❌
Κυριακή, 15 Οκτωβρίου 2023

Άγιος Λουκιανός ο ιερομάρτυρας Πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Αντιοχείας, Μνήμη της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, Όσιος Σαβίνος ο επίσκοπος, Όσιος Βάρσος, Άγιος Ευθύμιος ο Νέος
† ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΘ΄ (Δ΄ ΛΟΥΚΑ). «Τῶν θεοφόρων πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ ζ΄ Οἰκουμενικῆς συνόδου (787)». Λουκιανοῦ πρεσβυτέρου Ἀντιοχείας τῆς μεγάλης (†310). Σαβίνου ὁσίου (†760), Βάρσου ὁμολογητοῦ.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον
Ἑωθινόν


ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Γ´ 8 - 15


8 Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· 9 μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιίστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. 10 αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, 11 εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. 12 Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. 13 Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ Ἀπολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. 14 μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. 15 Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. Ἡ χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Γ´ 8 - 15


8 Τὸ ὅτι δὲ ἐδικαιώθημεν καὶ ἀνεγεννήθημεν καὶ θὰ κληρονομήσωμεν τὴν αἰώνιον ζωήν, εἶναι λόγος καὶ ἀλήθεια ἀξιόπιστος. Καὶ περὶ αὐτῶν θέλω νὰ ὁμιλῇς μὲ βεβαιότητα καὶ μὲ κῦρος, διὰ νὰ φροντίζουν αὐτοί, ποὺ ἔχουν πιστεύσει εἰς τὸν Θεόν, νὰ πρωτοστατοῦν ἀκούραστα εἰς ἔργα καλά. Αὐτὰ δέ, περὶ τῶν ὁποίων ὡμίλησα, εἶναι τὰ ἔργα τὰ καλὰ καὶ τὰ ὠφέλιμα εἰς τοὺς ἀνθρώπους. 9 Ἀπόφευγε δὲ τὰς ἀνοήτους συζητήσεις καὶ τὰς γενεαλογίας περὶ τῶν μυθικῶν θεῶν ἡ τῶν εὐγενῶν προγόνων, καθὼς καὶ τὰς φιλονεικίας καὶ διαμάχας περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ νόμου, διότι δὲν φέρουν καμμίαν ὠφέλειαν καὶ εἶναι μάταιαι. 10 Αἱρετικὸν ἄνθρωπον, ποὺ ἐπιμένει νὰ δημιουργῇ σκάνδαλα καὶ διαιρέσεις εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, μολονότι τὸν συνεβούλευσες διὰ πρώτην καὶ δευτέραν φοράν, παράτησέ τον καὶ ἀπόφευγέ τον. 11 Γνώριζε, ὅτι ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἔχει διαστραφῆ καὶ ἁμαρτάνει καὶ διὰ τὴν ἁμαρτίαν του αὐτὴν ἐλέγχεται καὶ κατακρίνεται ἀπὸ τὴν συνείδησίν του καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν ἑαυτόν του. 12 Ὅταν σοῦ στείλω τὸν Ἀρτεμᾶν ἢ τὸν Τυχικόν, φρόντισε γρήγορα νὰ ἔλθῃς εἰς τὴν Νικόπολιν, διότι ἐκεῖ ἀπεφάσισα νὰ περάσω τὸν χειμῶνα. 13 Τὸν Ζηνᾶν τὸν νομοδιδάσκαλον καὶ τὸν Ἀπολλὼ κατευόδωσέ τους μὲ ἐπιμελῆ προετοιμασίαν, διὰ νὰ μὴ τοὺς λείπῃ τίποτε εἰς τὸ ταξίδιόν των. 14 Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ δὲ τῆς προετοιμασίας αὐτῆς ἂς παίρνουν μάθημα καὶ οἱ ἰδικοί μας νὰ πρωτοστατοῦν καὶ νὰ ἐργάζωνται καλὰ ἔργα καὶ νὰ συντρέχουν τοὺς ἀδελφοὺς εἰς τὰς ἀπαραιτήτους ἀνάγκας των, διὰ νὰ μὴ στεροῦνται πνευματικῶν καρπῶν. 15 Σὲ χαιρετοῦν ἐγκαρδίως ὅλοι ὅσοι εἶναι μαζί μου. Χαιρέτησε ὅσους μᾶς ἀγαποῦν ἕνεκα τῆς κοινῆς πίστεως ποὺ ἔχουν μὲ ἡμᾶς. Ἡ χάρις νὰ εἶναι μὲ ὅλους σας. Ἀμήν.

ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Γ´ 8 - 15


8 Αυτός δε ο λόγος, που σου γράφω, είναι κατά πάντα αληθινός και αξιόπιστος. Και περί αυτών των μεγάλων αληθειών θέλω να διαβεβαιώνης και να πείθης τους Χριστιανούς, δια να φροντίζουν, όσοι έχουν πιστεύσει στον Θεόν, να μη μένουν εις την απλήν πίστιν, αλλά να πρωτοστατούν με ζήλον εις τα καλά έργα. Αυτά δε που είπα παραπάνω είναι έργα τα καλά και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους. 9 Να αντιπαρέρχεσαι δε και να αποφεύγης τας ανοήτους συζητήσεις και τας γενεαλογίας περί ευγενούς καταγωγής και τας φιλονεικίας και τας μάχας γύρω από τα ζητήματα του Ιουδαϊκού νόμου· διότι όλα αυτά είναι ανωφελή και μάταια. 10 Αιρετικόν άνθρωπον, ο οποίος ύστερα από πρώτην και δευτέραν συμβουλήν μένει με πείσμα εις την πλάνην του, παράτησέ τον και μη συζητής πλέον μαζή του. 11 Γνωρίζων, ότι ο τοιούτος έχει πλέον παρεκκλίνει από την αλήθειαν και διαστροφή και αμαρτάνει, ελεγχόμενος και καταδικαζόμενος από τον ίδιον τον ευατόν του, από την συνείδησίν του. 12 Οταν στείλω εις σε τον Αρτεμάν η τον Τυχικόν, φρόντισε με κάθε τρόπον να έλθης να με συναντήσης εις την Νικόπολιν, διότι εκεί έχω αποφασίσει να περάσω τον χειμώνα. 13 Τον Ζηναν τον νομικόν και τον Απολλώ να τους κατευοδώσης και να τους εφοδιάσης με πολλήν επιμέλειαν, ώστε να μη τους λείπη τίποτε στο ταξίδι των. 14 Ας φροντίζουν δε και όλοι οι ιδικοί μας να πρωτοστατούν εις τα καλά έργα και μάλιστα εις τας επειγούσας ανάγκας των αδελφών, δια να μη μένουν άκαρποι. 15 Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζή μου· χαιρέτησε όλους εκείνους, που μας αγαπούν δια της πίστεως του Χριστού. Η χάρις του Θεού, ας είναι με όλους σας. Αμήν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 5 - 15


5 Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· 6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· 7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. 9 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Τίς εἴη ἡ παραβολή αὕτη;. 10 ὁ δὲ εἶπεν· Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 11 Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 13 οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ῥίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 5 - 15


5 Ἐβγῆκεν αὐτός, ποὺ σπέρνει ἔξω εἰς τὸ χωράφι, διὰ νὰ σπείρῃ τὸν σπόρον του. Καὶ καθὼς αὐτὸς ἔσπερνεν, ἄλλο μὲν μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε κοντὰ εἰς τὸν δρόμον τοῦ χωραφιοῦ καὶ κατεπατήθη ἀπὸ τοὺς διαβάτας, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ τὸ κατέφαγαν. 6 Καὶ ἄλλο μέρος ἔπεσεν ἐπάνω εἰς τὴν πέτραν, καὶ ἀφοῦ ἐφύτρωσεν, ἐξηράνθη, ἐπειδὴ δὲν εἶχεν ὑγρασίαν. 7 Καὶ ἄλλο μέρος ἔπεσε μέσα εἰς ἔδαφος γεμᾶτον ἀπὸ σπόρους ἀγκαθιῶν. Καὶ ἐβλάστησαν μαζὶ τὰ ἀγκάθια καὶ τὸ ἔπνιξαν τελείως. 8 Καὶ ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε μέσα εἰς τὴν γῆν τὴν μαλακὴν καὶ εὔφορον καὶ ὅταν ἐφύτρωσεν, ἔκαμε καρπὸν ἑκατὸν φορὰς περισσότερον ἀπὸ ὅ,τι ὁ σπόρος. Ἐνῷ δὲ ἔλεγεν αὐτά, διὰ νὰ δώσῃ μεγαλύτερον τόνον εἰς τοὺς λόγους του καὶ διεγείρῃ τὴν προσοχὴν τῶν ἀκροατῶν του, ἐφώναζε δυνατά· Αὐτὸς ποὺ ἔχει αἰτιὰ πνευματικὰ καὶ ἐνδιαφέρον πνευματικὸν διὰ νὰ ἀκούῃ καὶ ἐγκολπώνεται αὐτὰ ποὺ λέγω, ἂς ἀκούῃ. 9 Τὸν ἐρωτοῦσαν δὲ οἱ μαθηταί του καὶ ἔλεγαν· Ποία εἶναι ἡ ἔννοια καὶ ἡ σημασία αὐτῆς τῆς παραβολῆς; 10 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· Εἰς σᾶς, ποὺ ἔχετε ἐνδιαφέρον καὶ καλὴν διάθεσιν, ἐδόθη ἀπὸ τὸν Θεὸν ὡς χάρις νὰ μάθετε τὰς μυστηριώδεις ἀληθείας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, εἰς τοὺς ἄλλους ὅμως ὁμιλῶ μὲ παραβολάς. Αὐτοὶ δὲν ἔχουν ἐνδιαφέρον διὰ νὰ γνωρίσουν καὶ νὰ δεχθοῦν τὰς πνευματικὰς ἀληθείας. Καὶ ὁ νοῦς των εἶναι παχυλὸς καὶ ἀνίκανος διὰ πνευματικὴν διδασκαλίαν. Δι’ αὐτὸ διδάσκω μὲ τὸν τρόπον αὐτόν, διὰ νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ ἴδουν βαθύτερον καὶ καθαρώτερον, ἐνῷ βλέπουν μὲ τοὺς ὀφθαλμοῦς τοῦ σώματος, διὰ νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ καταλάβουν, ἐνῷ ἄκουουν τὴν διδασκαλίαν, ποὺ τοὺς ἐξηγεῖ τὰ μυστήρια. Καὶ πράττω τοῦτο ὄχι μόνον κατὰ λόγον δικαιοσύνης, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀγαθότητος, ἵνα μὴ οὔτοι διὰ τῆς περιφρονήσεως τῆς ἀληθείας ἐπιβαρύνουν τὴν θέσιν των καὶ σκληρυνθοῦν περισσότερον. 11 Εἶναι δὲ ἡ ἔννοια τῆς παραβολῆς αὐτή. Ὁ σπόρος σημαίνει τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. 12 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ὁμοιάζουν πρὸς τὸ ἔδαφος, τὸ ὁποῖον εἶναι πλησίον εἰς τὸν δρόμον, εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἤκουσαν ἁπλῶς καὶ μόνον τὸν λόγον. Ἔπειτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ ἀφαιρεῖ τὸν λόγον ἀπὸ τὰς καρδίας των, διὰ νὰ μὴ πιστεύσουν εἰς τὸν λόγον καὶ σωθοῦν. 13 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἐδέχθησαν τὸν σπόρον, ὁ ὁποῖος ἔπεσεν ἐπὶ τῆς πέτρας, εἶναι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ὅταν ἀκούσουν, δέχονται μὲ χαρὰν καὶ ἐνθουσιασμὸν τὸν λόγον. Δὲν ἔχει ὅμως εἰς αὐτοὺς ρίζαν βαθεῖαν ὁ λόγος, ὥστε νὰ στερεώσῃ μέσα τους. Ὡς ἐκ τούτου αὐτοὶ δι’ ὀλίγον χρόνον πιστεύουν καὶ ὅταν ἔλθῃ καιρὸς πειρασμοῦ ἢ διωγμοῦ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν πίστιν. 14 Τὸ δὲ μέρος τοῦ σπόρου, ποὺ ἔπεσεν εἰς τὰ ἀγκάθια, σημαίνει ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἤκουσαν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ ἀρχίζουν μὲ καποίαν προθυμίαν νὰ βαδίζουν εἰς τὸν δρόμον τῆς πίστεως. Πνίγονται ὅμως ἀπὸ τὰς ἀγωνιώδεις φροντίδας πρὸς ἀπόκτησιν πλοῦτου, καὶ ἀπὸ τὰς ἀπολαύσεις βίου σαρκικοῦ, εἰς τὸν ὁποῖον τὰ ἀποκτηθέντα πλούτη διευκολύνουν, καὶ ἔτσι δὲν προκόπτουν, οὔτε βγάζουν πέρα μέχρι τέλους τὸν καρπόν. 15 Τὸ δὲ μέρος τοῦ σπόρου, ποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν εὔφορον γῆν, σημαίνει τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μὲ καρδίαν καλοπροαίρετον, εὐθεῖαν καὶ ἀγαθὴν ἤκουσαν καὶ κατενόησαν τὸν λόγον καὶ τὸν κρατοῦν σφικτὰ μέσα των, καὶ καρποφοροῦν τὰς ἀρετὰς δεικνύοντες ὑπομονὴν καὶ καρτερίαν εἰς τὰς θλίψεις καὶ τοὺς πειρασμοὺς καὶ εἰς ὅλα τὰ προσκόμματα, ποὺ συναντοῦν εἰς τὴν ἄσκησιν τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 5 - 15


5 “Εβγήκε ο σπορεύς στο χωράφι, δια να σπείρη τον σπόρον του. Και καθώς αυτός έσπερνε, άλλο μεν μέρος του σπόρου έπεσε κοντά στον δρόμον, κατεπατήθη από τους διαβάτας και τα πτηνά του ουρανού το κατέφαγαν. 6 Και άλλο έπεσε εις την πετρώδη γην και αφού εφύτρωσε, εξηράνθη, διότι δεν είχε υγρασίαν. 7 Και άλλο έπεσε ανάμεσα εις αγκάθια και καθώς εβλάστησαν και εμεγάλωσαν τα αγκάθια, το έπνιξαν εντελώς. 8 Και άλλο έπεσεν εις την εύφορον και καλήν γην και αφού εφύτρωσε, έκαμε καρπόν εκατονταπλάσιον”. Ενώ δε έλεγε αυτά, είπε με φωνήν μεγάλην· “Εκείνος που έχει αυτιά πνευματικά, δια να ακούη την αλήθειαν του Θεού, ας ακούη αυτά που εγώ διδάσκω”. 9 Τον ερωτούσαν δε οι μαθηταί του λέγοντες· “ποιό είναι το νόημα αυτής της παραβολής;” 10 Αυτός δε είπεν· “εις σας που έχετε αγαθήν διάθεσιν, εδόθη από τον Θεόν το προνόμιον και η χάρις να γνωρίζετε τας μυστηριώδεις αληθείας της βασιλείας του Θεού. Τους άλλους δε (επειδή δεν έχουν αγαθήν διάθεσιν και ενδιαφέρον να ακούσουν και δεχθούν την αλήθειαν και δια να τους προφυλάξω από την μεγάλη ευθύνην, που θα είχαν ενώπιον του Θεού, αν εκαταλάβαιναν και περιφρονούσαν τας θείας αληθείας) τους διδάσκω με παραβολάς, ώστε, ενώ βλέπουν να μη ημπορούν να εισχωρήσουν στο βαθύτερον νόημα, και ενώ ακούουν να μη ημπορούν να ενοήσουν την αλήθειαν. 11 Το νόημα δε της παραβολής αυτής είναι το εξής· Ο σπόρος συμβολίζει τον λόγον του Θεού. 12 Εκείνοι δε που ομοιάζουν προς το έδαφος κοντά στον δρόμον, είναι όσοι ήκουσαν και δεν επρόσεξαν τον λόγον του Θεού. Επειτα έρχεται ο διάβολος και παίρνει τον λόγον από την καρδία των, δια να μην πιστεύσουν και σωθούν. 13 Εκείνοι δε που συμβολίζονται με την πετρώδη γην, είναι όσοι όταν ακούσουν δέχονται με χαράν τον λόγον του Θεού, δεν έχουν όμως βαθειές ρίζες εις την καρδία των και δι' αυτό ολίγον καιρόν πιστεύουν και εις εποχήν πειρασμού απομακρύνονται από την πίστιν. 14 Το δε μέρος του σπόρου, που έπεσε εις τα αγκάθια, συμβολίζει εκείνους οι οποίοι, όταν ήκουσαν τον λόγον του Θεού, τον εδέχθησαν και επροσπάθησαν να τον τηρήσουν με κάποιαν προθυμίαν, αλλά πνίγονται από αγωνιώδεις φροντίδας δια την απόκτησιν πλούτου και από τας υλιστικάς απολαύσεις της ζωής αυτής, και έτσι δεν προχωρούν μέχρι τέλους, ώστε να έχουν καλούς και μονίμους καρπούς. 15 Το δε μέρος του σπόρου, που εσπάρθηκε εις την εύφορον γην, συμβολίζει τους καλοπροαιρέτους ανθρώπους, οι οποίοι με καλήν και αγαθήν καρδίαν, αφού ήκουσαν τον λόγον του Θεού, τον κρατούν με προσοχήν και ευλάβειαν μέσα των και έχουν ως καρπούς τα έργα της αρετής μαζή με την υπομονήν, την οποίαν θα δεικνύουν εις διαφόρους θλίψεις και περιπετείας.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




Ἦχος β' - Ἑωθινόν Η´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 11 - 18


11 Μαρία δὲ εἱστήκει πρὸς τῷ μνημείῳ κλαίουσα ἔξω. 12 ὡς οὖν ἔκλαιε, παρέκυψεν εἰς τὸ μνημεῖον καὶ θεωρεῖ δύο ἀγγέλους ἐν λευκοῖς καθεζομένους ἕνα πρὸς τῇ κεφαλῇ καὶ ἕνα πρὸς τοῖς ποσίν, ὅπου ἔκειτο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. 13 καὶ λέγουσιν αὐτῇ ἐκεῖνοι· Γύναι, τί κλαίεις; λέγει αὐτοῖς· Ὅτι ἦραν τὸν Κύριόν μου, καὶ οὐκ οἶδα ποῦ ἔθηκαν αὐτόν. 14 καὶ ταῦτα εἰποῦσα ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω, καὶ θεωρεῖ τὸν Ἰησοῦν ἑστῶτα, καὶ οὐκ ᾔδει ὅτι Ἰησοῦς ἐστι. 15 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Γύναι, τί κλαίεις; τίνα ζητεῖς; ἐκείνη δοκοῦσα ὅτι ὁ κηπουρός ἐστι, λέγει αὐτῷ· Κύριε, εἰ σὺ ἐβάστασας αὐτόν, εἰπέ μοι ποῦ ἔθηκας αὐτόν, κἀγὼ αὐτὸν ἀρῶ. 16 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μαρία. στραφεῖσα ἐκείνη λέγει αὐτῷ· Ραββουνί, ὃ λέγεται, διδάσκαλε. 17 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μή μου ἅπτου· οὔπω γὰρ ἀναβέβηκα πρὸς τὸν πατέρα μου· πορεύου δὲ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μου καὶ εἰπὲ αὐτοῖς· ἀναβαίνω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν, καὶ Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν. 18 ἔρχεται Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἀπαγγέλλουσα τοῖς μαθηταῖς ὅτι ἑώρακε τὸν Κύριον, καὶ ταῦτα εἶπεν αὐτῇ.

Ἦχος β' - Ἑωθινόν Η´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 11 - 18


11 Ἡ Μαρία ὅμως ἐν τῷ μεταξὺ ἔστεκε πλησίον τοῦ μνήματος καὶ ἔκλαιε ἔξω ἀπὸ αὐτὸ μὴ φανταζομένη ποτέ, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀνέστη. 12 Ἐνῷ λοιπὸν ἐξηκολούθει νὰ κλαίῃ, ἔσκυψε σὲ μιὰ στιγμὴν εἰς τὸ μνημεῖον ἀναζητοῦσα καὶ πάλιν τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ βλέπει τότε δύο ἀγγέλους μὲ λευκὰ ἐνδύματα, οἱ ὁποῖοι φρουροὶ τοῦ τάφου ἔνδοξοι καὶ ἀκαταγώνιστοι ἐκάθηντο ὡς ὑπηρέται τοῦ ἀναστάντος Κυρίου, ὁ ἕνας πρὸς τὸ μέρος τῆς κεφαλῆς καὶ ὁ ἄλλος πρὸς τὸ μέρος τῶν ποδῶν, ὅπου προτήτερα ἦτο τοποθετημένον κατὰ γῆς τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. 13 Καὶ λέγουν εἰς αὐτὴν ἐκεῖνοι· Γυναῖκα, διατὶ κλαίεις; Λέγει εἰς αὐτούς· Διότι ἐπῆραν τὸν Κύριόν μου ἀπὸ τὸν τάφον καὶ δὲν ἠξεύρω, ποὺ τὸν ἔβαλαν. 14 Καὶ ἀφοῦ εἶπεν αὐτά, ἔστρεψεν ὀπίσω καὶ βλέπει τὸν Ἰησοῦν νὰ στέκεται ὄρθιος, ἀλλ’ εἴτε διότι τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου εἶχεν ὑποστῇ μεταβολὴν διὰ τῆς Ἀναστάσεως, εἴτε διότι ἡ Μαρία δὲν ὑπώπτευε κάν, ὅτι ὁ Διδάσκαλος ἀνέστη, δὲν ἤξευρεν αὐτή, ὅτι αὐτὸς ποὺ τὴν ἠρώτα ἦτο ὁ Ἰησοῦς. 15 Λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς· Γυναῖκα, διατὶ κλαίεις; Ποῖον ζητεῖς; Ἐκείνη ἐνόμισε, πῶς ἦτο ὁ κηπουρὸς καὶ δι’ αὐτὸ εἶπε πρὸς αὐτόν· Κύριε, ἐὰν τὸν ἐπῆρες σύ, πές μου ποὺ τὸν ἔβαλες, καὶ ἐγὼ θὰ τὸν πάρω ἀπὸ τὸν κῆπον σου καὶ θὰ τὸν τοποθετήσω εἰς ἄλλον τάφον. 16 Τότε λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς μὲ τὸν γνωστὸν εἰς ἐκείνην τόνον τῆς φωνῆς του· Μαρία. Ἀναγνωρίσασα δὲ ἐκείνη εὐθὺς τὴν φωνὴν τοῦ Ἰησοῦ ἔστρεψεν ὀπίσω καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν· Ραββουνί, τὸ ὁποῖον εἰς τὴν Ἑλληνικὴν γλῶσσαν σημαίνει. Διδάσκαλέ μου. 17 Καὶ ἐπειδὴ ἡ Μαρία ἔτρεξε νὰ περιπτυχθῇ μὲ σεβασμὸν τοὺς πόδας του, νομίσασα, ὅτι ὁ Κύριος θὰ ἐξηκολούθει καὶ τώρα νὰ ζῇ σωματικῶς, ὅπως καὶ πρὸ τοῦ παθήματος, μετὰ τῶν μαθητῶν του, λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς· Μὴ μὲ ἐγγίζῃς καὶ μὴ συμπεριφέρεσαι πλέον πρὸς ἐμὲ σὰν νὰ πρόκειται νὰ μὲ ἔχετε πάλιν μεταξύ σας μὲ αὐτὴν τὴν μορφὴν τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ἀσθενείας, ὅπως ὁ ζῶν μαζί σας καὶ πρὸ τοῦ Πάθους. Μὴ μὲ ἐγγίζῃς, διότι δὲν ἀνέβηκα ἀκόμη πρὸς τὸν Πατέρα μου καὶ συνεπῶς δὲν ἐγκαινιάσθη ἀκόμη ἡ νέα σχέσις τῆς εὐλαβοῦς καὶ λατρευτικῆς οἰκειότητος, τὴν ὁποίαν μετὰ τὴν ἀνάληψίν μου ὡς αἰώνιος καὶ οὐράνιος πλέον ἀρχιερεὺς καὶ ὡς κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας ἐνωμένος μὲ αὐτὴν θὰ συνάψω πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Πήγαινε δὲ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μου καὶ εἰπὲ εἰς αὐτούς· Ἀναβαίνω πρὸς τὸν Πατέρα μου, ὁ ὁποῖος δι’ ἐμοῦ ἔγινε καὶ ἰδικός σας κατὰ χάριν Πατήρ, ἔγινε δὲ καὶ ἀφ’ ὅτου ἐνηνθρώπησα καὶ Θεός μου, ὅπως εἶναι καὶ Θεὸς ἰδικός σας. 18 Ἔρχεται Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἀναγγέλλει εἰς τοὺς μαθητάς, ὅτι εἶδε τὸν Κύριον, ὁ ὁποῖος καὶ εἶπεν εἰς αὐτὴν τοὺς λόγους αὐτούς.

Ἦχος β' - Ἑωθινόν Η´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 11 - 18


11 Η Μαρία όμως εστέκετο κοντά στο μνημείον και έκλαιεν έξω, διότι επίστευσεν ότι είχαν κλέψει το σώμα του Ιησού. 12 Καθώς, λοιπόν, έκλαιε, έσκυψε στο μνημείον και βλέπει αίφνης δύο αγγέλους με ολόλευκη στολή να κάθωνται ο ένας προς το μέρος της κεφαλής και ο άλλος προς το μέρος των ποδών, όπου πρωτύτερα έκειτο το σώμα του Ιησού. 13 Και λέγουν εκείνοι εις αυτήν· “γύναι, διατί κλαίεις;” Λεγει εις αυτούς· “κλαίω, διότι επήραν τον Κυριον μου από τον τάφον και δεν ξέρω που τον έβαλαν”. 14 Και αφού είπαν αυτά εγύρισε πίσω και βλέπει τον Ιησούν να στέκεται όρθιος και, διότι ίσως τα μάτια της ήσαν βουρκωμένα από τα δάκρυα, δεν αντελήφθη ότι αυτός είναι ο Ιησούς. 15 Λεγει εις αυτήν ο Ιησούς· “γύναι, διατί κλαίεις; Ποιόν ζητείς;” Εκείνη, νομίζουσα ότι αυτός που της ομιλεί είναι ο κηπουρός, του λέγει· “κύριε, εάν συ επήρες αυτόν, πες μου που τον έβαλες και εγώ θα τον πάρω και θα τον ξαναφέρω στον τάφον”. 16 Λεγει τότε εις αυτήν ο Ιησούς· “Μαρία”. Εκείνη ανεγνώρισε αμέσως την φωνήν, εστράφη προς αυτόν και του είπε· “ραββουνί”, που σημαίνει εις την ελληνικήν, διδάσκαλε. 17 Και επειδή η Μαρία έσπευσε να αγκαλιάση με σεβασμόν τα πόδια του, ο Ιησούς της είπε· “μη με εγγίζεις, διότι δεν ανέβηκα ακόμη στον Πατέρα μου και δεν ήρχισεν ακόμη η νέα περίοδος της λατρείας και της τιμής, που θα μου προσφέρουν απ' εδώ και πέρα οι άνθρωποι. Αλλά πήγαινε στους αδελφούς μου και πες τους· ανεβαίνω προς τον Πατέρα μου, ο οποίος χάρις εις την λυτρωτικήν μου θυσίαν έγινε και ιδικός σας Πατέρας, και έγινε δι' εμέ από την ημέραν που πήρα την ανθρωπίνην σάρκα Θεός μου, όπως επίσης είναι και Θεός ιδικός σας”. 18 Ερχεται η Μαρία η Μαγδαληνή και αναγγέλει στους μαθητάς, ότι είδε τον Κυριον, και ότι ο Κυριος της είπε να αναγγείλη εις αυτούς την ανάστασίν του.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα





Πατήστε στην εικόνα για να διαβάσετε τη «Φωνή Κυρίου» της Κυριακής, έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος