❌
Δευτέρα, 16 Οκτωβρίου 2023

Άγιος Λογγίνος ο Εκατόνταρχος, Όσιος Μαλός
Λογγίνου ἑκατοντάρχου τοῦ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ καὶ τῶν σὺν αὐτῷ δύο στρατιωτῶν μαρτύρων (α΄ αἰ.).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 12 - 16


12 Ὥστε, ἀγαπητοί μου, καθὼς πάντοτε ὑπηκούσατε, μὴ ὡς ἐν τῇ παρουσίᾳ μου μόνον, ἀλλὰ νῦν πολλῷ μᾶλλον ἐν τῇ ἀπουσίᾳ μου, μετὰ φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε· 13 ὁ Θεὸς γάρ ἐστιν ὁ ἐνεργῶν ἐν ὑμῖν καὶ τὸ θέλειν καὶ τὸ ἐνεργεῖν ὑπὲρ τῆς εὐδοκίας. 14 πάντα ποιεῖτε χωρὶς γογγυσμῶν καὶ διαλογισμῶν, 15 ἵνα γένησθε ἄμεμπτοι καὶ ἀκέραιοι, τέκνα Θεοῦ ἀμώμητα ἐν μέσῳ γενεᾶς σκολιᾶς καὶ διεστραμμένης, ἐν οἷς φαίνεσθε ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ, 16 λόγον ζωῆς ἐπέχοντες, εἰς καύχημα ἐμοὶ εἰς ἡμέραν Χριστοῦ, ὅτι οὐκ εἰς κενὸν ἔδραμον οὐδὲ εἰς κενὸν ἐκοπίασα.

ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 12 - 16


12 Ὥστε, ἀγαπητοί μου, τὸ συμπέρασμά μας ἀπὸ αὐτά, ποὺ σᾶς εἶπα, εἶναι τοῦτο: Νὰ μιμηθῆτε τὸν Χριστόν, ἀλλὰ καὶ τὸν ἑαυτόν σας. Καθὼς δηλαδὴ πάντοτε εἰς τὸ παρελθὸν ὑπηκούσατε, ἔτσι καὶ τώρα, ὄχι μόνον ὅταν ἤμην παρὼν μεταξύ σας, ἀλλὰ πολὺ περισσότερον τώρα κατὰ τὴν ἀπουσίαν μου, μὲ φόβον καὶ τρόμον νὰ ἐργάζεσθε διὰ νὰ φέρετε εἰς πέρας τὴν σωτηρίαν σας. 13 Λέγω μὲ φόβον καὶ μὲ τρόμον, διότι πρόκειται περὶ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἐργάζεται ὁ Θεός. Ὁ Θεὸς καὶ ὄχι ἄνθρωπος εἶναι αὐτός, ποὺ ἀποτελεσματικῶς ἐργάζεται μέσα σας καὶ τὸ νὰ θέλετε καὶ τὸ νὰ ἐνεργῆτε διὰ νὰ πληρωθῇ ἡ ἀγαθή του θέλησις τοῦ νὰ σωθῆτε. Ὁ Θεός, χωρὶς νὰ ἐκμηδενίζῃ τὴν ἐλευθερίαν σας, δημιουργεῖ μέσα σας καὶ τὴν θέλησιν τὴν καλήν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀπόφασιν καὶ τὴν προθυμίαν, ἀκόμη δὲ καὶ σᾶς ἐνισχύει νὰ ἐργασθῆτε τὸ ἔργον τῆς σωτηρίας σας. 14 Ὅλα ὅσα ἐπιβάλλονται ἀπὸ τὸ ἔργον τῆς σωτηρίας σας, κάμετέ τα χωρὶς γογγυσμούς, ὅτι τάχα ὁ Θεὸς σᾶς ἐπιβάλλει ὑπερβολικὰ ἡ ἀνυπόφορα καὶ θλιβερά, καὶ χωρὶς ἐσωτερικὰς ἀμφιβολίας καὶ ταλαντεύσεις περὶ τοῦ ἂν εἶναι ὀρθαὶ καὶ δίκαιοι αἱ ἐντολαὶ καὶ αἱ βουλαὶ τῆς θείας Προνοίας. 15 Κάμετ τα ὅλα μὲ προθυμίαν, διὰ νὰ γίνετε ἄμεμπτοι εἰς τὴν ἐξωτερικν σας συμπεριφορὰν καὶ εἰλικρινεῖς εἰς τὰ ἐσωτερικα σας ἐλατήρια καὶ διαθέσεις, τέκνα Θεοῦ ἐλεύθερα ἀπὸ κάθε ἠθικὴν λέραν ἐν μέσῳ μιᾶς γενεᾶς ἀνθρώπων στρεβλῶν καὶ διεστραμμένων, ὅπως εἶναι οἰ σύγχρονοί μας ἄνθρωποι. Ἀλλὰ σεῖς μεταξὺ αὐτῶν φαίνεσθε σὰν φωτεινὰ ἀστέρια μέσα εἰς κόσμον σκοτεινόν, 16 καὶ κρατεῖτε στερεὰ καὶ ἐφαρμόζετε τὸν λόγον τοῦ εὐαγγελίου, ποὺ ἔχει ζωτικότητα καὶ μεταδίδει ζωήν. Καὶ θέλω νὰ γίνετε ἄμεμπτοι καὶ νὰ κρατῆτε τὸν λόγον τοῦ εὐαγγελίου, διὰ νὰ εἶσθε κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καύχημά μου, ποὺ θὰ μαρτυρῇ καὶ θὰ ἀποδεικνύῃ, ὅτι δὲν ἔτρεξα ἀνωφελῶς, οὔτε ἐκοπίασα μάταια, ἀλλ’ ἡ διδασκαλία μου καὶ οἰ κόποι μου ἔφεραν καρποὺς πλουσίους.

ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 12 - 16


12 Ωστε, αγαπητοί μου, όπως και προηγουμένως πάντοτε υπηκούσατε στο κήρυγμα του Ευαγγελίου και εμιμήθητε την ταπείνωσιν και την αγάπην του Χριστού, έτσι και τώρα, όχι μόνον όταν είμαι παρών, αλλά πολύ περισσότερον τώρα που είμαι απών, με φόβον και τρόμον να εργάζεσθε και να αγωνίζεσθε, δια να ολοκληρώσετε την σωτηρίαν σας. 13 Είναι ιερώτατον και μέγιστον το έργον αυτό, διότι ο Θεός είναι εκείνος ο οποίος ενεργεί εις σας και δίδει την χάριν του, ώστε να θέλετε την σωτηρίαν σας και να ενεργήτε με προθυμίαν, δια να πραγματοποιηθή η αγαθή του θέλησις δια την ιδικήν σας σωτηρίαν. 14 Ολα όσα ο Θεός διατάσσει πρέπει να τα εφαρμόζετε χωρίς να γογγύζετε, ότι τάχα είναι δύσκολα και πολλά, και χωρίς να γεννώνται μέσα σας διαλογισμοί αμφιβολίας και κλονισμοί, αν είναι ορθά και απαραίτητα, όσα το θείον θέλημα επιβάλλει. 15 Δια να γίνετε έτσι άμεμπτοι και ακατηγόρητοι εις την συμπεριφοράν σας, άδολοι, καθαροί και άρτιοι κατά τον χαρακτήρα και την ψυχήν, άξια τέκνα του Θεού, απηλλαγμένα από κάθε ηθικόν ρύπον μέσα εις μίαν γενεάν ανθρώπων δολίων και διεστραμμένων, μεταξύ των οποίων σεις φαίνεσθε σαν φωτεινά αστέρια στον κόσμον. 16 Κρατείτε, λοιπόν, σταθερά, χωρίς αμφιβολίας και χαλαρότητας, τον λόγον του Ευαγγελίου, που είναι ζωή και μεταδίδει ζωήν. Αυτό δε θα είναι και δι' εμέ καύχημα κατά την μεγάλην ημέραν της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, διότι θα φανή έτσι, ότι δεν έτρεξα ανωφελώς ούτε και εκοπίασα χωρίς αποτέλεσμα.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΖ´ 33 - 54


33 Καὶ ἐλθόντες εἰς τόπον λεγόμενον Γολγοθᾶ, ὅ ἐστι λεγόμενος κρανίου τόπος, 34 ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον· καὶ γευσάμενος οὐκ ἤθελε πιεῖν. 35 σταυρώσαντες δὲ αὐτὸν διεμερίσαντο τὰ ἱμάτια αὐτοῦ βάλοντες κλῆρον, 36 καὶ καθήμενοι ἐτήρουν αὐτὸν ἐκεῖ. 37 καὶ ἐπέθηκαν ἐπάνω τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ τὴν αἰτίαν αὐτοῦ γεγραμμένην· Οὗτός ἐστιν Ἰησοῦς ὁ βασιλεῦς τῶν Ἰουδαίων. 38 Τότε σταυροῦνται σὺν αὐτῷ δύο λῃσταί, εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων. 39 Οἱ δὲ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν 40 καὶ λέγοντες· Ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτόν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ. 41 ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων καὶ Φαρισαίων ἔλεγον· 42 Ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς Ἰσραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν ἐπ’ αὐτῷ· 43 πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν, ῥυσάσθω νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός. 44 τὸ δ’ αὐτὸ καὶ οἱ λῃσταὶ οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν. 45 Ἀπὸ δὲ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης. 46 περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ Ἰησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων· Ἠλὶ ἠλὶ, λιμᾶ σαβαχθανί; τοῦτ’ ἔστι Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες; 47 τινὲς δὲ τῶν ἐκεῖ ἑστηκότων ἀκούσαντες ἔλεγον ὅτι Ἠλίαν φωνεῖ οὗτος. 48 καὶ εὐθέως δραμὼν εἷς ἐξ αὐτῶν καὶ λαβὼν σπόγγον πλήσας τε ὄξους καὶ περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν αὐτόν. 49 οἱ δὲ λοιποὶ ἔλεγον· Ἄφες ἴδωμεν εἰ ἔρχεται Ἠλίας σώσων αὐτόν. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ ἀφῆκε τὸ πνεῦμα. 51 Καὶ ἰδοὺ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω, καὶ ἡ γῆ ἐσείσθη καὶ αἱ πέτραι ἐσχίσθησαν, 52 καὶ τὰ μνημεῖα ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη, 53 καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς. 54 Ὁ δὲ ἑκατόνταρχος καὶ οἱ μετ’ αὐτοῦ τηροῦντες τὸν Ἰησοῦν, ἰδόντες τὸν σεισμὸν καὶ τὰ γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρα λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΖ´ 33 - 54


33 Καὶ ἀφοῦ ἦλθαν εἰς τόπον, ποὺ ἐλέγετο Γολγοθᾶ, ὅνομα τὸ ὁποῖον μεταφραζόμενον σημαίνει τόπος κρανίου 34 τοῦ ἔδωκαν νὰ πίῃ ξίδι ἀναμεμιγμένον μὲ χολήν, διὰ νὰ τοῦ φέρῃ κάποιαν νάρκωσιν καὶ μὴ αἱσθανθῇ πολὺ τοὺς πόνους τῆς σταυρώσεως καὶ δυσκολευθοῦν οἱ σταυρωταὶ εἰς τὴν ἐκτέλεσίν της.Καὶ ἀφοῦ τὸ ἐδοκίμασε, δὲν ἤθελε νὰ τὸ πίῃ. 35 Ὅταν δὲ τὸν ἐσταύρωσαν, διεμοίρασαν τὰ ἐνδύματά του ρίψαντες λαχνόν, 36 καὶ ἐκάθηντο καὶ τὸν ἐφύλατταν ἐκεῖ. 37 Καὶ ἐτοποθέτησαν ἐπάνω ἀπὸ τὴν κεφαλήν του τὴν κατηγορίαν τοῦ γραμμένην· Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων. 38 Τότε σταυρώνονται μαζί του δύο λῃσταί, ὁ ἕνας ἀπὸ τὰ δεξιὰ καὶ ὁ ἄλλος ἀπὸ τὰ ἀριστερά του. 39 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἐπερνοῦσαν κοντά, τὸν ἐβλασφήμουν καὶ ἐκείνουν μὲ περιφρόνησιν καὶ κακίαν τὰς κεφαλάς των 40 λέγοντες· Σὺ ποὺ θὰ ἐκρήμνιζες τὸν ναὸν καὶ εἰς τρεῖς ἡμέρας θὰ τὸν οἰκοδομοῦσες, σῶσε τώρα τὸν ἑαυτόν σου.Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπὸ τὸν σταυρόν. 41 Κατὰ παρόμοιον δὲ τρόπον καὶ οἱ ἀρχιερεῖς τὸν περιέπαιζαν μαζὶ μὲ τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς προεστοὺς καὶ τοὺς Φαρισαίους καὶ ἔλεγον· 42 Ἄλλους ἔσωσε μὲ τὰ ἀγυρτικά του θαύματα· τὸν ἑαυτόν του δὲν δύναται νὰ τὸν σώσῃ.Ἐὰν εἶναι βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, τοῦ εὐλογημένου δηλαδὴ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἂς καταβῇ ἀπὸ τὸν σταυρὸν καὶ θὰ τὸν πιστεύσωμεν. 43 Ἔχει στηρίξει τὰς ἐλπίδας του καὶ τὴν πεποίθησίν του εἰς τὸν Θεόν.Ἂς τὸν γλυτώσῃ τώρα, ἐὰν πράγματι τὸν θέλῃ ὁ Θεός.Διότι εἶπεν,ὅτι εἶμαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ. 44 Τὸ ἴδιο δὲ καὶ οἱ λῃσταί, ποὺ ἐσταυρώθησαν μαζί του, τὸν ὕβριζαν. 45 Ἀπὸ τὴν δωδεκάτην δὲ ὤραν ἔγινε σκοτάδι εἰς ὅλην τὴν γῆν ἕως τάς τρεῖς τὸ ἀπογεῦμα. 46 Κατὰ δὲ τὴν τρίτην ἀπογευματινὴν ὥραν ἐφώναξεν ὁ Ἰησοῦς μὲ φωνὴν μεγάλην καὶ εἶπεν· Ἠλί, ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί; Τοῦτ’ ἔστι, Θεέ μου, Θεέ μου, διατὶ μὲ ἐγκατέλιπες; 47 Μερικοὶ δὲ ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἐστέκοντο ἐκεῖ καὶ δὲν ἐγνώριζαν τὴν ἀραμαϊκὴν γλῶσσαν, ὅταν ἤκουσαν αὐτό, ἔλεγαν ὅτι τὸν Ἠλίαν φωνάζει οὗτος. 48 Καὶ ἀμέσως ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἔτρεξε καὶ ἐπῆρεν ἕνα σφουγγάρι καὶ ἀφοῦ τὸ ἐβούτηξε εἰς τὸ ξίδι, τὸ ἐτύλιξεν εἰς ἕνα καλάμι καὶ προσεπάθει νὰ τὸν ποτίσῃ. 49 Οἱ ὑπόλοιποι ὅμως ἔλεγον· Ἄφησε νὰ ἴδωμεν, ἐὰν θὰ ἔλθῃ ὁ Ἠλίας νὰ τὸν σώσῃ. 50 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀφοῦ πάλιν ἐφώναξε μὲ φωνὴν μεγάλην, ἀφῆκε μόνος του καὶ θεληματικῶς νὰ φύγῃ ἐκ τοῦ σώματος ἡ ψυχή του. 51 Καὶ ἰδοὺ τὸ παραπέτασμα, ποὺ ἐχώριζεν εἰς τὸν ναὸν τὰ Ἅγια ἀπὸ τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἐσχίσθη εἰς τὰ δύο, ἀπὸ ἐπάνω ἕως κάτω, καὶ ἡ γῆ ἐσείσθῃ καὶ αἱ πέτραι εἰς τὴν περιφέρειαν τῆς Ἱερουσαλὴμ ἐσχίσθησαν ἐξ αἰτίας τοῦ σεισμοῦ, 52 καὶ τὰ μνημεῖα, ποὺ ἦσαν εἰς τοὺς σχισθέντας βράχους, ἠνοίχθησαν καὶ ἀπὸ τὰ ἀνοιχθέντα τὴν στιγμὴν αὐτὴν μνημεῖα πολλὰ σώματα τῶν πεθαμένων ἁγίων ἀνεστήθησαν, ὅταν μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἀνεστήθη πρῶτος ὁ Χριστός, 53 καὶ ἀφοῦ ἐξῆλθον ἀπὸ τὰ μνημεῖα μετὰ τὴν Ἀνάστασίν του, ἐμβῆκαν εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐφανερώθησαν εἰς πολλούς. 54 Ὁ δὲ ἑκατόνταρχος καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ μαζί του ἐφύλατταν τὸν Ἰησοῦν, ὅταν εἶδαν τὸν σεισμὸν καὶ ὅσα ἔγιναν, ἐφοβήθησαν πολὺ καὶ ἔλεγον· Πράγματι αὐτὸς ἦτο Υἱὸς Θεοῦ.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΖ´ 33 - 54


33 Και αφού ήλθαν εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, όνομα που σημαίνει “τόπος κρανίου”, 34 του έδωσαν να πιή ξύδι ανακατεμένον με χολήν, δια να του φέρη κάποιαν προσωρινήν ναρκώσιν. Εκείνος όμως αφού το εδοκίμασε, δεν ήθελε να το πιή. 35 Αφού δε τον εσταύρωσαν, εμοίρασαν μεταξύ των με κλήρον τα ενδύματά του οι στρατιώται. 36 Και καθήμενοι εκεί τον εφρουρούσαν. 37 Και ετοποθέτησαν στον σταυρόν, επάνω από την κεφαλήν του, γραμμένην την κατηγορίαν του· “αυτός είναι ο Ιησούς ο βασιλεύς των Ιουδαίων”. 38 Τοτε σταυρώνονται μαζή με αυτόν δύο λησταί, ένας εκ δεξιών και άλλος εξ αριστερών. (Και τούτο, δια να εξευτελισθή ακόμη περισσότερον ο Χριστός και να προβληθή εις τα μάτια όλων ως ένας από τους καταδικασμένους εις θάνατον κακούργους). 39 Εκείνοι δε που επερνούσαν από τον δρόμον κοντά στον σταυρόν, τον εβλασφημούσαν και εκινούσαν τα κεφάλια των 40 λέγοντες· “συ λοιπόν, είσαι που θα εκρήμνιζες τον ναόν και εις τρεις ημέρας θα τον ξανάκτιζες! Σώσε τώρα τον ευατόν σου. Εάν πράγματι είσαι υιός του Θεού, κατέβα από τον σταυρόν”. 41 Παρομοίως δε και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μαζή με τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους και τους Φαρισαίους και έλεγαν ειρωνικώς· 42 “άλλους έσωσε, τον ευατόν του όμως δεν ημπορεί να σώση. Εάν είναι πράγματι ο σταλμένος από τον Θεόν βασιλεύς του Ισραήλ, ας κατεβή από τον σταυρόν και θα πιστεύσωμεν εις αυτόν. 43 Εχει στηρίξει την πεποίθησίν του στον Θεόν. Ας τον σώση τώρα από τον σταυρόν, αν πράγματι τον θέλη. Διότι ο ίδιος είπε, ότι είμαι υιός Θεού”. 44 Κατά τον ίδιον τρόπον και οι λησταί, που είχαν σταυρωθή μαζή του, τον ύβριζαν. 45 Από δε την δωδεκάτην ώραν έως τας τρις το απόγευμα έγινε σκοτάδι εις όλην την γην. 46 Περί την τρίτην απογευματινήν ώραν εβόησε με φωνήν μεγάλην ο Ιησούς, λέγων· “Ηλί, Ηλί, λιμά σαβαχθανί;” Δηλαδή, Θεε μου, Θεε μου, διατί με εγκατέλιπες;” 47 Μερικοί δε από εκείνους που εστέκοντο εκεί, όταν ήκουσαν τα λόγια του Ιησού (επειδή δεν εγνώριζαν την Αραμαϊκήν γλώσσαν) έλεγαν, ότι αυτός επικαλείτε τον Ηλίαν. 48 Και αμέσως ένας από αυτούς έτρεξε, επήρε σφουγγάρι το εγέμισε με ξύδι, το προσήρμοσε εις ένα καλάμι και τον επότιζε. 49 Οι άλλοι όμως έλεγαν· “άφησε να ιδούμε, εάν θα έλθη ο Ηλίας, δια να τον σώση”. 50 Ο δε Ιησούς αφού πάλιν έκραξε με φωνήν μεγάλην, αφήκε ο ίδιος το πνεύμα του να φύγη από το σώμα. 51 Και ιδού το παραπέτασμα του ναού, που εχώριζε τα άγια των αγίων από τα άγια, εσχίσθη εις δύο από επάνω έως κάτω και η γη συνεκλονίσθη από τον σεισμόν και οι πέτρες εσχίσθησαν 52 και τα μνημεία εις την περιοχήν της Ιερουσαλήμ ανοίχθησαν μόνα των και πολλά σώματα των πεθαμένων αγίων ανεστήθησαν· 53 και αφού εξήλθαν από τα μνημεία μετά την ανάστασιν του Χριστού, εισήλθαν εις την αγίαν πόλιν, την Ιερουσαλήμ και παρουσιάσθησαν εις πολλούς. 54 Ο δε εκατόνταρχος και οι στρατιώται, που ήσαν μαζή του δια να φρουρούν τον Ιησούν, εφοβήθησαν παρά πολύ και έλεγαν· “αληθώς! αυτός ήτο υιός Θεού”!

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα