Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:45
Δύση: 20:05
Σελ. 11 ημ.
110-256
16ος χρόνος, 5907η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΗΣΑΪΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 29 (ΚΘ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΟΥΑΙ ᾿Αριὴλ πόλις, ἣν ἐπολέμησε Δαυίδ· συναγάγετε γεννήματα ἐνιαυτὸν ἐπὶ ἐνιαυτόν, φάγεσθε, φάγεσθε γὰρ σὺν Μωάβ. 1 Αλλοίμονον εις την πόλιν Αριήλ, δηλαδή την Ιερουσαλήμ, την οποίαν άλλοτε επολέμησε και κατέλαβεν ο Δαυίδ ! Συγκεντρώσατε τα προϊόντα του τόπου σας το ένα έτος μετά το άλλο. Φαγετε, διότι θα τα φάγετε μαζή με τους Μωαβίτας! 1 Αλλοίμονον εἰς τὴν πόλιν Ἱερουσαλήμ, τὴν ἔχουσαν τὸ θυσιαστήριον τοῦ Θεοῦ, τὸ καλούμενον Ἀριήλ, διὰ τὴν ὁποίαν ἐπολέμησε καὶ τὴν κατέκτησεν ὁ Δαβίδ.Συναθροίσατε τὰ γεννήματα τῆς μιᾶς χρονιᾶς ἐπὶ τὰ γεννήματα τῆς ἄλλης, φάγετε καὶ χορτάσθητε τώρα, διότι προσεχῶς θὰ φάγετε μὲ στέρησιν καὶ πεῖναν μαζὶ μὲ τοὺς Μωαβίτας.
2 ἐκθλίψω γὰρ ᾿Αριήλ, καὶ ἔσται αὐτῆς ἡ ἰσχὺς καὶ ὁ πλοῦτος ἐμοί. 2 Εγώ θα αποστείλω βαρείας θλίψεις εναντίον της πόλεως Αριήλ. Η δύναμίς της και ο πλούτος της θα περιέλθουν τελικώς εις εμέ. 2 Ταλανίζω τὴν Ἀριήλ, διότι θὰ τὴν συμπιέσω, καὶ ἡ δύναμίς της καὶ ὁ πλοῦτος της θὰ γίνουν ἰδικά μου, ἀφαιρούμενα ἀπὸ τοὺς κατοίκους της.
3 καὶ κυκλώσω ὡς Δαυὶδ ἐπὶ σὲ καὶ βαλῶ περὶ σὲ χάρακα καὶ θήσω περὶ σὲ πύργους, 3 Οπως άλλοτε ο Δαυίδ, θα σε περικυκλώσω, θα βάλω ολόγυρά σου χαράκωμα, θα στήσω πολιορκητικούς πύργους. 3 Καὶ θὰ σὲ περικυκλώσω, ὅπως ἄλλοτε ὁ Δαβίδ, καὶ θὰ βάλω τριγύρω σου χαράκωμα καὶ θὰ θέσω πολιορκητικὰς μηχανάς.
4 καὶ ταπεινωθήσονται εἰς τὴν γῆν οἱ λόγοι σου, καὶ εἰς τὴν γῆν οἱ λόγοι σου δύσονται· καὶ ἔσται ὡς οἱ φωνοῦντες ἐκ τῆς γῆς ἡ φωνή σου, καὶ πρὸς τὸ ἔδαφος ἡ φωνή σου ἀσθενήσει. 4 Τοτε οι αλαζονικοί λόγοι σου θα ταπεινωθούν, θα πέσουν άπρακτοι εις την γην, θα βυθισθούν οι λόγοι σου στο χώμα. Η φωνή σου θα είναι τόσον ασθενική, ωσάν την φωνήν εκείνων που ομιλούν από τα βάθη της γης. Θα εξασθένηση η φωνή σου, σαν να βγαίνη από το έδαφος. 4 Καὶ θὰ ταπεινωθῇς εἰς τὸ χῶμα, ὥστε ἀπ’ ἐκεῖ νὰ ἀκούωνται ὅσα θὰ λέγῃς· καὶ θὰ βυθισθοῦν εἰς τὴν γῆν τὰ λόγια σου καὶ θὰ γίνῃ ἡ φωνή σου ὡσὰν ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ὁμιλοῦν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς γῆς, ἐπικαλούμενοι διὰ τῆς νεκρομαντείας τοὺς νεκρούς· καὶ ἡ φωνή σου θὰ ἑξασθενήσῃ, ὡσὰν νὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὸ ἔδαφος.
5 καὶ ἔσται ὡς κονιορτὸς ἀπὸ τροχοῦ ὁ πλοῦτος τῶν ἀσεβῶν καὶ ὡς χνοῦς φερόμενος τὸ πλῆθος τῶν καταδυναστευόντων σε, καὶ ἔσται ὡς στιγμὴ παραχρῆμα 5 Τα πλούτη των ασεβών θα γίνουν σαν τον κονιορτόν, που σηκώνεται από τους τροχούς των αμαξών. Το πλήθος αυτών, που σε καταδυναστεύουν, ω Ιερουσαλήμ, θα γίνη σαν το χνούδι που το σηκώνει και το διασκορπίζει ο άνεμος. Σαν σε μια στιγμή θα γίνη η καταστροφή 5 Καὶ θὰ γίνῃ ὡσὰν σκόνη, ὁμοία πρὸς αὐτήν, ποὺ δημιουργοῦν καὶ σηκώνουν ὀπίσω των οἱ τροχοί, ὁ πλοῦτος τῶν ἀσεβῶν, καὶ ὡσὰν χνούδι, ποὺ τὸ σηκώνει ὁ ἄνεμος, τὸ πλῆθος αὐτῶν ποὺ σὲ καταδυναστεύουν, ὦ Ἱερουσαλήμ.Θὰ γίνῃ δὲ ἡ καταστροφὴ αὐτὴ ὡσὰν μία στιγμή, ἀμέσως,
6 παρὰ Κυρίου σαβαώθ· ἐπισκοπὴ γὰρ ἔσται μετὰ βροντῆς καὶ σεισμοῦ καὶ φωνῆς μεγάλης, καταιγὶς φερομένη καὶ φλὸξ πυρὸς κατεσθίουσα. 6 από τον Κυριον των δυνάμεων. Διότι ο Κυριος θα επισκεφθή τους εχθρούς σου με βροντήν και σεισμόν και φωνήν μεγάλην. Θα υμοιαζη η επίσκεψις του με ορμητικήν καταιγίδα, με φλόγα πυρός, η οτοία θα κατατρώγη τα πάντα. 6 ἀπὸ τὸν Κύριον τῶν Δυνάμεων διότι θὰ γίνῃ ἐπίσκεψις αὐτοῦ μὲ βροντὴν καὶ σεισμὸν καὶ φωνὴν μεγάλην, ὡσὰν καταιγὶς σφοδρὰ ἐπερχομένη καὶ ὡσὰν φλόγα πυρός, ποὺ κατατρώγει τὰ πάντα.
