❌
Σάββατο, 14 Οκτωβρίου 2023

Άγιοι Ναζάριος, Προτάσιος, Γερβάσιος και Κέλσιος, Άγιος Κοσμάς ο Μελωδός επίσκοπος Μαϊουμά, Οσία Παρασκευή η Νέα η «Επιβατηνή»
Ναζαρίου καὶ Γερβασίου, μαρτύρων. Κοσμᾶ τοῦ ποιητοῦ (†787). Ἰγνατίου (Ἀγαλλιανοῦ) ἀρχιεπισκόπου Μηθύμνης.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΕ´ 58 - 58


58 Ὥστε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ἑδραῖοι γίνεσθε, ἀμετακίνητοι, περισσεύοντες ἐν τῷ ἔργῳ τοῦ Κυρίου πάντοτε, εἰδότες ὅτι ὁ κόπος ὑμῶν οὐκ ἔστι κενὸς ἐν Κυρίῳ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙϚ´ 1 - 3


1 Περὶ δὲ τῆς λογείας τῆς εἰς τοὺς ἁγίους, ὥσπερ διέταξα ταῖς ἐκκλησίαις τῆς Γαλατίας, οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιήσατε. 2 κατὰ μίαν σαββάτων ἕκαστος ὑμῶν παρ’ ἑαυτῷ τιθέτω θησαυρίζων ὅ,τι ἂν εὐοδῶται, ἵνα μὴ ὅταν ἔλθω τότε λογεῖαι γίνωνται. 3 ὅταν δὲ παραγένωμαι, οὓς ἐὰν δοκιμάσητε, δι’ ἐπιστολῶν τούτους πέμψω ἀπενεγκεῖν τὴν χάριν ὑμῶν εἰς Ἱερουσαλήμ·

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΕ´ 58 - 58


58 Ὥστε σύμφωνα μὲ τὰ ἀνωτέρω, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, στερεωθῆτε εἰς τὸ περὶ ἀναστάσεως δόγμα· γίνεσθε ἀμετακίνητοι, μὲ περισσὴν προθυμίαν ἐργαζόμενοι πάντοτε εἰς τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ὁ Κύριος ζητεῖ. Νὰ γνωρίζετε δέ, ὅτι ὁ κόπος σας δὲν εἶναι χωρὶς καρπὸν καὶ ὠφέλειαν καὶ περὶ τούτου ἐγγυᾶται ὁ σύνδεσμός σας καὶ ἡ ἕνωσίς σας μὲ τὸν Κύριον.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙϚ´ 1 - 3


1 Διὰ τὴν συνεισφορὰν δὲ ὑπὲρ τῶν Χριστιανῶν (τῶν Ἱεροσολύμων), καθὼς ἐκανονισα εἷς τὰς Ἐκκλησίας τῆς Γαλατίας, ἔτσι κάμετε καὶ σεῖς. 2 Κατὰ τὴν πρώτην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος, τὴν Κυριακὴν δηλαδή, ἕκαστος ἀπὸ σᾶς ἂς ξεχωρίζῃ εἰς τὸ σπίτι του κάποιο ποσὸν καὶ ἂς μαζεύῃ σιγᾷ - σιγᾷ θησαυρὸν μὲ ὅ,τι εὐκολύνεται, διὰ νὰ μὴ γίνωνται συνεισφοραὶ ὅταν ἔλθω. 3 Ὅταν δὲ ἔλθω εἰς Κόρινθον, ἐκείνους ποὺ θὰ ἐκλέξετε, αὐτοὺς μὲ συστατικὰς ἐπιστολάς μου θὰ στείλω διὰ νὰ μεταφέρουν τὸ δῶρον τῆς ἀγάπης σᾶς εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΕ´ 58 - 58


58 Ωστε, αδελφοί μου αγαπητοί, στηριχθήτε γέρα εις την μεγάλην αυτήν αλήθειαν περί της βεβαίας αναστάσεώς μας, μένετε ακλόνητοι, πάντοτε πλούσιοι στο έργον του Κυρίου, γνωρίζοντες καλά ότι ο κόπος σας δεν είναι χαμένος ενώπιον του Κυρίου.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙϚ´ 1 - 3


