Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:37
Δύση: 20:11
Σελ. 17 ημ.
116-250
16ος χρόνος, 5913η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΑΡΙΘΜΟΙ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 27 (ΚΖ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ προσελθοῦσαι αἱ θυγατέρες Σαλπαὰδ υἱοῦ ᾿Οφέρ, υἱοῦ Γαλαάδ, υἱοῦ Μαχίρ, τοῦ δήμου Μανασσῆ, τῶν υἱῶν ᾿Ιωσήφ (καὶ ταῦτα τὰ ὀνόματα αὐτῶν· Μααλὰ καὶ Νουὰ καὶ ᾿Εγλὰ καὶ Μελχὰ καὶ Θερσά) 1 Τοτε προσήλθον προς τον Μωϋσήν αι θυγατέρες του Σαλπαάδ, υιού του Οφέρ, υιού του Γαλαάδ, ο οποίος ήτο υιός του Μαχίρ, καταγόμενοι όλοι από την φυλήν Μανασσή, ενός από τους υιούς του Ιωσήφ. (Τα δε ονόματα των θυγατέρων του Σαλπαάδ ήσαν, Μααλά, Νουα, Εγλά, Μελχά και Θερσά). 1 Τότε ἦλθαν οἱ θυγατέρες τοῦ Σαλπαάδ, ποὺ ἦταν υἱὸς τοῦ Ὀφέρ, ὁ ὁποῖος ἦταν υἱὸς τοῦ Γαλαάδ, ὁ ὁποῖος (Γαλαὰδ) ἦταν υἱὸς τοῦ Μαχίρ· Ὅλοι αὐτοὶ κατήγοντο ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Μανασσῆ, ποὺ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς υἱοὺς τοῦ Ἰωσήφ· (τὰ ὀνόματα δὲ τῶν θυγατέρων τοῦ Σαλπαὰδ ἦσαν τὰ ἀκόλουθα: Μααλά, Νουά, Ἔγλα, Μελχὰ καὶ Θερσά).
2 καὶ στᾶσαι ἔναντι Μωυσῆ καὶ ἔναντι ᾿Ελεάζαρ τοῦ ἱερέως καὶ ἔναντι τῶν ἀρχόντων καὶ ἔναντι πάσης συναγωγῆς ἐπὶ τῆς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου λέγουσιν· 2 Εστάθησαν ενώπιον του Μωϋσέως, ενώπιον του αρχιερέως Ελεάζαρ, ενώπιον των αρχόντων και όλου του λαού, εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου, και είπον· 2 Οἱ πέντε αὐτές θυγατέρες τοῦ Σαλπαάδ, ἀφοῦ ἦλθαν καὶ ἐστάθησαν ἐμπρὸς εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ τὸν ἀρχιερέα Ἐλεάζαρ καὶ ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἄρχοντες καὶ ἐμπρὸς εἰς ὅλον τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαὸν εἰς τὴν θύραν τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, εἶπαν:
3 ὁ πατὴρ ἡμῶν ἀπέθανεν ἐν τῇ ἐρήμῳ, καὶ αὐτὸς οὐκ ἦν ἐν μέσῳ τῆς συναγωγῆς τῆς ἐπισυστάσης ἔναντι Κυρίου ἐν τῇ συναγωγῇ Κορέ, ὅτι δι' ἁμαρτίαν αὐτοῦ ἀπέθανε, καὶ υἱοὶ οὐκ ἐγένοντο αὐτῷ· μὴ ἐξαλειφθήτω τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς ἡμῶν ἐκ μέσου τοῦ δήμου αὐτοῦ, ὅτι οὐκ ἔστιν αὐτῷ υἱός· δότε ἡμῖν κατάσχεσιν ἐν μέσῳ ἀδελφῶν πατρὸς ἡμῶν. 3 “ο πατήρ ημών απέθανεν εις την έρημον. Δεν ανήκεν αυτός εις την ομάδα, η οποία επανεστάτησεν εναντίον του Κυρίου μαζή με τους οπαδούς του Κορέ. Απέθανεν όμως εις την έρημον δια την άλλην αμαρτίαν, όπως και οι άλλοι Ισραηλίται. Υιούς δεν επέκτησεν. Ας μη σβήση όμως το όνομα του πατρός μας από τον δήμον, στον οποίον ανήκεν, επειδή δεν απέκτησεν υιούς. Οταν θα μοιράζετε την γην της Χαναάν δώσατε εις ημάς ανάμεσα στους Ισραηλίτας τον κλήρον, που ανήκει στον πατέρα μας”. 3 «Ὁ πατέρας μας ἀπέθανεν εἰς τὴν ἔρημον. Δὲν ἀπέθανε διότι ἦταν μεταξὺ τῆς ὁμάδος τοῦ Κορέ, ποὺ ἐστασίασαν ἐναντίον τοῦ Κυρίου· ἀπέθανε μὲ φυσικὸν θάνατον, ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν ἁμαρτιῶν του (ἀπέθανε ὅπως οἱ ἄλλοι Ἰσραηλῖται). Ἀπέθανε καὶ δὲν ἀφῆκεν υἱοὺς ὡς ἀπογόνους. Ἐπειδὴ δὲν ἀπέκτησε υἱόν, ἂς μὴ ἑξαφανισθῇ τὸ ὄνομα τοῦ πατέρα μας ἀπὸ τὸν δῆμον (τὴν οἰκογενειάν) του. Δῶστε εἰς ἡμᾶς τὸ μερίδιον τῆς κληρονομίας τῆς γῆς Χαναάν, ποὺ ἀνήκει εἰς αὐτόν, ὅταν θὰ κάμετε διανομὴν τῆς γῆς τῆς Ἐπαγγελίας εἰς τοὺς Ἰσραηλίτες».
