Σάββατο, 09 Νοεμβρίου 2024
Ανατ: 07:00
Δύση: 17:19
Σελ. 8 ημ.
314-52
16ος χρόνος, 6111η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΕΖΕΚΙΗΛ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17 (ΙΖ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων· 1 Ο Κυριος ωμίλησε εις εμέ και είπε· 1 Ωμίλησε δὲ πάλιν ὁ Κύριος πρὸς ἐμὲ καὶ εἶπεν:
2 υἱὲ ἀνθρώπου, διήγησαι διήγημα καὶ εἰπὸν παραβολὴν πρὸς τὸν οἶκον τοῦ ᾿Ισραὴλ 2 “υιέ ανθρώπου, άκουσε και διηγήσου ένα παραβολικόν διήγημα, ειπέ μίαν αλληγορίαν στον ισραηλιτικον λαόν. 2 Ἄνθρωπε, νὰ διηγηθῇς μίαν ἱστορίαν, νὰ εἰπῇς μίαν παραβολὴν πρὸς τοὺς ἀπογόνους τὸν Ἰσραήλ.
3 καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος· ὁ ἀετὸς ὁ μέγας ὁ μεγαλοπτέρυγος, ὁ μακρὸς τῇ ἐκτάσει, πλήρης ὀνύχων, ὃς ἔχει τὸ ἥγημα εἰσελθεῖν εἰς τὸν Λίβανον καὶ ἔλαβε τὰ ἐπίλεκτα τῆς κέδρου, 3 Είπε, αυτά λέγει ο Κυριος· Ενας μεγάλος αετός με μακρυές φτερούγες, μακρός και μεγαλόσωμος, γεμάτος ισχυρά νύχια, επήρε κατεύθυνσιν και εισήλθεν στο όρος Λιβανον. Επῇρεν από εκεί τα εκλεκτά μέρη μιας κέδρου. 3 Θὰ εἰπῇς δὲ τὰ ἑξῆς: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Ἕνας μεγάλος ἀετὸς μὲ μεγάλα πτερὰ καὶ μεγάλας διαστάσεις, γεμᾶτος νύχια, ἐπροχώρησε καὶ ἦλθε μέσα εἰς τὸν Λίβανον καὶ ἐπῆρε τὰ ἐκλεκτὰ κλαδιὰ τῆς κέδρου·
4 τὰ ἄκρα τῆς ἁπαλότητος ἀπέκνισε καὶ ἤνεγκεν αὐτὰ εἰς γῆν Χαναάν, εἰς πόλιν τετειχισμένην ἔθετο αὐτά. 4 Εκοψε τα τρυφερά ακρινά βλαστάρια και τα έφερε εις την χώραν Χαναάν, εις πόλιν περικλειομένην από ισχυρόν τείχος. 4 ἀπέκοψε τὰ τρυφερὰ βλαστάρια της καὶ τὰ ἔφερεν εἰς τὴν Χαναάν.Τὰ ἔκλεισε δὲ μέσα εἰς μίαν περιτειχισμένην πόλιν.
5 καὶ ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ σπέρματος τῆς γῆς καὶ ἔδωκεν αὐτὸ εἰς τὸ πεδίον φυτὸν ἐφ᾿ ὕδατι πολλῷ, ἐπιβλεπόμενον ἔταξεν αὐτό. 5 Επῇρε κατόπιν από την περιοχήν του Λιβάνου νεαρόν φυτόν και το εφύτευσεν εις γόνιμον πεδιάδα, πλησίον εις ύδατα πολλά και εφρόντισε δια την επίβλεψιν και περιποίησίν του. 5 Ἐπῆρε κατόπιν ἕνα σπέρμα ἀπὸ τὴν χώραν τοῦ Λιβάνου καὶ τὸ ἐφύτευσεν εἰς εὔφορον ποτιζομένην πεδιάδα καὶ ὥρισεν ἀνθρώπους διὰ νὰ τὸ ἐπιβλέπουν καὶ νὰ τὸ προσέχουν.
6 καὶ ἀνέτειλε καὶ ἐγένετο εἰς ἄμπελον ἀσθενοῦσαν καὶ μικρὰν τῷ μεγέθει τοῦ ἐπιφαίνεσθαι αὐτήν· τὰ κλήματα αὐτῆς ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ ρίζαι αὐτῆς ὑποκάτω αὐτῆς ἦσαν. καὶ ἐγένετο εἰς ἄμπελον καὶ ἐποίησεν ἀπώρυγας καὶ ἐξέτεινε τὴν ἀναδενδράδα αὐτῆς. 6 Το νεαρόν αυτό φυτόν εφύτρωσεν, έγινε μία καχεκτική άμπελος, που μόλις εφαίνετο. Τα κλήματά της έπιπταν επάνω της και αι ρίζαι της επροχωρούσαν κάτω από αυτήν μέσα εις την γην. Επειτα όμως έγινεν άμπελος, άπλωσε καταβολάδας, κλήματα που ανερριχήθησαν επάνω εις τα δένδρα. 6 Τὸ σπέρμα ἐκεῖνο ἐβλάστησε καὶ ἔγινε ἄμπελος, ποὺ ἦτο ὅμως καχεκτικὴ καὶ μικρὴ ὡς πρὸς τὸ μέγεθος καὶ τὴν ἐμφάνισιν.Τὰ κλήματά της ἦσαν ἀκριβῶς ἀπὸ ἐπάνω της, δὲν ἄνοιγαν περισσότερον· καὶ αἱ ρίζαι της ἀκριβῶς ἀπὸ κάτω της, δὲν ἐπροχωροῦσαν εἰς ἄλλο ἔδαφος, δεξιὰ ἢ ἀριστερά.Ἡ ἄμπελος αὐτὴ ὅμως ἀνεπτύχθη, ἔβγαλε καταβολάδας καὶ ἅπλωσε τὰ κλήματά της.
7 καὶ ἐγένετο ἀετὸς ἕτερος μέγας, μεγαλοπτέρυγος, πολὺς ὄνυξι, καὶ ἰδοὺ ἡ ἄμπελος αὕτη περιπεπλεγμένη πρὸς αὐτόν, καὶ ρίζαι αὐτῆς πρὸς αὐτόν, καὶ τὰ κλήματα αὐτῆς ἐξαπέστειλεν αὐτῷ τοῦ ποτίσαι αὐτὴν σὺν τῷ βώλῳ τῆς φυτείας αὐτῆς. 7 Ιδού, ότι εφάνη τότε ένας άλλος μεγάλος αετός, μεγαλοπτέρυγος και με πιο πολλά νύχια. Και ιδού η άμπελος αυτή είχε περιπλεχθή εις αυτόν. Εστειλε προς τον αετόν τας ρίζας και τα κλήματά της, δια να ποτίση αυτήν και το έδαφος, επάνω, στο οποίον ήτο φυτευμένη. 7 Παρουσιάσθη δὲ ἕνας ἄλλος μεγάλος καὶ μεγαλοπτέρυγος ἀετός, μὲ πολλὰ νύχια, καὶ ἀμέσως ἡ ἄμπελος ἐκείνη ἐπλέχθη καὶ ἐδέθη μαζί του· αἱ ρίζαι της ἐστράφησαν πρὸς αὐτὸν καὶ τὰ κλήματά της κατηυθύνθησαν πρὸς αὐτόν, διὰ νὰ ποτίσῃ ὁ ἀετὸς αὐτὸς καὶ τὴν ἰδίαν καὶ ὅλον τὸ χῶμα τοῦ ἀγροῦ, εἰς τὸ ὁποῖον ἦτο φυτευμένη.
8 εἰς πεδίον καλὸν ἐφ᾿ ὕδατι πολλῷ αὕτη πιαίνεται τοῦ ποιεῖν βλαστοὺς καὶ φέρειν καρπόν, τοῦ εἶναι εἰς ἄμπελον μεγάλην. 8 Εις καλήν και εύφορον πεδιάδα είχε φυτευθή, κοντά εις πολλά ύδατα, από τα οποία τρέφεται αφθόνως και μεγαλώνει, ώστε να πετάξη βλαστούς, να φέρη καρπούς, να γίνη μεγάλη άμπελος. 8 Ἡ ἄμπελος πλέον ποτίζεται καὶ καλλιεργεῖται εἰς πεδιάδα εὔφορον, ποτιζομένην πλουσίως, διὰ νὰ βγάλῃ κλήματα, νὰ ἀποδώσῃ καρποὺς καὶ νὰ γίνῃ μεγάλη.
9 διὰ τοῦτο εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος· εἰ κατευθυνεῖ; οὐχὶ αἱ ρίζαι τῆς ἁπαλότητος αὐτῆς καὶ ὁ καρπὸς σαπήσεται, καὶ ξηρανθήσεται πάντα τὰ προανατέλλοντα αὐτῆς; καὶ οὐκ ἐν βραχίονι μεγάλῳ, οὐδὲ ἐν λαῷ πολλῷ τοῦ ἐκσπᾶσαι αὐτὴν ἐκ ριζῶν αὐτῆς· 9 Δια τούτο είπε· αυτά λέγει ο Κυριος· Θα προχωρήση εις ανάπτυξιν και καρποφορίαν η άμπελος αυτή ; Οχι. Διότι αι τρυφεραί της ρίζαι και ο καρπός της θα σαπίσουν και όλα τα κλήματα, που έχουν βλαστήσει από αυτήν, θα ξηρανθούν και δεν θα χρειασθούν δυνατοί βραχίονες ούτε πολύ πλήθος ανθρώπων, δια να την ξερριζώσουν από το έδαφος. 9 Νὰ εἰπῇς λοιπόν: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Ἄραγε θὰ προοδεύσῃ καὶ θὰ ἀναπτυχθῇ ἡ ἄμπελος ἢ μήπως αἱ τρυφεραὶ ρίζαι της καὶ ὁ καρπός της σαπίσουν, καὶ ξηρανθοῦν ὅλα τὰ κλαδιὰ ποὺ βλαστάνουν ἀπὸ τὸν κορμόν της; Θὰ γίνῃ, λέγω, τὸ δεύτερον καὶ μάλιστα δὲν θὰ χρειασθῇ δυνατὸ χέρι καὶ πολὺς λαός, διὰ νὰ ἐκριζωθῇ καὶ πεταχθῇ τελικῶς ἡ ἄμπελος.
10 καὶ ἰδοὺ πιαίνεται· μὴ κατευθυνεῖ; οὐχὶ ἅμα τῷ ἅψασθαι αὐτῆς ἀνεμον τὸν καύσωνα ξηρανθήσεται; σὺν τῷ βώλῳ ἀνατολῆς αὐτῆς ξηρανθήσεται. 10 Ιδού, ότι τώρα αυξάνεται και μεγαλώνει. Μηπως, τάχα, και θα συνέχιση την πρόοδον και ανάπτυξίν της αυτήν; Οχι, διότι αμέσως μόλις θα πνεύση καυστικός άνεμος, θα ξηρανθή· θα ξηρανθή μαζή με το έδαφος, επί του οποίου αυτή έχει αναβλαστήσει”. 10 Τώρα βεβαίως ποτίζεται καὶ ἀναπτύσσεται.Μήπως ὅμως θὰ συνεχισθῇ ἡ ἀνάπτυξίς της ἢ μόλις τὴν ἐγγίσῃ ὁ καυτερὸς ἄνεμος θὰ ξηρανθῇ ἀμέσως; Βεβαιώνω ὅτι θὰ γίνῃ τὸ δεύτερον θὰ ξηρανθῇ καὶ ἡ ἰδία καὶ τὸ χωράφι ὅπου ἦτο φυτευμένη.
11 Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων· 11 Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε· 11 Ὡμίλησε δὲ πάλιν ὁ Κύριος καὶ μοῦ εἶπεν:
12 υἱὲ ἀνθρώπου, εἰπὸν δὴ πρὸς τὸν οἶκον τὸν παραπικραίνοντα· οὐκ ἐπίστασθε τί ἦν ταῦτα; εἰπόν· ὅταν ἔλθῃ βασιλεὺς Βαβυλῶνος ἐπὶ ῾Ιερουσαλήμ, καὶ λήψεται τὸν βασιλέα αὐτῆς καὶ τοὺς ἄρχοντας αὐτῆς καὶ ἄξῃ αὐτοὺς πρὸς ἑαυτὸν εἰς Βαβυλῶνα. 12 “υιέ ανθρώπου, ειπέ στον λαόν αυτόν, ο οποίος συνεχώς με παραπικραίνει και με εξοργίζει· δεν γνωρίζετε τι σημαίνουν αυτά; Ειπέ λοιπόν προς αυτούς το νόημά των. Οταν επέλθη ο βασιλεύς της Βαβυλώνος εναντίον της Ιερουσαλήμ, θα συλλάβη αιχμάλωτον τον βασιλέα της και τους άρχοντάς της και θα φέρη αυτούς μαζί του εις την Βαβυλώνα. 12 Ἄνθρωπε, ρώτησε τοὺς ἀπογόνους τὸν Ἰσραήλ, ποὺ μὲ πικραίνουν πολὺ μὲ τὴν συμπεριφοράν των: Δὲν γνωρίζετε τί σημαίνουν αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα; Ἀκούσατε τί λέγει ὁ Κύριος: Ὅταν ἔλθῃ καὶ ἐπιτεθῇ ὁ βασιλεὺς τῆς Βαβυλῶνος ἐναντίον τῆς Ἱερουσαλήμ, θὰ συλλάβῃ τὸν βασιλέα τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τοὺς ἀξιωματούχους της καὶ θὰ τοὺς φέρῃ μαζί του, ὡς λάφυρά του, εἰς τὴν Βαβυλῶνα.
13 καὶ λήψεται ἐκ τοῦ σπέρματος τῆς βασιλείας καὶ διαθήσεται πρὸς αὐτὸν διαθήκην καὶ εἰσάξει αὐτὸν ἐν ἀρᾷ, καὶ τοὺς ἡγεμόνας τῆς γῆς λήψεται 13 Επειτα θα πάρη ένα μέλος από την βασιλικήν οικογένειαν και θα συνάψη με αυτόν συμφωνίαν. Θα τον αναγκάση δε να ορκισθή δια την τήρησιν της συμφωνίας αυτής. Ο βασιλεύς της Βαβυλώνος θα πάρη επίσης μαζή του και τους άρχοντας της Ιουδαίας, 13 Θὰ πάρῃ δὲ ἕνα ἀπόγονον τῆς Ἰουδαϊκῆς βασιλείας καὶ θὰ συνάψῃ μαζί του συμφωνίαν καὶ θὰ τὸν ἐγκαταστήσῃ ὡς βασιλέα τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀφοῦ θὰ τὸν ἔχῃ δεσμεύσει μὲ κατάρας καὶ ὅρκους.Θὰ πάρῃ ὅμως καὶ θὰ ἐκτοπίσῃ ἀπὸ τὴν χώραν τοὺς εὐγενεῖς καὶ ἱκανοὺς ἄνδρας.
14 τοῦ γενέσθαι εἰς βασιλείαν ἀσθενῆ τὸ καθόλου μὴ ἐπαίρεσθαι, τοῦ φυλάσσειν τὴν διαθήκην αὐτοῦ καὶ ἱστάνειν αὐτήν. 14 ώστε να γίνη ασθενής η βασιλεία της και να μη ημπορή καθόλου να σήκωση κεφάλι και ούτω να τηρήση την συμφωνίαν με αυτόν και να του σταθή πιστή. 14 Σκοπός του θὰ εἶναι νὰ ἀποδυναμωθῇ ἡ χώρα, νὰ εἶναι ἀσθενὴς καὶ ἀνίσχυρος ἡ βασιλεία, ὥστε νὰ μὴ « σηκώσῃ κεφάλι» αὐτὸς ὁ βασιλεύς της, ἀλλὰ νὰ τηρῇ τὴν συμφωνίαν ποὺ ἔκαμε καὶ νὰ τὴν σέβεται.