1 Περί δε της συλλογής εράνων και βοηθημάτων δια τους πτωχούς Χριστιανούς, κάμετε και σεις σύμφωνα με τας οδηγίας, που έχω δώση εις τας Εκκλησίας της Γαλατίας. 2 Δηλαδή την πρώτην ημέραν της εβδομάδος, την Κυριακήν, ο καθένας από σας ας θέτη κατά μέρος στο σπίτι του κάποιο πόσον και ας μαζεύη έτσι από τώρα ο,τι ευκολύνεται, ώστε να μη γίνωνται τέτοιες συνεισφορές, όταν θα έλθω εγώ. 3 Οταν δε έλθω, τότε το δώρον αυτό της αγάπης σας θα στείλω να το μεταφέρουν εις την Ιερουσαλήμ με συστατικάς επιστολάς μου άνθρωποι, τους οποίους σεις θα διαλέξετε.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 1 - 10


1 Ἐγένετο δὲ ἐν σαββάτῳ δευτεροπρώτῳ διαπορεύεσθαι αὐτὸν διὰ σπορίμων· καὶ ἔτιλλον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τοὺς στάχυας καὶ ἤσθιον ψώχοντες ταῖς χερσί. 2 τινὲς δὲ τῶν Φαρισαίων εἶπον αὐτοῖς· Τί ποιεῖτε ὃ οὐκ ἔξεστι ποιεῖν ἐν τοῖς σάββασι; 3 καὶ ἀποκριθεὶς πρὸς αὐτοὺς εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Οὐδὲ τοῦτο ἀνέγνωτε ὃ ἐποίησε Δαυῒδ ὁπότε ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ’ αὐτοῦ ὄντες; 4 ὡς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔλαβε καὶ ἔφαγε, καὶ ἔδωκε καὶ τοῖς μετ’ αὐτοῦ, οὓς οὐκ ἔξεστι φαγεῖν εἰ μὴ μόνους τοὺς ἱερεῖς; 5 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι κύριός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ σαββάτου. 6 Ἐγένετο δὲ καὶ ἐν ἑτέρῳ σαββάτῳ εἰσελθεῖν αὐτὸν εἰς τὴν συναγωγὴν καὶ διδάσκειν· καὶ ἦν ἐκεῖ ἄνθρωπος, καὶ ἡ χεὶρ αὐτοῦ ἡ δεξιὰ ἦν ξηρά. 7 Παρετήρουν δὲ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι εἰ ἐν τῷ σαββάτῳ θεραπεύσει, ἵνα εὕρωσι κατηγορίαν αὐτοῦ. 8 αὐτὸς δὲ ᾔδει τοὺς διαλογισμοὺς αὐτῶν, καὶ εἶπε τῷ ἀνθρώπῳ τῷ ξηρὰν ἔχοντι τὴν χεῖρα· Ἔγειρε καὶ στῆθι εἰς τὸ μέσον· ὁ δὲ ἀναστὰς ἔστη. 9 εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτούς· Ἐπερωτήσω ὑμᾶς τὶ ἔξεστι τοῖς σάββασιν, ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι, ψυχὴν σῶσαι ἢ ἀποκτεῖναι; 10 καὶ περιβλεψάμενος πάντας αὐτοὺς εἶπεν αὐτῷ· Ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου. ὁ δὲ ἐποίησε, καὶ ἀπεκατεστάθη ἡ χεὶρ αὐτοῦ ὡς ἡ ἄλλη.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 1 - 10


