιστίαν, ποὺ ἔδειξαν εἰς ἐμέ. Τώρα ὅμως δὲν ἔχουν πρόφασιν, ἡ ὁποῖα νὰ δικαιολογῇ τὴν ἁμαρτίαν των. Εἶναι δὲ βαρεῖα καὶ ἀσυγχώρητος ἡ ἁμαρτία των αύτή.
23 ὁ ἐμὲ μισῶν καὶ τὸν πατέρα μου μισεῖ. 23 Διότι εκείνος που μισεί έμενα, μισεί και τον Πατέρα μου. 23 Διότι ἐκεῖνος ποὺ μισεῖ ἐμέ, μισεῖ συγχρόνως καὶ τὸν Πατέρα μου, ὁ ὁποῖος μὲ ἀπέστειλε.
24 εἰ τὰ ἔργα μὴ ἐποίησα ἐν αὐτοῖς ἃ οὐδεὶς ἄλλος πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἴχον· νῦν δὲ καὶ ἑωράκασι καὶ μεμισήκασι καὶ ἐμὲ καὶ τὸν πατέρα μου. 24 Εάν δεν είχα κάμει εμπρός εις τα μάτια των τόσα και τέτοια υπερφυσικά έργα, τα οποία κανείς άλλος ποτέ δεν έκαμε, τότε δεν θα είχαν αμαρτίαν και ενοχήν. Τωρα όμως έχουν αμαρτίαν, διότι και είδαν τα έργα μου και εμίσησαν εμέ και τον Πατέρα μου, που με έστειλε εις την γην. 24 Ἐὰν δὲν εἶχα κάμει ἐν μέσῳ αὐτῶν τὰ καταπληκτικὰ καὶ ὑπερφυσικὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα κανεὶς ἄλλος ἀπὸ τοὺς ἐν τῇ Π. Διαθήκῃ προφήτας καὶ ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχει κάμει, δὲν θὰ εἶχαν ἁμαρτίαν. Τώρα ὅμως ἡ ἐνοχή των διὰ τὴν ἀπιστίαν των εἶναι μεγάλη. Διότι καὶ ἔχουν ἴδει τὰ θαύματά μου αὐτὰ καὶ ἔχουν μισήσει καὶ ἐμέ, ἐν τῷ προσώπῳ δὲ ἐμοῦ καὶ τὸν Πατέρα μου.
25 ἀλλ’ ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν. 25 Αυτό όμως συνέβη, δια να πραγματοποιηθή και ο προφητικός λόγος, που είναι γραμμένος στον νόμον των, ότι με εμίσησαν δωρεάν. 25 Ἀλλ’ αὐτὸ συνέβη, διὰ νὰ πληρωθῇ ὁ προφητικὸς λόγος, ποὺ ἔχει γραφῆ εἰς τὸν νόμον, ὁ ὁποῖος ἐδόθη εἰς αὐτοὺς καὶ διὰ τὸν ὁποῖον καυχῶνται. Ἐπαληθεύει δηλαδὴ μὲ τὸ μίσος των αὐτὸ ἐκεῖνο, ποὺ λέγουν οἱ εἰς τὸν νόμον περιλαμβανόμενοι ψαλμοί, ὅτι μὲ ἐμίσησαν χωρὶς λόγον καὶ αἰτίαν.
26 ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὃ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ· 26 Οταν δε έλθη ο Παράκλητος, τον οποίον εγώ θα στείλω εις σας εκ μέρους του Πατρός, το Αγιον Πνεύμα, που είναι η αλήθεια και η πηγή της αληθείας και το οποίον εκπορεύεται από τον Πατέρα, εκείνος θα μαρτυρήση δι' εμέ. 26 Ἀντιθέτως ὅμως πρὸς τὸ ἀδικαιολόγητον καὶ ἀσυγχώρητον αὐτὸ μίσος τῶν Ἰουδαίων, θὰ φανερωθῇ εἰς τοὺς καλοπροαιρέτους ἀνθρώπους, ποῖος εἶμαι. Ὅταν δηλαδὴ θὰ ἔλθῃ ὁ Παράκλητος, τὸν ὁποῖον ἐγὼ ὡς ὁδηγὸν καὶ βοηθόν σας θὰ σᾶς στείλω ἀπὸ τὸν Πατέρα, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δηλαδή, τὸ ὁποῖον ὡς πηγὴ τῆς ἀληθείας φανερώνει καὶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὴν ἀλήθειαν καὶ τὸ ὁποῖον ἐκπορεύεται ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ Πατρός, ὅπως ἀναπηδᾷ ὁ ποταμὸς ἀπὸ τὴν φυσικὴν πηγήν του, ἐκεῖνος θὰ μαρτυρήσῃ περὶ ἐμοῦ.
27 καὶ ὑμεῖς δὲ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ’ ἀρχῆς μετ’ ἐμοῦ ἐστε. 27 Και σεις επίσης θα δώσετε την καλήν μαρτυρίαν, διότι είσθε από την αρχήν μαζή μου και είδατε και ακούσατε όσα εγώ έπραξα και είπα και τα οποία με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος θα εννοήσετε βαθύτερα και θα τα κηρύσσεται με παρρησίαν. 27 Ἀλλὰ καὶ σεῖς θὰ μαρτυρῆτε δι’ ἐμέ, διότι ἀπ’ ἀρχῆς τῆς δημοσίας δράσεώς μου εἶσθε μαζί μου ἄμεσοι μάρτυρες τῆς διδασκαλίας μου καὶ τῶν ἔργων μου, φωτιζόμενοι δὲ τώρα καὶ ἀπὸ τὸν Παράκλητον θὰ δίδετε περὶ ἐμοῦ σύμφωνον μαρτυρίαν πρὸς αὐτόν.