Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:37
Δύση: 20:11
Σελ. 17 ημ.
116-250
16ος χρόνος, 5913η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΗΣΑΪΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 27 (ΚΖ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΕΝ τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐπάξει ὁ Θεὸς τὴν μάχαιραν τὴν ἁγίαν καὶ τὴν μεγάλην καὶ τὴν ἰσχυρὰν ἐπὶ τὸν δράκοντα ὄφιν φεύγοντα, ἐπὶ τὸν δράκοντα ὄφιν σκολιὸν καὶ ἀνελεῖ τὸν δράκοντα. 1 Κατά την μεγάλην και επίσημον εκείνην ημέραν της κρίσεως ο Θεός θα καταφέρη την μάχαιράν του την αγίαν, την μεγάλην και ισχυράν, εναντίον του μεγάλου όφεως, ο οποίος φεύγει με ταχύτητα· εναντίον του δράκοντας αυτού του πανούργου και διεστραμμένου. Και ο Κυριος θα φονεύση τον μεγάλον αυτόν δράκοντα. 1 Κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην θὰ ἐπιφέρῃ ὁ Θεὸς τὴν μάχαιραν τὴν ἁγίαν, τὴν κολάζουσαν πᾶν βδελυρὸν καὶ ἀκάθαρτον καὶ οὖσαν μεγάλην καὶ ἰσχυρὰν καὶ ἀκαταγώνιστον κατὰ τοῦ συμβολίζοντος τὴν ἀντίθεον δύναμιν δράκοντος, τοῦ ὄφεως, ὁ ὁποῖος φεύγει γρήγορα· κατὰ τοῦ δράκοντος, τοῦ ὄφεως τοῦ πανούργου καὶ διεστραμμένου, καὶ θὰ φονεύσῃ τὸν δράκοντα.
2 τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀμπελὼν καλὸς ἐπιθύμημα ἐξάρχειν κατ᾿ αὐτῆς. 2 Κατά την ημέραν εκείνην ο νέος λαός του Κυρίου θα ανακηρυχήη αμπελών ωραίος και καρποφόρος. Επιθυμία είναι, από αυτόν να αρχίσ·η το επινίκειον άσμα. 2 Κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην θὰ λεχθῇ: Ἄμπελος καλή! Εἶναι ἐπιθυμητὸν ἀπὸ αὐτὴν νὰ ἀρχίσωμεν τὸν ὕμνον.
3 ἐγὼ πόλις ὀχυρά, πόλις πολιουρκουμένη, μάτην ποτιῶ αὐτήν· ἁλώσεται γὰρ νυκτός, ἡμέρας δὲ πεσεῖται τὸ τεῖχος. 3 Εγώ, λέγει η Βαβυλών, είμαι πόλις οχυρά, η οποία όμως πολιορκείται. Εις μάτην περιβρέχεται η πόλις μου από τα ύδατα του ποταμού. Διότι αυτή εν καιρώ νυκτός θα κυριευθή και θα καταστροφή. Κατά δε την ημέραν θα κρημνισθούν τα τείχη της. 3 Ἑγὼ εἶμαι πόλις ὀχυρά, καυχᾶται ἡ Βαβυλών.Καὶ ὅμως εἶμαι πόλις, ἥτις πολιορκεῖται ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν.Ματαίως θὰ ποτίζω αὐτήν, κράζει ὁ ἐγγὺς αὐτῆς ποταμός· διότι θὰ κυριευθῇ ἐν καιρῷ νυκτός, ἐν καιρῷ δὲ ἡμέρας θὰ πέσῃ τὸ τεῖχος της.
4 οὐκ ἔστιν ἣ οὐκ ἐπελάβετο αὐτῆς· τίς με θήσει φυλάσσειν καλάμην ἐν ἀγρῷ; διὰ τὴν πολεμίαν ταύτην ἠθέτηκα αὐτήν· τοίνυν διὰ τοῦτο ἐποίησε Κύριος πάντα ὅσα συνέταξε. κατακέκαυμαι, 4 Δεν υπάρχει δύναμις, η οποία δεν εχρησιμοποιήθη δια την άμυναν της. Παρ' όλον τούτο θα καταστραφή. Ποιός θα με θέση αγροφύλακα, να φυλάττω καλαμιάν εις την πεδιάδα, προκειμένου να αποφύγω την κα-ταστροφήν; Προτιμώ τούτο από το να φρουρώ την οχυράν αυτήν πόλιν. Επειδή η πόλις αυτή ήτο εχθρά εναντίον μου, την κατέστρεψα. Δια την εχθρότητά της ο Κυριος επραγματοποίησεν όλα, όσα είχεν αποφασίσει. Και εκείνη θα φωνάξη· “έχω κατακαή”. 4 Δὲν ὑπάρχει βοήθεια καὶ δύναμις, ἡ ὁποία δὲν ἐπροστάτευσεν αὐτήν.Καὶ ὅμως ἔπεσε.Ποῖος θὰ μὲ θέσῃ νὰ φυλάττω καλαμιὰν εἰς τὴν πεδιάδα; Προτιμῶ τοῦτο ἀπὸ τοῦ νὰ φρουρῷ τὴν ὀχυρὰν αὐτὴν πόλιν.Διὰ τὴν ἐχθρότητα ταύτην πρὸς ἐμέ, λέγει ὁ Κύριος, κατέστρεψα αὐτήν.Λοιπὸν δι’ αὐτό, ἤτοι διὰ τὴν ἐχθρότητή της, ἔκαμεν ὁ Κύριος ὅλα, ὅσα διέταξεν.Ἔχω κατακαῇ,
5 βοήσονται οἱ ἐνοικοῦντες ἐν αὐτῇ, ποιήσωμεν εἰρήνην αὐτῷ, ποιήσωμεν εἰρήνην. 5 Θα φωνάζουν δυνατά, όσοι κατοικούν εντός αυτής· ας κάμωμεν, λοιπόν, ειρήνην με αυτόν. Ας συνάψομεν ειρήνην” ! 5 θὰ φωνάξουν δυνατὰ οἱ κατοικοῦντες εἰς αὐτήν.Ἂς κάμωμεν εἰρήνην μετ’ αὐτοῦ, ἂς συνάψωμεν εἰρήνην.
6 οἱ ἐρχόμενοι, τέκνα ᾿Ιακώβ, βλαστήσει καὶ ἐξανθήσει ᾿Ισραήλ, καὶ ἐμπλησθήσεται ἡ οἰκουμένη τοῦ καρποῦ αὐτοῦ, 6 Εις την μέλλουσαν να ακολουθήση γενεάν, τέκνα του πνευματικού Ιακώβ θα βλαστήσουν, και τέκνα του νέου Ισραήλ θα ανθίσουν και η οικουμένη θα γεμίση από τους καρπούς των τέκνων αυτών. 6 Κατὰ τὰς ἐπερχομένας γενεᾶς ἀπόγονοι τοῦ Ἰακὼβ θὰ πετάξουν βλαστοὺς καὶ θὰ ἀνθήσῃ δαψιλῶς ὁ νέος Ἰσραὴλ τῆς χάριτος, καὶ θὰ γεμίσῃ ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρος ἀπὸ τὸν πνευματικὸν καρπόν του.
7 μὴ ὡς αὐτὸς ἐπάταξε, καὶ αὐτὸς οὕτως πληγήσεται, καὶ ὡς αὐτὸς ἀνεῖλεν, οὕτως ἀναιρεθήσεται; 7 Μηπως ο εχθρός του Ισραήλ, όπως εκτύπησε τους Ισραηλίτας, κατά παρόμοιον τρόπον δεν θα κτυπηθή και αυτός από τον Θεόν; Η όπως εφόνευσε τους Ισραηλίτας, έτσι και αυτός δεν θα φονευθή ; Οχι, αλλά πολύ περισσότερον, μέχρις εξοντώσεως. 7 Μήπως ὅπως ὁ ἐχθρὸς ἐπάταξε τὸν Ἰσραήλ, τόσον μόνον καὶ αὐτὸς θὰ πληγῇ ἀπὸ τὸν Θεόν, καὶ ὅπως αὐτὸς κατέσφαξεν, ἔτσι θὰ κατασφαγῇ; Ὄχι· αὐτὸς θὰ πληγῇ καὶ θὰ σφαγῇ μέχρι πλήρους ἐξοντώσεως.
