Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:35
Δύση: 20:12
Σελ. 18 ημ.
117-249
16ος χρόνος, 5914η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΕΖΕΚΙΗΛ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14 (ΙΔ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ ἦλθον πρός με ἄνδρες ἐκ τῶν πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ ᾿Ισραὴλ καὶ ἐκάθησαν πρὸ προσώπου μου. 1 Ηλθαν προς εμέ μερικοί άνδρες από τους πρεσβυτέρους του ισραηλιτικού λαού και εκάθισαν απέναντί μου. 1 Ήλθαν δὲ εἰς ἐμὲ μερικοὶ ἄνδρες ἀπὸ τοὺς προεστοὺς τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ ἐζοῦσαν καὶ αὐτοὶ εἰς τὴν ἐξορίαν, καὶ ἐκάθησαν ἐμπρός μου.
2 καὶ ἐγένετο πρός με λόγος Κυρίου λέγων· 2 Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και ειπέ· 2 Καὶ ὡμίλησεν ὁ Κύριος πρὸς ἐμὲ καὶ μοῦ εἶπεν:
3 υἱὲ ἀνθρώπου, οἱ ἄνδρες οὗτοι ἔθεντο τὰ διανοήματα αὐτῶν ἐπὶ τὰς καρδίας αὐτῶν καὶ τὴν κόλασιν τῶν ἀδικιῶν αὐτῶν ἔθηκαν πρὸ προσώπου αὐτῶν· εἰ ἀποκρινόμενος ἀποκριθῶ αὐτοῖς; 3 “υιέ ανθρώπου, αυτοί οι άνδρες έχουν θέσει τους ιδικούς των πονηρούς λογισμούς εις τας καρδίας των, σύμφωνα με αυτούς κανονίζουν την πορείαν της ζωής των και έχουν έτσι ενώπιόν των πρόφασιν των αδικών των. Μηπως και πρέπει να απαντήσω εις αυτούς και να τους δικαιώσω; 3 Ἄνθρωπε, οἱ ἄνδρες αὐτοὶ σκέπτονται πονηρά, ὅπως ἐπιθυμοῦν αἱ καρδίαι των, ποὺ στρέφονται πρὸς τὴν ἀσεβῆ ζωὴν τῶν εἰδωλολατρῶν· παρουσιάζονται ὅτι ἐνδιαφέρονται δῆθεν διὰ τὴν τιμωρίαν τῶν ἀδικιῶν των, ἀλλὰ μόνον πρὸς ἀποφυγὴν τῆς πιθανῆς τιμωρίας καὶ χωρὶς μετάνοιαν.Ἀξίζει ἄραγε νὰ ἀπαντήσω εἰς τὰς ἐρωτήσεις των;
4 διὰ τοῦτο λάλησον αὐτοῖς καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἄνθρωπος ἄνθρωπος ἐκ τοῦ οἴκου ᾿Ισραήλ, ὃς ἂν θῇ τὰ διανοήματα αὐτοῦ ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτοῦ καὶ τὴν κόλασιν τῆς ἀδικίας αὐτοῦ τάξῃ πρὸ προσώπου αὐτοῦ καὶ ἔλθῃ πρὸς τὸν προφήτην, ἐγὼ Κύριος ἀποκριθήσομαι αὐτῷ ἐν οἷς ἐνέχεται ἡ διάνοια αὐτοῦ, 4 Δια τούτο ομίλησε και ειπέ προς αυτούς· αυτά λέγει, ο Κυριος· Καθε άνθρωπος από τον ισραηλιτικόν λαόν, ο οποίος θα θέση εις την καρδίαν του τους ιδικούς του συλλογισμούς και θα θελήση να δικαιολόγηση καθ εαυτόν τας αδικίας, που έχει διαπράξει, τολμήση δε να έλθη προς τον προφήτην, δια να υφαρπάση εκείνου την συγκατάθεσιν, εγώ ο Κυριος θα απαντήσω προς αυτόν και θα αποκαλύψω εκείνα, εις τα οποία είναι ένοχος η διάνοιά του και η καρδία του. 4 Ἐπειδὴ ὅμως γνωρίζω τὴν πονηρίαν των, νὰ ὁμιλήσῃς πρὸς αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς εἰπῇς τὰ ἑξῆς: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραὴλ σκέπτεται ὅπως ποθεῖ ἡ διεστραμμένη καρδία του καὶ παρουσιάζεται ὑποχριτικῶς ὅτι δῆθεν ἐνδιαφέρεται νὰ μάθῃ τὴν τιμωρίαν τῆς ἀδικίας του καὶ πλησιάσῃ τὸν Προφήτην καὶ τὸν ἐρωτήσῃ σχετικῶς, ἂς γνωρίζῃ ὅτι θὰ τοῦ ἀπαντήσω Ἐγώ, ὁ Κύριος, συμφώνως πρὸς τὴν πονηρὰν διάνοιάν του.
5 ὅπως πλαγιάση τὸν οἶκον τοῦ ᾿Ισραὴλ κατὰ τὰς καρδίας αὐτῶν τὰς ἀπηλλοτριωμένας ἀπ᾿ ἐμοῦ ἐν τοῖς ἐνθυμήμασιν αὐτῶν. 5 Ενας όμως ψευδοπροφήτης θα απαντήση κατά πλάγιον τρόπον στους Ισραηλίτας σύμφωνα με τας καρδίας αυτών, αι οποίαι καρδίαι των ευρίσκονται μακράν από εμέ εξ αιτίας των πονηρών επιθυμιών των. 5 Θὰ ἀπαντήσω ὁ ἴδιος καὶ ὄχι ὁ Προφήτης, διότι ὑπάρχει πιθανότης νὰ ἐξαπατήσῃ ὁ Προφήτης αὐτὸς τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραήλ, προφητεύων ὅπως ποθοῦν αἱ διεστραμμένοι καρδίαι των, ποὺ ἔχουν ἀποξενωθῇ ἀπὸ Ἐμὲ μὲ τὰ διανοήματά των, τὰ ὁποῖα ἐπηρεάσθησαν ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς εἰδωλολάτρας.
6 διὰ τοῦτο εἰπὸν πρὸς τὸν οἶκον τοῦ ᾿Ισραήλ· τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἐπιστράφητε καὶ ἀποστρέψατε ἀπὸ τῶν ἐπιτηδευμάτων ὑμῶν καὶ ἀπὸ πασῶν τῶν ἀσεβειῶν ὑμῶν καὶ ἐπιστρέψατε τὰ πρόσωπα ὑμῶν. 6 Δια τούτο είπε προς τον ισραηλιτικόν λαόν· αυτά λέγει ο Κυριος· Επιστρέψατε προς εμέ, απομακρυνθήτε από τας πονηράς πράξεις και από όλας τας ασεβείας σας. Στρέψετε τα πρόσωπα σας προς τον Θεόν. 6 Διὰ τοῦτο νὰ εἰπῇς τὰ ἑξῆς πρὸς τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραήλ: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος, ὁ μόνος Κύριος τῶν πάντων: Ἐπιστρέψατε μετανοημένοι πρὸς Ἐμέ· ἀπομακρυνθῆτε ἀπὸ τὰ πονηρὰ ἔργα σας καὶ ἀπὸ ὅλας τὰς ἀσεβείας σας καὶ στρέψατε εἰλικρινῶς τὰ πρόσωπά σας πρὸς Ἐμέ.