7 καὶ ἔσται ὡς ὁ ἐνυπνιαζόμενος καθ᾿ ὕπνους νυκτὸς ὁ πλοῦτος ἁπάντων τῶν ἐθνῶν, ὅσοι ἐπεστράτευσαν ἐπὶ ᾿Αριήλ, καὶ πάντες οἱ στρατευσάμενοι ἐπὶ ῾Ιερουσαλὴμ καὶ πάντες οἱ συνηγμένοι ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ θλίβοντες αὐτήν. 7 Ο πλούτος, τον οποίον περιμένουν να αποκτήσουν από σε οι εχθροί σου, αυτοί που εξεστράτευσαν εναντίον σου, ω Αριήλ, θα μοιάζη με τον πλούτον, που βλέπει κανείς εις όνειρον κατά τον νυκτερινόν ύπνον του. Ολοι όσοι θα εκστρατεύσουν εναντίον της Ιερουσαλήμ, όλοι, όσοι θα έχουν συγκεντρωθη γύρω από αυτήν, και την καταθλίβουν με πολιορκίαν και πολεμικάς επιχειρήσεις, θα αποτύχουν. 7 Καὶ θὰ εἶναι ὡσὰν ἐκεῖνον, ποὺ ὀνειρεύεται εἰς τὸν ὕπνον του ὅτι ἔγινε πλούσιος, ὁ πλοῦτος ὅλων τῶν ἐθνῶν, ὅσοι ἐξεστράτευσαν ἐναντίον τῆς Ἀριήλ· καὶ ὅλοι, ὅσοι ἐξεστράτευσαν κατὰ τῆς Ἱερουσαλήμ, καὶ ὅλοι, ὅσοι συνηθροίσθησαν ἐναντίον της καὶ θλίβουν πολιορκοῦντες αὐτήν,
8 καὶ ἔσονται ὡς οἱ ἐν τῷ ὕπνῳ πίνοντες καὶ ἔσθοντες, καὶ ἐξαναστάντων μάταιον αὐτῶν τὸ ἐνύπνιον, καὶ ὃν τρόπον ἐνυπνιάζεται ὁ διψῶν ὡς πίνων καὶ ἐξαναστὰς ἔτι διψᾷ, ἡ δὲ ψυχὴ αὐτοῦ εἰς κενὸν ἤλπισεν, οὕτως ἔσται ὁ πλοῦτος τῶν ἐθνῶν πάντων, ὅσοι ἐπεστράτευσαν ἐπὶ τὸ ὄρος Σιών. 8 Και θα ομοιάζουν με εκείνους, οι οποίοι κατά το διάστημα του ύπνου των ονειρεύονται ότι τρώγουν και πίνουν. Οταν δε εξυπνήσουν, βλέπουν ότι είναι μάταιον και ψευδές το όνειρόν των. Θα είναι όπως ο διψασμένος, ο οποίος βλέπει όνειρον ότι πίνει, εξυπνά δε και αισθάνεται ότι ακόμη διψά. Η ψυχή του έχει ματαίως ελπίσει να ξεδιψάση. Ετσι θα είναι και ο πλούτος, τον οποίον νομίζουν όλα τα έθνη ότι θα αποκτήσουν από την λαφυραγωγίαν σου, όλοι όσοι έχουν εκστρατεύσει εναντίον του όρους Σιών, εναντίον της Ιερουσαλήμ. 8 θὰ εἶναι σὰν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι πίνουν καὶ τρώγουν εἰς τὸν ὕπνον των καὶ τὸ ὄνειρόν των.Ὅταν δὲ ἐξυπνήσουν καὶ σηκωθοῦν, παρουσιάζεται μάταιον τὸ ὄνειρον καὶ ἄδειον ἀπὸ πραγματικότητα.Καὶ καθ’ ὂν τρόπον βλέπει ὄνειρον ἐκεῖνος ποὺ διψᾷ, ὅτι πίνει, καὶ ὅταν σηκωθῇ, ἀκόμη διψᾷ, ἡ δὲ ψυχή του εἰς μάτην ἤλπισεν, ἔτσι θὰ εἶναι ὁ πλοῦτος τῶν ἐθνῶν ὅλων, ὅσοι ἐξεστράτευσαν ἐναντίον τοῦ ὑψηλοῦ καὶ στερεοῦ ὄρους Σιών.
9 ἐκλύθητε καὶ ἔκστητε καὶ κραιπαλήσατε οὐκ ἀπὸ σίκερα οὐδὲ ἀπὸ οἴνου· 9 Παραλύσατε από φόβον σεις οι εχθροί της Ιερουσαλήμ. Περιπέσατε εις σύγχυσιν, καταντήσατε εις κραιπάλην και μέθην, η οποία δημιουργείται όχι από οινοπνευματώδη ποτά, ούτε από τον οίνον, αλλά από την αλαζονείαν και τον σκοτισμόν της αμαρτίας. 9 Ἀφοῦ δὲν ἐννοεῖτε νὰ διορθωθῆτε, παραλύσατε καὶ ἀποβάλετε πᾶσαν ἠθικὴν αἴσθησιν καὶ περιέλθετε εἰς τὴν κατάστασιν τῆς κραιπάλης καὶ τῆς μέθης, ἡ ὁποία δημιουργεῖται οὐχὶ ἀπὸ μεθυστικὰ ποτά, οὐδὲ ἀπὸ οἶνον, ἀλλ’ ἀπὸ τὴν τύφλωσιν τῆς ἁμαρτίας.
10 ὅτι πεπότικεν ὑμᾶς Κύριος πνεύματι κατανύξεως καὶ καμμύσει τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν καὶ τῶν προφητῶν αὐτῶν καὶ τῶν ἀρχόντων αὐτῶν, οἱ ὁρῶντες τὰ κρυπτά. 10 Θα πάθετε αυτά, διότι ο Κυριος επέτρεψε να ποτισθήτε πνεύμα νάρκης και ηθικής αναισθησία. Παρεχώρησε να κλείσουν τα μάτια της διανοίας σας, τα μάτια και αυτών των προφητών σας και των αρχόντων σας οι οποίοι καθήκον και αποστολήν έχουν, να βλέπουν τα κρυπτά και απόρρητα του Θεού. 10 Ὠρισμένως θὰ πάθετε ταῦτα, διότι ὁ Κύριος παρεχώρησε νὰ πίετε πνεῦμα κατανύξεως καὶ ἠθικῆς νάρκης καὶ ἀναισθησίας.Παρεχώρησεν ἀκόμη νὰ κλείσουν οἱ ὀφθαλμοὶ τῆς διανοίας των καὶ τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἀρχόντων αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι ἀποστολὴν ἔχουν νὰ βλέπουν τὰ κρυπτὰ καὶ να καθοδηγοῦν τοὺς ἄλλους.
11 καὶ ἔσονται ὑμῖν τὰ ρήματα πάντα ταῦτα ὡς οἱ λόγοι τοῦ βιβλίου τοῦ ἐσφραγισμένου τούτου, ὃ ἐὰν δῶσιν αὐτὸ ἀνθρώπῳ ἐπισταμένῳ γράμματα λέγοντες· ἀνάγνωθι ταῦτα· καὶ ἐρεῖ· οὐ δύναμαι ἀναγνῶναι, ἐσφράγισται γάρ. 11 Λογω της ηθικής σας νάρκης όλοι αυτοί οι λόγοι του Κυρίου θα είναι σαν τους λόγους του βιβλίου, το οποίον μένει σφραγισμένον και κλεισμένον. Αυτό, εάν δοθή εις άνθρωπον, ο οποίος γνωρίζει γράμματα και ειπούν προς αυτόν· Διάβασε αυτά που περιέχει το βιβλίον· εκείνος θα απαντήση· δεν ημπορώ να ανανγνώσω, διότι το βιβλίον είναι κλεισσμένον και σφραγισμένον. 11 Καὶ κατόπιν τῆς κατανύξεως καὶ τῆς τυφλώσεως ταύτης θὰ εἶναι διὰ σᾶς ὅλοι αὐτοὶ οἱ προφητικοὶ λόγοι καὶ ἀποκαλύψεις ὅπως οἱ λόγοι τοῦ βιβλίου τοῦ ἐσφραγισμένου τούτου, τὸ ὁποῖον, ἐὰν δώσουν εἰς ἄνθρωπον, ποὺ ἠξεύρει γράμματα, λέγοντες· Ἀνάγνωσον ταῦτα, θὰ σᾶς εἴπῃ: Δὲν δύναμαι νὰ τὸ ἀναγνώσω καὶ νὰ τὸ κατανοήσω, διότι εἶναι ἐσφραγισμένον καὶ κεκαλυμμένον.
12 καὶ δοθήσεται τὸ βιβλίον τοῦτο εἰς χεῖρας ἀνθρώπου μὴ ἐπισταμένου γράμματα, καὶ ἐρεῖ αὐτῷ· ἀνάγνωθι τοῦτο· καὶ ἐρεῖ· οὐκ ἐπίσταμαι γράμματα. 12 Και εάν ανοικτόν δοθή το βιβλίον εις χέρια ανθρώπου, ο οποίος δεν γνωρίζει γράμματα, εκείνος θα πη προς αυτόν, που του το εδωσε· διάβασέ το συ, διότι εγώ δεν ημπορώ να το διαβάσω, επειδή δεν γνωρίζω γράμματα. 12 Καὶ θὰ δοθῇ τὸ βιβλίον τοῦτο εἰς χεῖρας ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δὲν γνωρίζει γράμματα, καὶ θὰ εἴπῃ εἰς αὐτὸν ἐκεῖνος, ποὺ τοῦ τὸ δίδει: Ἀνάγνωσέ το.Καὶ θὰ ἀπαντήσῃ αὐτὸς ἀδιαφορῶν: Δὲν ἠξεύρω γράμματα.
13 Καὶ εἶπε Κύριος· ἐγγίζει μοι ὁ λαὸς οὗτος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ καὶ ἐν τοῖς χείλεσιν αὐτῶν τιμῶσί με, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ᾿ ἐμοῦ· μάτην δὲ σέβονταί με διδάσκοντες ἐντάλματα ἀνθρώπων καὶ διδασκαλίας. 13 Ο Κυριος είπεν· “ο λαός αυτός με πλησιάζει μόνον με τα λόγια του στόματός του, με τιμούν με τους λόγους των χειλέων των μόνον. Η ευσέβειά των περιορίζεται εις υποκριτικά λόγια, η δε καρδία των απέχει πολύ από εμέ. Ανώφελα με σέβονται, διότι εγκταλείπουν την ιδικήν μου αλήθειαν και διδάσκουν διδασκαλίας και εντολάς ανθρώπων. 13 Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος: Μὲ πλησιάζει ὁ λαὸς οὗτος μὲ τὸ στόμα του μόνον καὶ μὲ τιμοῦν μὲ τὰ χείλη των, ἡ καρδία των ὅμως μακρὰν ἀπέχει ἀπὸ ἐμέ· ἀνωφελῶς δὲ καὶ ματαίως μὲ σέβονται, διότι διδάσκουν ἐντολὰς καὶ διδασκαλίας ἀνθρώπων καὶ ὄχι τὰς ἰδικάς μου.
14 διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ προσθήσω τοῦ μετατεθῆναι τὸν λαὸν τοῦτον καὶ μεταθήσω αὐτοὺς καὶ ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν κρύψω. 14 Δια τούτο, ιδού εγώ, θα αποφασίσω να μετακινήσω τον λαόν αυτόν, θα τους εξορίσω, θα καταστρέψω την δήθεν σοφίαν των σοφών και την σύνεσιν των ψευδοσυνετών θα εξαφανίσω. 14 Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ λαὸς αὐτὸς δὲν μὲ φοβεῖται πραγματικῶς, δι’ αὐτὸ καὶ Ἐγὼ ἰδού, θὰ προσθέσω καὶ νέαν τιμωρίαν, θὰ μεταθέσω δηλαδὴ καὶ θὰ ἐκτοπίσω ἐκ τῆς πατρίδος του τὸν λαὸν τοῦτον καὶ θὰ μεταθέσω αὐτούς, ἐπιτρέπων νὰ αἰχμαλωτισθοῦν εἰς τὴν Βαβυλῶνα καὶ να διασπαροῦν ἀνὰ τὰ ἔθνη, καὶ θὰ καταστρέψω τὴν σοφίαν τῶν νομιζόντων ἑαυτοὺς σοφούς, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν θεωρούντων ἑαυτοὺς συνετοὺς θὰ τὴν σκεπάσω καὶ ἐξαφανίσω.
15 οὐαὶ οἱ βαθέως βουλὴν ποιοῦντες καὶ οὐ διὰ Κυρίου· οὐαὶ οἱ ἐν κρυφῇ βουλὴν ποιοῦντες καὶ ἔσται ἐν σκότει τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ ἐροῦσι· τίς ἑώρακεν ἡμᾶς; καὶ τίς ἡμᾶς γνώσεται ἢ ἃ ἡμεῖς ποιοῦμεν; 15 Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι εύρισκουν και σκέπτονται βαθυστόχαστον τάχα βουλήν, όχι όμως σύμφωνον προς το θέλημα του Θεού! Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι παίρνουν κρυφίας αποφάσεις και διαπράττουν τα πονηρά έργα των υπό το σκότος, και λέγουν· “ποιός μας βλέπει; Ποιός θα μας αναγνώριση η θα ίδη εκείνα, τα οποία ημείς πράττομεν;” 15 Ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι λαμβάνουν βαθεῖαν καὶ σοφήν, ὡς φαντάζονται, ἀπόφασιν καὶ οὐχὶ σύμφωνον πρὸς τὸ θέλημα καὶ τὸν φωτισμὸν τοῦ Κυρίου.Ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἐκτελοῦν κρυφίως ἀπόφασιν καὶ εὑρίσκονται εἰς τὸ σκότος τὰ ἔργα των.Καὶ θὰ εἶπουν οὗτοι πλανώμενοι: Ποῖος μᾶς ἔχει ἴδει; Καὶ ποῖος θὰ μάθῃ ἡμᾶς ἢ αὐτά, τὰ ὁποῖα ἡμεῖς πράττομεν;
16 οὐχ ὡς ὁ πηλὸς τοῦ κεραμέως λογισθήσεσθε; μὴ ἐρεῖ τὸ πλάσμα τῷ πλάσαντι αὐτό· οὐ σύ με ἔπλασας; ἢ τὸ ποίημα τῷ ποιήσαντι· οὐ συνετῶς με ἐποίησας; 16 Αλλα δεν είσθε σεις ενώπιον του Θεού σαν την λάσπην του κεραμοποιού; Αυτός δεν σας έπλασε και επομένως υπό την δικαιοδοσίαν και το βλέμμα αυτού δεν ευρίσκεσθε; Μηπως αυτό που επλάσθη από τον πηλόν θα πη εις εκείνον, που το έπλασε· “δεν με έπλασες συ”· η μήπως θα πη το έργον στον εργάτην που το έκαμε· “δεν με κατεσκεύασες ορθώς και συνετώς;” 16 Πόσον πλανῶνται ὅμως, φανταζόμενοι ὅτι θὰ διαφύγουν τὸ ὄμμα τοῦ Θεοῦ! Δὲν θὰ ὑπολογισθῆτε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου ὡσὰν τὸν πηλὸν τοῦ κεραμέως; Αὐτὸς δὲν ἔπλασε καὶ σᾶς; Μήπως θὰ εἴπῃ αὐτὸ ποὺ ἐπλάσθη μὲ πηλόν, εἰς ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἔπλασε: Δὲν μὲ ἔπλασες σύ; Ἢ μήπως αὐτὸ ποὺ ἐποιήθη, θὰ εἴπῃ εἰς ἐκεῖνον, ποὺ μὲ σκέψιν καὶ σχέδιον τὸ ἐποίησε: Δὲν μὲ κατεσκεύασες μὲ σκέψιν καὶ σύνεσιν; Αὐτὸ θὰ διδάξῃ σοφίαν καὶ σύνεσιν τὸν ποιητήν του;
17 οὐκέτι μικρὸν καὶ μετατεθήσεται ὁ Λίβανος, ὡς τὸ ὄρος τὸ Χέρμελ καὶ τὸ Χέρμελ εἰς δρυμὸν λογισθήσεται; 17 Εντός ολίγου το δασώδες όρος Λιβανος θα γίνη καρποφόρον ωσάν το καρποφόρον όρος Καρμηλος. Και το όρος Καρμηλος θα συγκαταριθμηθή εις εις δάσος άγριον, χωρίς καρποφόρα δένδρα. 17 Δὲν θὰ περάσῃ παρὰ ὀλίγος χρόνος καὶ θὰ μεταβληθῇ τὸ ὑπὸ ἀγρίων δένδρων ἀποτελούμενον ὄρος Λίβανος ὡσὰν τὸ εὔφορον καὶ καρποφόρον ὄρος Κάρμηλος· καὶ τὸ ὄρος Κάρμηλος θὰ λογαριασθῇ καὶ συγκαταριθμηθῇ εἰς δάσος ἄγριον, στερούμενον δένδρων καρποφόρων;
18 καὶ ἀκούσονται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ κωφοὶ λόγους βιβλίου, καὶ οἱ ἐν τῷ σκότει καὶ οἱ ἐν τῇ ὁμίχλῃ ὀφθαλμοὶ τυφλῶν ὄψονται· 18 Κατά την ευλογημένην εκείνην ημέραν της θαυμαστής μεταβολής, οι κωφοί θα ακούσουν τα λόγια του βιβλίου τούτου. Οι οφθαλμοί των τυφλών, που ευρίσκονται μέσα στο σκοτάδι και την ομίχλην, θα ιδούν αυτά. 18 Καὶ κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τῆς θαυμαστῆς αὐτῆς μεταβολῆς θὰ ἀκούσουν μὲ ἐνδιαφέρον καὶ θὰ κατανοήσουν τοὺς λόγους τοῦ ἐσφραγισμένου βιβλίου ἄνθρωποι, ποὺ προτήτερα ἦσαν κωφοί, καὶ μάτια τυφλῶν, ποὺ τώρα εἶναι βυθισμένα εἰς τὸ σκότος καὶ εἰς τὴν ὁμίχλην, θὰ ἴδουν.
19 καὶ ἀγαλλιάσονται πτωχοὶ διὰ Κύριον ἐν εὐφροσύνῃ, καὶ οἱ ἀπηλπισμένοι τῶν ἀνθρώπων ἐμπλησθήσονται εὐφροσύνης. 19 Οι πτωχοί και άσημοι θα αναγαλλιάσουν με μεγάλην ευφροσύνην δια τον Κυριον και οι απελπισμένοι μεταξύ των ανθρώπων θα πλημμυρίσουν από ευάρεστα συναισθήματα. 19 Καὶ θὰ σκιρτήσουν ἀπὸ ἀγαλλίασιν διὰ τὸν Κύριον μὲ εὐφροσύνην ἄνθρωποι, ποὺ τώρα πνευματικῶς εἶναι πτωχοί, καὶ ἐκ τῶν ἀνθρώπων ἀπηλπισμένοι καὶ θεωρούμενοι ἀνεπίδεκτοι σωτηρίας θὰ γεμίσουν εὐφροσύνην.
20 ἐξέλιπεν ἄνομος, καὶ ἀπώλετο ὑπερήφανος, καὶ ἐξωλοθρεύθησαν οἱ ἀνομοῦντες ἐπὶ κακίᾳ, 20 Τοτε ο παράνομος και αμαρτωλός θα έκλειψη, θα καταστραφή ο εγωϊστής και υπερήφανος, θα εξολοθρευθούν, όσοι εν τη κακία των παραβαίνουν και καταπατούν τον νόμον του Θεού· 20 Θὰ ἐκλείψῃ κάθε ἄνομος καὶ θὰ ἀπολεσθῇ κάθε ὑπερήφανος καὶ θὰ ἐξολοθρευθοῦν αὐτοί, οἱ ὁποῖοι τώρα παραβαίνουν τὸν Νόμον λόγῳ τῆς κακίας, ὑπὸ τῆς ὁποίας κατέχονται.
21 καὶ οἱ ποιοῦντες ἁμαρτεῖν ἀνθρώπους ἐν λόγῳ· πάντας δὲ τοὺς ἐλέγχοντας ἐν πύλαις πρόσκομμα θήσουσιν ὅτι ἐπλαγίασαν ἐπ᾿ ἀδίκοις δίκαιον. 21 όπως επίσης και όλοι εκείνοι, οι οποίοι παρακινούν και οδηγούν τους άλλους ανθρώπους να αμαρτάνουν με τα λόγια των. Καθώς και εκείνοι, οι οποίοι θέτουν προσκόμματα και εμπόδια στους δικάζοντας παρά τας πύλας των πόλεων, δια να τους εξαπατήσουν και μη αποδώσουν αυτοί δικαιοσύνην. Τους παρασύρουν δια πλαγίου τρόπου να αποδίδουν δίκαιον στους αδίκους. 21 Θὰ ἐκλείψουν καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι παγιδεύουν τοὺς ἀνθρώπους διὰ νὰ παρεκτραποῦν διὰ λόγου· καθὼς καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι θέτουν πρόσκομμα εἰς ὅλους τοὺς δικάζοντας εἰς τὰς πύλας τῶν πόλεων διὰ νὰ ἐξαπατήσουν αὐτούς, διότι οὖτοι διέστρεψαν τὸ δίκαιον συστηματικῶς διὰ νὰ ἰκανοποιήσουν ἀδίκους φίλους των ἢ σκοποὺς των.
