Τρίτη, 30 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:31
Δύση: 20:15
Σελ. 22 ημ.
121-245
16ος χρόνος, 5918η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 (ΙϚ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΦΥΛΑΞΑΙ τὸν μῆνα τῶν νέων καὶ ποιήσεις τὸ πάσχα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου, ὅτι ἐν τῷ μηνὶ τῶν νέων ἐξῆλθες ἐξ Αἰγύπτου νυκτός. 1 Να φυλάττης τον μήνα των νέων σιτηρών (τον Νισάν). Κατ' αυτόν θα εορτάσης το Πασχα εις δόξαν και τιμήν Κυρίου του Θεού σου, διότι κατά τον μήνα αυτόν των νέων σιτηρών εξήλθες ελεύθερος δια νυκτός από την Αίγυπτον. 1 Νὰ δίδης ἰδιαιτέραν προσοχὴν εἰς τὸν μῆνα τῶν νέων σιτηρῶν καὶ νὰ ἐορτάζῃς κατὰ τὴν διάρκειάν του τὸ Πάσχα πρὸς τιμὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου· διότι κατὰ τὸν μῆνα αὐτόν, κατὰ τὸν ὁποῖον δίδει ἡ γῆ τοὺς νέους της καρπούς, ἐβγῆκες μέσα εἰς τὴν νύκτα ἐλεύθερος ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον.
2 καὶ θύσεις τὸ πάσχα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου πρόβατα καὶ βόας ἐν τῷ τόπῳ, ᾧ ἐὰν ἐκλέξηται Κύριος ὁ Θεός σου αὐτὸν ἐπικληθῆναι τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐκεῖ. 2 Προς τιμήν Κυρίου του Θεού σου θα θυσιάσης κατά το Πασχα πρόβατα και βόδια στον τόπον, τον οποίον ο Κυριος ήθελεν εκλέξει, δια να τιμάται εκεί και λατρεύεται το όνομά του. 2 Θὰ θυσιάσῃς δὲ κατὰ τὸ Πάσχα πρὸς τιμὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου πρόβατα καὶ βόδια εἰς τὸν τόπον, τὸν ὁποῖον θὰ διαλέξῃ Κύριος ὁ Θεός σου διὰ νὰ ἐπικαλῆσθε καὶ λατρεύετε ἐκεῖ τὸ ὄνομά Του.
3 οὐ φαγῇ ἐπ᾿ αὐτοῦ ζύμην· ἑπτὰ ἡμέρας φαγῇ ἐπ᾿ αὐτοῦ ἄζυμα, ἄρτον κακώσεως, ὅτι ἐν σπουδῇ ἐξήλθετε ἐξ Αἰγύπτου· ἵνα μνησθῆτε τὴν ἡμέραν τῆς ἐξοδίας ὑμῶν ἐκ γῆς Αἰγύπτου πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς ὑμῶν. 3 Με τον πασχάλιον αμνόν δεν θα φάγης ψωμί ένζυμον. Επτά ημέρας θα τρώγης μαζή με τας πασχαλινάς θυσίας άζυμα, άρτον που θα συμβολίζη ταλαιπωρίαν και θλίψιν, διότι με πολλήν βίαν εφύγατε τότε από την Αίγυπτον. Ετσι θα πράττετε, δια να ενθυμήσθε την ημέραν της αναχωρήσεώς σας από την Αίγυπτον, όλας τας ημέρας της ζωής σας. 3 Δὲν θὰ φάγῃς μαζὶ μὲ τὸ κρέας τοῦ ζώου, ποὺ θὰ θυσιάσῃς διὰ τὸ Πάσχα, ψωμὶ ζυμωμένο μὲ προζύμι. Ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας θὰ τρώγῃς μὲ τὰ κρέατα τοῦ Πάσχα ψωμιὰ ἄζυμα. Αὐτὰ θὰ σᾶς θυμίζουν τὴν κακοπάθειαν καὶ ταλαιπωρίαν σας εἰς τὴν χώραν τῆς δουλείας, διότι καὶ τὸ ψωμὶ ποὺ ἐφάγατε, ὅταν ἐφύγατε βιαστικοὶ ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον, δὲν εἶχε προλάβει νὰ ζυμωθῇ. Ἔτσι θὰ θυμᾶσθε τὴν ἡμέραν τῆς ἐξόδου σας ἀπὸ τὴν χώραν τῆς Αἰγύπτου καθ' ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς ζωῆς σας.
4 οὐκ ὀφθήσεταί σοι ζύμη ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις σου ἑπτὰ ἡμέρας, καὶ οὐ κοιμηθήσεται ἀπὸ τῶν κρεῶν, ὧν ἐὰν θύσῃς τὸ ἑσπέρας τῇ ἡμέρᾳ τῇ πρώτῃ εἰς τὸ πρωΐ. 4 Επί επτά ημέρας εντός των ορίων όλης της περιοχής σου δεν θα παρουσιασθή καν προζύμι, από δε τα κρέατα των ζώων, που θα θυσιάσης την εσπέραν της πρώτης ημέρας, δεν θα μείνη τίποτε έως το πρωϊ. 4 Δὲν θὰ ἰδῇς ἐμπρός σου προζύμι εἰς ὅλην τὴν περιοχήν σου ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας. Δὲν θὰ μείνουν ἐπίσης κατὰ τὴν νύκτα μέχρι τὸ πρωῒ κρέατα, ἀπὸ αὐτὰ ποὺ θὰ θυσιάσῃς τὸ βράδυ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑορτῆς.
5 οὐ δυνήσῃ θῦσαι τὸ πάσχα ἐν οὐδεμιᾷ τῶν πόλεών σου, ὧν Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι, 5 Δεν σου επιτρέπεται να τελέσης τας θυσίας του Πασχα εις καμμίαν από τας πόλεις, που σου έδωκεν ο Κυριος, 5 Δὲν θὰ ἠμπορῇς δὲ νὰ προσφέρῃς τὴν θυσίαν τοῦ Πάσχα εἰς καμμίαν ἀπὸ τὰς πόλεις, ποὺ θὰ σοῦ δώσῃ Κύριος ὁ Θεός σου,
6 ἀλλ᾿ ἢ εἰς τὸν τόπον, ὃν ἂν ἐκλέξηται Κύριος ὁ Θεός σου ἐπικληθῆναι τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐκεῖ, θύσεις τὸ πάσχα ἑσπέρας πρὸς δυσμὰς ἡλίου ἐν τῷ καιρῷ, ᾧ ἐξῆλθες ἐξ Αἰγύπτου, 6 αλλά μόνον στον τόπον τον οποίον ήθελεν εκλέξει Κυριος ο Θεός σου, δια να ακούεται και τιμάται εκεί το όνομά του. Εκεί θα προσφέρης την θυσίαν του Πασχα την εσπέραν με την δύσιν του ηλίου εις ανάμνησιν της ώρας, κατά την οποίαν έφυγες από την Αίγυπτον. 6 παρὰ μόνον εἰς τὸν τόπον, ποὺ θὰ διαλέξῃ Κύριος ὁ Θεός σου διὰ νὰ ἐπικαλῆσθε καὶ λατρεύετε ἐκεῖ τὸ ὄνομά Του. Θὰ προσφέρῃς δὲ τὴν πασχαλινὴν θυσίαν τὸ βράδυ, κατὰ τὴν δύσιν τοῦ ἡλίου, τὴν ὥραν δηλαδὴ ποὺ ἐβγῆκες ἐλεύθερος ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον.
7 καὶ ἑψήσεις καὶ ὀπτήσεις καὶ φαγῇ ἐν τῷ τόπῳ, οὗ ἐὰν ἐκλέξηται Κύριος ὁ Θεός σου αὐτόν, καὶ ἀποστραφήσῃ τὸ πρωΐ καὶ ἐλεύσῃ εἰς τοὺς οἴκους σου. 7 Θα βράσης και θα ψήσης και θα φάγης τον θυσιαζόμενον αμνόν στον τόπον, τον οποίον ήθελεν εκλέξει Κυριος ο Θεός σου και την πρωΐαν θα επιστρέψης και θα μεταβής εις την οικίαν σου. 7 Θὰ βράσῃς δὲ καὶ θὰ ψήσῃς τὸ σφακτὸν καὶ θὰ τὸ φάγῃς εἰς τὸν τόπον, ποὺ θὰ διαλέξῃ Κύριος ὁ Θεός σου. Καὶ θὰ ἀναχωρήσῃς τὸ πρωῒ καὶ θὰ ἐπιστρέψῃς εἰς τὴν κατοικίαν σου.
8 ἓξ ἡμέρας φαγῇ ἄζυμα, καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἐξόδιον, ἑορτὴ Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου· οὐ ποιήσεις ἐν αὐτῇ πᾶν ἔργον πλὴν ὅσα ποιηθήσεται ψυχῇ. 8 Επί εξ ημέρας θα τρώγης άζυμον άρτον ημέρά δε η εβδόμη θα είναι η τελευταία των εορτών του Πασχα, επίσημος εορτή προς τιμήν Κυρίου του Θεού σου. Κατ' αυτήν δεν θα κάμης καμμίαν εργασίαν πλην εκείνων, που είναι απαραίτητοι δια την συντήρησιν της ζωής σου. 8 Ἐπὶ ἕξι ἡμέρας θὰ τρώγῃς ἄζυμα ψωμιά. Τὴν δὲ ἑβδόμην καὶ τελευταίαν ἡμέραν θὰ τὴν ἐορτάζῃς μὲ ἰδιαιτέραν λαμπρότητα πρὸς τιμὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου. Δὲν θὰ κάμνῃς κατὰ τὴν ἡμέραν αὐτὴν καμμίαν ἐργασίαν, παρὰ μόνον ὅ,τι εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητον διὰ τὴν ζωήν σου.
9 ἑπτά ἑβδομάδας ἐξαριθμήσεις σεαυτῷ· ἀρξαμένου σου δρέπανον ἐπ᾿ ἀμητόν, ἄρξῃ ἐξαριθμῆσαι ἑπτὰ ἑβδομάδας. 9 Θα μετρήσης επτά εβδομάδας, τεσσαράκοντα εννέα ημέρας, θα αρχίσης να μετράς από την ημέραν, που θα πάρης το δρεπάνι δια τον θερισμόν. 9 Μετὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα θὰ μετρήσῃς ἑπτὰ ἑβδομάδας ἡμερῶν. Θὰ ἀρχίσῃς δὲ τὸ μέτρημα τῶν ἑπτὰ αὐτῶν ἑβδομάδων ἀπὸ τὴν ἡμέραν, ποὺ θ' ἀρχίσῃς νὰ θερίζῃς μὲ τὸ δρεπάνι τὰ σιτηρά σου.
10 καὶ ποιήσεις ἑορτὴν ἑβδομάδων Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου καθὼς ἡ χείρ σου ἰσχύει, ὅσα ἂν δῷ Κύριος ὁ Θεός σου· 10 Την τελευταίαν ημέραν, δηλαδή την πεντηκαστήν, θα τελέσης την εορτήν των εβδομάδων, την Πεντηκοστής, προς χάριν Κυρίου του Θεού σου και θα προσφέρης από τα πρωτογεννήματα των αγρών σου, αναλόγως με την οικονομικήν σου κατάστασιν, αναλόγως με όσα Κυριος ο Θεός σου θα σου δώση. 10 Καὶ θὰ ἐορτάζῃς τότε τὴν ἑορτὴν τῶν Ἑβδομάδων, τὴν Πεντηκοστήν, πρὸς τιμὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου. Θὰ προσφέρῃς δὲ ὅσας θυσίας ἠμπορεῖς, ἀναλόγως πρὸς τὰ ἀγαθά, ποὺ θὰ σοῦ χαρίζῃ ὁ Κύριος καὶ Θεός σου.
11 καὶ εὐφρανθήσῃ ἐναντίον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, σὺ καὶ ὁ υἱός σου καὶ ἡ θυγάτηρ σου, ὁ παῖς σου καὶ ἡ παιδίσκη σου καὶ ὁ Λευίτης καὶ ὁ προσήλυτος καὶ ὁ ὀρφανὸς καὶ ἡ χήρα ἡ οὖσα ἐν ὑμῖν, ἐν τῷ τόπῳ, ᾧ ἐὰν ἐκλέξηται Κύριος ὁ Θεός σου αὐτὸν ἐπικληθῆναι τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐκεῖ, 11 Κατά την εορτήν αυτήν της Πεντηκοστής θα φάγης και θα ευφρανθής ενώπιον Κυρίου του Θεού σου, συ και ο υιός σου και η θυγάτηρ σου, ο δούλος και η δούλη σου, ο Λευΐτης και ο ξένος, ο ορφανός και η χήρα, που ευρίσκεται μεταξύ σας, θα φάγετε στον τόπον, τον οποίον ήθελεν εκλέξει Κυριος ο Θεός σου, δια να επικαλήται εκεί και λατρεύεται το Ονομά του. 11 Καὶ θὰ εὐφραίνεσαι ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου σὺ καὶ ὁ υἱός σου καὶ ἡ κόρη σου, ὁ δοῦλος σου καὶ ἡ δούλη σου καὶ ὁ Λευΐτης καὶ ὁ ξένος, ποὺ συμπαθεῖ τὴν θρησκείαν σας καὶ διαμένει πλησίον σας, καὶ ὁ ὀρφανὸς καὶ ἡ χήρα, ποὺ ζῇ ἀνάμεσά σας. Θὰ εὐφραίνεσθε ὅλοι μαζὶ εἰς τὸν τόπον, ποὺ θὰ διαλέξῃ Κύριος ὁ Θεός σου διὰ νὰ ἐπικαλῆσθε καὶ λατρεύετε ἐκεῖ τὸ ὄνομά Του.
12 καὶ μνησθήσῃ ὅτι οἰκέτης ἐγένου ἐν γῇ Αἰγύπτῳ, καὶ φυλάξῃ καὶ ποιήσεις τὰς ἐντολὰς ταύτας. 12 Να ενθυμηθής δε τότε, ότι υπήρξες και συ δούλος εις την χώραν της Αιγύπτου. Δι' αυτό και πρέπει να φυλάξης και αφαρμόσης τας εντολάς μου αυτάς. 12 Καὶ θὰ θυμᾶσαι τότε ὅτι ἤσουν κάποτε καὶ σὺ δοῦλος εἰς τὴν χώραν τῆς Αἰγύπτου. Πρέπει δὲ νὰ προσέξῃς καὶ νὰ τηρήσῃς ὅλας ἀνεξαιρέτως τὰς ἐντολάς, ποὺ σοῦ δίδω.
13 ἑορτὴν σκηνῶν ποιήσεις σεαυτῷ ἑπτὰ ἡμέρας ἐν τῷ συναγαγεῖν σε ἐκ τῆς ἅλωνός σου καὶ ἀπὸ τῆς ληνοῦ σου· 13 Την εορτήν των Σκηνών, δηλαδή την εορτήν της Σκηνοπηγίας, επί επτά επίσης ημέρας θα την εορτάσης, όταν συγκεντρώσης από το αλώνι σου το σιτάρι και από τον ληνόν σου τον οίνον. 13 Ὅταν θὰ μαζεύσῃς τὸ σιτάρι ἀπὸ τὸ ἁλῶνι σου καὶ τὸ κρασὶ ἀπὸ τὸ πατητήρι σου, θὰ ἐορτάζῃς ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας τὴν ἑορτὴν τῶν σκηνῶν.
14 καὶ εὐφρανθήσῃ ἐν τῇ ἑορτῇ σου, σὺ καὶ ὁ υἱός σου καὶ ἡ θυγάτηρ σου, ὁ παῖς σου καὶ ἡ παιδίσκη σου καὶ ὁ Λευίτης καὶ ὁ προσήλυτος καὶ ὁ ὀρφανὸς καὶ ἡ χήρα ἡ οὖσα ἐν ταῖς πόλεσί σου. 14 Και κατά την εορτήν αυτήν θα ευφρανθής συ και ο υιός σου και η θυγάτηρ σου, ο δούλος σου και η δούλη σου, ο Λευΐτης και ο ξένος, ο αρφανός και η χήρα, που ευρίσκεται εις τας πόλεις σου. 14 Καὶ θὰ εὐφραίνεσαι κατὰ τὴν ἑορτήν σου αὐτὴν σὺ καὶ ὁ υἱός σου καὶ ἡ κόρη σου, ὁ δοῦλος σου καὶ ἡ δούλη σου καὶ ὁ Λευΐτης καὶ ὁ προσήλυτος, ποὺ μένει πλησίον σου καὶ συμπαθεῖ τὴν θρησκείαν σου, καὶ ὁ ὀρφανὸς καὶ ἡ χήρα, ποὺ ζῇ εἰς τὰς πόλεις σου.
15 ἑπτὰ ἡμέρας ἑορτάσεις Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου ἐν τῷ τόπῳ, ᾧ ἂν ἐκλέξηται Κύριος ὁ Θεός σου αὐτῷ· ἐὰν δὲ εὐλογήσῃ σε Κύριος ὁ Θεός σου ἐν πᾶσι τοῖς γενήμασί σου καὶ ἐν παντὶ ἔργῳ τῶν χειρῶν σου, καὶ ἔσῃ εὐφραινόμενος. 15 Επί επτά ημέρας θα εορτάσης την Σκηνοπηγίαν προς τιμήν και δόξαν Κυρίου του Θεού σου στον τόπον, στον οποίον ήθελεν εκλέξει δια τον εαυτόν του Κυριος ο Θεός σου. Ετσι δε Κυριος ο Θεός σου θα σε ευλογήση εις όλα τα προϊόντα σου, εις όλα τα έργα των χειρών σου. Και εφ' όσον θα σε έχη ευλογήσει θα είσαι ευχαριστημένος και χαρούμενος. 15 Ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας θὰ ἐορτάζῃς πρὸς τιμὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου εἰς τὸν τόπον, ποὺ θὰ διαλέξῃ διὰ τὸν ἐαυτόν Του Κύριος ὁ Θεός σου. Καὶ ἂν τὰ τηρῇς αὐτά, θὰ σὲ εὐλογήσῃ ὁ Κύριος καὶ Θεός σου εἰς ὅλα τὰ γεννήματά σου καὶ εἰς κάθε ἔργον τῶν χεριῶν σου καὶ θὰ εὐφραίνεσαι.
16 τρεῖς καιροὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ὀφθήσεται πᾶν ἀρσενικόν σου ἐναντίον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐν τῷ τόπῳ, ᾧ ἐὰν ἐκλέξηται αὐτὸν Κύριος, ἐν τῇ ἑορτῇ τῶν ἀζύμων καὶ ἐν τῇ ἑορτῇ τῶν ἑβδομάδων καὶ ἐν τῇ ἑορτῇ τῆς σκηνοπηγίας. οὐκ ὀφθήσῃ ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου κενός· 16 Εις τρεις καιρούς του έτους θα παρουσιάζεται κάθε άρρην Ισραηλίτης ενώπιον του Κυρίου του Θεού σου στον τόπον, τον οποίον ο Κυριος ήθελεν εκλέξει δια τον εαυτόν του κατά την εορτήν των αζύμων, δηλαδή το Πασχα, κατά την εορτήν των επτά εβδομάδων, δηλαδή την Πεντηκοστήν, και κατά την εορτήν της Σκηνοπηγίας. Δεν θα παρουσιασθής ενώπιον Κυρίου του Θεού σου με αδειανά τα χέρια. 16 Τρεῖς φορὲς κάθε χρόνον θὰ ἐμφανίζωνται ὅλοι οἱ ἄρρενες Ἑβραῖοι ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου εἰς τὸν τόπον, ποὺ θὰ διαλέξῃ ὁ Κύριος. Κατὰ τὴν ἑορτὴν δηλαδὴ τῶν Ἀζύμων καὶ τοῦ Πάσχα, κατὰ τὴν ἑορτὴν τῶν Ἑβδομάδων, δηλαδὴ τῆς Πεντηκοστῆς, καὶ κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς Σκηνοπηγίας. Δὲν θὰ παρουσιάζεσαι κατὰ τὰς ἑορτὰς αὐτὰς ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου μὲ ἄδεια τὰ χέρια.
17 ἕκαστος κατὰ δύναμιν τῶν χειρῶν ὑμῶν, κατὰ τὴν εὐλογίαν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, ἣν ἔδωκέ σοι. 17 Ο καθένας θα προσφέρη τα δώρα του αναλόγως της οικονομικής του δυνατότητος, αναλόγως των ευλογιών και δωρεών, τας οποίας του έδωκεν ο Κυριος. 17 Καθένας σας θὰ προσφέρῃ εἰς τὸν Κύριον ὅ,τι ἠμπορεῖ, ἀναλόγως πρὸς τὴν εὐλογίαν, ποὺ σοῦ ἔδωσε Κύριος ὁ Θεός σου.
18 Κριτὰς καὶ γραμματοεισαγωγεῖς ποιήσεις σεαυτῷ ἐν ταῖς πόλεσί σου, αἷς Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι, κατὰ φυλάς, καὶ κρινοῦσι τὸν λαὸν κρίσιν δικαίαν. 18 Θα διορίσης κατά φυλάς, δικαστάς και διδασκάλους εις τας πόλεις σου, τας οποίας Κυριος ο Θεός σου σου δίδει, δια να δικάζουν τον λαόν με δικαιοσύνην. 18 Θὰ ἐγκαταστήσῃς εἰς τὰς πόλεις, ποὺ σοῦ δίδει Κύριος ὁ Θεός σου, δικαστὰς καὶ γραμματεῖς ὑπευθύνους κατὰ φυλάς, ποὺ θὰ δικάζουν τὸν λαὸν μὲ δικαιοσύνην.
19 οὐκ ἐκκλινοῦσι κρίσιν, οὐδὲ ἐπιγνώσονται πρόσωπον οὐδὲ λήψονται δῶρον· τὰ γὰρ δῶρα ἀποτυφλοῖ ὀφθαλμοὺς σοφῶν καὶ ἐξαίρει λόγους δικαίων. 19 Δεν θα παρεκκλίνουν κατά την απόδοσιν της δικαιοσύνης, δεν θα επηρεασθούν από πρόσωπα, ούτε και θα λάβουν δώρα, διότι τα δώρα τυφλώνουν τους οφθαλμούς των σοφών και εκτρέπουν από την αλήθειαν και την δικαιοσύνην τους λόγους και τας αποφάσεις των δικαίων. 19 Δὲν θὰ παρεκκλίνουν κατὰ τὴν ἀπονομὴν τῆς δικαιοσύνης· οὔτε θὰ ἐπηρεάζωνται ἀπὸ πρόσωπα καὶ δὲν θὰ δέχωνται δῶρα· διότι τὰ δῶρα σκοτίζουν καὶ τυφλώνουν τὰ μάτια τῶν σοφῶν καὶ βγάζουν ἀπὸ τὸν δρόμον τῆς ἀληθείας καὶ δικαιοσύνης τὰ λόγια καὶ τὰς ἀποφάσεις τῶν δικαίων.
20 δικαίως τὸ δίκαιον διῴξῃ, ἵνα ζῆτε καὶ εἰσελθόντες κληρονομήσητε τὴν γῆν, ἣν Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι. 20 Κατά λόγον δικαιοσύνης θα αποδίδης αυστηρώς το δίκαιον, δια να ζήτε και εισέλθετε και κληρονομήσετε την γην, την οποίαν Κυριος ο Θεός σου δίδει εις σέ. 20 Θὰ ἐπιδιώξῃς ὥστε νὰ ἀποδίδεται πάντοτε μὲ ἀπόλυτον δικαιοσύνην τὸ δίκαιον εἰς τὸν καθένα, διὰ νὰ ζῆτε εὐτυχεῖς καὶ νὰ εἰσέλθετε καὶ κληρονομήσετε τὴν χώραν, ποὺ σοῦ χαρίζει Κύριος ὁ Θεός σου.
21 Οὐ φυτεύσεις σεαυτῷ ἄλσος, πᾶν ξύλον, παρὰ τὸ θυσιαστήριον τοῦ Θεοῦ σου οὐ ποιήσεις σεαυτῷ. 21 Δεν θα φυτεύσης ιερόν άλσος, όπως φυτεύουν οι ειδωλολάτραι προς τιμήν των ειδώλων των, ούτε και κανένα δένδρον θα φυτεύσης πλησίον στο θυσιαστήριον του Θεού σου. 21 Δὲν θὰ φυτεύσῃς κανένα ἄλσος, ποὺ νὰ τὸ θεωρῇς ἱερόν, οὔτε θὰ βάλῃς δίπλα εἰς τὸ θυσιαστήριον τοῦ Θεοῦ σου κάποιο δένδρον, ὅπως κάνουν οἱ εἰδωλολάτραι.
22 οὐ στήσεις σεαυτῷ στήλην, ἃ ἐμίσησε Κύριος ὁ Θεός σου. 22 Δεν θα κτίσης ούτε θα στήσης ειδωλολατρικήν στήλην. Αυτά τα εμίσησε και τα μισεί Κυριος ο Θεός σου. 22 Δὲν θὰ στήσῃς ἐπίσης καμμίαν στήλην, διὰ νὰ τὴν προσκυνῇς σὰν θεικὸν σύμβολον. Αὐτὰ εἶναι πράγματα, ποὺ τὰ ἀποστρέφεται καὶ τὰ μίσει ὁ Κύριος καὶ Θεός σου.