Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:46
Δύση: 20:04
Σελ. 10 ημ.
109-257
16ος χρόνος, 5906η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 (Η)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΣΥ τὴν σοφίαν κηρύξεις, ἵνα φρόνησίς σοι ὑπακούσῃ· 1 Συ όμως, παιδί μου, θα διαλαλής έργω και λόγω την θείαν σοφίαν, δια να είναι πάντοτε εις την διάθεσίν σου η σωφροσύνη και η σύνεσις. 1 Σὺ ὅμως, ὡς φρόνιμος καὶ συνετὸς νέος, ἀφοῦ στρέψῃς τὰ νῶτα πρὸς τὴν ἀκολασίαν, θὰ διακηρύξῃς ἐμπράκτως τὴν θεογέννητον σοφίαν, διὰ νὰ σὲ ὑπηρετήσῃ εἰς ὅλην σου τὴν ζωήν.
2 ἐπὶ γὰρ τῶν ὑψηλῶν ἄκρων ἐστίν, ἀνὰ μέσον δὲ τῶν τρίβων ἕστηκε· 2 Διότι η σοφία αυτή είναι ολοφάνερη. Ευρίσκεται εις πανύψηλα μέρη. Στέκεται στο μέσον των δρόμων, που διέρχονται οι άνθρωποι. Ευρίσκεται παντού. 2 Δὲν εἶναι δὲ ἡ σοφία αὐτὴ δυσεύρετος, διότι ὑπάρχει εἰς πανύψηλὰ καὶ περίοπτα μέρη καὶ στέκεται εἰς τὸ μέσον τῶν πολυσύχναστων δρόμων καὶ τὴν εὑρίσκει κανεὶς παντοῦ ἐμπρός του.
3 παρὰ γὰρ πύλαις δυναστῶν παρεδρεύει, ἐν δὲ εἰσόδοις ὑμνεῖται. 3 Εις τας πύλας των ανακτόρων, όπου βασιλείς και άρχοντες κάθηνται δικασταί, παραστέκει μαζή τώω· και εις τας εισόδους των πόλεων, όπου πλήθη λαού συγκεντρώνονται, επαινείται και εγκωμιάζεται. 3 Διότι παραστέκει εἰς τὰς θύρας τῶν μεγάρων, ποὺ διαμένουν οἱ ἄρχοντες, εἰς δὲ τὰς εἰσόδους τῶν πόλεων, ὅπου γίνονται αἱ συνεδριάσεις τῶν δικαστηρίων καὶ αἱ δημόσιαι συγκεντρώσεις, ἐξυμνεῖται καὶ ἐκθειάζεται.
4 ῾Υμᾶς, ὦ ἄνθρωποι, παρακαλῶ, καὶ προΐεμαι ἐμὴν φωνὴν υἱοῖς ἀνθρώπων· 4 Αυτή η θεία σοφία ομιλεί και διακηρύττει· “σας, ω άνθρωποι, παρακαλώ, απευθύνω την πρόσκλησίν μου προς σας τους απογόνους των ανθρώπων. 4 Ὦ ἄνθρωποι, ἀδιακρίτως γένους, σᾶς παρακαλῶ, καὶ πρὸς ὅλους σας τοὺς ἀπογόνους τῶν ἀνθρώπων ἀπευθύνω τὴν φωνήν μου.
5 νοήσατε, ἄκακοι, πανουργίαν, οἱ δὲ ἀπαίδευτοι ἔνθεσθε καρδίαν. 5 Σεις, οι αθώοι και άκακοι, μάθετε σύνεσιν και σεις, που είσθε ακαλλιέργητοι ψυχικώς, βάλετε νουν. 5 Σεὶς οἱ ἀπονήρευτοι μάθετε φρονιμάδαν, καὶ σεῖς οἱ ψυχικῶς ἀμόρφωτοι βάλετε μυαλό.
6 εἰσακούσατέ μου, σεμνὰ γὰρ ἐρῶ καὶ ἀνοίσω ἀπὸ χειλέων ὀρθά· 6 Ακούσατέ με και δεχθήτε τα λόγια μου, διότι θα σας είπω πράγματα σεμνά. Από την καρδίαν μου θα βγάλω και με το στόμα μου θα εκφράσω ορθά και ωφέλιμα διδάγματα. 6 Ἀκούσατέ με ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς σας, διότι θὰ σᾶς εἴπω σπουδαία καὶ ὠφέλιμα καὶ θὰ ἀνεβάσω εἰς τὰ χείλη μου ὀρθὰ καὶ ἀληθινὰ διδάγματα.
