❌
Τετάρτη, 22 Νοεμβρίου 2023

Άγιοι Φιλήμων ο Απόστολος, Άρχιππος, Ονήσιμος και Απφία, Άγιοι Κικιλία, Βαλεριανός και Τιβούρτιος, Όσιος Αββάς, Όσιος Ιάκωβος (Τσαλίκης), ο Θεοφόρος, καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυΐδ του εν Ευβοία
Ἀρχίππου, Φιλήμονος, ᾿Ονησίμου ἀποστόλων· Κικιλίας μάρτυρος καὶ τῶν σὺν αὐτῇ (†230). Κλήμεντος καὶ Σισινίου ἱερομαρτύρων. Ἰακώβου ὁσίου τοῦ ἐν Εὐβοίᾳ νέου ἀσκητοῦ (†1991).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΦΙΛΗΜΟΝΑ Α´ 1 - 25


1 Παῦλος, δέσμιος Χριστοῦ Ἰησοῦ καὶ Τιμόθεος ὁ ἀδελφὸς Φιλήμονι τῷ ἀγαπητῷ καὶ συνεργῷ ἡμῶν 2 καὶ Ἀπφίᾳ τῇ ἀδελφῇ καὶ Ἀρχίππῳ τῷ συστρατιώτῃ ἡμῶν καὶ τῇ κατ’ οἶκόν σου ἐκκλησίᾳ· 3 χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. 4 Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου πάντοτε μνείαν σου ποιούμενος ἐπὶ τῶν προσευχῶν μου, 5 ἀκούων σου τὴν ἀγάπην καὶ τὴν πίστιν ἣν ἔχεις πρὸς τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ εἰς πάντας τοὺς ἁγίους, 6 ὅπως ἡ κοινωνία τῆς πίστεώς σου ἐνεργὴς γένηται ἐν ἐπιγνώσει παντὸς ἀγαθοῦ τοῦ ἐν ἡμῖν εἰς Χριστόν Ἰησοῦν. 7 χάριν γὰρ ἔχομεν πολλὴν καὶ παράκλησιν ἐπὶ τῇ ἀγάπῃ σου, ὅτι τὰ σπλάγχνα τῶν ἁγίων ἀναπέπαυται διὰ σοῦ, ἀδελφέ. 8 Διό, πολλὴν ἐν Χριστῷ παρρησίαν ἔχων ἐπιτάσσειν σοι τὸ ἀνῆκον, 9 διὰ τὴν ἀγάπην μᾶλλον παρακαλῶ, τοιοῦτος ὢν ὡς Παῦλος πρεσβύτης, νυνὶ δὲ καὶ δέσμιος Ἰησοῦ Χριστοῦ, 10 παρακαλῶ σε περὶ τοῦ ἐμοῦ τέκνου, ὃν ἐγέννησα ἐν τοῖς δεσμοῖς μου, Ὀνήσιμον, 11 τόν ποτέ σοι ἄχρηστον νυνὶ δὲ σοὶ καὶ ἐμοὶ εὔχρηστον, ὃν ἀνέπεμψά 12 σὺ δὲ αὐτόν, τοῦτ’ ἔστι τὰ ἐμὰ σπλάγχνα προσλαβοῦ· 13 ὃν ἐγὼ ἐβουλόμην πρὸς ἐμαυτὸν κατέχειν, ἵνα ὑπὲρ σοῦ διακονῇ μοι ἐν τοῖς δεσμοῖς τοῦ εὐαγγελίου, 14 χωρὶς δὲ τῆς σῆς γνώμης οὐδὲν ἠθέλησα ποιῆσαι, ἵνα μὴ ὡς κατὰ ἀνάγκην τὸ ἀγαθόν σου ᾖ, ἀλλὰ κατὰ ἑκούσιον. 15 τάχα γὰρ διὰ τοῦτο ἐχωρίσθη πρὸς ὥραν ἵνα αἰώνιον αὐτὸν ἀπέχῃς, 16 οὐκέτι ὡς δοῦλον ἀλλ ὑπὲρ δοῦλον, ἀδελφὸν ἀγαπητόν, μάλιστα ἐμοί, πόσῳ δὲ μᾶλλον σοὶ καὶ ἐν σαρκὶ καὶ ἐν Κυρίῳ. 17 Εἰ οὖν με ἔχεις κοινωνόν, προσλαβοῦ αὐτὸν ὡς ἐμέ. 18 εἰ δέ τι ἠδίκησέ σε ἢ ὀφείλει, τοῦτο ἐμοὶ ἐλλόγει· 19 ἐγὼ Παῦλος ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί, ἐγὼ ἀποτίσω· ἵνα μὴ λέγω σοι ὅτι καὶ σεαυτόν μοι προσοφείλεις. 20 ναί, ἀδελφέ, ἐγώ σου ὀναίμην ἐν Κυρίῳ· ἀνάπαυσόν μου τὰ σπλάγχνα ἐν Κυρίῳ. 21 Πεποιθὼς τῇ ὑπακοῇ σου ἔγραψά σοι, εἰδὼς ὅτι καὶ ὑπὲρ ὃ λέγω ποιήσεις. 22 ἅμα δὲ καὶ ἑτοίμαζέ μοι ξενίαν, ἐλπίζω γὰρ ὅτι διὰ τῶν προσευχῶν ὑμῶν χαρισθήσομαι ὑμῖν. 23 Ἀσπάζεταί σε Ἐπαφρᾶς ὁ συναιχμάλωτός μου ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, 24 Μᾶρκος, Ἀρίσταρχος, Δημᾶς, Λουκᾶς, οἱ συνεργοί μου. 25 Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν· ἀμὴν.

ΠΡΟΣ ΦΙΛΗΜΟΝΑ Α´ 1 - 25


1 Ο Παῦλος, δέσμιος καὶ φυλακισμένος διὰ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ Τιμόθεος ὁ ἀδελφὸς γράφομεν τὴν ἐπιστολὴν αὐτὴν πρὸς σὲ τὸν Φιλήμονα, τὸν ἀγαπητὸν καὶ συνεργάτην μας εἰς τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου 2 καὶ πρὸς τὴν Ἀπφίαν τὴν ἀγαπητὴν καὶ πρὸς τὸν Ἄρχιππον τὸν συστρατιώτην μας εἰς τὸν ὑπὲρ τοῦ Εὐαγγελίου ἀγῶνα, καὶ πρὸς τὴν σύναξιν τῶν πιστῶν, ἡ ὁποία συναθροίζεται εἰς τὸ σπίτι σου. 3 Εἴθε νὰ εἶναι μαζί σας ἡ χάρις καὶ ἡ εἰρήνη ἀπὸ τὸν Θεόν καὶ Πατέρα μας καὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. 4 Εὐχαριστῶ τὸν Θεόν μου πάντοτε, ὁσάκις σὲ ἐνθυμοῦμαι κατὰ τὰς προσευχάς μου. 5 Καὶ τὸν εὐχαριστῶ, ἐπειδὴ ἀκούω τὴν πίστιν ποὺ ἔχεις πρὸς τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τὴν ἀγάπην τὴν ὁποίαν δεικνύεις πρὸς ὅλους τοὺς Χριστιανούς. 6 Συγχρόνως δὲ καὶ τὸν παρακαλῶ, ἡ πίστις, τὴν ὁποίαν ἔχεις κοινὴν μὲ τοὺς Χριστιανούς, νὰ γίνῃ τόσον ἔμπρακτος καὶ ζωντανή, ὥστε νὰ λάβουν ὅλοι τελείαν γνῶσιν κάθε ἀγαθοῦ, τὸ ὁποῖον ὑπάρχει καὶ γίνεται μεταξύ μας πρὸς δόξαν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. 7 Πρέπει δὲ νὰ εὐχαριστῶ τὸν Θεόν διὰ σέ, διότι ἔχομεν πολλὴν χαρὰν καὶ παρηγορίαν διὰ τὴν ἀγάπην σου, διότι αἱ καρδίαι τῶν ἀδελφῶν Χριστιανῶν ἔχουν εὔρει ἀνάπαυσιν μὲ τὰς εὐεργεσίας καὶ ἀγαθοεργίας σου, ἀδελφέ. 8 Ἐπειδὴ δὲ τόσον εὐεργετικὸς δεικνύεσαι εἰς τοὺς Χριστιανούς, διὰ τοῦτο, καίτοι ἡ σχέσις καὶ κοινωνία μας μὲ τὸν Χριστὸν μοῦ δίδει τὸ θάρρος νὰ διατάσσω εἰς σὲ ἐκεῖνο, ποὺ πρέπει ὡς Χριστιανὸς νὰ πράττῃς, 9 Ἕνεκα ὅμως τῆς ἀγάπης, ποὺ σοῦ ἔχω, προτιμῶ νὰ σὲ παρακαλέσω. Καὶ σὲ παρακαλῶ σὰν τέτοιος ποὺ εἶμαι δηλαδὴ σὰν Παῦλος, ἠλικιωμένος, τώρα δὲ καὶ φυλακισμένος διὰ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. 10 Σὲ παρακαλῶ διὰ τὸ πνευματικόν μου τέκνον, τὸ ὁποῖον ἐγέννησα πνευματικῶς τώρα, ποὺ εἶμαι εἰς τὰ δεσμὰ καὶ τὴν φυλακήν. Σὲ παρακαλῶ δηλαδὴ διὰ τὸν Ὀνήσιμον, 11 ποὺ ἄλλοτε, ὅταν σὲ ἔκλεψε καὶ ἐδραπέτευσε, σοῦ ἦτο ἄχρηστος, τώρα ὅμως, ποὺ ἐπίστευσε καὶ ἐβαπτίσθη, καὶ εἰς σὲ καὶ εἰς ἐμὲ ἔγινε χρήσιμος, τὸν ὁποῖον καὶ σοῦ ἔστειλα πάλιν. 12 Σὺ δὲ δέχθητι μὲ εὐμένειαν αὐτόν, ποὺ τόσον πολὺ τὸν ἀγαπῶ, ὥστε εἶναι αὐτὴ ἡ καρδία μου καὶ αὐτὰ τὰ σωθικά μου. 13 Τὸν ὁποῖον ἐγὼ ἤθελα νὰ τὸν κρατήσω πλησίον μου, διὰ νὰ μὲ ὑπηρετῇ ἀντὶ σοῦ, ὅσον καιρὸν εἶμαι φυλακισμένος διὰ τὸ εὐαγγελικὸν κήρυγμα. 14 Ἄλλα χωρὶς τὴν ἰδικήν σου γνώμην καὶ ἔγκρισιν δὲν ἠθέλησα νὰ κάμω τίποτε, διὰ νὰ μὴ εἶναι ἡ ἀγαθὴ ἐξυπηρέτησις, τὴν ὁποίαν δι’ αὐτοῦ θὰ μοῦ προσέφερες σὰν ἐξ ἀνάγκης, ἀλλὰ ὑπηρεσία ἀπὸ τὴν καρδία σου καὶ ἀπὸ τὴν πρόθυμον θέλησίν σου. 15 Ναί· πρέπει νὰ τὸν δεχθῇς μὲ καλωσύνην. Διότι ἴσως δι’ αὐτὸ ἐχωρίσθη ἀπὸ σὲ δι’ ὀλίγον χρόνον, διὰ νὰ τὸν λάβῃς πάλιν καὶ τὸν ἔχῃς αἰωνίως. 16 Καὶ νὰ τὸν ἔχῃς ὄχι πλέον ὡς δοῦλον, ἀλλὰ παραπάνω ἀπὸ δοῦλον, ὡς ἀδελφὸν ἀγαπητόν, ἰδιαιτέρως ἀγαπητὸν εἰς ἑμέ, πόσῳ δὲ μᾶλλον εἰς σέ, ὁ ὁποῖος θὰ τὸν ἔχῃς καὶ σωματικῶς σονδεδεμένον, διότι θὰ σὲ ὑπηρετῇ πλέον πιστά, ἀλλὰ καὶ ἀδελφὸν πνευματικὸν διὰ τῆς μετὰ τοῦ Κυρίου ἑνώσεώς σας. 17 Ἐὰν λοιπὸν ἔχῃς κοινὰ μὲ ἐμὲ τὴν πίστιν καὶ τὰ φρονήματα καὶ τοὺς πόθους, παράλαβέ τον μὲ ἀγάπην, ὅπως θὰ ἐδέχεσο ἐμέ. 18 Ἐὰν δὲ σὲ ἠδίκησεν ἢ σοῦ χρεωστῇ τίποτε, τοῦτο λογάριασέ το εἰς ἑμέ. 19 Ἐγὼ ὁ Παῦλος ἔγραψα μὲ τὸ χέρι μου. Ἐγὼ θὰ πληρώσω τὸ χρέος. Καὶ γίνομαι ἐγὼ χρεώστης σου, διὰ νὰ μὴ σοῦ εἴπω, ὅτι σὺ εἶσαι ὀφειλέτης μου μέχρι σημείου, ὥστε καὶ τὸν ἑαυτόν σου νὰ μοῦ χρεωστῇς. 20 Ναί, ἀδελφέ. Εἴθε νὰ ἀπολαύσω ἀπὸ σὲ τὶς χάρες καὶ τὰ πνευματικὰ ὀφέλῃ, ποὺ δημιουργεῖ ἡ μετὰ τοῦ Κυρίου ἕνωσίς μας. Ἀνάπαυσε τὴν καρδία μου μὲ ἀνάπαυσιν πνευματικὴν ἒν Κυρίῳ. 21 Ἐπειδὴ ἔχω πεποίθησιν εἰς τὴν ὑπακοήν σου, ἔγραψα εἰς σὲ τὴν ἐπιστολὴν αὐτήν, γνωρίζων ὅτι θὰ πράξῃς καὶ παραπάνω ἀπ’ ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον λέγω. 22 Συγχρόνως δὲ καὶ ἐτοίμαζέ μου φιλοξενίαν. Διότι ἐλπίζω, ὅτι διὰ τῶν προσευχῶν σας θὰ σωθῶ καὶ θὰ δοθῶ ὡς δῶρον εἰς σᾶς. 23 Σὲ χαιρετᾷ ἐγκαρδίως ὁ Ἐπαφρᾶς, ποὺ μὲ συντροφεύει εἰς τὴν φυλακὴν διὰ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. 24 Σὲ ἀσπάζονται καὶ ὁ Μᾶρκος, ὁ Ἀρίσταρχος, ὁ Δημᾶς, ὁ Λουκᾶς, ο συνεργάται μου. 25 Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἴθε νὰ εἶναι μετὰ τοῦ πνεύματός σας. Ἀμήν.

ΠΡΟΣ ΦΙΛΗΜΟΝΑ Α´ 1 - 25


1 Εγώ ο Παύλος, δέσμιος και φυλακισμένος εις την Ρωμην δια το Ευαγγέλιον του Ιησού Χριστού και Τιμόθεος ο αδελφός, προς τον Φιλήμονα, τον αγαπητόν δια την αρετήν του και συνεργάτην μας στο κήρυγμα 2 και προς την Απφιάν την αγαπητήν, και τον Αρχιππον, τον συστρατιώτην μας και συναγωνιστήν στους πνευματικούς αγώνας, και εις όλην την συνάθροισιν των πιστών, που γίνεται στο σπίτι σου· 3 είθε να είναι μαζή σας η χάρις και η ειρήνη από τον Θεόν και Πατέρα ημών και από τον Κυριον Ιησούν Χριστόν. 4 Ευχαριστώ τον Θεόν μου πάντοτε, ενθυμούμενος σε εις τας προσευχάς μου. 5 Τον ευχαριστώ δε επειδή πληροφορούμαι την αγάπην και την πίστιν σου· την πίστιν, την οποίαν έχεις προς τον Κυριον Ιησούν, και την αγάπην που εκδηλώνεις προς όλους τους Χριστιανούς. 6 Και παρακαλώ τον Κυριον να γίνη η συμμετοχή σου εις την πίστιν έμπρακτος και ενεργητική, με πλήρη επίγνωσιν και ακριβή πραγματοποίησιν παντός αγαθού, που είναι στο χέρι μας να κάμωμεν προς δόξαν του Ιησού Χριστού. 7 Ευχαριστώ δε τον Θεόν δια σε, αδελφέ, διότι έχομεν πολλήν παρηγορίαν και ενίσχυσιν και χαράν δια την αγάπην σου, επειδή αι καρδίαι των αδελφών Χριστιανών ευρίσκουν εις σε άνεσιν και ανάπαυσιν. 8 Δι' αυτό, μολονότι με το δικαίωμα, που μου δίδει ο Χριστός και η κοινή πίστις μας προς τον Χριστόν, έχω το θάρρος να διατάσσω εις σε εκείνο που πρέπει να πράττης, 9 εν τούτοις δια την αγάπην, που σου έχω, σε παρακαλώ· και το πράττω αυτό με το κύρος που έχω, σαν Παύλος ηλικιωμένος, τώρα δε φυλακισμένος και δέσμιος προς χάριν του Ιησού Χριστού. 10 Σε παρακαλώ, λοιπόν, δια το πνευματικόν μου τέκνον, τον οποίον εγέννησα πνευματικώς κατά το διάστημα αυτό που είμαι δέσμιος, δια τον Ονήσιμον, 11 ο οποίος άλλοτε σου ήτο άχρηστος, διότι σε είχε κλέψει και είχε δραπετεύσει, τώρα όμως που εδέχθη την χάριν του Ευαγγελίου, είναι χρήσιμος εις σε και εις εμέ και σου τον στέλλω πάλιν. 12 Συ δε να τον δεχθής και να κρατήσης πάλιν πλησίον σου με καλωσύνην αυτόν, που είναι σπλάγνο μου. 13 Εγώ ήθελα να τον κρατήσω δια τον ευατόν μου και να τον έχω κοντά μου, δια να με υπηρετή προς λογαριασμόν ιδικόν σου κατά το διάστημα των δεσμών και της φυλακίσεώς μου. 14 Αλλά χωρίς την ιδικήν σου γνώμην και συγκατάθεσιν δεν ηθέλησα να κάμω τίποτε μόνος μου, δια να μην είναι κατ' ανάγκην το καλόν, το οποίον θα μου προσέφερες, αλλά να προέρχεται από την ιδικήν σου καλήν θέλησιν και καρδίαν. 15 Λοιπόν, αυτόν πρέπει να τον δεχθής με αδελφικήν αγάπην, διότι ίσως δι' αυτό εχωρίσθη από σε επί ολίγον διάστημα, δια να τον ξαναπάρης πάλιν και να τον έχης αιωνίως μαζή σου, 16 όχι πλέον ως δούλον, αλλά παρά πάνω από δούλον σαν αγαπητόν αδελφόν, αγαπητόν μάλιστα εις εμέ, πόσω μάλλον αγαπητόν εις σε και ως άνθρωπος που θα σε υπηρετή με πίστιν και αφωσίωσιν και ως αδελφός εν Κυρίω. 17 Εάν, λοιπόν, έχης, εμέ αδελφόν συγκοινωνόν και συμμέτοχον εις την ιδίαν πίστιν και τα ίδια φρονήματα, να δεχθής πάλιν αυτόν όπως θα εδέχεσο εμέ. 18 Εάν δε σε έχη αδικήσει εις τίποτε η σου οφείλη κάτι, αυτό λογάριασέ το εις εμέ. 19 Εγώ ο Παύλος, που έγραψα με το χέρι μου την επιστολήν, εγώ θα πληρώσω εις σε το χρέος του· δια να μη είπω, ότι συ μου χρεωστείς όχι μόνον όλα όσα σου ανήκουν, αλλά και τον ευατόν σου ακόμη. 20 Ναι, αδελφέ, περιμένω από σε αυτήν την χαράν και την εξυπηρέτησιν εν Κυρίω. Ανάπαυσε και χαροποίησε την καρδίαν μου με την εν Κυρίω χαράν. 21 Επειδή έχω πεποίθησιν εις την υπακοήν σου, σου έγραψα αυτήν την επιστολήν γνωρίζων καλά, ότι θα κάμης και παρά πάνω από αυτό που σου λέγω. 22 Συγχρόνως δε ετοίμαζέ μου και φιλοξενίαν. Διότι ελπίζω, ότι με τας προσευχάς σας θα με ελευθερώση ο Θεός από τα δεσμά και την φυλακήν και θα με χαρίση σαν δώρον εις σας. 23 Σε χαιρετά με όλη του την καρδιά ο Επαφράς, ο οποίος προς χάριν του Ιησού Χριστού μένει θεληματικά μαζή μου φυλακισμένος και αιχμάλωτος. 24 Επίσης σε χαιρετούν ο Μάρκος, ο Αρίσταρχος, ο Δημάς, ο Λουκάς, οι συνεργάται μου. 25 Είθε η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού να είναι πάντοτε μετά του πνεύματος σας· αμήν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΗ´ 15 - 17


15 Προσέφερον δὲ αὐτῷ καὶ τὰ βρέφη ἵνα αὐτῶν ἅπτηται· καὶ ἰδόντες οἱ μαθηταὶ ἐπετίμησαν αὐτοῖς. 16 ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτὰ εἶπεν· Ἄφετε τὰ παιδία ἔρχεσθαι πρός με καὶ μὴ κωλύετε αὐτά· τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 17 ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὃς ἐὰν μὴ δέξηται τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ὡς παιδίον, οὐ μὴ εἰσέλθῃ εἰς αὐτήν.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΗ´ 26 - 30


26 εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· Καὶ τίς δύναται σωθῆναι; 27 ὁ δὲ εἶπε· Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν. 28 Εἶπε δὲ ὁ Πέτρος· Ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πὰντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι. 29 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδείς ἐστιν ὃς ἀφῆκεν οἰκίαν ἢ γονεῖς ἢ ἀδελφοὺς ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἕνεκεν τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, 30 ὃς οὐ μὴ ἀπολάβῃ πολλαπλασίονα ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ καὶ ἐν τῷ αἰῶνι τῷ ἐρχομένῳ ζωὴν αἰώνιον.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΗ´ 15 - 17


15 Τοῦ ἔφερναν δὲ ὄχι μόνον τοὺς ἀσθενεῖς, ἀλλὰ καὶ τὰ πολὺ μικρὰ παιδιὰ διὰ νὰ ἐγγίζῃ τὸ καθένα μὲ τὰς χεῖρας του πρὸς εὐλογίαν· οἱ μαθηταὶ ὅμως, ὅταν εἶδαν τοὺς γονεῖς νὰ πλησιάζουν, τοὺς ἐπέπληττον, ἐπειδὴ ἐνομιζαν, ὅτι δὲν ἤρμοζεν εἰς τὸν Χριστὸν νὰ τὸν ἀπασχολοὺν διὰ μικρὰ παιδιά. 16 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς προσεκάλεσεν αὐτὰ νὰ ἔλθουν πλησίον του καὶ εἶπεν· Ἀφήσατε τὰ παιδιὰ νὰ ἔρχωνται πρὸς ἐμὲ καὶ μὴ τὰ ἐμποδίζετε· διότι δι’ αὐτούς, ποὺ θὰ γίνουν σὰν αὐτά, καὶ θὰ ἀποκτήσουν ταπεινὴν καρδίαν καὶ παιδικὴν διάθεσιν, εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 17 Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ἐκεῖνος ποὺ δὲν θὰ δεχθῇ τὸν λόγον καὶ τὸ κήρυγμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ μὲ ἀφέλειαν καὶ ἐμπιστοσύνην καὶ ταπείνωσιν σὰν αὐτήν, ποὺ δεικνύει τὸ παιδίον εἰς τοὺς γονεῖς καὶ διδασκάλους του, δὲν θὰ εἰσέλθῃ εἰς αὐτὴν.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΗ´ 26 - 30


26 Ἐκεῖνοι δέ, ποὺ ἤκουσαν αὐτά, εἶπαν· Καὶ ποῖος ἠμπορεῖ νὰ σωθῇ, ἀφοῦ εἶναι μέχρι τοῦ ἀδυνάτου δύσκολον νὰ σωθοῦν οἱ πλούσιοι, τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς ηὐνόησε καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς τὰ ἐπίγεια ἀγαθά του; 27 Ὁ δὲ Κύριος εἶπεν· Ἐκεῖνα, ποὺ εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνουν μὲ τὴν ἀσθενῆ δύναμιν τοῦ ἀνθρώπου, αὐτὰ εἶναι κατορθωτὰ καὶ δυνατὰ διὰ τῆς χάριτος καὶ τῆς δυνάμεως, μὲ τὴν ὁποίαν ὁ Θεὸς λύει κάθε καλοπροαιρέτου πλουσίου τοὺς δεσμοὺς τῆς καρδίας του πρὸς τὸ χρῆμα καὶ τὸν καθιστᾲ ἄξιον τῆς σωτηρίας. 