(από το παρθένος) = ο αγνός, ο παρθενικός.
Ο Άγιος Παρθένιος Παρθενιάδης ήταν μέλος του κινήματος των Κολλυβάδων και όταν έπρεπε να αφήσουν το Άγιο Όρος, πήγε στο Μοναστήρι του Ευαγγελισμού στην Ικαρία.Το 1798 μ.Χ. έφτασε στην Πάτμο και με τη βοήθεια κτιστών από τη Σάμο, έχτισε ένα μικρό μοναστήρι στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή με το όνομα «Λιβάδι Καλογήρων». Για την ολοκλήρωση των εργασιών χρειάστηκε περισσότερους πόρους και για τον λόγο αυτό πήγε στη Θράκη, ώστε να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα χρήματα.Στη Θράκη, εργάστηκε ως ιερέας και κάποια στιγμή συμβούλεψε μια νεαρή Χριστιανή να αποφύγει μια σχέση με ένα μουσουλμάνο Τούρκο. Ο Μουσουλμάνος μαθαίνοντάς το, θύμωσε και σκότωσε τον Παρθένιο την 5η Μαρτίου 1805 μ.Χ.