8 μαχόμενος καὶ ὀνειδίζων ἐξαποστελεῖ αὐτούς· οὐ σὺ ἦσθα ὁ μελετῶν τῷ πνεύματι τῷ σκληρῷ ἀνελεῖν αὐτοὺς πνεύματι θυμοῦ; 8 Ο Κυριος τιμωρών και εζευτελίζων τον απειθή ισραηλιτικον λαόν, θα τον εξαποστείλη εις εξορίαν. Δεν είσαι συ, Κυριε, ο οποίος εμελετούσες εις την αδέκαστον δικαιοσύνην σου και ελάμβανες την απόφασιν να τους φονεύσης με την ορμητικήν καταστρεπτικήν πνοήν σου κατά την δικαίαν εκρηξιν του θυμού σου; 8 Καταπολεμῶν καὶ παραδίδων εἰς ὄνειδος τὸν ἀπειθήσαντα Ἰσραήλ, ὁ Κύριος θὰ τοὺς ἐξαποστείλῃ εἰς ἐξορίαν.Δὲν ἦσουν Σύ, Κύριε, ὁ ὁποῖος μετὰ σκέψεως καὶ εὐσπλάγχνου ἀποφάσεως ἐμελέτας μὲ τὴν βιαίαν καὶ καταστρεπτικὴν πνοήν σου νὰ τοὺς φονεύσῃς ἐν δικαίῳ ἐκρήξει θυμοῦ;
9 διὰ τοῦτο ἀφαιρεθήσεται ἡ ἀνομία ᾿Ιακώβ, καὶ τοῦτό ἐστιν ἡ εὐλογία αὐτοῦ, ὅταν ἀφέλωμαι τὴν ἁμαρτίαν αὐτοῦ, ὅταν θῶσι πάντας τοὺς λίθους τῶν βωμῶν κατακεκομμένους ὡς κονίαν λεπτήν· καὶ οὐ μὴ μείνῃ τὰ δένδρα αὐτῶν, καὶ τὰ εἴδωλα αὐτῶν ἐκκεκομμένα ὥσπερ δρυμὸς μακράν. 9 Με την τιμωρίαν όμως αυτήν θα αφαιρεθή η αμαρτία του ισραηλιτικού λαού· ευλογία δι' αυτόν θα είναι τούτο· Οταν δηλαδή εγώ εξαλείψω την αμαρτίαν του, όταν αυτοί κρημνίσουν και κατακάψουν τους λίθους των βωμών και τους μεταβάλουν εις λεπτήν κόνιν, τότε δεν θα μείνει κανένα από τα ιερά δένδρα των ειδωλολατρικών τόπων και τα είδωλα αυτών θα κατακομματιαστούν, όπως κόβεται πυκνόν δάσος εις μακρυνήν περιοχήν. 9 Διότι δὲ θὰ ὑποστῇ τὴν τιμωρίαν αὐτὴν ὁ Ἰακώβ, δι’ αὐτὸ θὰ ἀφαιρεθῇ ἡ παρανομία του· καὶ ὅταν θὰ ἐξαλείψω τὴν ἁμαρτίαν του, τοῦτο θὰ εἶναι ἡ εὐλογία του, ὅταν δηλαδὴ θέσουν ὅλους τοὺς λίθους τῶν βωμῶν κατακομμένους καὶ τριμμένους σὰν σκόνην λεπτήν· καὶ θὰ μείνουν τὰ δένδρα τῶν ἱερῶν ἀλσῶν των, καὶ τὰ εἴδωλά των θὰ κατακοποῦν τελείως καὶ θὰ καταστραφοῦν μακράν, ὡσὰν νὰ ἦτο πυκνὸν δάσος μακρινόν.
10 τὸ κατοικούμενον ποίμνιον ἀνειμένον ἔσται, ὡς ποίμνιον καταλελειμμένον καὶ ἔσται πολὺν χρόνον εἰς βόσκημα, καὶ ἐκεῖ ἀναπαύσονται ποίμνια. 10 Το λογικόν ποίμνιον, που κατοικεί τώρα μέσα εις την πόλιν, θα μείνη έρημον σαν ποίμνιον, που έχει εγκαταλειφθή. Επί πολύν χρόνον εγκαταλελειμμένη η κατοικία σου θα μεταβληθή εις βοσκότοπον και εκεί θα αναπαύωνται κοπάδια ζώων. 10 Τὸ λογικὸν ποίμνιον, τὸ ὁποῖον τώρα κατοικεῖ ἐν τῇ πόλει, θὰ εἶναι παραμελημένον ὡσὰν ποίμνιον ἐγκαταλελειμμένον.Καὶ ἡ κατοικία του θὰ εἶναι ἐπὶ πολὺν χρόνον τόπος διὰ βοσκήν, καὶ ἐκεῖ θὰ ἀναπαύωνται ποίμνια.