28 Εἶπε δὲ ὁ Πέτρος ἐξ ἀφορμῆς τῆς προτροπῆς τοῦ Ἰησοῦ πρὸς τὸν πλούσιον· Κύριε, ἰδοὺ ἡμεῖς ἔχομεν ἀφήσει ὅλα καὶ σὲ ἠκολουθήσαμεν. 29 Ὁ δὲ Κύριος εἶπεν εἰς αὐτούς· Ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ σᾶς βεβαιῶ, ὅτι δὲν ὑπάρχει κανείς, ὁ ὁποῖος ἀφῆκε σπίτι ἢ γονεῖς ἢ ἀδελφοὺς ἢ γυναῖκα ἢ παιδιὰ διὰ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, 30 καὶ ὁ ὁποῖος νὰ μὴ λάβῃ πάλιν ὡς ἀμοιβὴν πολλαπλὰ μὲν ἀγαθὰ εἰς τὸν καιρὸν αὐτὸν τῆς ἐπιγείου ζωῆς, ἀλλὰ καὶ ζωὴν αἰώνιον εἰς τὸν αἰῶνα ποὺ μέλλει νὰ ἔλθῃ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΗ´ 15 - 17


15 Εφεραν δε εις αυτόν εκτός των ασθενών και τα βρέφη, δια να τα εγγίση με τα άχραντα χέρια του και τους δώση την ευλογίαν του. Αλλά οι μαθηταί, όταν είδαν τους γονείς με τα βρέφη να πλησιάζουν, τους επέπληξαν, να μη ενοχλούν τον διδάσκαλον με τέτοια μικρά και ασήμαντα ζητήματα. 16 Ο Ιησούς όμως επροσκάλεσε αυτά και είπε· “αφήστε τα παιδιά να έρχωνται κοντά μου και μη τα εμποδίζετε, διότι εις αυτά, και εις εκείνους που θα ομοιάσουν με αυτά κατά την απλοϊκότητα και αγαθότητα, ανήκει η βασιλεία των ουρανών. 17 Αληθινά σας λέγω, εκείνος που δεν θα δεχθή την βασιλείαν του Θεού με την αφέλειαν και την εμπιστοσύνην μικρού παιδιού, δεν θα εισέλθη εις αυτήν”.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΗ´ 26 - 30


26 Εκείνοι δε που τον ήκουσαν είπαν· “και ποιός είναι δυνατόν να σωθή, αφού λίγο-πολύ όλοι ανακατευόμεθα με τα χρήματα και ελκυόμεθα από τα χρήματα; 27 Ο δε Κυριος είπεν· “τα αδύνατα δια τους ανθρώπους είναι κατορθωτά και δυνατά στον Θεόν”. 28 Λαβών ο Πετρος αφορμήν από την προτροπήν του Κυρίου προς τον πλούσιον είπε· “Κυριε, ιδού ημείς αφήσαμεν όλα και σε ηκολουθήσαμεν”. 29 Ο δε Κυριος τους είπε· σας διαβεβαιώνω, ότι δεν υπάρχει κανένας που αφήκε οικίαν η γονείς η αδελφούς η γυναίκα η τέκνα δια την βασιλείαν του Θεού, 30 και ο όποιος να μη τα ξαναπάρη πολλαπλάσια κατά τον καιρόν της επιγείου του ζωής, κατά δε τον αιώνα που έρχεται αιωνίαν ζωήν”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα