Δευτέρα, 29 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:32
Δύση: 20:14
Σελ. 21 ημ.
120-246
16ος χρόνος, 5917η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 (Ζ)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΕΠΙΣΤΡΕΦΕ, ἐπίστρεφε, ἡ Σουλαμῖτις· ἐπίστρεφε, ἐπίστρεφε, καὶ ὀψόμεθα ἐν σοί, τί ὄψεσθε ἐν τῇ Σουλαμίτιδι; ἡ ἐρχομένη ὡς χοροὶ τῶν παρεμβολῶν. 1 Γυρισε πίσω, επίστρεψε προς ημάς, ω Σουλαμίτις. Ξαναγύρισε, κύτταξέ μας και ημείς θα ίδωμεν το ωραίον σου πρόσωπον. Τι θα ίδετε εις εμέ εις μίαν ασήμαντον Σουλαμίτιδα; Συ, καθώς έρχεσαι με τόσην χάριν και μεγαλοπρέπειαν, ομοιάζεις με χορούς ουρανίων ταξιαρχιών. 1 Γύριζε πίσῳ, ἐπίστρεφε, ὦ Σουλαμῖτις· ἐπίστρεφε διὰ νὰ θαυμάσωμεν τὴν καλλονήν σου, φωνάζει ὁ χορὸς τῶν νεανίδων. Καὶ τί θὰ ἴδητε εἰς τὴν Σουλαμίτιδα; Ἀπαντᾷ μετριοφρόνως αὕτη. Σὺ εἶσαι, ἀπαντοῦν αἱ νεάνιδες, αὐτὴ ποὺ ἔρχεται σὰν χοροὶ οὐρανίων παρατάξεων (κατὰ τὸ Ἑβραϊκὸν Machanaim).
2 ὡραιώθησαν διαβήματά σου ἐν ὑποδήμασί σου, θύγατερ Ναδάβ· ρυθμοὶ μηρῶν ὅμοιοι ὁρμίσκοις, ἔργον τεχνίτου· 2 Ωραίον είναι το βάδισμά σου με τα εύμορφα υποδήματά σου ω κόρη αρχόντων! Καλλιτεχνικόν ρυθμόν και αρμονίαν έχουν οι μηροί σου, όμοιοι με περιδέραιον, ωσάν κομψοτέχνημα μεγάλου τεχνίτου. 2 Πόσον ὡραῖα εἶναι τὰ πόδια σου μέσα στὰ σανδάλιά σου, καθὼς βαδίζεις, ἀρχοντοπούλα μου. Αἱ συναρθρώσεις τῶν λαγάνων σου σὰν περιδέραιον ἐξαιρετικόν, ἔργον μεγάλου καλλιτέχνου. Τόσον εὐτάκτως καὶ κομψὼς βαδίζεις! Τόσον γοητευτικὴ παρουσιάζεσαι εἰς ὅλα τὰ κινήματά σου! Τόσον ἁρμονικῶς ἠνωμένα εἶναι τὰ τέκνα σου, ποὺ σὰν μέλη τοῦ αὐτοῦ σώματος συνδέονται μεταξύ των χαριτωμένα.
3 ὀμφαλός σου κρατὴρ τορευτὸς μὴ ὑστερούμενος κράμα· κοιλία σου θημωνία σίτου πεφραγμένη ἐν κρίνοις· 3 Ο τορνευτός ομφαλός σου ομοιάζει με κοσμημένον κύπελλον από το οποίον δεν λείπει ποτέ ο οίνος. Η κοιλία σου ομοιάζει με θημωνιάν σίτου, φραγμένην με κρίνα. 3 Ὁ ὀμφαλός σου σὰν κύπελλον, περάσμενον ἀπὸ τόρνον, τὸ ὁποῖον δὲν στερεῖται οἴνου· καὶ ἡ κοιλία σου σὰν θημωνιὰ σιταριοῦ, περιφραγμένη μὲ κρίνα. (Σύμβολα τῆς γονιμότητος ἅμα καὶ ἁγνότητος, τῆς παρθενικῆς θαλερότητος τῆς Ἐκκλησίας).
4 δύο μαστοί σου, ὡς δύο νεβροὶ δίδυμοι δορκάδος· 4 Οι δύο μαστοί σου ομοιάζουν σαν δίδυμα μικρά ζαρκάδια. 4 Οἱ δύο μαστοί σου, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐκπηγάζουν τὰ μέσα τῆς χάριτος, τὰ ἐκτρέφοντα τὰ τέκνα σου, ὁμοιάζουν μὲ δύο δίδυμα νεογνὰ ζαρκάδας.
5 ὁ τράχηλός σου ὡς πύργος ἐλεφάντινος· οἱ ὀφθαλμοί σου ὡς λίμναι ἐν ᾿Εσεβών, ἐν πύλαις θυγατρὸς πολλῶν· μυκτήρ σου ὡς πύργος τοῦ Λιβάνου σκοπεύων πρόσωπον Δαμασκοῦ· 5 Ο τράχηλός σου ωσάν πύργον από ελεφαντοστούν, τα μάτια σου, αστραφτερά και ολοκάθαρα, όπως αι δεξάμεναί αι παρά τας πύλας της Εσεβών, πόλεως πολλών κατοίκων. Η μύτη σου ωσάν πύργος του Λιβάνου εστραμμένου προς την Δαμασκόν. 5 Ὁ τράχηλός σου λευκός, στιλπνὸς καὶ ὡραῖος σὰν πύργος ἀπὸ ἐλεφαντοστοῦν· τὰ μάτιά σου μεγάλα, ὑγρὰ καὶ ἤρεμα, σὰν τὰς λίμνας τῆς Ἐσεβών, ποὺ εἶναι κοντὰ εἰς τὰς πύλας τῆς πολυαρίθμου αὐτῆς πόλεως· ἡ μύτη σου σὰν πύργος τοῦ Λιβάνου, φρουρὸς κατασκοπεύων τὴν Δαμασκόν. Ἀδούλωτος καὶ μόνον εἰς τὸν Νυμφίον ὑποτεταγμένη, λευκὴ καὶ ἄμεμπτος, εἰρηνικὴ καὶ ἑλκυστική, μὲ καθαρὰν τὴν ὄσφρησιν καὶ τὴν πνευματικὴν διάκρισιν, ἕτοιμος πρὸς θαρραλέαν ἀντιμετώπισιν παντὸς πολεμίου, Ἰδοὺ προσόντα ἔκτακτα τῆς Νύμφης τοῦ Χριστοῦ.
6 κεφαλή σου ἐπὶ σὲ ὡς Κάρμηλος, καὶ πλόκιον κεφαλῆς σου ὡς πορφύρα, βασιλεὺς δεδεμένος ἐν παραδρομαῖς. 6 Η κεφαλή σου επάνω στο σώμα σου ομοιάζει σαν το όρος Καρμηλον. Αι πλεξίδες της κεφαλής σου ακτινοβολούν ωσάν πορφύρα και αυτός ο βασιλεύς, όταν διέρχεται εμπρός σου, είναι σαν να δένεται με αυτάς. 6 Ἡ κεφαλή σου ῦψοῦται ἐπὶ τοῦ λοιποῦ σώματός σου σὰν τὸ ὄρος Κάρμηλος, καὶ τὰ μαλλιὰ τῆς κεφαλῆς σου, καθὼς ἔχουν πλεχθῆ, ὁμοιάζουν πρὸς πορφύραν. Στὶς πλεξοῦδες των καὶ βασιλεὺς ἀκόμη συναρπάζεται δεμένος. Αἱ σκέψεις καὶ τὰ φρονήματά σου, ὦ Νύμφη, εἶναι ὑψηλά, θεία καὶ οὐράνια, συναρπάζοντα τὰς ἡγεμονικὰς ψυχάς.
7 τί ὡραιώθης καὶ τὶ ἡδύνθης ἀγάπη, ἐν τρυφαῖς σου; 7 Ποσον ωραία γίνεσαι, αγάπη μου! Ποσον ηδονική εις τας τρυφερότητάς σου! 7 Πόσον ἔγινες ὡραία καὶ πόσον θελκτικὴ κατέστης, ὦ ἀγάπη μου, διὰ τῶν τρυφῶν καὶ ἀπολαύσεών σου ἐν τῇ μετ’ ἐμοῦ πνευματικῇ κοινωνίᾳ!
8 τοῦτο μέγεθός σου, ὡμοιώθης τῷ φοίνικι καὶ οἱ μαστοί σου τοῖς βότρυσιν. 8 Το ανάστημά σου ομοιάζει με φοίνικα και οι μαστοί σου με σταφύλια αμπέλου. 8 Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀνάστημά σου, ὑψηλὸν καὶ εὐλύγιστον. Ἔγινες ὁμοία πρὸς φοίνικα. Καὶ οἱ μαστοί σου, μὲ τοὺς ὁποίους τρέφεις πνευματικῶς τὰ πλήθη τῶν τέκνων σου, ὁμοιάζουν πρὸς σταφυλάς, ποὺ κρέμονται ὑψηλά, ὑπεράνω πάσης βεβήλου ἐπαφῆς.
9 εἶπα· ἀναβήσομαι ἐπὶ τῷ φοίνικι, κρατήσω τῶν ὕψεων αὐτοῦ, καὶ ἔσονται δὴ μαστοί σου ὡς βότρυες τῆς ἀμπέλου καὶ ὀσμὴ ρινός σου ὡς μῆλα 9 Είπα· θα αναβώ επάνω στον φοίνικα, θα φθάσω εις τα υψη αυτού, και οι μαστοί σου θα είναι πλησίον μου ωσάν σταφύλια αμπέλου, και η ευωδία της ρινός σου ως ευωδία μήλων. 9 Εἶπα: Θὰ ἀναβῶ ἐπὶ τοῦ φοίνικος· θὰ κρατήσω τοὺς ἀνθισμένους κλάδους του· καὶ θὰ εἶναι λοιπὸν οἱ μαστοί σου, διὰ τῶν ὁποίων ἐκτρέφεις τὰ τέκνα σου, ἐξ αἰτίας τῶν ἐξ ἐμοῦ λαμβανομένων ὑπὸ σοῦ χαρίτων, γλυκεῖς σὰν τὰς σταφυλὰς τῆς ἀμπέλου· καὶ ἡ ἀπὸ τῆς ρινός σου ἀποπνεομένη εὐωδία τῆς ἁγιότητος, τὴν ὁποίαν σοῦ μεταδίδει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, εὐχάριστος καὶ ἀναληπτικὴ σὰν τὰ μῆλα.
10 καὶ ὁ λάρυγξ σου ὡς οἶνος ὁ ἀγαθός, πορευόμενος τῷ ἀδελφιδῷ μου εἰς εὐθύτητα, ἱκανούμενος χείλεσί μου καὶ ὀδοῦσιν. 10 Ο γλυκύλαλος λάρυγξ σου ως εκλεκτός οίνος, Ο οποίος, προσθέτει η νύμφη, θα ρέη προς το στόμα του αγαπητού μου κατ' ευθείαν, ικανός να τον ευφραίνη με τα χείλη μου και με τους οδόντας μου. 10 Καὶ ὁ ἀπὸ τοῦ λάρυγγός σου ἐκπορευομενος διδασκαλικὸς λόγος εἶναι σὰν ὁ κάλιστος καὶ πιὸ εὐφραντικὸς οἶνος. Διακόπτουσα ἡ νύμφη συνεχίζει· ὁ ὁποῖος οἶνος πηγαίνει κατ' εὐθεῖαν εἰς τὸν πολυαγαπημένον ἀδελφόν μου, καθιστάμενος ἱκανὸς νὰ τὸν εὐφραίνῃ διὰ τῶν χειλέων μου καὶ τῶν ὀδόντων μου.
11 ᾿Εγὼ τῷ ἀδελφιδῷ μου, καὶ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ ἐπιστροφὴ αὐτοῦ. 11 Εγώ ανήκω στον αγαπημένον μου αδελφόν και η σφόδρα επιθυμία εκείνου επιστρέφει προς εμέ. 11 Ἐγὼ ἀνήκω ἐξ ὁλοκλήρου εἰς τὸν ἀγαπημένον μου ἀδελφόν, καὶ ὁ σφοδρὸς τῆς ἀγάπης του πόθος πρὸς ἐμὲ ἐπιστρέφει.
12 ἐλθέ, ἀδελφιδέ μου, ἐξέλθωμεν εἰς ἀγρόν, αὐλισθῶμεν ἐν κώμαις· 12 Ελα αγαπητέ μου, ας εξέλθωμεν στους αγρούς, ας κατοικήσωμεν εις τας κώμας. 12 Ἐλθέ, ἀγαπημενέ μου ἀδελφέ, νὰ ἐξέλθωμεν εἰς τὸν ἀγρόν, ποὺ συμβολίζει τὸν κόσμον· νὰ διανυκτερεύσωμεν εἰς τὰ χωρία, ποὺ συμβολίζουν τὰς ἀνὰ τὸν κόσμον τοπικὰς Ἐκκλησίας καὶ τὰς δεχθείσας τὸν λόγον τοῦ Εὐαγγελίου ψυχάς.
13 ὀρθρίσωμεν εἰς ἀμπελῶνας, ἴδωμεν εἰ ἤνθησεν ἡ ἄμπελος, ἤνθησεν ὁ κυπρισμός, ἤνθησαν αἱ ροαί· ἐκεῖ δώσω τοὺς μαστούς μου σοί. 13 Πρωϊ ας εγερθώμεν, δια να περιπατήσωμεν στους αμπελώνας· να ίδωμεν, εάν έχη ανθίσει η άμπελος, αν έκαμαν την εμφάνισίν των τα τρυφερά άνθη, αν άνθισαν οι ροδιές. Εκεί εγώ θα δώσω εις σε όλους τους εναγκαλισμούς μου, θα εκδηλώσω όλας τας αγνάς μου προς σε διαθέσεις. 13 Ἂς ξημερωθῶμεν εἰς τὰ ἀμπέλια· ἂς ἴδωμεν, ἐὰν ἐβλάστησεν ἡ ἄμπελος, ἐὰν ἄνθησαν τὰ νεαρὰ κλήματά της· ἐὰν ἔβγαλαν ἄνθη οἱ ῥοδιές. Ἐκεῖ θὰ ἐκδηλώσω τὰς πλέον θερμὰς καὶ ἁγνὰς διαθέσεις μου εἰς σέ.
14 οἱ μανδραγόραι ἔδωκαν ὀσμήν, καὶ ἐπὶ θύραις ἡμῶν πάντα ἀκρόδρυα, νέα πρὸς παλαιά, ἀδελφιδέ μου, ἐτήρησά σοι. 14 Οι μανδραγόραι αναδίδουν την ευωδίαν των και επάνω από τας θύρας της καλύβης μας κρέμονται διάφοροι εξαίρετοι καρποί, νέοι και παλαιοί, τους οποίους εγώ, αγαπημένε μου αδελφέ, εφύλαξα δια σέ. 14 Οἱ μανδραγόραι ἤρχισαν νὰ εὐωδιάζουν. Οἱ νεκρώσαντες τὰ πάθη διὰ τῆς εὐσεβοῦς διδασκαλίας ἀναδίδουν τὴν ἐκ τῶν ἀγαθῶν ἔργων εὐωδίαν. Καὶ εἰς τὰς θύρας τῆς καλύβης μας ὑπάρχουν ὅλοι οἱ ἐκλεκτοὶ καρποί, αὐτοὶ ποὺ μόλις πρὸ ὀλίγου ἔκοψα, καὶ ἄλλοι ποὺ κάπως παλαιότερον ἐτοίμασα. Διὰ σέ, ἀγαπημένε μου ἀδελφέ, τοὺς ἐφύλαξα.