Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:46
Δύση: 20:04
Σελ. 10 ημ.
109-257
16ος χρόνος, 5906η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 (Β)


 
 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Ἐφέσῳ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ κρατῶν τοὺς ἑπτὰ ἀστέρας ἐν τῇ δεξιᾷ αὐτοῦ, ὁ περιπατῶν ἐν μέσῳ τῶν ἑπτὰ λυχνιῶν τῶν χρυσῶν· 1 Προς τον επίσκοπον της Εκκλησίας της Εφέσου γράψε· Αυτά λέγει εκείνος, που κρατεί στο δεξί του χέρι ως εξουσιαστής τους επτά επισκόπους, και που περιπατεί ως κυρίαρχος και κυβερνήτης, ανάμεσα εις τας επτά χρυσάς λυχνίας, αι οποίαι συμβολίζουν τας επτά Εκκλησίας. 1 Καὶ πρὸς τὸν ἐπίσκοπον τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι εἰς τὴν Ἔφεσον, γράψε τὰ ἑξῆς, τὰ ὁποῖα ἰσχύουν διὰ τοὺς ἑκάστοτε ἐπισκόπους τῆς ὅλης Ἐκκλησίας μου μέχρι τῆς συντελείας· Αὐτὰ λέγει αὐτός, ποὺ κρατεῖ εἰς τὴν δεξιάν του ὡς μόνος κύριος καὶ ἀρχιποιμὴν τοὺς ἑπτὰ ἐπισκόπους καὶ ποὺ περιπατεῖ ὡς μόνος κυρίαρχος καὶ προστάτης ἐν μέσῳ τῶν ἑπτὰ χρυσῶν λύχνων, οἱ ὁποῖοι συμβολίζουν τὰς ἑπτὰ Ἐκκλησίας.
2 οἶδα τὰ ἔργα σου καὶ τὸν κόπον σου καὶ τὴν ὑπομονήν σου, καὶ ὅτι οὐ δύνῃ βαστάσαι κακούς, καὶ ἐπείρασας τοὺς λέγοντας ἑαυτοὺς ἀποστόλους εἶναι, καὶ οὐκ εἰσί, καὶ εὗρες αὐτοὺς ψευδεῖς· 2 Γνωρίζω καλά το έργον σου και τον κόπον σου στον οποίον ως επίσκοπος υποβάλλεσαι, και την υπομονήν που δικνύεις εις τας διαφόρους δοκιμασίας, και ότι χάρις εις την ηθικήν σου ευαισθησίαν δεν ημπορείς να ανέχεσαι τους κακούς. Και δι' αυτό ηρεύνησες με προσοχήν και εδοκίμασες εκείνους, που λέγουν τους εαυτούς των αποστόλους χωρίς να είναι, και τους ευρήκες ψευδείς. 2 Γνωρίζω καλὰ τὰ ἔργα σου καὶ τὸν κόπον, ποὺ ὡς ποιμὴν καὶ ἐπίσκοπος καταβάλλεις, καὶ τὴν ὑπομονὴν ποὺ δεικνύεις εἰς τὰς θλίψεις καὶ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ ἐπισκοπικοῦ σου ἔργου. Γνωρίζω καλά, ὅτι δὲν ἀνέχεσαι καὶ δὲν δεικνύεσαι χαλαρὸς εἰς τοὺς κακοὺς καὶ δι’ αὐτὸ ἐδοκίμασες καὶ ἐξήτασες μὲ προσοχὴν ἐκείνους, ποὺ λέγουν τοὺς ἑαυτούς των ἀποστόλους, χωρὶς νὰ εἶναι ἀληθινοὶ ἀπόστολοι καὶ τοὺς ηὗρες ψευδαποστόλους.
3 καὶ ὑπομονὴν ἔχεις, καὶ ἐβάστασας διὰ τὸ ὄνομά μου, καὶ οὐ κεκοπίακας. 3 Και έχεις υπομονήν εις τας διαφόρους δοκιμασίας και έδειξες αντοχήν δια το όνομά μου και δεν απέκαμες από τους κόπους, στους οποίους υπεβλήθης. 3 Καὶ ἔχεις ὑπομονὴν ἐν μέσῳ τῶν ἀντιδράσεών των καὶ ἔδειξες καρτερίαν καὶ ἀντοχὴν δι’ ἐμὲ καὶ τὸ εὐαγγέλιόν μου καὶ δὲν ἀπέκαμες οὔτε ἐξηντλήθης.
