Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:37
Δύση: 20:11
Σελ. 17 ημ.
116-250
16ος χρόνος, 5913η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' - ΠΡΟΛΟΓΟΣ


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Συγγραφέας: Ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ σχέση του μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου μᾶς περιγράφεται στίς Πράξεις ιη΄ 1-18, καθώς ἐπίσης καί στίς ἐπιστολές πρός Κορινθίους.

Χρονολογία : Ἡ πρώτη πρός Κορινθίους γράφτηκε τό 59 μ.Χ., κατά τό τέλος τῆς τρίχρονης παραμονῆς τοῦ Παύλου στήν Ἔφεσο (Πράξεων κ΄ 31, Α΄ Κορινθίους ιστ΄ 5-8).

Θέμα: Καταπιάνεται μέ πολλά θέματα, ὡστόσο θά μπορούσαμε νά τά κατατάξουμε στό γενικό τίτλο : «Χριστιανική Ζωή καί Συμπεριφορά». Ἀκόμη καί ἡ καταπληκτική ἀποκάλυψη τῆς ἀλήθειας περί τῆς ἀναστάσεως ἔχει σχέση μέ τό θέμα αὐτό (Κορινθίους Α΄, ιε΄ 58). Ἀφορμή τῆς ἐπιστολῆς ἦταν ἕνα γράμμα ἀπό τήν Κόρινθο μέ ἐρωτήσεις σχετικά μέ τόν γάμο καί τήν χρήση κρεάτων πού εἶχαν προσφερθεῖ σέ εἴδωλα (Πρός Κορινθίους Α΄, ζ΄ 1, η΄ 1-13), ὁ ἀπόστολος ὅμως ἦταν πολύ περισσότερο ἐνήμερος τῆς καταστάσεως, ἀπό πληροφορίες πού τοῦ ἔρχονταν, γιά τίς βαθειές διαιρέσεις καί αὐξανόμενες ἔριδες στήν Ἐκκλησία, ἀκόμα δέ καί γιά μιά περίπτωση αἱμομιξίας, ἡ ὁποία δέν εἶχε κριθεῖ (α΄ 10-12, ε΄ 1). Οἱ φατριαστικές αὐτές τάσεις μεταξύ τους δέν ὀφείλονταν σέ αἱρέσεις ἤ ἑτεροδιδασκαλίες, ἀλλά στήν σαρκικότητα τῶν πάντοτε ἀνήσυχων Κορινθίων καί στή λατρεία τους, σάν Ἕλληνες, τῆς «σοφίας» καί τοῦ λόγου. Ἐδῶ καυτηριάζεται τό βδέλυγμα τῆς ἀνθρώπινης ἀρχηγίας στά πράγματα τοῦ Θεοῦ. Μικρότερες δέ ἀταξίες ὀφείλονταν στή ματαιότητα, πού τούς ἔσπρωχνε σέ μιά τελείως παιδαριώδη ἐπιθυμία νά μιλοῦν γλῶσσες καί νά ἐπιθυμοῦν γενικώτερα ὑπερφυσικά χαρίσματα, σέ σημεῖο πού νά παραμελοῦν τήν ὑγιαίνουσα διδασκαλία (Α΄ Πρός Κορινθίους ιδ΄ 1-28). Ὁ Παῦλος ὑπερασπίζει ἐπίσης τήν ἀποστολική του ἰδιότητα, διότι αὐτό συνεπάγεταν τήν αὐθεντία τῆς διδασκαλίας πού ἀπεκαλύπτονταν δι’ αὐτοῦ. Ἀκριβής ἀνάλυση τῆς Α΄ Πρός Κορινθίους δέν μπορεῖ νά γίνει. Ἡ ἐπιστολή δέν εἶναι μία μελέτη ἀλλά κάτι πού προῆλθε ἀπό τό Πνεῦμα διά μέσου τῆς λύπης, τῆς ἀνησυχίας καί τῆς ἁγίας ἀγανακτήσεως τοῦ ἀποστόλου. Ὡστόσο ἡ ἀκόλουθος ἀνάλυση θά ἀπέβαινε ἴσως χρήσιμη.

Ι. Εἰσαγωγή: Ἡ θέση τοῦ πιστοῦ μέσα στή χάρη, α΄ 1-9.
ΙΙ. Ἡ ἀντίθεση τῆς παρούσης καταστάσεως τῶν φατριῶν, α΄ 10-δ΄ 21.
ΙΙΙ. Ἡ ἀνηθικότητα ἐλέγχεται καί ἐντέλεται πειθαρχία, ε΄ 1-στ΄ 8.
IV. Ὁ ἁγιασμός τοῦ σώματος καί ὁ Χριστιανικός γάμος, στ΄ 9-ζ΄ 40.
V. Τά ἐκ θυσιῶν κρέατα καί οἱ πειρασμοί τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας, η΄ 1-ια΄1.
VI. Ἡ χριστιανική τάξη καί τό Δεῖπνο τοῦ Κυρίου, ια΄ 2-34.
VII. Πνευματικά χαρίσματα ἐν σχέσει μέ τό σῶμα, τήν ἐκκλησία καί χριστιανική διακονία, ιβ΄ 1-ιδ΄40.
VIII. Ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ιε΄ 1-58.
IX. Εἰδικές κατευθύνσεις καί χαιρετισμοί, ιστ΄1-24.