22 διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος ἐπὶ τὸν οἶκον ᾿Ιακώβ, ὃν ἀφώρισεν ἐξ ῾Αβραάμ· οὐ νῦν αἰσχυνθήσεται ᾿Ιακώβ, οὐδὲ νῦν τὸ πρόσωπον μεταβαλεῖ ᾿Ισραήλ· 22 Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος στους απογόνους του Ιακώβ, στους Ισραηλίτας, τους οποίους εξεχώρισεν από τους άλλους απογόνους του Αβραάμ. “Τωρα δεν θα εντροπιασήη πλέον ο οίκος του Ιακώβ, ούτε θα αλλοίωση το πρόσωπόν του από τον φόβον επερχομένων δεινών. 22 Διὰ τοῦτο αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος εἰς τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακώβ, τοὺς ὁποίους ἐξεχώρισεν ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἀβραάμ: Τώρα δὲν θὰ ἐντροπιασθῇ ὁ οἶκος Ἰακώβ, οὔτε θὰ ἀλλάξῃ τὸ πρόσωπόν του τώρα ἐκ φόβου ἢ ἐξ ἐντροπῆς ὁ Ἰσραήλ.
23 ἀλλ᾿ ὅταν ἴδωσι τὰ τέκνα αὐτῶν τὰ ἔργα μου, δι᾿ ἐμὲ ἁγιάσουσιν τὸ ὄνομά μου καὶ ἁγιάσουσιν τὸν ἅγιον ᾿Ιακὼβ καὶ τὸν Θεὸν τοῦ ᾿Ισραὴλ φοβηθήσονται. 23 Αλλά, όταν τα τέκνα αυτών ίδουν τα έργα μου θα δοξάσουν εμέ τον άγιον Θεόν του Ιακώβ, θα φοβηθούν και θα ευλαβηθούν εμέ, τον Θεόν του ισραηλιτικού λαού. 23 Ἀλλ' ὅταν ἴδουν τὰ τέκνα των τὰ ἔργα μου, θὰ δοξάσουν τὸ ὄνομά μου δι’ ἐμέ, ὁ ὁποῖος εἰργάσθην ταῦτα· καὶ θὰ ἀναγνωρίσουν τὴν ἁγιότητα ἐμοῦ, ὁ ὁποῖος ὄντως εἶμαι ὁ ἅγιος Θεὸς τοῦ Ἰακώβ, καὶ θὰ φοβηθοῦν τὸν Θεόν, τὸν ὁποῖον ἐλάτρευσεν ὁ εὐλογημένος γενάρχης τῶν Ἰακώβ, ποὺ ὠνομάσθη καὶ Ἰσραήλ.
24 καὶ γνώσονται οἱ πλανώμενοι τῷ πνεύματι σύνεσιν, οἱ δὲ γογγύζοντες μαθήσονται ὑπακούειν, καὶ αἱ γλῶσσαι αἱ ψελλίζουσαι μαθήσονται λαλεῖν εἰρήνην. 24 Τοτε οι πλανώμενοι κατά το πνεύμα και την διάνοιάν των θα μάθουν σύνεσιν, αυτοί δε οι οποίοι προηγουμένως εγόγγυζαν, θα μάθουν να υπακούουν. Και αι γλώσσαι, αϊ οποίαι μόλις εψέλλιζαν, θα μάθουν να ομιλούν με καθαρότητα και σαφήνειαν περί ειρήνης. 24 Καὶ αὐτοὶ ποὺ πλανῶνται κατὰ τὸ πνεῦμα, θὰ μάθουν σύνεσιν· αὐτοὶ δὲ ποὺ ἄλλοτε ἐγόγγυζαν, θὰ μάθουν νὰ ὑπακούουν· καὶ αἱ γλῶσσαι, ποὺ ἄλλοτε ἐψέλλιζαν καὶ ἐσυλλάβιζαν, θὰ μάθουν νὰ ὁμιλοῦν λόγους εἰρηνικούς.