ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Β´ 20 - 20
20 Καὶ ἐλπίζομεν αὐτὰ διὰ τότε, διότι καὶ τώρα σεῖς εἶσθε ἡ δόξα μας καὶ ἡ χαρά μας.
ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Γ´ 1 - 8
1 Διότι λοιπὸν σᾶς ἐπεθυμήσαμεν πολύ, δι’ αὐτό, ἐπειδὴ δὲν ὑπεφέραμεν πλέον νὰ εἴμεθα χωρισμένοι ἀπὸ σᾶς, ἐπροτιμήσαμεν νὰ μείνωμεν μόνοι εἰς τὰς Ἀθήνας.
2 Καὶ ἐστείλαμεν τὸν Τιμόθεον τὸν ἀδελφόν μας καὶ διάκονον τοῦ Θεοῦ καὶ συνεργάτην μας εἰς τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ σᾶς στηρίξῃ καὶ σᾶς παρηγορήσῃ καὶ σᾶς ἐνισχύσῃ εἰς τὴν πίστιν σας,
3 ὥστε νὰ μὴ κλονίζεται κανεὶς εἰς τὰς θλίψεις αὐτάς. Διότι σεῖς ἠξεύρετε, ὅτι διὰ τοῦτο, διὰ νὰ ὑποφέρωμεν δηλαδὴ θλίψεις, ἔχομεν ταχθῆ.
4 Τὸ ἠξεύρετε δέ, διότι καὶ ὅταν ἤμεθα πλησίον σας, σᾶς ἐπρολέγαμεν, ὅτι μέλλομεν νὰ ὑποφέρωμεν θλίψεις, καθὼς καὶ ἔγινε καὶ τὸ γνωρίζετε πλέον ἐκ πείρας.
5 Ἐπειδὴ δὲ σᾶς ηὗραν θλίψεις, δι’ αὐτὸ καὶ ἑγὼ δὲν ἠμποροῦσα πλέον νὰ ὑποφέρω τὰς φροντίδας καὶ τοὺς φόβους, ποὺ εἶχα διὰ σᾶς, καὶ ἔστειλα τὸν Τιμόθεον, διὰ νὰ μάθω περὶ τῆς πίστεώς σας καὶ πληροφορηθῶ, μήπως σᾶς ἐπείρασε καὶ σᾶς ἐκλόνισεν αὐτός, ποὺ πειράζει τοὺς ἀνθρώπους, καὶ καταντήσῃ ἔτσι ἀνωφελὴς καὶ χαμένος ὁ διὰ σᾶς κόπος μας.
6 Τώρα δέ, ὅταν μᾶς ἦλθεν ἀπὸ σᾶς ὁ Τιμόθεος καὶ μᾶς ἔφερε χαροποιὸς εἰδήσεις διὰ τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀγάπην σας καὶ μᾶς ἐβεβαίωσεν, ὅτι ἔχετε πάντοτε ἀγαθὴν ἀνάμνησιν ἠμῶν καὶ ποθεῖτε πολὺ νὰ μᾶς ἴδετε, καθὼς καὶ ἡμεῖς ποθοῦμεν νὰ σᾶς ἴδωμεν,
7 διὰ τὰς εἰδήσεις αὐτάς, ἀδελφοί, λόγῳ τῆς ἀκλονήτου πίστεώς σας ἐπαρηγορήθημεν ἐξ αἰτίας σας εἰς ὅλην τὴν θλῖψιν καὶ στενοχώριαν μας.
8 Καὶ ἐπαρηγορήθημεν, διότι ὁ στηριγμός σας εἰς τὴν πίστιν εἶναι ζωή μας. Καὶ τώρα ζῶμεν, ἐὰν σεῖς μένετε στερεοὶ εἰς τὴν μετὰ τοῦ Κυρίου σχέσιν καὶ κοινωνίαν.