1 Κατὰ δὲ τὸ Σάββατον τὸ πρῶτον τοῦ μηνὸς Νισάν, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἤρχιζε τὸ νέον ἔτος, καὶ τὸ ὁποῖον Σάββατον ἦτο ἡ δευτέρα ἑορτὴ μετὰ τὸν ἐορτασμὸν τῆς ἀρχιμηνιᾶς καὶ πρωτοχρονιᾶς τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἔτους, συνέβη νὰ περνα ὁ Ἰησοῦς διὰ μέσου τῶν σπαρμένων χωραφιῶν. Καὶ ἐμαδοῦσαν οἱ μαθηταί του τὰ στάχυα καὶ τρίβοντες αὐτὰ μὲ τὰ χέρια ἔτρωγον τὸν καρπόν. 2 Μερικοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους τοὺς εἶπαν· Διατὶ κάνετε αὐτό, ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὸ κάμωμεν κατὰ τὸ Σάββατον, κατὰ τὸ ὁποῖον μᾶς ἀπαγορεύεται κάθε εἶδος ἐργασίας; 3 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη καὶ εἶπε· Δὲν ἀνεγνώσατε οὔτε κὰν ἐκεῖνο, ποὺ ἔκαμεν ὁ ἔνδοξός σας βασιλεὺς Δαβίδ, ὅταν πείνασεν αὐτὸς καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν μαζί του; 4 Πῶς δηλαδὴ ἐμβῆκεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπῆρε τοὺς ἄρτους, ποὺ ἦσαν βαλμένοι ὡς θυσία εἰς τὸν Θεὸν ἐπάνω εἰς τὴν τράπεζαν τῆς σκηνῆς, καὶ ἔφαγε καὶ ἔδωκε καὶ εἰς ἐκείνους ποὺ ἦσαν μαζί του; Αὐτοὺς δὲ τοὺς ἄρτους δὲν ἐπιτρέπεται να τοὺς φάγῃ κανεὶς ἄλλος παρὰ μόνοι οἱ ἱερεῖς. Καὶ ὅμως εἰς τὴν περίστασιν ἐκείνην οὔτε ὁ Θεὸς ὠργίσθη, οὔτε ἡ Γραφὴ ἀπεδοκίμασε τὴν πρᾶξιν αὐτήν. Ἀλλ’ οὔτε καὶ σεῖς κατακρίνεται τὸν Δαβίδ, μολονότι αὐτὸ ποὺ ἔκαμεν εἶναι πολὺ περισσότερον ἀπὸ ἐκεῖνο, ποὺ κάνουν τώρα οἱ μαθηταί μου. 5 Καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ὁ τέλειος ἄνθρωπος καὶ δὲν ἔχει ἀνάγκην νὰ παιδαγωγηθῇ ἀπὸ τὸ θεσμὸν τοῦ Σαββάτου, ὡς Θεὸς δὲ ἔχει ὁρίσει αὐτὸς τὸν θεσμὸν τοῦτον, εἶναι κύριος τοῦ Σαββάτου καὶ ἔχει ἐξουσίαν κι νὰ τροποποιήσῃ ἀκόμη τὸν θεσμὸν τοῦτον. Ὅ,τι δὲ ἔκαμαν τώρα οἱ μαθηταί, τὸ ἔκαμαν μὲ τὴν σιωπηρὰν συγκατάθεσιν τοῦ Διδασκάλου των, ποὺ εἶναι κύριος τοῦ Σαββάτου. 6 Συνέβη δὲ καὶ κατ’ ἄλλο Σάββατον νὰ εἰσέλθῃ ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν συναγωγὴν καὶ νὰ διδάσκῃ εἰς αὐτήν. Καὶ παρευρίσκετο ἐκεῖ ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου τὸ δεξιὸν χέρι ἦτο ξηρὸν καὶ ἀκίνητον. 7 Τὸν παρεφύλαττον δὲ καὶ τὸν παρηκολούθουν προσεκτικὰ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, ἐὰν θὰ θεραπεύσῃ τὸν πάσχοντα κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου διὰ νὰ εὕρουν κατηγορία ἐναντίον του, ὅτι κατέλυε τὴν ἀργίαν τοῦ Σαββάτου. 8 Αὐτὸς ὅμως ὡς καρδιογνώστης ἐγνώριζε τοὺς διαλογισμού των. Καὶ εἶπεν εἰς τὸν ἄνθρωπον, ποὺ εἶχε τὸ ξηρὸν καὶ ἀκίνητοτον χέρι· Σήκω καὶ στάσου εἰς τὸ μέσον τῆς συναγωγῆς. Ἐκεῖνος δὲ ἐσηκώθη καὶ ἐστάθη. 9 Εἶπε λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτούς· θὰ σᾶς ἐρωτήσω, τί εἶναι ἐπιτετραμμένον κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου νὰ κάνῃ ὁ ἄνθρωπος· εἶναι ἐπιτετραμμένον νὰ κάνῃ καλὸν ἢ ἠμπορεῖ να παραλείψῃ τὴν εὐεργεσίαν τοῦ πλησίον καὶ ἔτσι νὰ γίνῃ αἴτιος βλάβης καὶ κακοῦ εἰς αὐτόν; Ἐπιβάλλεται κατὰ τὸ Σάββατον νὰ σώσῃ τὴν ζωὴν τοῦ πλησίον, ἢ ἐπιτρέπεται νὰ μὴ τὸν βοηθήσῃ κινδυνεύοντα καὶ ἔτσι ἐμμέσως νὰ τὸν θανατώσῃ; Βέβαια ἠθικῶς ἐπιτετραμμένον, ἀλλὰ καὶ ἐπιβεβλημένον καὶ κατ’ αὐτὴν τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἶναι νὰ κάνῃ ὁ καθένας μας καλὸν καὶ νὰ σώσῃ τὴν ζωὴν τοῦ πλησίον. 10 Καὶ ἀφοῦ ἐκύτταξε τριγύρω ὅλους αὐτοὺς περιμένων νὰ τοῦ ἀπαντήσουν, εἶπεν εἰς τὸν ἀσθενῆ· Ἐξάπλωσε τὴν χεῖρα σου. Αὐτὸς δὲ μολονότι ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν του ἠμποδίζετο νὰ πράξῃ τοῦτο, ὅμως φανερώνων τὴν πίστιν του κατέβαλε προσπάθειαν καὶ ἔκαμεν ὅπως τοῦ παρήγγειλεν ὁ Κύριος. Καὶ ἔγινε πάλιν ὑγιὲς τὸ χέρι του σὰν τὸ ἄλλο.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 1 - 10


1 Κατά το δεύτερον Σαββατον, έπειτα από το πρώτον Σαββατον της εορτής του Πασχα, επερνούσε ο Ιησούς δια μέσου των σπαρμένων αγρών και οι μαθηταί έκοβαν τα στάχυα, τα έτριβον με τα χέρια των και έτρωγαν τους κόκκους. 2 Μερικοί δε από τους Φαρισαίους τους είπαν· “διατί κάνετε αυτό το οποίον, ως εργασία που είναι, δεν επιτρέπεται να το κάνετε κατά την ημέραν του Σαββάτου;” 3 Και αποκριθείς προς αυτούς ο Ιησούς είπεν· “δεν έχετε αναγνώσει ούτε καν και τούτο, που είχε κάμει ο Δαυΐδ, όταν επείνασε αυτός και εκείνοι που ήσαν μαζή του; 4 Οτι δηλαδή εισήλθε στον οίκον του Θεού, επήρε τους άρτους της προθέσεως, έφαγε και αυτός και έδωκε και εις εκείνους που είχε μαζή του; Αυτούς δε τους άρτους, όπως γνωρίζετε, δεν επιτρέπεται να τους φάγη κανείς άλλος, ει μη μόνο οι ιερείς. (Και όμως την πράξιν αυτήν του Δαυΐδ, βαρυτέραν από αυτήν που κάνουν τώρα οι μαθηταί μου, ούτε ο Θεός ούτε και σεις βέβαια την καταδικάζετε)”. 5 Και έλεγεν εν συμπεράσματι εις αυτούς, ότι “ο υιός του ανθρώπου είναι Κυριος και του Σαββάτου και με την θείαν του εξουσίαν έχει το δικαίωμα να τροποποιή και να λαμπρύνη τον δεσμόν αυτόν”. 6 Συνέβη δε και κάποιο άλλο Σαββατον να εισέλθη αυτός εις την συναγωγήν και να διδάσκη. Ευρίσκετο δε εκεί και ένας άνθρωπος, του οποίου το δέξι χέρι ήτο ακίνητον και ξηρόν. 7 Τον κατεσκόπευον δε οι γραμματείς και Φαρισαίοι, εάν κατά το Σαββατον θα θεραπεύση αυτόν, δια να εύρουν αφορμή κατηγορίας ενάντιον του. 8 Αυτός δε ως παντογνώστης εγνώριζε πολύ καλά τους διαλογισμούς των και είπε στον άνθρωπον, που είχε το ξηρόν χέρι· “σήκω ορθός και στάσου στο μέσον της συναγωγής”. Εκείνος δε εσηκώθη και εστάθη. 9 Είπε τότε προς τους Φαρισαίους ο Ιησούς· “θα σας ερωτήσω, τι επιτρέπεται να κάμη κανείς τας ημέρας του Σαββάτου· να κάμη το καλόν η να κάμη το κακόν; Να σώση μίαν ζωήν που κινδυνεύει η να αδιαφορήση και να γίνη αιτία του θανάτου ενός ανθρώπου;” 10 Και αφού περιέφερε γύρω το βλέμμα του προς όλους (μήπως τυχόν και κανείς απαντήση) είπεν στον άνθρωπον εκείνον· άπλωσε το χέρι σου”. Εκείνος έκαμε ο,τι του είπε ο Κυριος και αμέσως το χέρι του έγινε εντελώς υγιές, όπως και το άλλο.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα