Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024
Ανατ: 06:15
Δύση: 18:46
Σελ. 20 ημ.
89-277
16ος χρόνος, 5886η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 (ΙΒ)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι’ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, 1 Δια τούτο, λοιπόν, και ημείς, αφού έχομεν ολόγυρά μας τόσον μεγάλο νέφος αναριθμήτων αγίων, που εμαρτύρησαν και εμαρτυρήθησαν δια την πίστιν των, ας πετάξωμεν μακρυά από επάνω μας κάθε βάρος από τας καταθλιπτικάς μερίμνας του βίου και προπαντός την αμαρτίαν, η οποία από όλα τα σημεία κατά τρόπον δελεαστικόν και προκλητικόν εύκολα μας περιβάλλει, και ας τρέχωμεν με επιμονήν και υπομονήν τον αγώνα, που ευρίσκεται ενώπιον μας. 1 Λοιπὸν καὶ ἡμεῖς, ἀφοῦ ἔχομεν τριγύρω μᾶς τόσον μεγάλο καὶ πυκνὸν σύννεφον ἀνθρώπων, ποὺ ἐμαρτύρησαν διὰ τὴν ἀλήθειαν τῆς πίστεως, ἂς πετάξωμεν ἀπὸ ἐπάνω μας κάθε βάρος βιοτικῶν πραγμάτων καὶ φροντίδων, ἐπὶ πλέον δὲ καὶ τὴν ἁμαρτίαν, εἰς τὴν ὁποίαν εὔκολα κανεὶς παρασόρεται, καὶ ἂς τρέχωμεν μὲ ὑπομονὴν τὸν ἀγῶνα, ποὺ προβάλλει ἐμπρός μας.
2 ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρὸν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν. 2 Δια να αντλούμεν δε θάρρος και δύναμιν, ας έχωμεν προσηλωμένα με πίστιν τα βλέμματά μας στον Χριστόν, τον αρχηγόν και ιδρυτήν της πίστεώς μας, ο οποίος με την χάριν του μας χειραγωγεί στον δρόμον της τελειότητος. Αυτός αντί της μακαριότητος, την οποίαν είχε πάντοτε εμπρός του ως Θεός και αντί της χαράς την οποίαν εδικαιούτο να απολαμβάνη και ως άνθρωπος αναμάρτητος ευαρεστήσας κατά πάντα στον Πατέρα, επροτίμησε και υπέμεινε τον σταυρικόν θάνατον και κατεφρόνησε την εντροπήν και τον εξευτελισμόν προς χάριν ημών. Και δια τούτο έχει καθίσει τώρα εις τα δεξιά του θρόνου του Θεού. 2 Καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ ἂς μὴ στρέφωμεν τὰ βλέμματά μας καὶ τὴν προσοχήν μας παρὰ μόνον εἰς τὸν Ἰησοῦν, ποὺ εἶναι ἀρχηγὸς καὶ θεμελιωτὴς τῆς πίστεως καὶ μᾶς τελειοποιεῖ εἰς αὐτήν. Αὐτὸς διὰ τὴν χαράν, τὴν ὁποίαν εἶχεν ἐμπρός του καὶ θὰ ἀπελάμβανεν, ὅταν μὲ τὸ πάθημά του θὰ ἔσωζε πολλούς, ὑπέμεινε θάνατον σταυρικὸν καὶ κατεφρόνησε τὴν ἐντροπὴν καὶ τὴν ἀτίμωσιν τοῦ θανάτου τούτου, διὰ τοῦτο δὲ καὶ ἔχει καθήσει τώρα εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ.
3 ἀναλογίσασθε γὰρ τὸν τοιαύτην ὑπομεμενηκότα ὑπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν εἰς αὐτὸν ἀντιλογίαν, ἵνα μὴ κάμητε ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν ἐκλυόμενοι. 3 Σκεφθήτε, λοιπόν, εκείνον, ο οποίος από τους αμαρτωλούς και μοχθηρούς βασανιστάς και σταυρωτάς του υπέμεινε τόσον μεγάλην μαρτυρικήν οδύνην και εξουθένωσιν, δια να μη αποκάμετε και λιποψυχήσετε κσαι παραλύσουν αποθαρρυμέναι αι ψυχαί σας. 3 Ναί· τρέχετε καὶ σεῖς μὲ ὑπομονὴν τὸν ἀγῶνα σας. Διότι σκεφθῆτε καλὰ ἐκείνον, ὁ ὁποῖος ἔχει ὑποφέρει μὲ ὑπομονὴν τόσην ἀντίστασιν καὶ ἀτίμωσιν εἰς τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλοὺς σταυρωτάς του, διὰ νὰ μὴ ἀποκάμητε καὶ παραλύσουν ἀπὸ τὴν ἀποθάρρυνσιν αἱ ψυχαί σας.
4 Οὔπω μέχρις αἵματος ἀντικατέστητε πρὸς τὴν ἁμαρτίαν ἀνταγωνιζόμενοι, 4 Δεν αντισταθήκατε ακόμη αγωνιζόμενοι σκληρά εναντίον της αμαρτίας, ώστε να χύσετε και αυτό το αίμα σας. 4 Δὲν ἀντισταθήκατε ἀκόμη μέχρι σημείου νὰ λάβετε τραύματα καὶ νὰ χύσετε τὸ αἷμα σας ἀγωνιζόμενοι κατὰ τῆς ἁμαρτίας.
5 καὶ ἐκλέλησθε τῆς παρακλήσεως, ἥτις ὑμῖν ὡς υἱοῖς διαλέγεται· υἱέ μου, μὴ ὀλιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδὲ ἐκλύου ὑπ’ αὐτοῦ ἐλεγχόμενος. 5 Και εν τούτοις εξεχάσατε την παρηγορίαν και προτροπήν, την οποίαν μας κάμνει ο Θεός, όταν συνομιλή μαζή μας σαν προς παιδιά του· “παιδί μου, μη αμελής και μη αδιαφορής δια την παιδαγωγίαν, που έστω και δια μέσου θλίψεων, σου κάμνει ο Κυριος και μη παραλύης και αποθαρρύνεσαι, όταν ελέγχεσαι από αυτόν. 5 Καὶ ἐξεχάσατε τὴν προτροπὴν καὶ νουθεσίαν, ποὺ μᾶς κάνει ὁ Θεός, ὅταν μᾶς ὁμιλῇ σὰν εἰς παιδιά του. Παιδί μου, μὴ παραμελῇς καὶ μὴ βγάζῃς ἀπὸ τὸν νοῦν σου τὴν ὠφέλειαν, ποὺ φέρει ἡ διὰ μέσου τῶν θλίψεων παιδαγωγία τοῦ Κυρίου, καὶ μὴ ἀποθαρρύνεσαι, ὅταν ἐλέγχεσαι καὶ ἐπιτιμᾶσαι ἀπὸ τὸν Κύριον.
6 ὃν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει, μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται. 6 Διότι εκείνον που αγαπά ο Κυριος, τον παιδαγωγεί και τον μορφώνει δια μέσου των θλίψεων· μαστιγώνει δε με ταλαιπωρίες κάθε υιόν, τον οποίον δέχεται κοντά του ως ιδικόν του”. 6 Διότι ἐκεῖνον, ποὺ ἀγαπᾷ ὁ Κύριος, τὸν Παιδαγωγεῖ μὲ θλίψεις, μαστιγώνει δὲ μὲ δοκιμασίας κάθε υἱόν, ποὺ τὸν δέχεται πλησίον του ὡς ἰδικόν του.
7 εἰ παιδείαν ὑπομένετε, ὡς υἱοῖς ὑμῖν προσφέρεται ὁ Θεός· τίς γάρ ἐστιν υἱὸς ὃν οὐ παιδεύει πατήρ; 7 Εάν δείχνετε υπομονήν και δέχεσθε την παιδαγωγίαν αυτήν του Κυρίου, ας έχετε υπ' όψιν σας, ότι ο Θεός συμπεριφέρεται προς σας, σαν προς παιδιά του. Διότι, υπάρχει κανένας υιός, τον οποίον δεν παιδαγωγεί με πολλούς τρόπους ο πατέρας; 7 Ἐὰν δὲ μὲ ὑπομονὴν δέχεσθε τὴν παιδαγωγίαν, ὁ Θεὸς συμπεριφέρεται πρὸς σᾶς σὰν εἰς παιδιά του. Διότι ποῖος υἱὸς εἶναι ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον δὲν παιδαγωγεῖ ὁ πατέρας του; Πράγματι κανείς.
8 εἰ δὲ χωρίς ἐστε παιδείας, ἧς μέτοχοι γεγόνασι πάντες, ἄρα νόθοι ἐστὲ καὶ οὐχ υἱοί. 8 Εάν όμως μένετε χωρίς αυτήν την παιδαγωγίαν, εις την οποίαν έλαβαν μέρος και την εγεύθησαν όλα τα αληθινά παιδιά του Θεού, τότε δεν είσθε γνήσια παιδιά του Θεού, αλλά νόθα. 8 Ἐὰν δὲ εἶσθε χωρὶς παιδαγωγίαν, εἰς τὴν ὁποίαν ἔλαβαν μέρος καὶ ἐδοκίμασαν ὅλα τὰ γνήσια παιδιά, ἀποδεικνύεται ἀπὸ αὐτό, ὅτι εἶσθε νόθοι καὶ δὲν εἶσθε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ.
9 εἶτα τοὺς μὲν τῆς σαρκὸς ἡμῶν πατέρας εἴχομεν παιδευτὰς καὶ ἐνετρεπόμεθα· οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑποταγησόμεθα τῷ πατρὶ τῶν πνευμάτων καὶ ζήσομεν; 9 Επειτα, ας σκεφθώμεν και τούτο· όταν ήμεθα μικροί είχαμεν τους σαρκικούς πατέρας μας ως παιδαγωγούς, οι οποίοι και μας επέπλητταν και μας ετιμωρούσαν και εδοκιμάζαμεν εντροπήν και συστολήν επέναντί των. Δεν πρέπει, λοιπόν, ακόμη περισσότερον, να υποταχθώμεν στον Θεόν, τον δημιουργόν και πατέρα όλων των πνευματικών υπάρξεων, και να κερδήσωμεν έτσι την αιωνίαν ζωήν; 9 Ἔπειτα ἂς προσθέσω καὶ κάτι ἄλλο. Ὅταν ἤμεθα μικρὰ παιδιὰ εἴχαμεν τοὺς σαρκικοὺς πατέρας μας παιδευτάς, ποὺ ἐτιμωροῦσαν τὰς παρεκτροπάς μας, καὶ ἐδεικνύαμεν ἐντροπὴν καὶ σεβασμὸν εἰς αὐτούς. Δὲν θὰ ὑποταχθῶμεν λοιπὸν πολὺ περισσότερον πρὸς τὸν Θεόν, τὸν Πατέρα τῶν πνευματικῶν καὶ λογικῶν ὑπάρξεων, ὥστε μὲ τὴν ὑποταγήν μας αὐτὴν νὰ ζήσωμεν τὴν μακαρίαν καὶ αἰωνίαν ζωήν;
10 οἱ μὲν γὰρ πρὸς ὀλίγας ἡμέρας κατὰ τὸ δοκοῦν αὐτοῖς ἐπαίδευον, ὁ δὲ ἐπὶ τὸ συμφέρον, εἰς τὸ μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ. 10 Διότι οι μεν σαρκικοί γονείς μας επαιδαγωγούσαν, όπως ενόμιζαν καλόν, δια να επιτύχωμεν κατά το ολιγοχρόνιον αυτό διάστημα της επιγείου ζωής μας. Ο Θεός όμως μας παιδαγωγεί (σύμφωνα με την αγαθότητα και σοφίαν αυτού κατά τον απολύτως ορθόν τρόπον) προς το συμφέρον μας, δια να γίνωμεν μέτοχοι της αγιότητος και της δόξης αυτού. 10 Ναί· πρέπει νὰ ὑποταχθῶμεν. Διότι οἱ μὲν σαρκικοὶ πατέρες μας διὰ τὸ ὀλίγον χρονικὸν διάστημα τοῦ ἐπιγείου βίου μας ἐπαιδαγώγουν ἠμᾶς, ὅπως ἐφαίνετο καλὸν εἰς αὐτούς, ποὺ δὲν ἦσαν ἀλάνθαστοι καὶ ἐλεύθεροι ἀπὸ τὰς παραφορὰς τοῦ θυμοῦ. Ὁ Θεὸς ὅμως μᾶς παιδαγωγεῖ ἀσφαλῶς διὰ τὸ συμφέρον μας, διὰ νὰ γίνωμεν μέτοχοι τῆς ἁγιότητος καὶ μακαριότητός του.
11 πᾶσα δὲ παιδεία πρὸς μὲν τὸ παρὸν οὐ δοκεῖ χαρᾶς εἶναι, ἀλλὰ λύπης, ὕστερον δὲ καρπὸν εἰρηνικὸν τοῖς δι’ αὐτῆς γεγυμνασμένοις ἀποδίδωσι δικαιοσύνης. 11 Καθε παιδαγωγία, καθ' ον χρόνον διαρκεί, δεν φαίνεται να φέρη χαράν, αλλά λύπην, ύστερον όμως, εις εκείνους, που ησκήθησαν και επαιδαγωγήθησαν δι' αυτής, αποδίδει και φέρει ειρηνικόν και ευχάριστον καρπόν δικαιοσύνης και αγιότητος. 11 Κάθε παιδαγωγία δὲ πρὸς τὸ παρὸν μέν, ὅσον δηλαδὴ διαρκεῖ ἡ παίδευσις, δὲν φαίνεται πρόξενος χαρᾶς, ἀλλὰ προκαλεῖ λύπην, ὕστερα ὅμως ἀνταμείβει ἐκείνους, ποὺ ἐγυμνάσθησαν καὶ ἐπαιδαγωγήθησαν δι’ αὐτῆς, μὲ καρπὸν εἰρηνικόν, ὁ καρπὸς δὲ αὐτὸς εἶναι ἡ δικαιοσύνη καὶ ἁγιότης, ποὺ γίνεται κτῆμα τῶν παιδαγωγηθέντων.
12 Διὸ τὰς παρειμένας χεῖρας καὶ τὰ παραλελυμένα γόνατα ἀνορθώσατε, 12 Ακριβώς, διότι τόσον μεγάλην ωφέλειαν φέρει η παιδαγωγία του Θεού “εσηκώσατε και χαλυβδώσατε τα πεσμένα κάτω χέρια και τα παραλελυμένα γόνατα” 12 Ἐπειδὴ λοιπὸν ἀπὸ ἀγάπην καὶ πρὸς ὠφέλειαν μᾶς παιδεύει ὁ Θεός, δι’ αὐτὸ τὰ πεσμένα κάτω χέρια καὶ τὰ παραλυμένα γόνατα σηκώσατέ τα ὄρθια καὶ λάβετε θάρρος καὶ δύναμιν.
13 καὶ τροχιὰς ὀρθὰς ποιήσατε τοῖς ποσὶν ὑμῶν, ἵνα μὴ τὸ χωλὸν ἐκτραπῇ, ἰαθῇ δὲ μᾶλλον. 13 και “κάμετε ευθείς τους δρόμους, δια να βαδίζουν με ασφάλειαν το πόδια σας”, δια να μη παρεκκλίνη και ξεκόψη από τον ορθόν δρόμον ο χωλός, αλλά μάλλον να ιαρευθή. 13 Καὶ ἂς βαδίσουν ἴσιους δρόμους τὰ πόδια σας, διὰ νὰ μὴ χειροτερεύσῃ ἡ κουτσαμάρα σας, ἀλλὰ τουναντίον νὰ ἰατρευθῇ. Ἀποκτήσατε δηλαδὴ ὀρθὰ φρονήματα καὶ παύσατε νὰ τρικλίζετε μεταξὺ ἰουδαϊκῶν καὶ εὐαγγελικῶν διδαγμάτων, διότι κινδυνεύετε νὰ πλανηθῆτε μακρὰν ἀπὸ τὸν ἴσιον δρόμον τῆς πίστεως.
14 Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον, 14 Αγωνίζεσθε και προσπαθείτε να έχετε ειρήνην με όλους, να αποκτήσετε δε την αγιότητα και καθαρότητα της καρδίας, διότι χωρίς αυτήν την αγιότητα κανείς δεν θα ίδη τον Κυριον. 14 Ἐπιδιώκετε νὰ ἔχετε εἰρήνην μὲ ὅλους. Ἐπιδιώκετε καὶ τὸν ἁγιασμὸν καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδίας ἀπὸ κάθε πάθος. Διότι χωρὶς τὸν ἁγιασμὸν κανεὶς δὲν θὰ ἴδῃ τὸν Κύριον.
15 ἐπισκοποῦντες μή τις ὑστερῶν ἀπὸ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, μή τις ῥίζα πικρίας ἄνω φύουσα ἐνοχλῇ καὶ διὰ ταύτης μιανθῶσι πολλοί, 15 Προσέχετε καλά, μήπως κανείς από σας στερείται εξ υπαιτιότητος του την χάριν του Θεού και χάση την σωτηρίαν. Προσέχετε μήπως καμμιά πικρή ρίζα εγωπαθούς και αμαρτωλής καρδίας φυτρώνει προς τα πάνω και προκαλεί ενόχλησιν και μολυνθούν με αυτήν πολλοί. 15 Προσέχετε δὲ καλά, μήπως ὑπάρχει μεταξύ σας κανείς, ποὺ καθυστερεῖ καὶ μένει πίσω ἀπὸ τὴν σωτηρίαν, ἡ ὁποία εἶναι χάρις Θεοῦ. Προσέχετε, μήπως καμμία ρίζα πικρὰ βίου διεφθαρμένου καὶ διδασκαλίας πλανημένης, ποὺ μπορεῖ νὰ δηλητηριάσῃ τὸ ἐκκλησιαστικὸν πλήρωμα, φυτρώνει πρὸς τὰ ἐπάνω καὶ προκαλεῖ ἐνόχλησιν καὶ μὲ αὐτὴν μολυνθοῦν καὶ βλαβοῦν πολλοί.
16 μή τις πόρνος ἢ βέβηλος ὡς Ἠσαῦ, ὃς ἀντὶ βρώσεως μιᾶς ἀπέδοτο τὰ πρωτοτόκια αὐτοῦ. 16 Προσέχετε ακόμη, μήπως είναι κανείς πόρνος η ασεβής και ανίερος, όπως ο Ησαύ, ο οποίος αντί ενός φαγητού επώλησε τα ιερά και ανεκτίμητα πρωτοτόκιά του, από τα οποία και εξέπεσε δια παντός. 16 Προσέχετε ἀκόμη, μήπως εἶναι κανεὶς πόρνος ἢ βέβηλος καὶ περιφρονητὴς τῶν ἱερῶν, καθὼς ὁ Ἠσαῦ, ποὺ δι' ἕνα φαγητὸν ἐπώλησε τὸ ἱερὸν προνόμιον τῶν πρωτοτοκίων του.
17 ἴστε γὰρ ὅτι καὶ μετέπειτα, θέλων κληρονομῆσαι τὴν εὐλογίαν, ἀπεδοκιμάσθη· μετανοίας γὰρ τόπον οὐχ εὗρε, καίπερ μετὰ δακρύων ἐκζητήσας αὐτήν. 17 Διότι γνωρίζετε, ότι, αν και έπειτα ήθελε να ξαναπάρη πάλιν την ευλογίαν των πρωτοτοκιών, απεδοκιμάσθη από τον Θεόν. Διότι δεν εύρε αποτελεσματικόν τρόπον μετανοίας, δια να επανορθώση το σφάλμα του, αν και με δάκρυα εζήτησε την επανόρθωσιν εκ μέρους του πατρός του. 17 Μὲ τὴν πώλησιν ὅμως αὐτὴν ἔχασε γιὰ πάντα τὰ πρωτοτοκιά του. Διότι γνωρίζετε ἀπὸ τὴν διήγησιν τῆς Γραφῆς, ὅτι καὶ ὕστερα, ὅταν ἤθελε νὰ κληρονομήσῃ τὴν εὐλογίαν τοῦ πρωτοτόκου παιδίου, ἀπεδοκιμάσθη. Διότι δὲν εὗρε μέσον μετανοίας, ποὺ να ἐπανώρθωνε τὰς συνεπείας τῆς βεβηλώσεώς του ἐκείνης, καίτοι μὲ δάκρυα ἐζήτησε τὴν μετάνοιαν καὶ ἐπανόρθωσιν αὐτήν.
18 Οὐ γὰρ προσεληλύθατε ψηλαφωμένῳ ὄρει καὶ κεκαυμένῳ πυρὶ καὶ γνόφῳ καὶ σκότῳ καὶ θυέλλῃ 18 Να είσθε άγρυπνοι και προσεκτικοί, μήπως και χάσετε από ραθυμίαν και εμέλειαν την σωτηρίαν, διότι δεν έχετε πλησιάσει ένα ψηλαφητό και “φλογισμένο από πυρ βουνό, όπως ήτο το Σινά, ούτε πυκνήν μαύρην ομίχλην και σκότος και θύελλαν 18 Προσέξατε λοιπὸν νὰ μὴ καθυστερήσετε καὶ πέσετε ἔξω ἀπὸ τὴν σωτηρίαν. Διότι δὲν ἐπλησιάσατε εἰς βουνόν, ποὺ μπορεῖ νὰ ψηλαφηθῇ καὶ ποὺ ἔχει καῇ μὲ φωτιά, ὅπως ἦτο τὸ Σινᾶ. Οὔτε ἐπλησιάσατε εἰς σύννεφον μαῦρο καὶ εἰς σκοτάδι καὶ εἰς ἀνεμοστρόβιλον,
19 καὶ σάλπιγγος ἤχῳ καὶ φωνῇ ῥημάτων, ἧς οἱ ἀκούσαντες παρῃτήσαντο μὴ προστεθῆναι αὐτοῖς λόγον· 19 και συγκλονιστικόν ήχον σάλπιγγος και φοβεράν φωνήν λόγων Θεού”, την οποίαν, όταν ήκουσαν οι Ιουδαίοι, εκεί στο Σινά, κατυελήφθησαν από φόβον, ηρνήθησαν να την ακούσουν και παρεκάλεσαν να μη προστεθούν και άλλοι λόγοι εις αυτούς. 19 καὶ εἰς τρομακτικὸν ἦχον σάλπιγγος καὶ εἰς τὴν φοβερὰν φωνὴν λόγων, ποὺ οἱ ἀκούσαντες εἰς τὸ Σινᾶ Ἰουδαῖοι ἠρνήθησαν καὶ παρῃτήθησαν νὰ τὴν ἀκούσουν καὶ παρεκάλεσαν νὰ μὴ προστεθῇ εἰς αὐτοὺς καὶ ἄλλος λόγος·
20 οὐκ ἔφερον γὰρ τὸ διαστελλόμενον· κἂν θηρίον θίγῃ τοῦ ὄρους, λιθοβοληθήσεται· 20 Διότι δεν τους ήτο δυνατόν να υποφέρουν εκείνο που είχεν απειλήσει ο Θεός· “και ζώον ακόμη εάν πλησιάση και εγγίση το όρος θα λιθοβοληθή”. 20 διότι δὲν ἠμποροῦσαν νὰ ὑποφέρουν ἐκεῖνο, ποὺ διετάχθη ἀπὸ τὸν Θεόν· ἤτοι καὶ ζῶον ἀκόμη ἂν ἀκουμβήσῃ εἰς τὸ βουνόν, θὰ λιθοβοληθῇ.
21 καί· οὕτω φοβερὸν ἦν τὸ φανταζόμενον! Μωϋσῆς εἶπεν· ἔκφοβός εἰμι καὶ ἔντρομος· 21 Και ήτο τόσον πολύ φοβερόν αυτό το φαινόμενον, που επρόβαλεν εις τα μάτια των, ώστε και ο ίδιος ο Μωϋσής είπε· “είμαι γεμάτος φόβον και τρόμον!” 21 Καὶ ἦτο τόσον πολὺ φοβερὸν αὐτό, ποὺ ἐφαίνετο στὰ μάτια των, ὥστε καὶ αὐτὸς ὁ Μωϋσῆς εἶπεν· Εἶμαι γεμᾶτος φόβον καὶ τρόμον.
22 ἀλλὰ προσεληλύθατε Σιὼν ὄρει καὶ πόλει Θεοῦ ζῶντος, Ἱερουσαλὴμ ἐπουρανίῳ, καὶ μυριάσιν ἀγγέλων, 22 Αλλ' έχετε προσέλθει στο όρος της νέας Σιών, εις την πνευματικήν πόλιν του ζώντος Θεού, εις την επουράνιον Ιερουσαλήμ και εις τας μυριάδας των αγγέλων, 22 Δὲν ἀντικρύσατε λοιπὸν τὰ τόσον φοβερὰ καὶ τρομακτικὰ περιστατικά, ὑπὸ τὰ ὁποῖα ἔγινεν ἡ Π. Διαθήκη. Ἀλλ’ ἔχετε προσέλθει εἰς τὸ ὅρος τῆς πνευματικῆς Σιὼν καὶ εἰς τὴν πόλιν τοῦ Θεοῦ τοῦ ζωντανοῦ, εἰς τὴν ἐπουράνιον Ἱερουσαλὴμ καὶ εἰς μυριάδας ἀγγέλων,
23 πανηγύρει καὶ ἐκκλησίᾳ πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων, καὶ κριτῇ Θεῷ πάντων, καὶ πνεύμασι δικαίων τετελειωμένων, 23 εις πανευφρόσυνον πανήγυριν και εις χαρμόσυνον συγκέντρωσιν των εκλεκτών τέκνων του Θεού, τα οποία έχουν πλέον καταγραφή ως πολίται της βασιλείας των ουρανών. Επλησιάσατε και στον Θεόν, τον δικαιοκρίτην όλων, και εις τα πνεύματα των δικαίων, που έχουν πλέον αποκτήσει την ηθικήν τελείωσιν και αναμένουν την τελείαν μακαριότητα. 23 ποὺ πανηγυρίζουν καὶ σκορποῦν χαρὰν καὶ ὄχι τρόμον. Ἔχετε προσέλθει καὶ εἰς τὴν σύναξιν τῶν ἐκλεκτῶν καὶ προσφιλῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχουν καταγραφῆ πολῖται εἰς τοὺς οὐρανούς. Ἐπλησιάσατε καὶ εἰς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος εἶναι κριτῆς ὅλων, ἐπλησιάσατε καὶ εἰς τὰ πνεύματα τῶν δικαίων, ποὺ ἔχουν γίνει τέλειοι.
24 καὶ διαθήκης νέας μεσίτῃ Ἰησοῦ, καὶ αἵματι ῥαντισμοῦ κρεῖττον λαλοῦντι παρὰ τὸν Ἄβελ. 24 Προσήλθατε ακόμη κοντά στον μεσίτην της νέας διαθήκης, τον Ιησούν, και στο αίμα της θυσίας του, με το οποίον ερραντίσθητε και επήρατε την λύτρωσιν και τον αγιασμόν και το οποίον λαλεί και συνηγορεί πλησίον του Θεού υπέρ ημών, περισσότερον από το αίμα του Αβελ, που εζητούσε εκδίκησιν εναντίον του αδελφοκτόνου. 24 Προσήλθατε ἀκόμη εἰς μεσίτην Νέας Διαθήκης, τὸν Ἰησοῦν, καὶ εἰς αἷμα μὲ τὸ ὁποῖον ἐρραντίσθητε καὶ ἡγιάσθητε, καὶ τὸ ὁποῖον λαλεῖ πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τὴν ἐξιλέωσίν μας καλύτερα παρὰ τὸ αἷμα τοῦ Ἄβελ, ποὺ ἐζήτει ἐκδίκησιν.
25 Βλέπετε μὴ παραιτήσησθε τὸν λαλοῦντα. εἰ γὰρ ἐκεῖνοι οὐκ ἔφυγον τὸν ἐπὶ τῆς γῆς παραιτησάμενοι τὸν χρηματίζοντα, πολλῷ μᾶλλον ἡμεῖς οἱ τὸν ἀπ’ οὐρανῶν ἀποστρεφόμενοι· 25 Προσέχετε, λοιπόν, μήπως τυχόν και απαρνηθήτε τον πανάγαθον Θεόν, που σας ομιλεί· διότι εάν οι Εβραίοι της παλαιάς εποχής, που ηρνήθησαν να υπακούσουν στον Μωϋσέα, τον ομιλούντα εκ μέρους του Θεού, δεν εξέφυγαν την τιμωρίαν, πολύ περισσότερον δεν θα ξεφύγωμεν ημείς, που απαρνούμεθα τον Θεόν και αποστρέφομεν τον εαυτόν μας από εκείνος, που μας ομιλεί εκ των ουρανών. 25 Σεῖς λοιπὸν ποὺ ἀξιώθητε νὰ ἀπολαύσετε τὰ θαυμαστὰ αὐτά, προσέχετε νὰ μὴ ἀρνηθῆτε καὶ ἀπειθήσετε πρὸς τὸν Θεόν, ποὺ σᾶς λαλεῖ. Διότι, ἐὰν δὲν διέφυγαν τὴν τιμωρίαν ἐκεῖνοι, ποὺ ἠπείθησαν εἰς τὸν Μωϋσῆν, ὁ ὁποῖος τοὺς ἐφανέρωνε θείας ἐντολὰς ἐπὶ τῆς γῆς, πολὺ περισσότερον δὲν θὰ ξεφύγωμεν ἡμεῖς, ποὺ ἀποστρεφόμεθα τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος μᾶς ὁμιλεῖ ἀπὸ τοὺς οὐρανούς.
26 οὗ ἡ φωνὴ τὴν γῆν ἐσάλευσε τότε, νῦν δὲ ἐπήγγελται λέγων· ἔτι ἅπαξ ἐγὼ σείω οὐ μόνον τὴν γῆν, ἀλλὰ καὶ τὸν οὐρανόν. 26 Αυτού δε του Θεού η φωνή συνεκλόνισε τότε την γην, τώρα δε έχει προαναγγείλει και υποσχεθή δια του προφήτου λέγων· “ακόμη μίαν φοράν εγώ θα σείσω όχι μόνον την γην, αλλά και τον ουρανόν”. 26 Τοῦ Θεοῦ δὲ αὐτοῦ ἡ φωνὴ ἐσάλευσε καὶ τότε εἰς τὸ ὅρος Σινᾶ τὴν γῆν· τώρα δὲ ἔχει δώσει ὑπόσχεσιν διὰ μέσου τοῦ προφήτου Ἄγγαίου καὶ εἶπεν· Ἀκόμη μίαν φορὰν ἐγὼ θὰ σείσω ὄχι μόνον τὴν γῆν, ἀλλὰ καὶ τὸν ἔναστρον οὐρανόν.
27 τὸ δὲ ἔτι ἅπαξ δηλοῖ τῶν σαλευομένων τὴν μετάθεσιν ὡς πεποιημένων, ἵνα μείνῃ τὰ μὴ σαλευόμενα. 27 Αυτό, το “μία ακόμη φοράν” που λέγει, δηλώνει την μετακίνησιν και αλλαγήν αυτών, που σαν κτίσματα φθαρτά μετακινούνται και αλλοιώνεται, δια να μείνουν τα αμετακίνητα και αιώνια, που υπάρχουν στους ουρανούς. 27 Ὅταν δὲ λέγῃ ἀκόμη μίαν φοράν, φανερώνει τὴν μετακίνησιν ἐκείνων, ποὺ σαλεύονται καὶ μετακινοῦνται ὡς κτίσματα φθαρτά, ἔχοντα ἀρχὴν καὶ τέλος. Θὰ μετακινηθοῦν καὶ θὰ φύγουν αὐτά, διὰ νὰ μείνουν τὰ ἐν οὐρανοῖς ἀσάλευτα καὶ ἄφθαρτα.
28 Διὸ βασιλείαν ἀσάλευτον παραλαμβάνοντες ἔχωμεν χάριν, δι’ ἧς λατρεύωμεν εὐαρέστως τῷ Θεῷ μετὰ αἰδοῦς καὶ εὐλαβείας· 28 Δι' αυτό, αφού επήραμεν ως ανεκτίμητον κληρονομίαν μας βασιλείαν ακλόνητον και αιωνίαν, την βασιλείαν που μας προσφέρει ο Χριστός, ας αισθανώμεθα συνεχώς και ας εκφράζωμεν προς τον Θεόν ευχαριστίαν. Και με την ευχαριστίαν αυτήν, ας λατρεύωμεν τον Θεόν κατά τρόπον ευάρεστον εις αυτόν, με σεμνότητα και ευλάβειαν· 28 Διὰ τοῦτο, ἀφοῦ ἐπαραλάβαμεν διὰ μέσου τῆς πίστεως εἰς τὸν Χριστὸν βασιλείαν, ποὺ δὲν σαλεύεται ποτέ, ἀλλὰ μένει αἰωνία καὶ ἡ βασιλεία αὐτὴ εἶναι ἐκείνη, ποὺ ἐγκαθίδρυσεν ὁ Χριστὸς διὰ τῆς Ἐκκλησίας του ἂς ἀποδίδωμεν εἰς τὸν Θεὸν εὐχαριστίαν. Καὶ μὲ τὴν εὐγνωμοσύνην, ποὺ θὰ δεικνύωμεν διὰ τῆς εὐχαριστίας αὐτῆς, ἂς λατρεύωμεν τὸν Θεὸν εὐαρέστως μετὰ σεβασμοῦ καὶ εὐλαβείας.
29 καὶ γὰρ ὁ Θεὸς ἡμῶν πῦρ καταναλίσκον. 29 Διότι ο Θεός μας είναι φωτιά, που κατακαίει και εξολοθρεύει κάθε αναιδή και ασεβή. 29 Πρέπει δὲ μὲ φόβον καὶ εὐλάβειαν νὰ τὸν λατρεύωμεν, διότι ὁ Θεός μας εἶναι φωτιά, ποὺ κατακαίει καὶ ἐξολοθρεύει κάθε ἀσεβῆ καὶ ἀνευλαβῆ.