7 διότι ἄνθρωπος ἄνθρωπος ἐκ τοῦ οἴκου ᾿Ισραὴλ καὶ ἐκ τῶν προσηλύτων τῶν προσηλυτευόντων ἐν τῷ ᾿Ισραήλ, ὃς ἂν ἀπαλλοτριωθῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ θῆται τὰ ἐνθυμήματα αὐτοῦ ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτοῦ καὶ τὴν κόλασιν τῆς ἀδικίας αὐτοῦ τάξῃ πρὸ προσώπου αὐτοῦ καὶ ἔλθῃ πρὸς τὸν προφήτην τοῦ ἐπερωτῆσαι αὐτὸν ἐν ἐμοί, ἐγὼ Κύριος ἀποκριθήσομαι αὐτῷ ἐν ᾧ ἐνέχεται ἐν αὐτῷ. 7 Διότι, ένας άνθρωπος από τον ισραηλιτικόν λαόν, όπως επίσης και από τους ξένους, οι οποίοι παρεπιδημούν και κατοικούν ανάμεσα στους Ισραηλίτας, εάν αποξενωθή από εμέ εξ αιτίας των αμαρτιών του και θέση τας πονηράς επιθυμίας του εις την καρδίαν του και ζη σύμφωνα με αυτάς και ευρίσκη πρόχειρον δια τον εαυτόν του την δικαιολογίαν των αδικιών του, εάν αυτός έλθη προς τον προφήτην να τον ερωτήση δι' εμέ, εγώ ο Κυριος θα αποκριθώ εις αυτόν και θα του φανερώσω εκείνα, εις τα οποία είναι ένοχος. 7 Διότι ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ἀπὸ τοὺς μὴ Ἰσραηλίτας ποὺ ἔχουν ἀσπασθῇ τὴν θρησκείαν τῶν Ἰσραηλιτῶν καὶ ζοῦν μαζί των, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀποξενωθῇ ἀπὸ Ἐμὲ μὲ τὸ νὰ λατρεύῃ τὰ εἴδωλα καὶ σκέπτεται ὅπως ποθεῖ ἡ διεστραμμένη καρδία του, παρουσιασθῇ ὅτι ἐνδιαφέρεται δῆθεν διὰ τὴν τιμωρίαν τῆς ἀσεβείας του καὶ πλησιάσῃ ἕνα Προφήτην καὶ τὸν ἐρωτήσῃ σχετικῶς ὡς ἐκπρόσωπόν μου, ἂς γνωρίζῃ ὅτι θὰ λάβῃ ἀπάντησιν ἀπὸ Ἐμέ, τὸν Κύριον τῶν πάντων, συμφώνως πρὸς αὐτὰ εἰς τὰ ὁποῖα εἶναι ἔνοχος.
8 καὶ στηριῶ τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον καὶ θήσομαι αὐτὸν εἰς ἔρημον καὶ εἰς ἀφανισμὸν καὶ ἐξαρῶ αὐτὸν ἐκ μέσου τοῦ λαοῦ μου, καὶ ἐπιγνώσεσθε ὅτι ἐγὼ Κύριος. 8 Εγώ, ο Θεός, θα στρέψω το πρόσωπόν μου και θα στηρίξω απειλητικόν το βλέμμα μου εναντίον αυτού. Θα τον θέσω εις έρημον περιοχήν και θα εξαφανίσω αυτόν ανάμεσα από τον λαόν μου. Και τότε θα μάθετε ότι εγώ είμαι ο Κυριος. 8 Θὰ στρέψω δηλαδὴ αὐστηρὸν τὸ πρόσωπόν μου πρὸς τὸν ἄνθρωπον αὐτὸν καὶ θὰ τὸν ἐρημώσω, θὰ ἐξαφανισθῇ ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς· θὰ τὸν ἀπομακρύνω καὶ θὰ τὸν ἐξαλείψω μέσα ἀπὸ τὸν λαόν μου.Καὶ θὰ μάθετε ἔτσι καλὰ ὅτι Ἐγὼ καὶ μόνον εἶμαι ὁ Κύριος τῶν πάντων.
9 καὶ ὁ προφήτης ἐὰν πλανηθῇ καὶ λαλήσῃ, ἐγὼ Κύριος πεπλάνηκα τὸν προφήτην ἐκεῖνον, καὶ ἐκτενῶ τὴν χεῖρά μου ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ ἀφανιῶ αὐτόν ἐκ μέσου τοῦ λαοῦ μου ᾿Ισραήλ. 9 Εάν ο προφήτης πλανηθή και πεπλανημένα ομιλήση, εγώ ο Κυριος επέτρεψα να πλανηθή ο προφήτης εκείνος. Θα απλώσω τιμωρόν την χείρά μου εναντίον αυτού και θα τον εξαφανίσω ανάμεσα από τον ισραηλιτικόν λαόν. 9 Ὁ δὲ προφήτης ὁ ὁποῖος θὰ παρασυρθῇ ἀπὸ τὰ ἔνοχα θελήματα τοῦ λαοῦ καὶ θὰ ὁμιλήσῃ ἀναλόγως πρὸς αὐτά, ἀποδεικνυόμενος ἔτσι ψευδοπροφήτης, θὰ τιμωρηθῇ.Ἐγὼ ἐπέτρεψα νὰ πλανηθῇ ὁ προφήτης ἐκεῖνος, διότι ἐγνώριζα ἐκ τῶν προτέρων τὴν πονηρίαν καὶ ἀσέβειάν του.Θὰ ἀπλώσω τὸ χέρι μου ἐπάνω του καὶ θὰ τὸν ἐξαφανίσω μέσα ἀπὸ τὸν λαόν μου, τὸν Ἰσραήλ.
10 καὶ λήψονται τὴν ἀδικίαν αὐτῶν κατὰ τὸ ἀδίκημα τοῦ ἐπερωτῶντος, καὶ κατὰ τὸ ἀδίκημα ὁμοίως τῷ προφήτῃ ἔσται, 10 Αυτοί θα πάρουν επάνω των το βάρος του σφάλματός των και την ανάλογον ποινήν. Το αδίκημα και η τιμωρία του προφήτου αυτού θα είναι όμοια προς το αδίκημα και την τιμωρίαν εκείνου, ο οποίος έρχεται να τον συμβουλευθή. 10 Θὰ πάρουν ὅλοι τὸν μισθὸν τῆς ἀδικίας καὶ πονηρίας των.Ὅπως θὰ κριθῇ καὶ θὰ τιμωρηθῇ ἡ πονηρία αὐτοῦ ποὺ ἐρωτᾷ ὑποκριτικῶς, ἔτσι θὰ τιμωρηθῶ καὶ ἡ πονηρία τοῦ ψευδοπροφήτου.
11 ὅπως μὴ πλανᾶται ἔτι ὁ οἶκος τοῦ ᾿Ισραὴλ ἀπ᾿ ἐμοῦ, καὶ ἵνα μὴ μιαίνωνται ἔτι ἐν πᾶσι τοῖς παραπτώμασιν αὐτῶν· καὶ ἔσονταί μοι εἰς λαόν, καὶ ἐγὼ ἔσομαι αὐτοῖς εἰς Θεόν, λέγει Κύριος. 11 Θα τιμωρή ο ψευδοπροφήτης, όπως και καθένας που έρχεται να του ζητήση συμβουλήν, δια να μη παραπλανάται πλέον ο ισραηλιτικός λαός και απομακρύνεται από εμέ. Δια να μη μολύνωνται πλέον οι Ισραηλίται με τα παραπτώματα αυτών. Τοτε δε θα είναι αυτοί λαός ιδικός μου και εγώ θα είμαι Θεός ιδικός των, λέγει ο Κυριος”. 11 Θὰ τιμωρηθοῦν δέ, διὰ νὰ μὴ πλανᾶται καὶ παρασύρεται πλέον μακρὰν ἀπὸ Ἐμὲ ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ καὶ διὰ νὰ μὴ μολύνωνται εἰς τὸ ἑξῆς μὲ ὅλα τὰ ἁμαρτωλὰ ἔργα των.Ἔτσι θὰ εἶναι λαὸς ἰδικός μου καὶ Ἐγὼ θὰ εἶμαι ὁ Θεός των, λέγει ὁ Κύριος.
12 Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων· 12 Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε· 12 Ὡμίλησε δὲ πάλιν ὁ Κύριος πρὸς ἐμὲ καὶ μοῦ εἶπεν:
13 υἱὲ ἀνθρώπου, γῆ ἐὰν ἁμάρτῃ μοι τοῦ παραπεσεῖν παράπτωμα καὶ ἐκτενῶν τὴν χεῖρά μου ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ συντρίψω αὐτῆς στήριγμα ἄρτου καὶ ἐξαποστελῶ ἐπ᾿ αὐτὴν λιμὸν καὶ ἐξαρῶ ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτήνη· 13 “υιέ ανθρώπου, εάν οι κάτοικοι μιας χώρας αμαρτήσουν και περιπέσουν εις μεγάλα παραπτώματα, εγώ θα απλώσω τιμωρόν την χείρα μου εναντίον αυτής. Θα συντρίψω και θα εξαφανίσω τον άρτον, που είναι στήριγμα της ζωής των, θα εξαποστείλω εναντίον της χώρας αυτής λιμόν και θα εξολοθρεύσω από αυτήν ανθρώπους και κτήνη. 13 Ἄνθρωπε, ἐὰν οἱ κάτοικοι μιᾶς χώρας ἁμαρτήσουν ἐνώπιόν μου καὶ διαπράξουν μέγα παράπτωμα, θὰ ἀπλώσω τὸ χέρι μου ἐπάνω εἰς τὴν χώραν αὐτὴν καὶ θὰ τὴν τιμωρήσω.Θὰ ἐξανεμίσω τὰ ἀγαθά της, δὲν θὰ παράγῃ προϊόντα ἡ γῆ, καὶ θὰ ἐξαφανισθῇ ὁ ἄρτος ποὺ στηρίζει τὴν ζωὴν τῶν ἀνθρώπων· θὰ στείλω εἰς αὐτὴν πεῖναν, μὲ τὴν ὁποίαν θὰ ἐξοντώσω τοὺς ἀνθρώπους της καὶ τὰ ζῶα της.
14 καὶ ἐὰν ὦσιν οἱ τρεῖς ἄνδρες οὗτοι ἐν μέσῳ αὐτῆς, Νῶε καὶ Δανιὴλ καὶ ᾿Ιώβ, αὐτοὶ ἐν τῇ δικαιοσύνῃ αὐτῶν σωθήσονται, λέγει Κύριος. 14 Εάν όμως εις την χώραν αυτήν υπάρχουν έστω και τρεις ευσεβείς άνδρες, όπως άλλοτε ο Νώε, ο Δανιήλ, ο Ιώβ, αυτοί δια την ευσέβειάν των και την δικαιοσύνην των θα σωθούν, λέγει ο Κυριος. 14 Ἐὰν δὲ ὑπάρχουν μέσα εἰς αὐτὴν τὴν χώραν ἀκόμη καὶ οἱ τρεῖς ἐκεῖνοι ἐξακουστοὶ διὰ τὴν εὐσέβειάν των ἄνδρες, δηλαδὴ ὁ Νῶε, ὁ Δανιὴλ καὶ ὁ Ἰώβ, δὲν πρόκειται νὰ βοηθήσουν τὴν χώραν κατὰ τὸν καιρὸν τῆς τιμωρίας της, λέγει ὁ Κύριος.Θὰ σωθοῦν μόνον αὐτοὶ ἀπὸ τὴν πεῖναν, λόγῳ τῆς ἀρετῆς των.
15 ἐὰν καὶ θηρία πονηρὰ ἐπάγω ἐπὶ τὴν γῆν καὶ τιμωρήσομαι αὐτὴν καὶ ἔσται εἰς ἀφανισμὸν καὶ οὐκ ἔσται ὁ διοδεύων ἀπὸ προσώπου τῶν θηρίων, 15 Εάν δε στείλω θηρία άγρια εναντίον της χώρας αυτής, την τιμωρήσω και την εξολοθρεύσω δια των θηρίων, ώστε κανείς διαβάτης να μη τολμά να διέλθη δι' αυτής εξ αιτίας των κακών θηρίων, 15 Ἐὰν ἐπίσης ἀποστείλω εἰς τὴν χώραν αὐτὴν ἄγρια θηρία, διὰ νὰ τὴν τιμωρήσω μὲ αὐτά, ὥστε νὰ ἐξολοθρευθῇ καὶ νὰ μὴ ὑπάρχῃ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος νὰ βαδίζῃ εἰς αὐτὴν ἕνεκα τῶν θηρίων,
16 καὶ οἱ τρεῖς ἄνδρες οὗτοι ἐν μέσῳ αὐτῆς ὦσι, ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, εἰ υἱοὶ ἢ θυγατέρες σωθήσονται, ἀλλ᾿ ἢ αὐτοὶ μόνοι σωθήσονται, ἡ δὲ γῆ ἔσται εἰς ὄλεθρον. 16 υπάρχουν δε εις την χώραν αυτήν έστω και τρεις άνδρες ευσεβείς, ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, ότι ενώ οι υιοί και αι θυγατέρες της χώρας αυτής δεν θα σωθούν, οι τρεις ούτοι ευσεβείς άνδρες θα διασωθούν και η χώρα θα παραδοθή εις όλεθρον και εξαφανισμόν. 16 καὶ ζοῦν εἰς τὴν χώραν οἱ τρεῖς αὐτοὶ εὐσεβεῖς ἄνδρες ποὺ προανέφερα, δὲν θὰ ἠμπορέσουν πάλιν νὰ τὴν βοηθήσουν.Σᾶς βεβαιώνω ἐνόρκως, λέγει ὁ Κύριος, ὅτι δὲν θὰ σωθοῦν ἀπὸ τὰ ἄγρια θηρία οὔτε οἱ υἱοὶ ἢ αἱ θυγατέρες των.Θὰ σωθοῦν μόνον αὐτοὶ οἱ τρεῖς εὐσεβεῖς, ἐνῷ ὅλη ἡ γῆ θὰ καταστροφῇ.
17 ἢ καὶ ρομφαίαν ἐὰν ἐπάγω ἐπὶ τὴν γῆν ἐκείνην καὶ εἴπω· ρομφαία διελθάτω διὰ τῆς γῆς, καὶ ἐξαρῶ ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτῆνος, 17 Εάν εξαποστείλω φονικήν ρομφαίαν των εχθρών εναντίον των κατοίκων της χώρας εκείνης και είπω· η μάχαιρα ας πέραση δια μέσου της χώρας αυτής και έτσι εγώ εξολοθρεύσω από αυτήν όλους τους ανθρώπους και τα κατοικίδια ζώα, 17 Τὸ ἴδιον θὰ συμβῇ καὶ ἐὰν στείλω ἐναντίον αὐτῆς τῆς χώρας τὸ φονικὸν μαχαίρι τῶν ἐχθρῶν καὶ διατάξω, « ἂς περάσῃ καὶ ἂς ξεσχίσῃ τὴν χώραν φονικὸν μαχαίρι», διὰ νὰ ἐξοντώσω μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν κάθε ἄνθρωπον καὶ ζῶ ὅν.
18 καὶ οἱ τρεῖς ἄνδρες οὗτοι ἐν μέσῳ αὐτῆς, ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, οὐ μὴ ρύσωνται υἱοὺς οὐδὲ θυγατέρας, ἀλλ᾿ ἢ αὐτοὶ μόνοι σωθήσονται. 18 υπάρχουν δε εις την χώραν αυτήν οι τρεις αυτοί ευσεβείς άνδρες, ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, ότι δεν θα σωθούν, ούτε οι υιοί ούτε αι θυγατέρες αυτής, ειμή μόνον οι τρεις αυτοί άνδρες θα σωθούν. 18 Ὅταν δηλαδὴ ἔλθῃ αὐτὸ τὸ φονικὸν μαχαίρι καὶ ζοῦν μέσα εἰς τὴν χώραν αὐτήν, οἱ τρεῖς αὐτοὶ σπουδαῖοι εὐσεβεῖς ἄνδρες, σᾶς βεβαιώνω ἐνόρκως, λέγει ὁ Κύριος, ὅτι δὲν θὰ ἠμπορέσουν νὰ σώσουν οὔτε τοὺς υἱούς των οὔτε τὰς θυγατέρας των, ἐὰν δὲν εἶναι πιστοὶ καὶ εὐσεβεῖς ὅπως οἱ γονεῖς των.Θὰ σωθοῦν μόνον οἱ τρεῖς αὐτοὶ συγκεκριμένοι πιστοὶ καὶ ἐνάρετοι ἄνδρες.
19 ἢ καὶ θάνατον ἐπαποστείλω ἐπὶ τὴν γῆν ἐκείνην καὶ ἐκχεῶ τὸν θυμόν μου ἐπ᾿ αὐτὴν ἐν αἵματι τοῦ ἐξολοθρεῦσαι ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτῆνος, 19 Εάν εξαποστείλω εναντίον της χώρας αυτής θανατηφόρον επιδημικήν ασθένειαν και αφήσω να εκχυθή εναντίον της ο δίκαιος θυμός μου, και εξολοθρεύσω από αυτήν μέσα στο αίμα ανθρώπους και κτήνη, 19 Ἐὰν στείλω ἐπίσης εἰς τὴν χώραν ἐκείνην θανατηφόρον ἐπιδημίαν καὶ ἐκχύσω εἰς αὐτὴν τὸν θυμόν μου μὲ αἷμα, ὥστε νὰ ἐξολοθρευθοῦν ἄνθρωποι καὶ ζῶα τῆς χώρας αὐτῆς,
20 καὶ Νῶε καὶ Δανιὴλ καὶ ᾿Ιὼβ ἐν μέσῳ αὐτῆς, ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἐὰν υἱοὶ ἢ θυγατέρες ὑπολειφθῶσιν, αὐτοὶ ἐν τῇ δικαιοσύνῃ αὐτῶν ρύσονται τὰς ψυχὰς αὐτῶν. 20 οι μεταξύ αυτών ευρισκόμενοι ευσεβείς άνδρες, όπως άλλοτε ο Νώε, ο Δανιήλ και ο Ιώβ, ορκίζομαι, λέγει ο Κυριος, ότι ούτε οι υιοί, ούτε αι θυγατέρες των αμαρτωλών κατοίκων θα διαφύγουν την καταστροφήν, ειμή μόνον οι τρεις λόγω της ευσεβείας των θα σώσουν την ζωήν των. 20 δὲν θὰ ἠμπορέσουν καὶ πάλιν νὰ βοηθήσουν τὴν χώραν αὐτήν, ἐὰν ζοῦν εἰς αὐτήν, οἱ περίφημοι εὐσεβεῖς ἄνδρες Νῶε, Δανιὴλ καὶ Ἰώβ.Σᾶς βεβαιώνω ἐνόρκως, λέγει ὁ Κύριος, ὅτι δὲν θὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν θανατηφόρον ἀσθένειαν οὔτε οἱ υἱοὶ ἢ αἱ θυγατέρες των.Μόνον οἱ τρεῖς αὐτοὶ θὰ διασωθοῦν λόγῳ τῆς εὐσεβείας των.
21 τάδε λέγει Κύριος· ἐὰν δὲ καὶ τὰς τέσσαρας ἐκδικήσεις μου τὰς πονηράς, ρομφαίαν καὶ λιμὸν καὶ θηρία πονηρὰ καὶ θάνατον, ἐξαποστείλω ἐπὶ ῾Ιερουσαλὴμ τοῦ ἐξολοθρεῦσαι ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτῆνος 21 Αυτά λέγει ο Κυριος· εάν και τας τέσσαρας αυτάς σκληράς τιμωρίας, εχθρικήν ρομφαίαν, λιμόν, άγρια θηρία, θανατηφόρους ασθενείας, εξαποστείλω εναντίον της Ιερουσαλήμ, δια να εξολοθρεύσω από αυτήν ανθρώπους και κτήνη, 21 Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Ἐὰν ἀποστείλω ἐναντίον τῆς Ἱερουσαλήμ, διὰ νὰ ἐξοντώσω κάθε ἄνθρωπον καὶ ζῶον ποὺ ὑπάρχει εἰς αὐτήν, καὶ τὰς τέσσαρας μαζὶ δικαίας τιμωρίας μου, ποὺ εἶναι σκληραί, δηλαδὴ φονικὸν μαχαίρι τῶν ἐχθρῶν, πεῖναν, ἄγρια θηρία καὶ θανατηφόρον ἐπιδημικὴν ἀσθένειαν,
22 καὶ ἰδοὺ ὑπολελειμμένοι ἐν αὐτῇ οἱ ἀνασεσωσμένοι αὐτῆς, οἳ ἐξάγουσιν ἐξ αὐτῆς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, ἰδοὺ αὐτοὶ ἐκπορεύονται πρὸς ὑμᾶς, καὶ ὄψεσθε τὰς ὁδοὺς αὐτῶν καὶ τὰ ἐνθυμήματα αὐτῶν καὶ μεταμεληθήσεσθε ἐπὶ τὰ κακά, ἃ ἐπήγαγον ἐπὶ ῾Ιερουσαλήμ, πάντα τὰ κακὰ ἃ ἐπήγαγαν ἐπ᾿ αὐτήν, 22 ιδού, θα απομείνουν μερικοί από τους κατοίκους, οι οποίοι θα διασωθούν από την συμφοράν. Αυτοί θα βγάλουν υγιείς από την κατεστραμμένην και τιμωρημένην αυτήν πόλιν τους υιούς και τας θυγατέρας των, θα πορευθούν και θα ελθουν προς σας, οι οποίοι θα ευρίσκεσθε αιχμάλωτοι εις την χώραν των Χαλδαίων, θα γνωρίσετε την διαγωγήν των και τας επιθυμίας των καρδιών των και θα μετανοήσετε δια τας μεγάλας καταστροφάς, τας οποίας εγώ επέφερα εξ αιτίας σας εναντίον της Ιερουσαλήμ, δι' όλας τας συμφοράς εναντίον αυτής της πόλεως. 22 θὰ ἀφήσω ζωντανοὺς μερικούς.Αὐτοὶ δὲ ποὺ θὰ διασωθοῦν θὰ πάρουν καὶ θὰ βγάλουν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ τοὺς υἱοὺς καὶ τὰς θυγατέρας των καὶ θὰ ἔλθουν εἰς σᾶς, τοὺς Ἰουδαίους ποὺ ζῆτε ἐξόριστοι καὶ αἰχμάλωτοι εἰς τὴν Βαβυλωνίαν.Θὰ ἰδῆτε τότε ἀπὸ κοντὰ τὸν τρόπον τῆς ζωῆς τῶν Ἱεροσολυμιτῶν, καθὼς καὶ τὸ πῶς σκέπτονται αὐτοί, καὶ θὰ ἀλλάξετε γνώμην ὡς πρὸς τὰς συμφορὰς ποὺ ἔστειλα ἐναντίον τῆς Ἱερουσαλήμ, ὡς πρὸς ὅλας τὰς συμφορὰς καὶ τιμωρίας ποὺ ἔρριψα ἐπάνω της.
23 καὶ παρακαλέσουσιν ὑμᾶς, διότι ὄψεσθε τὰς ὁδοὺς αὐτῶν καὶ τὰ ἐνθυμήματα αὐτῶν, καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι οὐ μάτην πεποίηκα πάντα, ὅσα ἐποίησα ἐν αὐτῇ, λέγει Κύριος. 23 Οι ίδιοί με την παρουσίαν των θα σας παρηγορήσουν, διότι σεις θα ιδήτε τας οδούς της ζωής των και τας επιθυμίας των καρδιών των. Θα γνωρίσετε καλά και θα πεισθήτε, ότι εγώ δεν έστειλα όλα αυτά τα κακά εναντίον της πόλεως ματαίως και αδικαιολογήτως”, λέγει ο Κυριος. 23 Θὰ σᾶς παρηγορήσουν οἱ ἴδιοι καὶ θὰ σᾶς ἠρεμήσουν, διότι θὰ τοὺς ἰδῆτε καὶ θὰ καταλάβετε καλὰ ἀπὸ τὴν ζωήν των καὶ τὰς σκέψεις ποὺ θὰ σᾶς εἴπουν, ὅτι δὲν ἔκαμα ματαίως καὶ ἀδικαιολογήτως ὅλα ὅσα ἔκαμα εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, λέγει ὁ Κύριος.