7 ὅτι ἀλήθειαν μελετήσει ὁ φάρυγξ μου, ἐβδελυγμένα δὲ ἐναντίον ἐμοῦ χείλη ψευδῆ. 7 Διότι η καρδία μου θα μελετήση και ο φάρυγξ μου θα διαλαλήση την αλήθειαν. Είναι δε αηδιαστικά και σιχαμερά ενώπιόν μου τα χείλη, που ψεύδονται. 7 Διότι ὁ φάρυγξ μου θὰ εἴπῃ ἀλήθειαν, σιχαμερὰ δὲ εἶναι ἐμπρός μου τὰ χείλη ποὺ ψεύδονται.
8 μετὰ δικαιοσύνης πάντα τὰ ρήματα τοῦ στόματός μου, οὐδὲν ἐν αὐτοῖς σκολιὸν οὐδὲ στραγγαλιῶδες· 8 Ολα τα λόγια του στόματός μου είναι ποτισμένα με την δικαιοσύνην. Δεν υπάρχει τίποτε το διεστραμμένον και επιλήψιμον εις αυτά. 8 Ὅλα τὰ λόγια τοῦ στόματός μου εἶναι ζυμωμένα μὲ δικαιοσύνην καὶ δὲν ὑπάρχει εἰς αὐτὰ κανένα στραβὸ καὶ διεστραμμένον·
9 πάντα ἐνώπια τοῖς συνιοῦσι καὶ ὀρθὰ τοῖς εὑρίσκουσι γνῶσιν. 9 Ολα είναι καθαρά και φανερά εις εκείνους, που έχουν την καλήν διάθεσιν, ορθά εις εκείνους, οι οποίοι αναζητούν και ευρίσκουν την ηθικήν γνώσιν και διάκρισιν. 9 ὅλα, ὅσα λέγω ἐγώ, εἶναι φανερά, σαφῆ καὶ καταληπτὰ εἰς ὅσους ἔχουν πόθον καὶ εἰλικρινῆ διάθεσιν διὰ νὰ τὰ ἐννοήσουν, εἶναι δὲ ὀρθὰ καὶ ἀληθινὰ εἰς ὅσους θέλουν νὰ τὰ γνωρίσουν.
10 λάβετε παιδείαν καὶ μὴ ἀργύριον, καὶ γνῶσιν ὑπὲρ χρυσίον δεδοκιμασμένον· 10 Εκλέξατε και πάρετε ως θησαυρόν σας την θείαν σοφίαν και διαπαιδαγώγησιν και οχι το αργύριον. Την γνώσιν της αληθινής σοφίας περισστερον από τον ολοκάθαρον γνήσιον χρυσόν. 10 Προτιμήσατε τὴν θείαν παιδαγωγίαν καὶ ὄχι τὰ χρήματα, καὶ τὴν γνῶσιν τοῦ θείου θελήματος περισσότερον ἀπὸ τὸ γνήσιον καὶ καθαρὸν χρυσάφι.
11 κρείσσων γὰρ σοφία λίθων πολυτελῶν, πᾶν δὲ τίμιον οὐκ ἄξιον αὐτῆς ἐστιν. 11 Διότι η θεία σοφία είναι ασυγκρίτως προτιμοτέρα και από τους πλέον πολυτελείς λίθους. Οιονδήποτε δε πολύτιμον αντικείμενον δεν είναι αντάξιον αυτής. 11 Διότι ἡ μεταδιδομένη ἀπὸ τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ σοφία εἶναι ἀσυγκρίτως ἀνωτέρα ἀπὸ τοὺς πολυτίμους λίθους, ὁποιονδήποτε δὲ πολύτιμον πρᾶγμα δὲν ἠμπορεῖ νὰ φθάσῃ τὴν ἀξίαν της.
12 ἐγὼ ἡ σοφία κατεσκήνωσα βουλήν, καὶ γνῶσιν καὶ ἔννοιαν ἐγὼ ἐπεκαλεσάμην. 12 Εγώ, η θεία σοφία, εγκαθιστώ εις την καρδίαν των καλοπροαιρέτων ανθρώπων ορθάς σκέψεις και αγαθήν θέλησιν. Την αληθή γνώσιν και επιστήμην εγώ την προσκαλώ να εγκατοικήση εις αυτούς. 12 Ἐγὼ ἡ ἐνυπόστατος Σοφία χαρίζω καὶ ἐγκαθιστῶ ὡς εἰς σκηνήν, εἰς ὅσους μὲ ἐγκολποῦνται, θέλησιν ἰσχυράν. Γνῶσιν καὶ περίσκεψιν ἐγὼ τὰς ἐμπνέω, τὰς προκαλῶ καὶ τὰς φέρω μαζί μου.
13 φόβος Κυρίου μισεῖ ἀδικίαν, ὕβριν τε καὶ ὑπερηφανίαν καὶ ὁδοὺς πονηρῶν· μεμίσηκα δὲ ἐγὼ διεστραμμένας ὁδοὺς κακῶν. 13 Εκείνος που εμπνεόμενος από εμέ ευλαβείται και φοβείται τον Κυριον, μισεί την αδικίαν, όπως επίσης την αλαζονείαν, την έπαρσιν και γενικώς τους τρόπους ζωής των πονηρών ανθρώπων. Εγώ η ίδια έχω μισήσει και μισώ τας διεστραμμένας οδούς των πονηρών ανθρώπων. 13 Ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει εἰς τὴν ψυχήν του τὸν φόβον τοῦ Κυρίου, μισεῖ τὴν ἀδικίαν καὶ τὴν ἀλαζονικὴν συμπεριφορὰν καὶ τὴν ὑπερηφάνειαν καὶ τὴν διαγωγὴν τῶν ἁμαρτωλῶν. Μισῶ δὲ ἐγὼ ἀνέκαθεν τὴν διεστραμμένην πολιτείαν τῶν κακῶν ἀνθρώπων.
14 ἐμὴ βουλὴ καὶ ἀσφάλεια, ἐμὴ φρόνησις, ἐμὴ δὲ ἰσχύς· 14 Ιδική μου είναι η ορθή συμβουλή και κρίσις. Ιδική μου δε και η ασφάλεια των ανθρώπων. Ιδική μου είναι η συνεσις και ιδική μου είναι η δύναμις, ώστε παντού εγώ να υπερισχύω. 14 Ἰδική μου εἶναι ἡ πεφωτισμένη κρίσις καὶ συμβουλή, καθὼς καὶ ἡ ἀσφαλὴς ἔκβασις τῶν διαφόρων ζητημάτων, ιδική μου εἶναι ἡ φρόνησις, ἰδική μου δὲ καὶ ἡ δύναμις, ἡ φέρουσα εἰς αἴσιον πέρας τὰ ἀγαθὰ καὶ συνετὰ βουλεύματα.
15 δι᾿ ἐμοῦ βασιλεῖς βασιλεύουσι καὶ οἱ δυνάσται γράφουσι δικαιοσύνην· 15 Χαρις εις εμέ οι βασιλείς βασιλεύουν και κυβερνούν ειρηνικώς και ορθώς. Οι δε άρχοντες των λαών, φωτιζόμενοι από εμέ, συντάσσουν και εκδίδουν αποφάσεις και νόμους δικαίους. 15 Χάρις εἰς ἐμὲ βασιλεῖς διατηροῦν τὸ βασιλικόν των ἀξίωμα καὶ οἱ ἄρχοντες νομοθετοῦν δίκαια.
16 δι᾿ ἐμοῦ μεγιστᾶνες μεγαλύνονται, καὶ τύραννοι δι᾿ ἐμοῦ κρατοῦσι γῆς. 16 Δι' εμού οι μεγιστάνες γίνονται μεγάλοι και ένδοξοι, και οι μονάρχαι με τον ιδικόν μου φωτισμόν κυριαρχούν και κυβερνούν ορθώς τας χώρας. 16 Χάρις εἰς ἐμὲ μεγιστᾶνες δοξάζονται καὶ μονάρχαι διὰ τοῦ ἰδικοῦ μου φωτισμοῦ κυριαρχοῦν ἐπὶ τῆς γῆς.
17 ἐγὼ τοὺς ἐμὲ φιλοῦντας ἀγαπῶ, οἱ δὲ ἐμὲ ζητοῦντες εὑρήσουσι χάριν. 17 Εγώ αγαπώ εκείνους, οι οποίοι με αγαπούν. Οσοι δέ με αναζητούν, με ευρίσκουν. Ετσι δε αποκτούν χάριν εκ μέρους του Θεού, και δόξαν εκ μέρους των ανθρώπων. 17 Ἐγὼ ἀγαπῶ ὅσους μὲ ἀγαποῦν, ὅσοι δὲ μὲ ζητοῦν, θὰ εὔρουν μεγάλην χάριν καὶ εὐλογίαν.
18 πλοῦτος καὶ δόξα ἐμοὶ ὑπάρχει καὶ κτῆσις πολλῶν καὶ δικαιοσύνη. 18 Εις εμέ υπάρχει και ανήκει ο πλούτος και η δόξα. Δι εμού επιτυγχάνεται η απόκτησις πολλών αγαθών και της αρετής. 18 Εἰς ἐμένα ὑπάρχει πλοῦτος καὶ δόξα καὶ θησαυρὸς πολλῶν ἀγαθῶν καὶ δικαιοσύνη.
19 βέλτιον ἐμὲ καρπίζεσθαι ὑπὲρ χρυσίον καὶ λίθον τίμιον, τὰ δὲ ἐμὰ γεννήματα κρείσσω ἀργυρίου ἐκλεκτοῦ. 19 Είναι καλύτερον να δρέπη κανείς και απολαμβάνη τους ιδικούς μου καρπούς, παρά να θησαυρίζη χρυσόν και πολυτίμους λίθους. Τα ιδικά μου δώρα είναι ασυγκρίτως ανώτερα, από τον πλέον εκλεκτόν και ανόθευτον άργυρον. 19 Εἶναι προτιμότερον νὰ ἀπολαμβάνῃς τοὺς ἰδικούς μου καρπούς, παρὰ νὰ ἔχῃς χρυσάφι καὶ πολύτιμα πετράδια. Τὰ δὲ προϊόντα μου εἶναι ἀνώτερα ἀπὸ τὸ ἐκλεκτὸν καὶ ἀνόθευτον ἀσῆμι.
20 ἐν ὁδοῖς δικαιοσύνης περιπατῶ καὶ ἀνὰ μέσον τρίβων δικαιοσύνης ἀναστρέφομαι, 20 Περιπατώ πάντοτε στους δρόμους της αρετής, αναστρέφομαι διαρκώς και ευρίσκομαι στους δρόμους της δικαιοσύνης· 20 Πάντοτε βαδίζω εἰς τοὺς δρόμους τῆς ἀρετῆς καὶ εὑρίσκομαι διαρκῶς ἐν μέσῳ τῶν πολυσυχνάστων δρόμων τῆς δικαιοσύνης,
21 ἵνα μερίσω τοῖς ἐμὲ ἀγαπῶσιν ὕπαρξιν καὶ τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν ἐμπλήσω ἀγαθῶν. ἐὰν ἀναγγείλω ὑμῖν τὰ καθ᾿ ἡμέραν γινόμενα, μνημονεύσω τὰ ἐξ αἰῶνος ἀριθμῆσαι. 21 δια να μοιράζω εις όσους με αγαπούν αληθινόν πλούτον· να γεμίζω τα θησαυροφυλάκιά των με πλήθος αγαθών. Ακούσατέ με, λοιπόν, με προσοχήν, εάν αναγγείλω εις σας όλα όσα αγαθά έργα κάθε ημέραν γίνονται από εμέ. Θα σας υπενθυμίσω επί πλέον ένα προς ένα, όσα δια μέσου των αιώνων έχουν γίνει. 21 διὰ νὰ μοιράζω εἰς ὅσους μὲ ἀγαποῦν περιουσίαν ἄφθαρτον καὶ νὰ γεμίζω τὰς ἀποθήκας των ἀπὸ ἀγαθὰ καὶ θησαυροὺς αἰωνίους. Καιρὸς ὅμως εἶναι νὰ ὑπερπηδήσω τὰ ὅρια τῆς γηΐνης ἱστορίας· διὰ τοῦτο δὲν θὰ σᾶς εἴπω πλέον διὰ τὰ καθημερινὰ καὶ ἐφήμερα γεγονότα, ἀλλὰ θὰ μνημονεύσω καὶ θὰ ἀπαριθμήσω ὅσα συνέβησαν πρὸ αἰώνων πολλῶν.
22 Κύριος ἔκτισέ με ἀρχὴν ὁδῶν αὐτοῦ εἰς ἔργα αὐτοῦ, 22 Εμέ, την ενυπόστατον Σοφίαν, τον Υιόν και Λογον, ο Θεός και πατήρ μου, με εγέννησεν άναρχον προ πάντων των αιώνων. Και με κατέστησεν εν χρόνω δημιουργόν του σύμπαντος κόσμου. 22 Ὁ Θεὸς πατήρ μου, ὁ Κύριος μὲ ἐγέννησε πρὸ πάντων τῶν αἰώνων ὡς Υἱὸν καὶ Λόγον αὐτοῦ κατὰ τὴν θεότητά μου καὶ μὲ κατέστησεν ἐν χρόνῳ δημιουργικὴν αἰτίαν ὁλοκλήρου τῆς δημιουργίας του.
23 πρὸ τοῦ αἰῶνος ἐθεμελίωσέ με ἐν ἀρχῇ, πρὸ τοῦ τὴν γῆν ποιῆσαι 23 Προαιωνίως, προ πάσης δημιουργίας, πριν ακόμη δημιουργηθή η γη, με ώρισε θεμέλιον και αρχήν των πάντων. 23 Προαιωνίως, πρὶν ἀρχίσῃ ὁ χρόνος καὶ προτοῦ νὰ δημιουργήσῃ τὴν γῆν, μὲ προώρισε διὰ τὸ ἔργον τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καὶ μὲ ἔβαλε, κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν μου, θεμέλιον τῆς πνευματικῆς οἰκοδομῆς του.
24 καὶ πρὸ τοῦ τὰς ἀβύσους ποιῆσαι, πρὸ τοῦ προελθεῖν τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, 24 Και πριν δημιουργήση τους ωκεανούς και τας θαλάσσας, πριν ακόμη αρχίσουν αι πηγαί να αναβλύζουν το ύδωρ επί της γης, 24 Καὶ προτοῦ ἀκόμη νὰ δημιουργήσῃ τὰς θαλάσσας καὶ τοὺς ὠκεανούς, καὶ προτοῦ ἀρχίσουν ἀκόμη αἱ πηγαὶ νὰ ἀναβλύζουν νερό,
25 πρὸ τοῦ ὄρη ἑδρασθῆναι, πρὸ δὲ πάντων βουνῶν γεννᾷ με. 25 πριν εδραιωθούν αμετακίνητα τα όρη τα υψηλά εις τας θέσεις των και τα βουνά, με εγέννησε προαιωνίως και ανάρχως. 25 καὶ προτοῦ ἀκόμη βάλῃ εἰς τὴν θέσιν των καὶ στερεώσῃ τὰ ὑψηλὰ ὅρη, προτήτερα ἀπὸ ὅλα τὰ βουνά, μὲ ἐγέννησεν ἀχρόνως.
26 Κύριος ἐποίησε χώρας καὶ ἀοικήτους καὶ ἄκρα οἰκούμενα τῆς ὑπ᾿ οὐρανόν. 26 Ο Κυριος εδημιούργησε τας χώρας, που κατοικούνται και τας ακατοίκητους περιοχάς και τα πέρατα της οικουμένης, η οποία εκτείνεται κάτω από τον ουρανόν. 26 Ὁ Κύριος ἔκαμε τὰς χώρας, ποὺ κατοικοῦνται, καθὼς καὶ τοὺς ἀκατοικήτους τόπους καὶ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης, ποὺ εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανόν, καὶ τὰ ὁποῖα εἶναι κατῳκημένα.
27 ἡνίκα ἡτοίμαζε τὸν οὐρανόν, συμπαρήμην αὐτῷ, καὶ ὅτε ἀφώριζε τὸν ἑαυτοῦ θρόνον ἐπ᾿ ἀνέμων· 27 Οταν εδημιουργούσε και ενηρμόνιζε το ουράνιον σύμπαν, ήμουν εγώ μαζή με αυτόν, όπως και όταν ώριζε και εστήριζε τον θρόνον του επί πτερύγων ανέμων· 27 Ὅταν κατεσκεύαζε τὸν οὐρανὸν μὲ ὅλα, ὅσα ὑπάρχουν εἰς αὐτόν, ἤμουν μαζί του (διαιωνίζουσα), καθὼς ἐπίσης καὶ ὅταν ὥριζε καὶ ἐστήριζε τὸν θρόνον του ἐπάνω εἰς τοὺς ἀνέμους.
28 ἡνίκα ἰσχυρὰ ἐποίει τὰ ἄνω νέφη, καὶ ὡς ἀσφαλεῖς ἐτίθει πηγὰς τῆς ὑπ᾿ οὐρανὸν 28 και όταν εστερέωνε επάνω στον ουρανόν τα ελαφρότατα νέφη, δια να κρατούν τους ωκεανούς των υδάτων και εξησφάλιζεν ετσι τας πηγάς των υδάτων κάτω εις την γην. 28 Ὅταν ἐστερεοποίει καὶ ἔκαμνεν ἰσχυρὰ τὰ ὑπεράνω τῶν κεφαλῶν μας νέφη, διὰ νὰ κρατοῦν ὠκεανοὺς ὑδάτων, καὶ ὅταν κατησφάλιζε καταλλήλως τὰ ἐπίγεια ὑδραγωγεῖα,
29 καὶ ἰσχυρὰ ἐποίει τὰ θεμέλια τῆς γῆς, 29 Οταν ισχυρά και ακλόνητα έκαμνε τα θεμέλια της γης, 29 καὶ ὅταν ἔκαμνεν ἰσχυρὰ τὰ θεμέλια τῆς γῆς,
30 ἤμην παρ᾿ αὐτῷ ἁρμόζουσα. ἐγὼ ἤμην ᾗ προσέχαιρε, καθ᾿ ἡμέραν δὲ εὐφραινόμην ἐν προσώπῳ αὐτοῦ ἐν παντὶ καιρῷ, 30 εγώ ευρισκόμην πλησίον του και ενηρμόνιζα τα πάντα. Εγώ υπήρξα πάντοτε δι' αυτόν η μόνιμος χαρά και μακαριότης του. Προαιωνίως δέ, και ειδικώτερα κατά το διάστημα της δημιουργίας, εγώ απήλαυα την χαράν και την τέρψιν του προσώπου του· 30 ἐγὼ εὑρισκόμην παρὰ τὸ πλευρόν του καὶ ἐγὼ συνηρμολόγουν μὲ ἁρμονίαν καὶ τάξιν τὰ ὄντα ὡς ἀρχιτεχνίτης. Δι’ ἐμὲ ἔχαιρεν ὁ Πατὴρ εὑρισκόμενος πολὺ πλησίον μου. Διαπαντὸς δὲ καὶ ἐγὼ κατὰ τὰς ἓξ ἡμέρας τῆς δημιουργίας ἔχαιρον μὲ τὸν Πατέρα μου καὶ ἐδοκίμαζα ἀνέκφραστον ἀγαλλίασιν, διότι ἔβλεπον νὰ συντελῆται βαθμιαίως τὸ καλὸν λίαν ἔργον τῆς δημιουργίας.
31 ὅτε ἐνευφραίνετο τὴν οἰκουμένην συντελέσας, καὶ ἐνευφραίνετο ἐν υἱοῖς ἀνθρώπων. 31 μάλιστα δε τότε, που είχεν αποπερατώσει την δημιουργίαν και την οικουμένην, και ηυφραίνετο βλέπων τα πάντα καλά λίαν. Και επί πάσι τούτοις ηυφραίνετο βλέπων τους υιούς των ανθρώπων της γης. 31 Ἔχαιρον μαζί του, ὅταν ἐδοκίμαζεν ἄρρητον χαράν, διότι εἶχεν ἀποτελειώσει τὴν οἰκουμένην καὶ ηὐφραίνετο βλέπων τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, τὴν κορωνίδα τῆς δημιουργίας του.
32 νῦν οὖν, υἱέ, ἄκουέ μου καὶ μακάριοι, οἳ ὁδούς μου φυλάσσοντες, 32 Τωρα, λοιπόν, παιδί μου, άκουε και βάλε μέσα εις την καρδιά σου αυτά τα οποία εγώ, η ενυπόστατος Σοφία, σε εδίδαξα. Και έχε υπ' όψιν σου ότι είναι μακάριοι αυτοί, που σαν παιδιά μου φυλάσσουν τας εντολάς μου. 32 Τώρα λοιπόν, παιδί μου, ἔχων πρὸ ὀφθαλμῶν τὰ ὅσα σοῦ ἀνέφερα, ἄκουέ μου, καὶ ὅσοι φυλάσσουν τοὺς νόμους καὶ τὰς ἐντολάς μου σὰν παιδιά μου, εἶναι πανευτυχεῖς.
33 ἀκούσατε παιδείαν καὶ σοφίσθητε καὶ μὴ ἀποφραγῆτε. 33 Ακούσατε, λοιπόν, όλοι την παιδαγωγούσαν και μορφώνουσαν σοφίαν και γίνετε πραγματικώς σοφοί. Μη φράσσετε τα ώτα σας και μη κλείετε την καρδιά σας εις την θείαν σοφίαν. 33 Ἀκούσατε τὴν παιδαγωγοῦσαν ὑμᾶς σοφίαν καὶ γενῆτε πραγματικῶς σοφοὶ καὶ μὴ κλείσετε τὴν καρδίαν σας, ἀλλ’ ἀνοίξατέ την διὰ νὰ εἰσέλθουν καὶ ριζώσουν εἰς αὐτὴν τὰ λόγια μου.
34 μακάριος ἀνήρ, ὃς εἰσακούεταί μου, καὶ ἄνθρωπος, ὃς τὰς ἐμὰς ὁδοὺς φυλάξει ἀγρυπνῶν ἐπ᾿ ἐμαῖς θύραις καθ᾿ ἡμέραν, τηρῶν σταθμοὺς ἐμῶν εἰσόδων· 34 Τρισευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος θα ακούση και θα υπακούση εις εμέ, θα φυλάξη τας εντολάς μου και άγρυπνος κάθε ημέραν στο κατώφλι των θυρών του ναού μου θα παρακολουθώ με προσοχήν τας εισόδους μου. 34 Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος θὰ δεχθῇ ὁλοψύχως ὅσα ἐγὼ λέγω· μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θὰ φυλάξῃ τὰς ἐντολάς μου καὶ θὰ στέκεται ἄγρυπνος κάθε ἡμέραν εἰς τὰ κατώφλια τῶν θυρῶν μου καὶ θὰ παρακολουθῇ μὲ προσοχὴν ποὺ θὰ σταθῶ καὶ πότε θὰ εἰσέλθω εἰς τὸ σπίτι μου. Εὐτυχὴς δηλαδὴ εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θὰ ζῇ πάντοτε ἄγρυπνος πλησίον μου καὶ θὰ ἐφαρμόζῃ πάντοτε τὰς ἐντολάς μου.
35 αἱ γὰρ ἔξοδοί μου ἔξοδοι ζωῆς, καὶ ἑτοιμάζεται θέλησις παρὰ Κυρίου. 35 Διότι αι πορείαι μου και αι κατευθύνσεις μου οδηγούν εις μακαρίαν ζωήν. Δι' αυτόν, που τας ακολουθεί, ετοιμάζεται πλουσιοπάροχος ευμένεια εκ μέρους του Κυρίου. 35 Θὰ εἶναι εὐτυχής, διότι ἡ ἔκβασις καὶ ἡ κατάληξις, εἰς τὴν ὁποίαν ἐγὼ ὁδηγῷ καὶ κατευθύνῳ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἔκβασις ποὺ καταλήγει εἰς πανευτυχῆ ζωήν. Δι' αὐτὸν δέ, ποὺ μὲ ἀκολουθεῖ, ἑτοιμάζεται ἀπὸ τὸν Κύριον πλήρης ἀνάπαυσις καὶ ἰκανοποίησις τῆς θελήσεώς του.
36 οἱ δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς ἐμὲ ἀσεβοῦσιν εἰς τὰ ἑαυτῶν ψυχάς, καὶ οἱ μισοῦντές με ἀγαπῶσι θάνατον. 36 Εξ αντιθέτου, όσοι αμαρτάνουν απέναντί μου, ασεβούν εις την πραγματικότητα και βλάπτουν την αθάνατον ψυχήν των· και όσοι με μισούν και με αποστρέφονται αγαπούν τον θάνατον. 36 Ὅσοι δὲ ἁμαρτάνουν ἐνώπιόν μου παραβαίνοντες τὰς ἐντολάς μου, ἀσεβοῦν καὶ ἁμαρτάνουν εἰς βάρος καὶ εἰς ζημίαν τῆς ἀθανάτου ψυχῆς των καὶ ὅσοι μὲ μισοῦν καὶ μὲ ἀποστρέφονται, ἀγαποῦν τὸν αἰώνιον θάνατον.