4 καὶ προσήγαγε Μωυσῆς τὴν κρίσιν αὐτῶν ἔναντι Κυρίου. 4 Ο Μωϋσής έφερεν την υπόθεσιν αυτήν ενώπιον του Κυρίου. 4 Ὁ Μωϋσῆς, ἐπειδὴ δὲν ἐγνώριζε πῶς νὰ τακτοποιήσῃ τὴν ὑπόθεσιν αὐτήν, τὴν ἔφερε εἰς τὸν Θεὸν καὶ ἐζήτησε ἀπὸ αὐτὸν τὴν ἀπάντησιν.
5 καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· 5 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν και είπεν· 5 Καὶ ὁ Θεὸς ἐμίλησε εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ εἶπε:
6 ὀρθῶς θυγατέρες Σαλπαὰδ λελαλήκασι· δόμα δώσεις αὐταῖς κατάσχεσιν κληρονομίας ἐν μέσῳ ἀδελφῶν πατρὸς αὐτῶν καὶ περιθήσεις τὸν κλῆρον τοῦ πατρὸς αὐτῶν αὐταῖς. 6 “Ορθώς ωμίλησα αι θυγατέρες Σαλπαάδ. Θα δώσης, ως ιδιοκτησίαν των, κληρονομίαν εις αυτάς μεταξύ των αδελφών του πατρός των και θα μεταβιβάσης εις αυτάς τον κλήρον, που εδικαιούτο ο πατήρ των. 6 «Αὐτὸ τὸ ὁποῖον ζητοῦν οἱ θυγατέρες τοῦ Σαλπαάδ, εἶναι δίκαιον· πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ τοὺς δώσης ὡς περιουσίαν κληρονομίαν μεταξὺ τῶν ἀδελφῶν τοῦ πατέρα των, τῶν Ἰσραηλιτῶν. Θὰ μεταβιβάσῃς τὴν κληρονομικὴν μερίδα, ποὺ ἀνήκει εἰς τὸν πατέρα των, εἰς αὐτές.
7 καὶ τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ λαλήσεις λέγων· 7 Εις δε τους Ισραηλίτας θα είπης τα εξής· 7 Νὰ ὁμιλήσῃς δὲ εἰς τοὺς Ἰσραηλίτες καὶ νὰ τοὺς εἰπῇς:
8 ἄνθρωπος ἐὰν ἀποθάνῃ καὶ υἱὸς μὴ ᾖ αὐτῷ, περιθήσετε τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ τῇ θυγατρὶ αὐτοῦ· 8 Εάν ένας άνθρωπος αποθάνη, και δεν έχει αποκτήσει υιόν, η κληρονομία του θα περιέλθη εις την θυγατέρα του. 8 Ἐὰν κάποιος ἄνθρωπος ἀποθάνῃ χωρὶς νὰ ἀφήσῃ ὡς κληρονόμον του υἱόν, θὰ μεταβιβάσετε τὴν περιουσίαν του (τὴν κληρονομικήν του μερίδα) εἰς τὴν θυγατέρα του.
9 ἐὰν δὲ μὴ ᾖ θυγάτηρ αὐτῷ, δώσετε τὴν κληρονομίαν τῷ ἀδελφῷ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ· 9 Εάν όμως δεν έχη αυτός θυγατέρα, θα δώσετε την κληρονομίαν στον αδελφόν του αποθανόντος πατρός. 9 Καὶ ἐὰν δὲν ἔχῃ οὔτε θυγατέρα, θὰ μεταβιβάσετε τὴν περιουσίαν του (τὴν κληρονομικήν του μερίδα) εἰς τὸν ἀδελφόν (τοῦ πατέρα) ἐκείνου ποὺ ἀπέθανε.
10 ἐὰν δὲ μὴ ὦσιν αὐτῷ ἀδελφοί, δώσετε τὴν κληρονομίαν τῷ ἀδελφῷ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ· 10 Εάν αυτός δεν έχη αδελφούς, θα δώσετε την κληρονομίαν στον αδελφόν του πατρός του, τον θείον του. 10 Ἐὰν δὲ αὐτὸς ποὺ ἀπέθανε δὲν ἔχῃ οὔτε ἀδελφούς, τότε νὰ μεταβιβάσετε τὴν περιουσίαν του (τὴν κληρονομικήν του μερίδα) εἰς τὸν ἀδελφὸν τοῦ πατέρα του (τὸν θεῖον του).
11 ἐὰν δὲ μὴ ὦσιν ἀδελφοὶ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, δώσετε τὴν κληρονομίαν τῷ οἰκείῳ τῷ ἔγγιστα αὐτοῦ ἐκ τῆς φυλῆς αὐτοῦ κληρονομῆσαι τὰ αὐτοῦ. καὶ ἔσται τοῦτο τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ δικαίωμα κρίσεως, καθὰ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ. 11 Εάν δε δεν υπάρχουν αδελφοί του πατρός του, θα δώσετε την κληρονομίαν στον πλησιέστερον συγγενή εκ της φυλής του, δια να παραλάβη αυτός την κληρονομίαν εκείνου”. Αυτό θα είναι δια τους Ισραηλίτας το κληρονομικόν δίκαιον, σύμφωνα με την εντολήν που έδωσε ο Κυριος στον Μωϋσήν. 11 Καὶ ἐὰν ὁ πατέρας ἐκείνου ποὺ ἀπέθανε δὲν ἔχῃ ἀδελφούς, τότε νὰ μεταβιβάσετε τὴν περιουσίαν τοι (τὴν κληρονομικήν του μερίδα) εἰς τὸν στενώτερον συγγενῆ του, ποὺ ὑπάρχει εἰς τὴν φυλήν του· αὐτὸς θὰ κληρονομήσῃ τὴν περιουσίαν ἐκείνου ποὺ ἀπέθανε. Αὐτὸ θὰ εἶναι διὰ τοὺς Ἰσραηλίτες νομικὴ διάταξις, ποὺ θὰ τακτοποιῇ τὶς κληρονομικὲς ὑποθέσεις· τοῦτο θὰ γίνεται, ὅπως ἀκριβῶς διέταξεν ὁ Κύριος τὸν Μωϋσῆν».
12 Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἀνάβηθι εἰς τὸ ὄρος τὸ ἐν τῷ πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου (τοῦτο τὸ ὄρος Ναβαύ) καὶ ἰδὲ τὴν γῆν Χαναάν, ἣν ἐγὼ δίδωμι τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ ἐν κατασχέσει· 12 Ο Κυριος είπε προς τον Μωϋσήν· “ανέβα επάνω στο όρος, που ευρίσκεται ανατολικά από τον Ιορδάνην στο όρος Νααύ - και από εκεί ιδέ την χώραν της Χαναάν, την οποίαν εγώ δίδω προς κατάκτησιν στους Ισραηλίτας. 12 Ὁ Κύριος εἶπεν εἰς τὸν Μωϋσῆν: «Ἀνέβα εἰς τὸ ὅρος τοῦτο, ποὺ εὑρίσκεται ἀνατολικὰ τοῦ ποταμοῦ Ἰορδάνη - τὸ ὅρος Ναβαῦ - καὶ ἀπὸ τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους ἰδὲ τὴν χώραν τῆς Χαναάν, τὴν ὁποίαν ἐγὼ θὰ δώσω εἰς τοὺς Ἰσραηλίτες ὡς ἰδικόν τους κτῆμα.