11 καὶ μετὰ χρόνον οὐκ ἔσται ἐν αὐτῇ πᾶν χλωρὸν διὰ τὸ ξηρανθῆναι. γυναῖκες ἐρχόμεναι ἀπὸ θέας, δεῦτε· οὐ γὰρ λαός ἐστιν ἔχων σύνεσιν, διὰ τοῦτο οὐ μὴ οἱκτειρήσῃ ὁ ποιήσας αὐτούς, οὐδὲ ὁ πλάσας αὐτοὺς οὐ μὴ ἐλεήσῃ. 11 Επειτα από βραχύ χρονικόν διάστημα δεν θα υπάρχη εις την χώραν αυτήν κανένα χλωρόν χορτάρι, διότι όλα θα ξηρανθούν. Γυναίκες, που έρχεσθε από το θλιβερόν αυτό θέαμα, ελάτε να θρηνήσετε. Επήλθεν η τρομερά αυτή καταστροφή, διότι ο λαός, που κατοικούσεν εκεί, ήτο ασύνετος. Δια τούτο ο Θεός των, ο ποιητής των, δεν θα τους λυπηθή. Ο πλάστης των Κυριος δεν θα τους ελεήση. 11 Καὶ μετὰ χρονικόν τι διάστημα δὲν θὰ εἶναι εἰς τὴν χώραν αὐτὴν κανὲν χλωρὸν χόρτον, διότι θὰ ξηρανθοῦν ὅλα.Γυναῖκες, ποὺ ἔρχεσθε ἀπὸ τὸ θέαμα αὐτό, ἔλθετε νὰ θρηνήσετε ἐπὶ τούτῳ.Συνέβη ἡ μεγάλη αὐτὴ καταστροφή, διότι οἱ κατοικοῦντες εἰς τὴν χώραν αὐτὴν δὲν εἶναι λαός, ποὺ ἔχει σύνεσιν καὶ φρόνησιν ἐκ θείου φόβου ἐμπνεομένην.Δι' αὐτὸ κατ’ οὐδένα λόγον δὲν θὰ λυπηθῇ αὐτοὺς Ἐκεῖνος ποὺ τοὺς ἐποίησεν, οὔτε θὰ δείξῃ ἔλεος εἰς τούτους Αὐτὸς ποὺ τοὺς ἔπλασε.
12 καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ συμφράξει ὁ Θεὸς ἀπὸ τῆς διώρυγος τοῦ ποταμοῦ ἕως Ρινοκορούρων, ὑμεῖς δὲ συναγάγετε τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραὴλ κατὰ ἕνα ἕνα. 12 Κατά την σωτήριον όμως εκείνην ημέραν θα περικλείση ασφαλή ο Κυριος την περιοχήν από της κοίτης του ποταμού Ευφράτου έως τον χείμαρρον Ρινοκορούρων, που διασχίζει τα σύνορα της Αιγύπτου και της Παλαιστίνης. Σεις δε θα συγκεντρώσετε ένα ένα τους υιούς του Ισραήλ. 12 Καὶ θὰ συμβῇ κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην νὰ φράξῃ ὁ Θεὸς συγχρόνως ὁλόκληρον τὴν περιοχήν, τὴν ἐκτεινομένην ἀπὸ τὴν κοίτην τοῦ ποταμοῦ Εὐφράτου μέχρι τοῦ διασχίζοντος τὰ σύνορα Αἰγύπτου καὶ Παλαιστίνης χειμάρρου Ρινοκορούρων σεῖς δὲ συγκεντρώσατε τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἕνα - ἕνα.
13 καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ σαλπιοῦσι τῇ σάλπιγγι τῇ μεγάλῃ, καὶ ἥξουσιν οἱ ἀπολόμενοι ἐν τῇ χώρᾳ τῶν ᾿Ασσυρίων καὶ οἱ ἀπολόμενοι ἐν Αἰγύπτῳ καὶ προσκυνήσουσι τῷ Κυρίῳ ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ ἅγιον ἐν ῾Ιερουσαλήμ. 13 Κατά την χαρμόσυνον εκείνην ημέραν θα σαλπίσουν με την μεγάλην και ισχυράν σάλπιγγα και θα έλθουν εκείνοι, οι οποίοι εθεωρούντο ως χαμένοι οριστικώς εις την χώραν των Ασσυρίων, και οι χαμένοι εις την Αίγυπτον και θα προσκυνήσουν τον Κυριον στο όρος το άγιον, την Ιερουσαλήμ. 13 Καὶ κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τὴν χαρμόσυνον θὰ σαλπίσουν μὲ τὴν μεγάλην καὶ ἰσχυρὰν σάλπιγγα, καὶ θὰ ἔλθουν οἱ θεωρούμενοι ὡς χαμένοι εἰς τὴν χώραν τῶν Ἀσσυρίων καὶ οἱ χαμένοι εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ θὰ προσκυνήσουν τὸν Κύριον εἰς τὸ ὄρος τὸ ἅγιον ἐν τῇ Ἱερουσαλήμ.