4 ἀλλὰ ἔχω κατὰ σοῦ, ὅτι τὴν ἀγάπην σου τὴν πρώτην ἀφῆκας. 4 Αλλ' έχω εναντίον σου, διότι αφήκες και έχασες κάπως την πρώτην σου αγάπην. 4 Εἶμαι ὅμως δυσαρεστημένος ἐναντίον σου, διότι ἀφῆκες νὰ ψυχρανθῇ κάπως ἡ ἀγάπη, ποὺ εἶχες εἰς τὰ πρῶτα σου χρόνια.
5 μνημόνευε οὖν πόθεν πέπτωκας, καὶ μετανόησον καὶ τὰ πρῶτα ἔργα ποίησον· εἰ δὲ μή, ἔρχομαί σοι ταχὺ καὶ κινήσω τὴν λυχνίαν σου ἐκ τοῦ τόπου αὐτῆς, ἐὰν μὴ μετανοήσῃς. 5 Να ενθυμήσαι, λοιπόν, συνεχώς από που έχεις ξεπέσει και μετανόησε και κάμε πάλιν τα πρώτα αγαθά έργα σου. Ει δ' άλλως θα έλθω πολύ σύντομα προς σε και θα μετακινήσω την Εκκλησίαν σου από την θέσιν, που κατέχει σήμερα, εάν όλοι σας δεν μετανοήσετε. 5 Ἐνθυμοῦ λοιπὸν ἀπὸ ποῖον ἠθικὸν ὕψος ἔχεις πέσει καὶ μετανόησε καὶ κάμε πάλιν τὰ ἔργα τῆς προτέρας ἀγάπης σου. Διαφορετικὰ θὰ ἔλθω γρήγορα εἰς σὲ καὶ θὰ μετακινήσω τὴν Ἐκκλησίαν σου ἀπὸ τὴν πρωτεύουσαν θέσιν, ποὺ ἔχει τώρα, ἐὰν σὺ καὶ οἱ Χριστιανοί σου δὲν μετανοήσετε.
6 ἀλλὰ τοῦτο ἔχεις, ὅτι μισεῖς τὰ ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, ἃ κἀγὼ μισῶ. 6 Εχεις όμως τούτο το πλεονέκτημα, ότι μισείς τα αισχρά σαρκικά έργα των Νικολαϊτών, τα οποία και εγώ μισώ. 6 Ἔχεις ὅμως αὐτό, ὅτι μισεῖς τὰς βδελυρὰς καὶ σαρκικὰς παρεκτροπὰς τῶν Νικολαϊτῶν, τὰς ὁποίας καὶ ἐγὼ μισῶ.
7 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις. Τῷ νικῶντι δώσω αὐτῷ φαγεῖν ἐκ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς, ὅ ἐστιν ἐν τῷ παραδείσῳ τοῦ Θεοῦ μου. 7 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι με τας προφητείας αυτάς λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας. Εις εκείνον που θα νικήση, αγωνιζόμενος κατά του πονηρού και της αμαρτίας, θα του δώσω να φάγη από το ξύλον της ζωής. Θα του δώσω τα αγαθά της αιωνίου ζωής μέσα στον Παράδεισον του Θεού και Πατρός, ο οποίος είναι και Θεός ιδικός μου κατά την ανθρωπίνην μου φύσιν. 7 Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει πνευματικὸν ἐνδιαφέρον καὶ τὸ αὐτὶ τῆς ψυχῆς του ὑγιές, ἂς ἀκούσῃ τί λέγει εἰς τὰς Ἐκκλησίας τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ λαλεῖ εἰς αὐτὰς διὰ τῶν προφητῶν του. Εἰς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος θὰ νικήσῃ εἰς τὸν κατὰ τοῦ σατανᾶ καὶ τῆς ἁμαρτίας ἀγῶνα, θὰ δώσω εἰς αὐτὸν νὰ φάγῃ ἀπὸ τὸ ξύλον τῆς ζωῆς. Θὰ τὸν ἀξιώσω τουτέστι νὰ ἀπολαύσῃ τὰ αἰώνια ἀγαθὰ μέσα εἰς τὸν παράδεισον τοῦ Πατρός μου, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν μου εἶναι καὶ Θεός μου.
8 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ὃς ἐγένετο νεκρὸς καὶ ἔζησεν· 8 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας της Σμύρνης γράψε· Αυτά λέγει εκείνος που υπάρχει προαιωνίως πρώτος από όλα και θα υπάρχη αιωνίως έσχατος από όλα, που κλείει εις την άπειρον αυτού ύπαρξιν και παρουσίαν τα πάντα· αυτός που έγινε νεκρός δια της σταυρικής του θυσίας και έζησε πάλιν. 8 Καὶ εἰς τὸν ἐπίσκοπον τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι εἰς τὴν Σμύρνην, γράψε· Αὐτὰ λέγει ἐκεῖνος, ποὺ ὑπάρχει ἀϊδίως πρῶτος ἀπὸ ὅλα καὶ ποὺ θὰ ὑπάρχῃ αἰωνίως ἔσχατος ἀπὸ ὅλα· ὁ ὁποῖος ἔγινε νεκρὸς καὶ ἔζησε πάλιν·
9 οἶδά σου τὰ ἔργα καὶ τὴν θλῖψιν καὶ τὴν πτωχείαν· ἀλλὰ πλούσιος εἶ· καὶ τὴν βλασφημίαν ἐκ τῶν λεγόντων Ἰουδαίους εἶναι ἑαυτούς, καὶ οὐκ εἰσὶν, ἀλλὰ συναγωγὴ τοῦ σατανᾶ. 9 Γνωρίζω καλά τα έργα σου και την θλίψιν και την πτωχείαν εξ αιτίας των διωγμών. Αλλ' είσαι πλούσιος από απόψεως πνευματικών χαρισμάτων και δωρεών. Ειξεύρω ακόμη την ασεβή εναντίον της υπολήψεώς σου διαβολήν, που σου έγινε εκ μέρους εκείνων που λέγουν τον ευατόν των ότι είναι Ιουδαίοι, ενώ πραγματικώς δεν είναι, αλλ' είναι συναγωγή του σατανά. 9 Ἠξεύρω τὰ ἔργα σου καὶ τὴν θλῖψιν καὶ τὴν πτωχείαν, ποὺ σοῦ ἐπροξένησεν ὁ διωγμός. Ἀλλὰ πνευματικῶς εἶσαι πλούσιος. Ἠξεύρω ἀκόμη καὶ τὴν ἀσεβῆ συκοφαντίαν, ποὺ σᾶς ἔγινεν ἀπὸ αὐτούς, ποὺ λέγουν τοὺς ἑαυτούς των, ὅτι εἶναι Ἰουδαῖοι. Καὶ πραγματικῶς δεν εἶναι, ἀλλ’ εἶναι συναγωγὴ τοῦ σατανᾶ.
10 μηδὲν φοβοῦ ἃ μέλλεις παθεῖν. ἰδοὺ δὴ μέλλει βαλεῖν ὁ διάβολος ἐξ ὑμῶν εἰς φυλακὴν ἵνα πειρασθῆτε, καὶ ἕξετε θλῖψιν ἡμέρας δέκα. γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς. 10 Μη φοβείσαι καθόλου δι' εκείνα τα οποία πρόκειται να πάθης. Ιδού τώρα ο σατανάς μέλλει να ρίψη εις την φυλακήν μερικούς από σας, δια να δοκιμασθήτε έτσι όλοι σας, και θα έχετε θλίψιν δέκα ημέρας, (δηλαδή επί ολίγον διάστημα). Προσπάθησε και αγωνίσου να γίνης πιστός μέχρι και μαρτυρικού ακόμη θανάτου δια την πίστιν σου και θα σου δώσω ως βραβείον των αγώνων σου τον στέφανον της αιωνίου ζωής. 10 Μὴ φοβῆσαι τίποτε δι’ αὐτά, ποὺ πρόκειται νὰ πάθῃς. Ἰδοὺ ὁ σατανᾶς μέλλει νὰ ρίψῃ μερικοὺς ἀπὸ σᾶς εἰς τὴν φυλακὴν διὰ νὰ δοκιμασθῆτε καὶ θὰ ἔχετε θλῖψιν δέκα ἡμερῶν, δηλαδὴ σύντομον καὶ ὅχι μακράν. Φρόντιζε νὰ γίνεσαι πιστός, ἀποφασισμένος καὶ θάνατον ἀκόμη νὰ ὑποστῇς διὰ τὴν πίστιν σου αὐτήν. Καὶ θὰ σοῦ δώσω ὡς στέφανον τῶν ἀγώνων σου τὴν αἰώνιον ζωήν.
11 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις. ὁ νικῶν οὐ μὴ ἀδικηθῇ ἐκ τοῦ θανάτου τοῦ δευτέρου. 11 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας. Ο νικητής στους πνευματικούς αγώνας δεν θα αδικηθή από τον πνευματικόν και αιώνιον θάνατον, που σαν δεύτερος, αλλά ασυγκρίτως φοβερώτερος μετά τον σωματικόν θάνατον, περιμένει τους αμαρτωλούς. 11 Ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει πνευματικὸν ἐνδιαφέρον καὶ τὸ αὐτὶ τῆς ψυχῆς του ὑγιές, ἂς ἀκούσῃ τί λέγει τὸ Πνεῦμα εἰς ὅλας τὰς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖνος, ποὺ θὰ εἶναι νικητής, δὲν θὰ ἀδικηθῇ ἀπὸ τὸν πνευματικὸν καὶ αἰώνιον θάνατον, ποὺ διὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς πρόκειται νὰ ἐπακολουθήσῃ μετὰ τὸν σωματικὸν ὡς ἄλλος δεύτερος θάνατός των.
12 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Περγάμῳ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ ἔχων τὴν ῥομφαίαν τὴν δίστομον τὴν ὀξεῖαν· 12 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας της Περγάμου γράψε· Αυτά λέγει εκείνος που έχει την δίκοπον και κοπτεράν ρομφαίαν· 12 Καὶ εἰς τὸν ἐπίσκοπον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Περγάμου γράψε· Αὐτὰ λέγει ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει τὴν δίκοπον καὶ κοπτερὰν ρομφαίαν.
13 οἶδα τὰ ἔργα σου καὶ ποῦ κατοικεῖς· ὅπου ὁ θρόνος τοῦ σατανᾶ· καὶ κρατεῖς τὸ ὄνομά μου, καὶ οὐκ ἠρνήσω τὴν πίστιν μου καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις αἷς Ἀντίπας ὁ μάρτυς μου ὁ πιστός, ὃς ἀπεκτάνθη παρ’ ὑμῖν, ὅπου ὁ σατανᾶς κατοικεῖ. 13 Γνωρίζω καλά τα έργα σου και την ειδωλολατρικήν περιοχήν, εις την οποίαν κατοικείς, όπου έχεις στήσει τον θρόνον του ο σατανάς. Και κρατείς στερεά το όνομά μου και δεν ηρνήθης την πίστιν μου ακόμη και κατά τας ημέρας εκείνας του διωγμού, κατά τας οποίας κατεδιώχθη ο πιστός μάρτυς μου ο Αντίπας, ο οποίος και εφονεύθη εις την πόλιν σας όπου κατοικεί ο σατανάς. 13 Γνωρίζω καλὰ τὰ ἔργα σου καὶ τὸ εἰδωλολατρικὸν κέντρον, εἰς τὸ ὁποῖον κατοικεῖς, ὅπου ὑπάρχει ὁ θρόνος τοῦ σατανᾶ. Καὶ κρατᾷς στερεὰ τὴν ὁμολογίαν τοῦ ὀνόματός μου καὶ δὲν ἠρνήθης τὴν πίστιν μου ἀκόμη καὶ κατὰ τὰς ἡμέρας, κατὰ τὰς ὁποίας κατεδιώχθη ὁ Ἀντίπας, ὁ μάρτυς μου ὁ πιστός, ὁ ὁποῖος ἐφονεύθη εἰς τὴν πόλιν σας, ὅπου κατοικεῖ ὁ σατανᾶς.
14 ἀλλὰ ἔχω κατὰ σοῦ ὀλίγα, ὅτι ἔχεις ἐκεῖ κρατοῦντας τὴν διδαχὴν Βαλαάμ, ὃς ἐδίδαξε τὸν Βαλὰκ βαλεῖν σκάνδαλον ἐνώπιον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ καὶ φαγεῖν εἰδωλόθυτα καὶ πορνεῦσαι. 14 Αλλ' έχω μερικά εναντίον σου· διότι έχεις εκεί μερικούς, που σέβονται και κρατούν την διδασκαλίαν του Βαλαάμ (μάγου και μάντεως των εθνικών), ο οποίος εδίδαξε και προέτρεψε τον βασιλέα των Μωαβιτών Βαλάκ να βάλη σκάνδαλον εμπρός στους Ισραηλίτας, δια να φάγουν ειδωλόθυτα και να παρεκτραπούν εις πορνείαν. 14 Ἔχω ὅμως ἐναντίον σου ὀλίγα παράπονα, διότι ἔχεις ἐκεῖ μερικούς, ποὺ τηροῦν τὴν διδασκαλίαν τοῦ ἐθνικοῦ μάντεως Βαλαάμ, ὁ ὁποῖος ἐδίδασκε καὶ ἐσύσταινεν εἰς τὸν Βαλὰκ τὸν βασιλέα τῶν Μωαβιτῶν νὰ βάλῃ σκάνδαλον ἐμπρὸς εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας, διὰ νὰ τοὺς παρασύρῃ νὰ φάγουν εἰδωλόθυτα καὶ νὰ πορνεύσουν.
15 οὕτως ἔχεις καὶ σὺ κρατοῦντας τὴν διδαχὴν τῶν Νικολαϊτῶν ὁμοίως. 15 Ετσι και συ έχεις μερικούς, που κρατούν την αισχράν διδασκαλίαν των Νικολαϊτών, όπως την εκράτησαν και μερικοί Ιουδαίοι της εποχής του Βαλαάμ. 15 Ἔτσι καὶ σὺ ἔχεις μερικούς, ποὺ τηροῦν τὴν διδασκαλίαν τῶν Νικολαϊτῶν σὰν τοὺς Ἰουδαίους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης τοῦ Βαλαάμ.
16 μετανόησον οὖν· εἰ δὲ μή, ἔρχομαί σοι ταχύ καὶ πολεμήσω μετ’ αὐτῶν ἐν τῇ ῥομφαίᾳ τοῦ στόματός μου. 16 Μετανόησε, λοιπόν· ει δ' άλλως έρχομαι εναντίον σου σύντομα και θα πολεμήσω εναντίον αυτών με την ρομφαίαν του στόματός μου. 16 Μετανόησε λοιπόν· εἰ δ’ ἄλλως καὶ δὲν μετανοήσῃς, ἔρχομαι ἐναντίον σου γρήγορα καὶ θὰ πολεμήσω ἐγὼ κατ’ αὐτῶν μὲ τὴν μάχαιραν τοῦ στόματός μου.
17 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις. Τῷ νικῶντι δώσω αὐτῷ τοῦ μάννα τοῦ κεκρυμμένου, καὶ δώσω αὐτῷ ψῆφον λευκὴν, καὶ ἐπὶ τὴν ψῆφον ὄνομα καινὸν γεγραμμένον, ὃ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ ὁ λαμβάνων. 17 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι λέγει το Αγιον Πνεύμα εις τας Εκκλησίας. Εις τον νικητήν του αγώνος κατά της αμαρτίας θα του δώσω από το μάννα, που είναι κρυμμένον στους ουρανούς, (δηλαδή την κοινωνίαν του ουρανίου Αρτου, που παρέχει αιωνίαν ζωήν). Και ακόμη θα του δώσω λευκήν, αθωωτικήν ψήφον, και επάνω εις την ψήφον θα είναι γραμμένον ένα νέον όνομα, αιώνιον, όνομα, το οποίον κανένας δεν γνωρίζει, παρά μόνος εκείνος που το λαμβάνει. 17 Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει πνευματικὸν ἐνδιαφέρον καὶ δὲν εἶναι κωφὸς πνευματικῶς, ἂς ἀκούσῃ τί λέγει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἰς τὰς Ἐκκλησίας. Εἰς ἐκεῖνον ποὺ θὰ νικήσῃ, θὰ δώσω εἰς αὐτὸν ἀπὸ τὸ μάννα, ποὺ εἶναι κρυμμένον εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ εἶναι ἄγνωστον εἰς τοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου, θὰ τοῦ δώσω τὴν ζωηφόρον κοινωνίαν τοῦ οὐρανίου Ἄρτου, ποὺ θὰ τοῦ ἑξασφαλίσῃ τὴν ἀθάνατον καὶ μακαρίαν ζωήν. Θὰ τοῦ δώσω καὶ ψῆφον λευκὴν καὶ ἀθωωτικὴν καὶ ἐπάνω εἰς τὴν ψῆφον θὰ εἶναι γραμμένον ἕνα νέον ὄνομα, τὸ ὄνομα τῆς υἱοθεσίας καὶ τοῦ πολίτου τῆς αἰωνίου βασιλείας, τὸ ὁποῖον κανένας δὲν γνωρίζει παρὰ μόνον ἐκεῖνος ποὺ τὸ λαμβάνει.
18 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Θυατείροις ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἔχων τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ ὡς φλόγα πυρός, καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὅμοιοι χαλκολιβάνῳ· 18 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας των Θυατείρων γράψε· Αυτά λέγει ο Υιός του Θεού, που έχει τα μάτια αυτού σαν φλόγα πυρός, ώστε να βλέπη και να παρακολουθή τα πάντα, και του οποίου τα πόδια είναι στερεά και λαμπρά, όμοια με μίγμα αργύρου και χρυσού. 18 Καὶ εἰς τὸν ἐπίσκοπον τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι εἰς τὰ Θυάτειρα, γράψε· Αὐτὰ λέγει ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχει τὰ μάτια του σὰν φλόγα φωτιᾶς, ὥστε νὰ μὴ μένῃ τίποτε σκοτεινὸν καὶ κρυμμένον εἰς αὐτά, καὶ τὰ πόδια του εἶναι ὅμοια πρὸς μεταλλικὸν μίγμα ἀπὸ ἄργυρον καὶ χρυσόν.
19 οἶδά σου τὰ ἔργα καὶ τὴν ἀγάπην καὶ τὴν πίστιν καὶ τὴν διακονίαν καὶ τὴν ὑπομονήν σου, καὶ τὰ ἔργα σου τὰ ἔσχατα πλείονα τῶν πρώτων. 19 Γνωρίζω τα έργα σου και την αγάπην και την πίστιν και την υπηρεσίαν, που προσφέρεις προς τους έχοντας ανάγκην, και την υπομονήν που δεικνύεις εις τας θλίψεις και τους διωγμούς. Και γνωρίζω ακόμη, ότι τα έργα σου της τελευταίας περιόδου είναι περισσότερα από τα της πρώτης. 19 Γνωρίζω τὰ ἔργα σου καὶ τὴν ἀγάπην καὶ τὴν πίστιν καὶ τὴν ὑπηρεσίαν σου πρὸς ἀνακούφισιν τῶν πτωχῶν καὶ πασχόντων καὶ τὴν ὑπομονήν σου εἰς τοὺς πειρασμοὺς καὶ διωγμούς. Καὶ εἶναι τοῦ τελευταίου καιροῦ τὰ ἔργα σου περισσότερα ἀπὸ τὰ πρῶτα.
20 ἀλλὰ ἔχω κατὰ σοῦ ὀλίγα, ὅτι ἀφεῖς τὴν γυναῖκα σου Ἰεζάβελ, ἣ λέγει ἑαυτὴν προφῆτιν, καὶ διδάσκει καὶ πλανᾷ τοὺς ἐμοὺς δούλους πορνεῦσαι καὶ φαγεῖν εἰδωλόθυτα. 20 Αλλ' έχω εναντίον σου και ολίγας κατηγορίας, ότι δηλαδή αφίνεις την γυναίκα σου, που ομοιάζει κατά την ασέβειαν και αμαρτωλότητά της με την Ιεζάβελ, η οποία λέγει τον ευατόν της προφήτιν και με τα λόγια και τα έργα της διδάσκει ασεβείς διδασκαλίας και παρασύρει εις την πλάνην τους δούλους μου, να πορνεύσουν και να φάγουν ειδωλόθυτα. 20 Ἔχω ὅμως εἰς βάρος σου καὶ ὀλίγας κατηγορίας, διότι ἀφίνεις τὴν γυναῖκα, ποὺ ἔχει μιμηθῇ τὴν παλαιὰν ἐκείνην Ἰεζάβελ, ἡ ὁποία λέγει τὸν ἑαυτόν της προφήτιν, καὶ διδάσκει καὶ πλανᾷ τοὺς δούλους μου παρακινοῦσα αὐτοὺς νὰ πορνεύσουν καὶ νὰ φάγουν εἰδωλόθυτα.
21 καὶ ἔδωκα αὐτῇ χρόνον ἵνα μετανοήσῃ, καὶ οὐ θέλει μετανοῆσαι ἐκ τῆς πορνείας αὐτῆς. 21 Και έδωκα εις αυτήν καιρόν, δια να μετανοήση, και δεν θέλει να μετανοήση και να απαρνηθή την διαφθοράν και ασέβειάν της. 21 Καὶ τῆς ἔδωκα καιρὸν νὰ μετανοήσῃ καὶ δὲν θέλει νὰ μετανοήσῃ ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρικήν της διαφθορὰν καὶ ἀποστασίαν.
22 ἰδοὺ βάλλω αὐτὴν εἰς κλίνην καὶ τοὺς μοιχεύοντας μετ’ αὐτῆς εἰς θλῖψιν μεγάλην, ἐὰν μὴ μετανοήσωσιν ἐκ τῶν ἔργων αὐτῆς, 22 Ιδού θα την ρίψω στο κρεββάτι τιμωρίας μεγάλης, πόνου και οδύνης. Και εκείνους που αμαρτάνουν μαζή της και όσους παρασύρονται εξ αιτίας της εις φαυλότητας, θα τους βάλω μαζή με αυτήν και θα τους καταδικάσω εις μεγάλην θλίψιν, εάν δεν μετανοήσουν και δεν απαρνηθούν τα φαύλα έργα, εις τα οποία αυτή τους παρεπλάνησε. 22 Ἰδοὺ μετ’ ὀλίγον θὰ τὴν ρίψω εἰς κρεββάτι ὄχι ἡδονῆς καὶ ἀπολαύσεως, ἀλλὰ τιμωρίας μεγάλης. Καὶ ἐκείνους, ποὺ παρασύρονται ἀπὸ αὐτὴν εἰς τὰ εἰδωλολατρικὰ ὄργια καὶ πλάνας, θὰ τοὺς βάλω μαζὶ μὲ αὐτὴν εἰς μεγάλην θλῖψιν, ἐὰν δὲν μετανοήσουν καὶ δὲν ξεκόψουν ἀπὸ τὰ ἔργα, ποὺ τοὺς παρέσυρεν ἐκείνη.
23 καὶ τὰ τέκνα αὐτῆς ἀποκτενῶ ἐν θανάτῳ, καὶ γνώσονται πᾶσαι αἱ ἐκκλησίαι ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ ἐρευνῶν νεφροὺς καὶ καρδίας, καὶ δώσω ὑμῖν ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα ὑμῶν. 23 Και τα παιδιά της θα τα φονεύσω με θανατηφόρον επιδημίαν και έτσι θα μάθουν όλαι αι Εκκλησίαι, ότι εγώ είμαι εκείνος, που ερευνά και γνωρίζει νεφρά και καρδιές, (και τας πλέον απόκρυφα βάθη της ψυχής και διανοίας του ανθρώπου) και θα ανταποδώσω στον καθένα από σας, σύμφωνα με τα έργα σας. 23 Καὶ τὰ παιδιὰ τῆς ψευδοπροφήτιδος αὐτῆς θὰ τὰ φονεύσω μὲ θανατικόν. Καὶ θὰ μάθουν ἀπὸ αὐτὰ τὰ πράγματα αἱ Ἐκκλησίαι, ὅτι ἐγὼ εἶμαι, ποὺ ἐξετάζω νεφροὺς καὶ καρδίας, δηλαδὴ τὰ πλέον ἀπόκρυφα βάθη τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ θὰ σᾶς δώσω εἰς τὸν καθένα σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα σας.
24 ὑμῖν δὲ λέγω τοῖς λοιποῖς τοῖς ἐν Θυατείροις, ὅσοι οὐκ ἔχουσι τὴν διδαχὴν ταύτην, οἵτινες οὐκ ἔγνωσαν τὰ βαθέα τοῦ σατανᾶ, ὡς λέγουσιν· οὐ βάλλω ἐφ’ ὑμᾶς ἄλλο βάρος· 24 Λεγω δε εις σας τους υπολοίπους που κατοικείτε εις τα Θυάτειρα, όσοι δεν έχουν δεχθή την ασεβή και πλανεμένην αυτήν διδασκαλίαν, τας δήθεν βαθυτέρας αληθείας όπως τας παρουσιάζουν οι αιρετικοί και φαύλοι, πράγματι δε σατανικάς πλάνας. Δεν θα σας επιβάλω άλλας υποχρεώσεις, εκτός από εκείνας που γνωρίζετε. 24 Λέγω δὲ εἰς σᾶς τοὺς ὑπολοίπους, ποὺ μένετε εἰς Θυάτειρα, ὅσοι δὲν ἔχουν τὴν πλανημένην αὐτὴν διδασκαλίαν, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔμαθαν τὰς δῆθεν βαθυτέρας αὐτὰς γνώσεις καὶ διδασκαλίας, ὅπως τὰς λέγουν οἱ ὀπαδοὶ τῆς πλάνης, ἀλλ’ αἱ ὁποῖαι πράγματι εἶναι αἱ βαθύτεραι πλάναι τοῦ σατανᾶ. Δὲν θὰ σᾶς ἐπιβάλω ἄλλας ὑποχρεώσεις καὶ καθήκοντα.
25 πλὴν ὃ ἔχετε κρατήσατε ἄχρις οὗ ἂν ἥξω. 25 Πλην όμως εκείνο που σας έχει παραδοθή από τους Αποστόλους, την αλήθειαν δηλαδή του Ευαγγελίου, κρατήσατέ την καλά μέχρις ότου έλθω. 25 Ἐκεῖνο ὅμως, ποὺ ἔχετε καὶ σᾶς παρεδόθη ὡς τὸ μόνον ἀληθὲς εὐαγγέλιον, κρατήσατέ το στερεὰ ἕως ὅτου ἔλθω κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν μου.
26 Καὶ ὁ νικῶν καὶ ὁ τηρῶν ἄχρι τέλους τὰ ἔργα μου, δώσω αὐτῷ ἐξουσίαν ἐπὶ τῶν ἐθνῶν, 26 Και εκείνος που θα νικήση και θα τηρήση μέχρι τέλους του βίου του τα έργα μου, εγώ θα δώσω εις αυτόν εξουσίαν επάνω εις τα ειδωλολατρικά και πολέμια έθνη. 26 Καὶ εἰς ἐκεῖνον, ποὺ θὰ ἀναδειχθῇ νικητὴς καὶ θὰ φυλάττῃ μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του τὰ ἔργα ποὺ παραγγέλλω, θὰ δώσω εἰς αὐτὸν ἐξουσίαν ἐπὶ τῶν ἐθνῶν, τὰ ὁποῖα τώρα καταδιώκουν τοὺς πιστοὺς δούλους μου.
27 καὶ ποιμανεῖ αὐτοὺς ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ, ὡς τὰ σκεύη τὰ κεραμικὰ συντριβήσεται, ὡς κἀγὼ εἴληφα παρὰ τοῦ πατρός μου, 27 Και θα ποιμάνη και θα υποτάξη τους εθνικούς και ειδωλολάτρας με ράβδον σιδερένιαν και θα συντριβούν οι σκληροί και ανυπότακτοι σαν τα πήλινα σκεύη. Και θα αποκτήση αυτός τέτοιαν εξουσίαν και δύναμιν, ωσάν εκείνην που εγώ ο ίδιος έχω λάβει από τον Πατέρα μου. 27 Καὶ ὅπως ἐγὼ κατενίκησα τὰ ἔθνη ποὺ μὲ κατεδίωξαν, ἔτσι καὶ αὐτὸς θὰ τοὺς ποιμάνῃ καὶ θὰ τοὺς καθυποτάξῃ μὲ ράβδον σιδερένιαν, ὅπως τὰ πήλινα σκεύη σπάζουν καὶ γίνονται θρύμματα. Θὰ τοῦ δώσω τὴν ἐξουσίαν αὐτήν, ὅπως καὶ ἐγὼ ὡς ἄνθρωπος τὴν ἔχω πάρει ἀπὸ τὸν Πατέρα μου.
28 καὶ δώσω αὐτῷ τὸν ἀστέρα τὸν πρωϊνόν. 28 Και θα του δώσω ακόμη το λαμπρό πρωϊνό αστέρι, (την θείαν δηλαδή λαμπρότητα και αίγλην) ώστε να γίνη και αυτός φως. 28 Θὰ τοῦ δώσω ἀκόμη καὶ τὸ ἄστρον τὸ πρωϊνόν, ποὺ βγαίνει κατὰ τὰ ἐξημερώματα. Θὰ ἀπολαύσῃ δηλαδὴ τὸν φωτισμὸν καὶ τὴν χαράν, ποὺ θὰ φέρῃ εἰς τοὺς δικαίους ἡ ἀνατολὴ τῆς μελλούσης αἰωνίας ζωῆς.
29 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις. 29 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας. 29 Ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει πνευματικὸν ἐνδιαφέρον καὶ αὐτί, ἂς ἀκούσῃ τί λέγει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἰς τὰς Ἐκκλησίας.