15 καὶ ἀποστήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ τοῦ ἐξαποστέλλειν ἀγγέλους ἑαυτοῦ εἰς Αἴγυπτον, τοῦ δοῦναι αὐτῷ ἵππους καὶ λαὸν πολύν. εἰ κατευθυνεῖ; εἰ διασωθήσεται ὁ ποιῶν ἐναντία; καὶ παραβαίνων διαθήκην εἰ διασωθήσεται; 15 Ο βασιλεύς όμως της Ιουδαίας θα επαναστατήση κατά του βασιλέως της Βαβυλώνος, θα στείλη αγγελιαφόρους εις την Αίγυπτον, δια να του δώσουν ιππικόν και στρατόν πολύν. Ταχα, θα επιτύχη εις τας προσπαθείας του; Θα διασωθή αυτός, που διαπράττει αντίθετα προς τας συμφωνίας; Αυτός που παραβαίνει την συναφθείσαν συνθήκην θα διασωθή; 15 Ὁ βασιλεὺς ὅμως αὐτὸς τῆς Ἱερουσαλὴμ θὰ ἐπιχειρήσω νὰ ἐπαναστατήσῃ κατὰ τοῦ βασιλέως τῆς Βαβυλῶνος καὶ θὰ στείλῃ ἀντιπροσώπους του εἰς τὴν Αἴγυπτον, διὰ νὰ τοῦ δώσουν οἱ Αἰγύπτιοι ἱππικὸν καὶ πολὺν στρατόν.Ἄραγε θὰ εὐοδωθῇ καὶ θὰ ἐπιτύχῃ ἡ ἀπόπειρά του; Θὰ διασωθῇ καὶ θὰ εὐδοκιμήσῃ αὐτὸς ποὺ κάμνει ἀντίθετα πρὸς ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα συνεφώνησε; Θὰ γλυτώσῃ ἀπὸ τὴν τιμωρίαν αὐτὸς ποὺ καταπατεῖ μίαν ἔνορκον συμφωνίαν;
16 ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἐὰν μὴ ἐν ᾧ τόπῳ ὁ βασιλεὺς ὁ βασιλεύσας αὐτόν, ὃς ἠτίμωσε τὴν ἀράν μου καὶ ὃς παρέβη τὴν διαθήκην μου, μετ᾿ αὐτοῦ ἐν μέσῳ Βαβυλῶνος τελευτήσει. 16 Ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, ότι εις την χώραν του βασιλέως, ο οποίος τον εθεσεν στον θρόνον και του οποίου έχει καταπατήσει την ένορκον συμφωνίαν και έθραυσε την διαθήκην, θα μεταφερθή εις την χώραν αυτού του βασιλέως και πλησίον αυτού εις την Βαβυλώνα θα αποθάνη. 16 Διαβεβαιώνω ἐνόρκως, λέγει ὁ Κύριος, ὅτι ὁ βασιλεὺς ὁ ὁποῖος κατεπάτησε τὸν ὅρκον ποὺ ἔκαμεν εἰς τὸ ὄνομά μου, καὶ παρέβη τὴν διαθήκην καὶ συμφωνίαν ποὺ συνῆψεν ἐνώπιόν μου μαζί του, θὰ ἀποθάνῃ εἰς τὸν τόπον ὅπου βασιλεύει ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος τὸν ἐγκατέστησε βασιλέα τῆς Ἱερουσαλήμ· θὰ ἀποθάνῃ δηλαδὴ πλησίον του, μέσα εἰς τὴν Βαβυλῶνα.
17 καὶ οὐκ ἐν δυνάμει μεγάλῃ οὐδὲ ἐν ὄχλῳ πολλῷ ποιήσει πρὸς αὐτὸν Φαραὼ πόλεμον, ἐν χαρακοβολίᾳ καὶ ἐν οἰκοδομῇ βελοστάσεων τοῦ ἐξᾶραι ψυχάς. 17 Ο Φαραώ δεν θα πράξη, όπως αυτός θέλει. Δεν θα έλθη με δύναμιν μεγάλην, με στρατιώτας πολυάριθμους, δια να κάμη προς χάριν του πόλεμον μέσα από χαρακώματα και με πολιορκητικάς μηχανάς και να θανατώση στρατιώτας της Βαβυλώνος. 17 Μὴ νομίζετε δὲ ὅτι θὰ στείλῃ πρὸς χάριν τὸν ὁ βασιλεὺς τῆς Αἰγύπτου μεγάλην πολεμικὴν δύναμιν, πολὺν στρατόν· οὔτε θὰ κατασκευάσῃ προχώματα καὶ πολιορκητικὰς μηχανὰς διὰ νὰ θανατώσουν τοὺς Βαβυλωνίους!
18 καὶ ἠτίμωσεν ὁρκωμοσίαν τοῦ παραβῆναι διαθήκην, καὶ ἰδοὺ δέδωκε τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ πάντα ταῦτα ἐποίησεν αὐτῷ· μὴ σωθήσεται; 18 Αυτός όμως ο βασιλεύς της Ιουδαίας εξηυτέλισε και κατεπάτησε τον όρκον του, παρέβη την συμφωνίαν ποι συνήψε προς τους Βαβυλωνίους, έδωσε το χέρι του εις συμμαχίαν και εζήτησε βοήθειαν από τον Φαραώ. Ολα αυτά τα έκαμε προς χάριν του. Μηπως όμως και θα κατορθώση να διασωθή; 18 Κατεπάτησεν ὁ βασιλεὺς αὐτὸς τῆς Ἱερουσαλὴμ τοὺς ὅρκους του καὶ παρέβη τὴν ἔνορκον συμφωνίαν του, ἐπρόδωσε τοὺς Βαβυλωνίους καὶ ἔκαμε χειραψίαν συμφωνίας μὲ τοὺς Αἰγυπτίους.Τὰ ἔκαμε δὲ ὅλα αὐτὰ εἰς βάρος τοῦ Ναβουχοδονόσορος! Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ σωθῇ ὁ ἄνθρωπος αὐτός;
19 διὰ τοῦτο εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος· ζῶ ἐγὼ ἐὰν μὴ τὴν ὁρκωμοσίαν μου, ἣν ἠτίμωσε, καὶ τὴν διαθήκην μου, ἣν παρέβη, καὶ δώσω αὐτὰ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ. 19 Δια τούτο ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος· Ορκίζομαι στον εαυτόν μου, ότι δια την καταπάτησιν του όρκου του και δια την παράβασιν της διαθήκης μου, την οποίαν αυτός παρέβη, θα επιφέρω εξάπαντος επί της κεφαλής του τας τιμωρίας, που πρέπει. 19 Διὰ τοῦτο νὰ εἰπῇς τὰ ἑξῆς: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Διαβεβαιώνω ἐνόρκως, ὁρκιζόμενος εἰς τὸν Ἑαυτόν μου, ὅτι ἡ ἐπ’ ὀνόματί μου ὁρκωμοσία, τὴν ὁποίαν κατεπάτησε, καὶ ἡ συμφωνία τὴν ὁποίαν συνῆψεν ἐνώπιόν μου καὶ τὴν ἐπρόδωσε θὰ πέσουν ἐπάνω του.Θὰ τιμωρηθῇ διὰ τὴν ἐπιορκίαν καὶ ἀτιμίαν του.
20 καὶ ἐκπετάσω ἐπ᾿ αὐτὸν τὸ δίκτυόν μου, καὶ ἁλώσεται ἐν τῇ περιοχῇ αὐτοῦ. 20 Θα απλώσω επάνω από αυτόν το δίκτυόν μου και θα τον συλλάβω μέσα εις την περιοχήν του, όπου θα νομίζη τον εαυτόν του ασφαλή. 20 Θὰ ρίψω δὲ ἐπάνω του τὸ δίκτυ μου καὶ θὰ συλληφθῇ μέσα εἰς τὸ κράτος του ὁπωσδήποτε.
21 ἐν πάσῃ παρατάξει αὐτοῦ ἐν ρομφαίᾳ πεσοῦνται, καὶ τοὺς καταλοίπους εἰς πάντα ἄνεμον διασπερῶ, καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος λελάληκα. - 21 Το μεγαλύτερον μέρος των στρατευμάτων του θα πέση κάτω από την εχθρικήν ρομφαίαν και τους υπολοίπους θα διασκορπίσω προς όλας τας κατευθύνσεις. Και τότε θα μάθετε πολύ καλά, ότι εγώ είμαι ο Κυριος. Ελάλησα και έτσι θα γίνη”. 21 Εἰς κάθε πολεμικὴν σύρραξιν οἱ στρατιῶται του θὰ φονεύωνται μὲ μαχαίρι· τοὺς δὲ ὑπολοίπους πολίτας του θὰ διασκορπίσω εἰς ὅλους τοὺς ἀνέμους.Ἔτσι θὰ γνωρίσετε καλὰ ὅτι εἶμαι Ἐγώ, ὁ Κύριος τῶν πάντων, ὁ Ὁποῖος εἶπα αὐτὰ ποὺ ἀκούσατε.
22 Διότι τάδε λέγει Κύριος· καὶ λήψομαι ἐγὼ ἐκ τῶν ἐκλεκτῶν τῆς κέδρου, ἐκ κορυφῆς καρδίας αὐτῶν ἀποκνιῶ καὶ καταφυτεύσω ἐγὼ ἐπ᾿ ὄρος ὑψηλόν· 22 Αυτά λέγει ο Κυριος· “εγώ θα πάρω κλάδον από τους εκλεκτούς κλάδους της κέδρου, από την κορυφήν της καρδίας της, θα τον αποκόψω και θα φυτεύσω αυτόν ασφαλή επάνω εις όρος υψηλόν. 22 Αὐτὰ ἐπίσης λέγει ὁ Κύριος: Θὰ πάρω Ἐγὼ ἕνα ἀπὸ τοὺς ἐκλεκτοὺς βλαστοὺς τῆς κέδρου, θὰ τὸν ἀποκόψω μάλιστα ἀπὸ τὴν κορυφὴν τῆς καρδίας της καὶ θὰ τὸν φυτεύσω πολὺ καλὰ Ἐγὼ ὁ ἴδιος εἰς ἕνα ὑψηλὸν ὄρος.
23 καὶ κρεμάσω αὐτὸν ἐν ὄρει μετεώρῳ τῷ ᾿Ισραὴλ καὶ καταφυτεύσω, καὶ ἐξοίσει βλαστὸν καὶ ποιήσει καρπὸν καὶ ἔσται εἰς κέδρον μεγάλην, καὶ ἀναπαύσεται ὑποκάτω αὐτοῦ πᾶν θηρίον, καὶ πᾶν πετεινὸν ὑπὸ τὴν σκιὰν αὐτοῦ ἀναπαύσεται, τὰ κλήματα αὐτοῦ ἀποκατασταθήσεται. 23 Θα τον φυτεύσω, δια να ριζοβολήση ασφαλώς και να γίνη εμφανής, επάνω εις υψηλόν ορός της περιοχής του Ισραήλ. Θα βγάλη βλαστούς και θα κάμη καρπόν και θα γίνη κέδρος μεγάλη. Κατω από αυτήν θα αναπαυθούν όλα τα θηρία και υπό την σκιαν της θα αναπαυθούν όλα τα πτηνά. Οι κλάδοι αυτής στερεοί θα απλωθούν ολόγυρά της. 23 Θὰ τὸν κρεμάσω δὲ εἰς ἕνα ὑψηλὸν ὄρος τοῦ Ἰσραὴλ καὶ θὰ τὸν φυτεύσω πολὺ στερεά.Ὁ κλάδος αὐτὸς θὰ βλαστήσῃ, θὰ δώσῃ καρπὸν καὶ θὰ γίνῃ μεγάλη κέδρος.Θὰ ἀναπαυθοῦν δὲ κάτω ἀπὸ αὐτὸν ὅλα τὰ θηρία τῆς γῆς, ὅλα δηλαδὴ τὰ ἔθνη· θὰ ἀναπαυθοῦν ἐπίσης εἰς τὴν σκιάν του ὅλα τὰ πτηνά, ὅλοι δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι.Ὅλοι οἱ βλαστοὶ ποὺ θὰ προέλθουν ἀπὸ αὐτὸν τὸν κλάδον θὰ ἀναπτυχθοῦν πλήρως.
24 καὶ γνώσονται πάντα τὰ ξύλα τοῦ πεδίου διότι ἐγὼ Κύριος ὁ ταπεινῶν ξύλον ὑψηλὸν καὶ ὑψῶν ξύλον ταπεινὸν καὶ ξηραίνων ξύλον χλωρὸν καὶ ἀναθάλλων ξύλον ξηρόν· ἐγὼ Κύριος λελάληκα καὶ ποιήσω. 24 Και θα μάθουν όλα τα δένδρα της πεδιάδος, όλοι δηλαδή οι άνθρωποι της γης, ότι εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος ταπεινώνω τα υψηλά δένδρα και ανυψώνω μεγαλοπρεπή τα ταπεινά δενδρύλλια. Ξηραίνω τα θαλλερά δένδρα και κάμνω να αναθάλλουν τα ξηρά δένδρα. Εγώ, ο Κυριος ωμίλησα και έτσι θα κάμω”. 24 Θὰ γνωρίσουν δὲ ὅλα τὰ δένδρα τῆς πεδιάδος, ὅλοι δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι, ὅτι Ἐγώ, ὁ Κύριος τῶν πάντων, ἠμπορῶ καὶ ταπεινώνω ἕνα δένδρον « ἄνθρωπον» ὑψηλὸν καὶ ὑπερήφανον καὶ ὑψώνω ἕνα δένδρον « ἄνθρωπον» ταπεινὸν καὶ ἄσημον· Ἐγὼ ξηραίνω ἕνα δένδρον χλωρὸν καὶ ζωογονῶ ἕνα δένδρον ξηρόν.Ἐγώ, ὁ Κύριος τῶν πάντων, τὰ εἶπα ἤδη αὐτὰ καὶ θὰ τὰ πραγματοποιήσω.