13 καὶ ὄψῃ αὐτὴν καὶ προστεθήσῃ πρὸς τὸν λαόν σου καὶ σύ, καθὰ προσετέθη ᾿Ααρὼν ὁ ἀδελφός σου ἐν ῍Ωρ τῷ ὄρει, 13 Θα ίδης αυτήν και κατόπιν θα αποθάνης, δια να προστεθής και συ στον λαόν σου, όπως προσετέθη ο αδελφός σου ο Ααρών, ο οποίος απέθανεν επάνω στο όρος Ωρ. 13 Ἀφοῦ τὴν ἰδῇς ἀπὸ τὸ ὅρος, θὰ ἀποθάνῃς καὶ θὰ προστεθῇς εἰς τὸ πλῆθος τῶν ἄλλων Ἰσραηλιτῶν, ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτὸν πρὶν ἀπὸ σέ· ὅπως ἀκριβῶς ἔχει προστεθῇ εἰς τὸ πλῆθος τοῦτο καὶ ὁ ἀδελφός σου Ἀαρών, ὅταν ἀπέθανε εἰς τὸ ὅρος Ὤρ.
14 διότι παρέβητε τὸ ρῆμά μου ἐν τῇ ἐρήμῳ Σὶν ἐν τῷ ἀντιπίπτειν τὴν συναγωγὴν ἁγιάσαι με· οὐχ ἡγιάσατέ με ἐπὶ τῷ ὕδατι ἔναντι αὐτῶν (τοῦτ' ἔστι τὸ ὕδωρ ἀντιλογίας ἐν Κάδης ἐν τῇ ἐρήμῳ Σίν). 14 Και θα αποθάνετε, χωρίς να εισέλθητε εις την γην της Επαγγελίας, διότι παρέβητε την εντολήν μου εις την έρημον Σιν και δεν με ευπροσωπήσατε ούτε με εδοξάσατε ενώπιον των Ισραηλιτών, όταν το πλήθος αυτών κατεφέρετο εναντίον μου δια την έλλειψιν του ύδατος εις την έρημον Σιν (επρόκειτο δια το ύδωρ που εδόθη στους Ισραηλίτας μετά τον γογγυσμόν των εις την πόλιν Καδης εν τη ερήμω Σιν δια το ύδωρ της αντιλογίας). 14 Τόσον ὁ Ἀαρών, ὅσον καὶ σὺ ἀποθνήσκετε πρὶν φθάσετε εἰς τὴν Χαναάν, διότι δὲν ὑπακούσατε εἰς τὴν ἐντολήν, ποὺ σᾶς ἔδωσα εἰς τὴν ἔρημον Σίν, ὥστε ὡς ἐντολοδόχοι ἰδικοί μου νὰ μὲ ἐκπροσωπήσετε ἄξια καὶ νὰ μὲ δοξάσετε ἐμπρὸς ες τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαόν, ὅταν ἀντιμίλησε, ἐγόγγυσε καὶ ἐπανεστάτησε ἐναντίον μου· ὅταν παρουσιάσθη ἡ ἔλλειψις τοῦ νεροῦ, δὲν μὲ ἐδοξάσατε, μὲ τὸ νὰ ἀναγνωρίσετε τὴν δύναμίν μου, ἐμπρός των (δηλαδὴ διὰ τὸ νερὸν τῆς ἀντιλογίας, ποὺ ἔδωσα εἰς τοὺς Ἰσραηλῖτες μετὰ τὸν γογγυσμὸν εἰς τὴν πόλιν τῆς Κάδης, ποὺ εἶναι εἰς τὴν ἔρημον Σίν)».
15 καὶ εἶπε Μωυσῆς πρὸς Κύριον· 15 Παρεκάλεσε δε ο Μωϋσής τον Θεόν και είπε· 15 Ὁ Μωϋσῆς προσηυχήθη εἰς τὸν Κύριον καὶ εἶπε:
16 ἐπισκεψάσθω Κύριος ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων καὶ πάσης σαρκὸς ἄνθρωπον ἐπὶ τῆς συναγωγῆς ταύτης, 16 “Συ, Κυριος ο Θεός των πνευμάτων και πάσης σαρκός, αφού εν τη δικαιοσύνη σου ώρισες να αποθάνω εγώ εν τη ερήμω, ας θελήσης να εκλέξης άνθρωπον ικανόν από τον λαόν αυτόν, 16 «Ὦ Θεέ, ποὺ εἶσαι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ὁ κριτὴς καὶ ἐξουσιαστὴς ὅλων τῶν λογικῶν ὅντων· ὦ Θεὲ τῶν ἀΰλων καὶ ἀσωμάτων πνευμάτων, ποὺ εἶναι εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἐκείνων ποὺ φέρουν ὑλικὸν σῶμα καὶ εἶναι ψυχὲς συνδεδεμένες μὲ σάρκα θνητήν, σοῦ δέομαι, ἔκλεξε καὶ ὅρισε ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος θὰ ἡγηθῇ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ αὐτοῦ λαοῦ·
17 ὅστις ἐξελεύσεται πρὸ προσώπου αὐτῶν καὶ ὅστις εἰσελεύσεται πρὸ προσώπου αὐτῶν καὶ ὅστις ἐξάξει αὐτοὺς καὶ ὅστις εἰσάξει αὐτούς, καὶ οὐκ ἔσται ἡ συναγωγὴ Κυρίου ὡσεὶ πρόβατα οἷς οὐκ ἔστι ποιμήν. 17 ο οποίος ως αρχηγός θα ηγήται και θα προηγήται από όλους αυτούς και θα εισέρχεται με εξουσίαν εν μέσω αυτών και ο οποίος θα εξαγάγη αυτούς από εδώ και θα τους οδηγήση ασφαλείς και νικητάς εις την Χαναάν, και δεν θα είναι ο λαός του Κυρίου ωσάν πρόβατα, εις τα οποία δεν υπάρχει ποιμήν. 17 ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος ὡς ἀρχηγός των θὰ ἡγῆται, θὰ τοὺς διοικῇ καὶ θὰ συμπεριφέρεται μὲ ἀπόλυτον ἐξουσίαν· ἀρχηγόν, ὁ ὁποῖος θὰ τοὺς ὁδηγήσῃ ἀπὸ τὴν ἐδῶ ἔρημον καὶ θὰ τοὺς φέρῃ νικητὰς εἰς τὴν γῆν τῆς Ἐπαγγελίας. Ἔτσι δὲν θὰ εἶναι ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου ἀκυβέρνητος καὶ ἀκέφαλος σὰν τὰ πρόβατα, τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν ποιμένα».
18 καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· λάβε πρὸς σεαυτὸν ᾿Ιησοῦν υἱὸν Ναυή, ἄνθρωπον ὃς ἔχει πνεῦμα ἐν ἑαυτῷ, καὶ ἐπιθήσεις τὰς χεῖράς σου ἐπ' αὐτὸν 18 Ο Κυριος ωμίλησεν προς τον Μωϋσήν και είπεν· “πάρε μαζή σου τον Ιησούν, τον υιόν του Ναυή, άνδρα ο οποίος έχει πνεύμα Θεού μέσα του, θα θέσης επάνω εις αυτόν τα χέρια σου, 18 Ὁ Κύριος ἐμίλησε εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ εἶπε: «Πάρε μαζί σου τὸν Ἰησοῦν, τὸν υἱὸν τοῦ Ναυῆ, ἄνθρωπον ποὺ εἶναι ἱκανὸς καὶ ἔχει μέσα τοῦ Πνεῦμα Θεοῦ καὶ θὰ βάλῃς τὰ χέρια σου ἐπάνω εἰς τὴν κεφαλήν του, διὰ νὰ τοῦ μεταβιβάσῃς ἔτσι τὴν ἐξουσίαν.
19 καὶ στήσεις αὐτὸν ἔναντι ᾿Ελεάζαρ τοῦ ἱερέως καὶ ἐντελῇ αὐτῷ ἔναντι πάσης συναγωγῆς καὶ ἐντελῇ περὶ αὐτοῦ ἐναντίον αὐτῶν 19 θα παρουσιάσης αυτόν ενώπιον του αρχιερέως Ελεάζαρ και θα δώσης εις αυτόν την εντολήν και το δικαίωμα του αρχηγού ενώπιον όλου του λαού· θα τον περιβάλης με αυτήν την εξουσίαν ενώπιον όλων· 19 Καὶ θὰ τὸν παρουσιάσῃς ὄρθιον ἐμπρὸς εἰς τὸν ἀρχιερέα Ἐλεάζαρ καὶ θὰ τὸν ἐγκαταστήσῃς ἀρχηγὸν ἐμπρὸς εἰς ὅλον τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαὸν καὶ θὰ τὸν ὁρίσῃς διάδοχόν σου ἐμπρὸς εἰς ὅλους.
20 καὶ δώσεις τῆς δόξης σου ἐπ' αὐτόν, ὅπως ἂν εἰσακούσωσιν αὐτοῦ οἱ υἱοὶ ᾿Ισραήλ. 20 και θα του δώσης ένα μέρος από το ιδικόν σου κύρος και από την ιδικήν σου εξουσίαν, ώστε οι Ισραηλίται να υπακούουν πλέον εις αυτόν. 20 Καὶ θὰ δώσῃς εἰς αὐτὸν μέρος ἀπὸ τὴν ἰδικήν σου ἐξουσίαν, ὥστε ὅλος ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς νὰ τὸν ὑπακούῃ καὶ νὰ πειθαρχῇ εἰς αὐτόν.
21 καὶ ἔναντι ᾿Ελεάζαρ τοῦ ἱερέως στήσεται, καὶ ἐπερωτήσουσιν αὐτὸν τὴν κρίσιν τῶν δήλων ἔναντι Κυρίου· ἐπὶ τῷ στόματι αὐτοῦ ἐξελεύσονται καὶ ἐπὶ τῷ στόματι αὐτοῦ εἰσελεύσονται αὐτὸς καὶ οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ ὁμοθυμαδὸν καὶ πᾶσα ἡ συναγωγή. 21 Ενώπιον του αρχιερέως Ελεάζαρ θα παρουσιασθή αυτός. Ο λαός και ο Ιησούς του Ναυή τον Ελεάζαρ θα ερωτούν και αυτός θα αποκαλύπτη την γνώμην και το θέλημα του Κυρίου. Κατόπιν εντολής αυτού θα κινούνται και θα ενεργούν ο Ιησούς του Ναυη και οι Ισραηλίται, όλοι μαζή, όλος ο λαός του Ισραήλ με μία ψυχή”. 21 Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ θὰ παρουσιασθῇ καὶ θὰ σταθῇ ἐμπρὸς εἰς τὸν ἀρχιερέα Ἐλεάζαρ. Τόσον ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὅσον καὶ ὁ λαὸς θὰ ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸν Ἐλεάζαρ· αὐτὸν θὰ ἐρωτοῦν καὶ αὐτὸς θὰ φανερώνῃ εἰς τούτους τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ κάμῃ χρῆσιν τῶν ἀρχιερατικῶν του διασήμων Δήλωσις καὶ Ἀλήθεια. Ὑπὸ τὴν διαταγὴν τοῦ Ἐλεάζαρ τόσον ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὅσον καὶ ὅλος ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς θὰ κινοῦνται καὶ θὰ ἐνεργοῦν ὅλοι μαζὶ εἰς ὅλες τὶς ὑποθέσεις των καὶ μὲ ὅλην τὴν ψυχήν των».
22 καὶ ἐποίησε Μωυσῆς, καθὰ ἐνετείλατο αὐτῷ Κύριος, καὶ λαβὼν τὸν ᾿Ιησοῦν ἔστησεν αὐτὸν ἐναντίον ᾿Ελεάζαρ τοῦ ἱερέως καὶ ἐναντίον πάσης συναγωγῆς 22 Ο Μωϋσής έκαμε όπως τον διέταξε ο Κυριος. Επήρε τον Ιησούν του Ναυή, τον παρουσίασεν ενώπιον του αρχιερέως Ελεάζαρ και ενώπιον όλου του λαού, 22 Ὁ Μωϋσῆς ἔκαμε ὅπως ἀκριβῶς τοῦ ἔδωσεν ἐντολὴν ὁ Κύριος. Ἀφοῦ παρέλαβε τὸν Ἰησοῦν, τὸν ὠδήγησε καὶ τὸν παρουσίασε ἐμπρὸς εἰς τὸν ἀρχιερέα Ἐλεάζαρ καὶ ἐμπρὸς εἰς ὅλον τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαόν.
23 καὶ ἐπέθηκε τὰς χεῖρας αὐτοῦ ἐπ' αὐτόν, καὶ συνέστησεν αὐτὸν καθάπερ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ. 23 έθεσε τα χέρια του επάνω εις αυτόν και εγκατέστησεν αυτόν ως αρχηγόν του λαού, όπως ο Κυριος είχε διατάξει τον Μωϋσήν. 23 Καὶ ἔβαλε τὰ χέρια του ἐπάνω εἰς τὴν κεφαλήν του καὶ τὸν ἀνεκήρυξε διάδοχόν του καὶ τὸν ἐγκατέστησε ἀρχηγόν, ὅπως ἀκριβῶς εἶχε δώσει ἐντολὴν ὁ Θεὸς εἰς τὸν Μωϋσῆν.