❌
Τετάρτη, 20 Σεπτεμβρίου 2023

Άγιος Ευστάθιος και η συνοδεία του, Θεοπίστη η σύζυγος του, Αγάπιος και Θεόπιστος τα παιδιά του, Άγιος Ιλαρίων ο νέος οσιομάρτυρας, από την Κρήτη
† Εὐσταθίου μεγαλομάρτυρος καὶ τῆς συνοδείας αὐτοῦ (†118). Ἱλαρίωνος Κρητὸς νεομάρτυρος (†1804).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ϛ´ 2 - 10


2 ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ. 3 εἰ γὰρ δοκεῖ τις εἶναί τι, μηδὲν ὤν, ἑαυτὸν φρεναπατᾷ· 4 τὸ δὲ ἔργον ἑαυτοῦ δοκιμαζέτω ἕκαστος, καὶ τότε εἰς ἑαυτὸν μόνον τὸ καύχημα ἕξει καὶ οὐκ εἰς τὸν ἕτερον· 5 ἕκαστος γὰρ τὸ ἴδιον φορτίον βαστάσει. 6 Κοινωνείτω δὲ ὁ κατηχούμενος τὸν λόγον τῷ κατηχοῦντι ἐν πᾶσιν ἀγαθοῖς. 7 Μὴ πλανᾶσθε, Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται· ὃ γὰρ ἐὰν σπείρῃ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει· 8 ὅτι ὁ σπείρων εἰς τὴν σάρκα ἑαυτοῦ ἐκ τῆς σαρκὸς θερίσει φθοράν, ὁ δὲ σπείρων εἰς τὸ πνεῦμα ἐκ τοῦ πνεύματος θερίσει ζωὴν αἰώνιον. 9 τὸ δὲ καλὸν ποιοῦντες μὴ ἐκκακῶμεν· καιρῷ γὰρ ἰδίῳ θερίσομεν μὴ ἐκλυόμενοι. 10 ἄρα οὖν ὡς καιρὸν ἔχομεν, ἐργαζώμεθα τὸ ἀγαθὸν πρὸς πάντας, μάλιστα δὲ πρὸς τοὺς οἰκείους τῆς πίστεως.

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ϛ´ 2 - 10


2 Διὰ νὰ ἀσφαλίζεσθε δὲ ἀπὸ τὸν κίνδυνον τοῦ νὰ πειραχθῆτε καὶ σεῖς, ὑπομένετε ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τὰς ἐνοχλήσεις, ποὺ σᾶς γίνονται ἀπὸ τὰ ἐλαττώματά του καὶ τὰς ἐλλείψείς του, καὶ ἔτσι μὲ τὴν ὑπομονητικὴν αὐτὴν ἀνοχὴν ἐκπληρώσατε τελείως τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τὴν ἐντολὴν τῆς ἀγάπης. Ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ὑπομένει φιλαδέλφως τὴν ἀδυναμίαν τοῦ πλησίον, δὲν συναισθάνεται ὅτι ἔχει καὶ αὐτὸς ἐλαττώματα, ἀλλ’ ἔχει μεγάλην ἰδέαν διὰ τὸν ἑαυτόν του. Ἡ ἰδέα του ὅμως αὐτὴ εἶναι ψευδής. 3 Διότι, ἐὰν νομίζῃ κανείς, ὅτι εἶναι κάτι, αὐτὸς μὲ τὴν ἰδέαν του αὐτὴν χάνει κάθε ἀξίαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· εἶναι μηδὲν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἐξαπατᾷ λοιπὸν τὸν ἑαυτόν του. 4 Διὰ νὰ μὴ καταντᾷ δὲ κανεὶς εἰς τέτοιο ἀπατηλὸν καὶ ψεύτικον διὰ τὸν ἑαυτόν του φρόνημα, ἂς ἐξετάζῃ καλὰ ὁ καθένας τὰ ἔργα του, ἂν εἶναι σύμφωνα πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ τότε, ὅταν θὰ εὕρῃ τὰ πράγματα θεάρεστα, θὰ ἔχῃ τὸν λόγον τῆς καυχήσεώς του ἀποβλέπων εἰς τὸν ἑαυτόν του μόνον καὶ ὄχι εἰς τὴν ἔλλειψιν τοῦ ἄλλου. 5 Διότι κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Κρίσεως ὁ καθενὰς θὰ βαστάσῃ τὸ φορτίον ὄχι τῶν ξένων, ἀλλὰ τῶν ἰδικῶν του ἁμαρτιῶν. 6 Ἂς σᾶς δώσω τώρα καὶ μερικὰς ὁδηγίας καὶ συμβουλὰς, διὰ νὰ κλείσω μὲ αὐτὰς τὴν ἐπιστολή μου. Ἐκεῖνος ποὺ διδάσκεται καὶ κατηχεῖται τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, ἂς κάνῃ μέτοχον εἰς ὅλα τὰ ἀγαθά του τὸν κατηχητὴν διδάσκαλόν του. 7 Μὴ πλανᾶσθε. Ὁ Θεὸς κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Κρίσεως δὲν ἐξαπατᾶται, οὔτε ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν ἐμπαίξῃ. Διότι ἐκεῖνο, ποὺ θὰ σπείρῃ ὁ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θὰ θερίσῃ. 8 Διότι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος σπείρει σὰν εἰς ἄλλο χωράφι εἰς τὴν σάρκα του καὶ ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ τὰς ἐπιθυμίας αὐτῆς, αὐτὸς ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς σαρκὸς θὰ θερίσῃ φθορὰν καὶ κόλασιν αἰώνιον. Ἐκεῖνος δὲ πάλιν, ποὺ ἐργάζεται ἔτσι, ὥστε τὰ ἔργα του νὰ εἶναι καρπὸς τοῦ Πνεύματος, αὐτὸς ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Πνεύματος θὰ θερίση ζωὴν αἰώνιον. 9 Ἂς μὴ ἀπαυδίζωμεν δέ, ὅταν κάνωμεν τὸ καλόν. Διότι εἰς καιρὸν ὡρισμένον θὰ θερίσωμεν τοὺς καρποὺς τῶν κόπων μας, ἐὰν δὲν ἀποκάμωμεν τώρα, ἀλλ’ εἴμεθα ἀκούραστοι εἰς τὸ ἀγαθόν. 10 Συνεπῶς, ἕως ὅτου εὑρισκόμεθα εἰς τὴν παροῦσαν ζωήν, ποὺ μόνον εἰς αὐτὴν ἔχομεν καιρὸν πρὸς ἀγαθοεργίαν, ἂς ἐργαζώμεθα τὸ ἀγαθὸν πρὸς ὅλους, μάλιστα δὲ πρὸς ἐκείνους, τοὺς ὁποίους ἡ πίστις μας τοὺς κατέστησεν οἰκείους καὶ ἀδελφούς.

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ϛ´ 2 - 10


2 Ας υπομένετε με πραότητα ο ένας του άλλου τα ελαττώματα, τα οποία, καθό αλαττώματα, είναι φορτικά και ενοχλητικά και έτσι τηρήσατε πλήρως τον νόμον του Χριστού, που διδάσκει την αγάπην. (Ανθρωπος, που δεν δείχνει τέτοιαν υπομονήν, αλλ' οργίζεται και περιφρονεί τον παρασυρθέντα, δεν έχει την αγάπην του Χριστού). 3 Διότι εάν κανείς νομίζη, ότι είναι κάτι τι, ενώ εις την πραγματικότητα, εξ αιτίας του εγωϊσμού του, δεν είναι τίποτε, αυτός εξαπατά και πλανά τον ευατόν του. 4 Δι' αυτό ο καθένας ας ερευνά και ας εξετάζη με προσοχήν το έργον του, και αν το εύρη σύμφωνον με το θέλημα του Θεού, θα έχη λόγον να καυχάται στον εαυτόν του και δια τον ευατόν του μόνον, και όχι εν σχέσει προς την διαγωγήν του άλλου. 5 Διότι κατά την δευτέραν παρουσίαν ο καθένας θα βαστάση το φορτίον των ιδικών του αμαρτιών. 6 Καθένας δε που διδάσκεται τον λόγον του Θεού και καθοδηγείται στον δρόμον της σωτηρίας, ας κάμνη τον διδάσκαλον και κατηχητήν του μέτοχον εις όλα τα αγαθά του. 7 Μη πλανάσθε. Ο Θεός δεν εξαπατάται ούτε και περιπαίζεται. Διότι κατά την ημέραν της μεγάλης κρίσεως θα θερίση ο άνθρωπος εκείνο, που θα έχη σπείρει. 8 Εκείνος που σπέρνει εις την σάρκα τα έργα της αμαρτίας και της διαφθοράς, αυτός θα θερίση από τα έργα της σαρκός τον όλεθρον, την αιωνίαν κόλασιν. Εκείνος δε ο οποίος σπέρνει και καλλιεργεί στο πνεύμα του τα έργα, που εμπνέει το Αγιον Πνεύμα, θα θερίση από τα έργα του πνεύματος την αιώνιον ζωήν. 9 Οταν δε πράττωμεν το καλόν, ας μη αποκάμνωμεν από τας δυσκολίας που συναντώμεν, και από τας θυσίας, εις τας οποίας υποβαλλόμεθα. Διότι εις καιρόν ωρισμένον θα θερίσωμεν τους καρπούς των καλών έργων μας, εφ' όσον τώρα δεν αποκάμνομεν και δεν παραλύομεν. 10 Λοιπόν, έως ότου έχομεν καιρόν, τώρα που ευρισκόμεθα εις την παρούσαν ζωήν, ας πράττωμεν με προθυμίαν τα αγαθά έργα προς όλους, μάλιστα δε προς εκείνους οι οποίοι, δια της πίστεως στον Χριστόν, μας έγιναν οικείοι και αδελφοί.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 1 - 15


1 Ἰησοῦς δὲ πλήρης Πνεύματος ἁγίου ὑπέστρεψεν ἀπὸ τοῦ Ἰορδάνου, καὶ ἤγετο ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὴν ἔρημον 2 ἡμέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος ὑπὸ τοῦ διαβόλου, καὶ οὐκ ἔφαγεν οὐδὲν ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις· καὶ συντελεσθεισῶν αὐτῶν ὕστερον ἐπείνασε. 3 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ τῷ λίθῳ τούτῳ ἵνα γένηται ἄρτος. 4 καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτὸν λέγων· Γέγραπται ὅτι οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ. 5 Καὶ ἀναγαγὼν αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν ἔδειξεν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τῆς οἰκουμένης ἐν στιγμῇ χρόνου· 6 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος· Σοὶ δώσω τὴν ἐξουσίαν ταύτην ἅπασαν καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, ὅτι ἐμοὶ παραδέδοται καὶ ᾧ ἐὰν θέλω δίδωμι αὐτήν· 7 σὺ οὖν ἐὰν προσκυνήσῃς ἐνώπιόν μου, ἔσται σοῦ πᾶσα. 8 καὶ ἀποκριθεὶς αὐτῷ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ γέγραπται γὰρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις. 9 Καὶ ἤγαγεν αὐτὸν εἰς Ἱερουσόλυμα, καὶ ἔστησεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν ἐντεῦθεν κάτω· 10 γέγραπται γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ τοῦ διαφυλάξαι σε, 11 καὶ ὅτι ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσίν σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου. 12 καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς ὅτι Εἴρηται, οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. 13 Καὶ συντελέσας πάντα πειρασμὸν ὁ διάβολος ἀπέστη ἀπ’ αὐτοῦ ἄχρι καιροῦ. 14 Καὶ ὑπέστρεψεν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ φήμη ἐξῆλθε καθ’ ὅλης τῆς περιχώρου περὶ αὐτοῦ. 15 καὶ αὐτὸς ἐδίδασκεν ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν, δοξαζόμενος ὑπὸ πάντων.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 1 - 15


1 Ο Ἰησοῦς δὲ γεμᾶτος ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν Ἰορδάνην καὶ ὠδηγεῖτο δι’ ἐσωτερικῆς παρακινήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τὴν ἔρημον, 2 ὅπου ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἐπειράζετο ἀπὸ τὸν διάβολον, ὁ ὁποῖος ματαίως ἐζήτει νὰ τὸν ἀποσπάσῃ ἀπὸ τὰς εἰς τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ ἀφωσιωμένας σκέψεις του. Καὶ δὲν ἔφαγε τίποτε κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας. Καὶ ὅταν ἐτελείωσαν αἱ ἡμέραι αὐταί, ὕστερον ἐπείνασε. 3 Καὶ τότε τοῦ εἶπεν ὁ διάβολος· Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐμαρτύρησεν ἡ φωνή, ποὺ ἠκούσθη εἰς τὸν Ἰορδάνην, ἀπόδειξέ το μὲ θαῦμα. Εἰπὲ εἰς τὸν λίθον αὐτὸν νὰ μεταβληθῇ εἰς ἄρτον. 4 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη καὶ τοῦ εἶπεν· Εἶναι γραμμένον εἰς τὸ Δευτερονόμιον, ὅτι δὲν θὰ διατηρηθῇ εἰς τὴν ζωὴν ὁ ἄνθρωπος διὰ μόνου τοῦ ἄρτου, ἀλλὰ μὲ κάθε προσταγήν, ποὺ θὰ ἐξέλθῃ ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ Θεὸς διατάξῃ, θὰ ζήσῃ ὁ ἄνθρωπος καὶ χωρὶς ἄρτον. 5 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἀνέβασεν ὁ διάβολος εἰς ὑψηλὸν βουνόν, τοῦ ἔδειξε σὰν εἰς πανόραμα ἐν μιᾷ στιγμῇ χρόνου, (τὸ ὁποῖον καθίστα τὸν πειρασμὸν ἰσχυρότερον), ὅλα τὰ βασίλεια τῆς κατοικουμένης γῆς μὲ τὰ πλοῦτη των καὶ τὴν ἀπατηλὴν μεγαλοπρέπειάν των. 6 Καὶ τοῦ εἶπεν ὁ διάβολος· θὰ δώσω εἰς σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ κράτη, ποὺ ἐξουσιάζονται ἀπὸ ἐμέ, καὶ ὅλην τὴν δόξαν τους· θὰ σοῦ τὰ δώσω, διότι ἔχουν παραδοθῇ εἰς ἐμὲ ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς των καὶ τοὺς λαούς των, οἱ ὁποῖοι διὰ τῆς ἁμαρτίας ὑπετάγησαν εἰς ἐμέ. Εἶναι λοιπὸν (δικά μου καὶ εἰς οἰονδήποτε θέλω, τὰ δίδω. Καὶ ἀνυψώνω ἐγὼ διὰ τῶν ὀργάνων μου εἰς μεγάλα ἀξιώματα ἐκείνους, ποὺ παραδίδονται εἰς ἐμέ. 7 Ἐὰν λοιπὸν σὺ προσκυνήσῃς ἐμπρός μου καὶ μὲ ἀναγνωρίσῃς ὡς κύριόν σου, ὅλη ἡ ἐξουσία καὶ ἡ δόξα αὐτὴ θὰ εἶναι ἰδική σου. 8 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη καὶ εἶπε· Φύγε ἀπὸ ἐμπρός μου, σατανᾶ. Δὲν ἡμπορῶ νὰ σὲ ἀκούω. Διότι εἶναι γραμμένον· Κύριον τὸν Θεόν σου θὰ προσκυνήσῃς καὶ αὐτὸν μόνον θὰ λατρεύσῃς. 9 Καὶ τότε ὁ διάβολος τὸν ἐπῆγε ἀνάρπαστον διὰ τοῦ ἀέρος εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὸν ἔστησεν ὄρθιον ὑψηλὰ εἰς τὴν κορνίζαν τῆς στέγης τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ εἶπεν· Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ρίψε τὸν ἑαυτόν σου ἀπ’ ἐδῶ κάτω, διὰ νὰ δειχθῇ φανερὰ εἰς ὅλους ἡ πρὸς σὲ ἀγάπη καὶ προστασία τοῦ Πατρός σου. 10 Διότι ἔχει γραφῆ εἰς τοὺς Ψαλμούς, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ δώσῃ ἐντολὴν διὰ σὲ εἰς τοὺς ἀγγέλους του νὰ σὲ διαφυλάξουν, ὥστε νὰ μὴ πάθῃς κανὲν κακόν. 11 Καὶ ἀκόμη ἔχει γραφῆ, ὅτι οἱ ἄγγελοι θὰ σὲ σηκώσουν εἰς τὰς χεῖρας, μήπως κτυπήσῃς εἰς λίθον τὸν πόδα σου. 12 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοῦ εἶπεν ὅτι ἔχει λεχθῆ ἀπὸ τὸν Θεόν· Δὲν θὰ ἐκθέσῃς τὸν ἑαυτόν σου εἰς κίνδυνον διὰ νὰ δοκιμάσῃς Κύριον τὸν Θεόν σου καὶ ἴδῃς διὰ τῶν πραγμάτων, ἂν θὰ σὲ προστατεύσῃ. 13 Καὶ ἀφοῦ ἐτελείωσεν ὁ διάβολος κάθε εἶδος πειρασμοῦ, απεμακρύνθη ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν, μέχρις οὗ θὰ τοῦ ἐδίδετο ἄλλη κατάλληλος εὐκαιρία νὰ τὸν πειράσῃ καὶ πάλιν. 14 Καὶ ἐγύρισεν ὀπίσω εἰς τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς γεμᾶτος μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Πνεύματος, τὸ ὁποῖον μὲ τὴν νίκην του κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν ἐνίσχυεν αἰσθητότερον· καὶ λόγῳ τῶν θαυμάτων του διεδόθη εἰς ὅλα τὰ περίχωρα τῆς Γαλιλαῖας ἡ φήμη, ὅτι εἶναι προφήτης θαυματουργός, ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεόν. 15 Καὶ αὐτὸς ἐδίδασκε μέσα εἰς τὰς συναγωγάς των καὶ ἐδοξάζετο ἀπὸ ὅλους θαυμαζόμενος καὶ ἐπαινούμενος ἀπὸ αὐτούς.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 1 - 15


1 Ο δε Ιησούς, γεμάτος από Αγιον Πνεύμα, επέστρεψε από τον Ιορδάνην και ωδηγείτο με την παρακίνησιν του Αγίου Πνεύματος εις την έρημον, 2 εις την οποίαν σαράντα ημέρας επειράζετο από τον διάβολον. Και δεν έφαγε τίποτε τας ημέρας εκείνας. Και αφού ετελείωσαν αυταί, έπειτα επείνασε. 3 Και είπεν εις αυτόν ο διάβολος· “εάν είσαι Υιός του Θεού (όπως είπεν η φωνή που ηκούσθη στον Ιορδάνην, και έχεις δύναμιν από τον Θεόν) ειπέ στον λίθον αυτόν να γίνη άρτος”. 4 Και απεκρίθη ο Ιησούς προς αυτόν και είπεν· “είναι γραμμένο εις την Αγίαν Γραφή, ότι δεν θα ζήση ο άνθρωπος μόνον με άρτον, αλλά και με κάθε λόγον, που βγαίνει από το στόμα του Θεού. Εάν ο Θεός δώση διαταγήν, ημπορεί να ζήση ο άνθρωπος και χωρίς άρτον”. 5 Και αφού τον ανέβασεν ο διάβολος εις όρος υψηλόν, του έδειξεν εις στιγμήν χρόνου πανοραματικώς όλας τας βασιλείας του κόσμου, την δύναμίν των, τα πλούτη των την μεγαλοπρέπειάν των. 6 Και είπεν εις αυτόν ο διάβολος· “θα δώσω εις σε όλην αυτήν την εξουσίαν επάνω εις τα κράτη και όλην την δόξαν των. Θα σου τα δώσω, διότι έχουν παραδοθή και υποταχθή, εξ αιτίας των αμαρτιών των, εις εμέ και εγώ τα δίδω εις όποιον θέλω. 7 Συ λοιπόν, εάν πέσης εμπρός μου και με προσκυνήσης ως κύριόν σου, θα έχης ως ιδικήν σου όλη αυτήν την εξουσία και μεγαλοπρέπειαν”. 8 Και αποκριθείς ο Ιησούς του είπεν· “φύγε απ' εμπρός μου, σατανά (δεν θέλω με κανέναν τρόπον να ακούσω την πονηράν σου πρότασιν), διότι είναι γραμμένον· Κυριον τον Θεόν σου θα προσκυνήσης και αυτόν μόνον θα λατρεύσης”. 9 Και έφερεν αυτόν εις τα Ιεροσόλυμα και τον έστησεν όρθιον στο υψηλόν άκρον της στέγης του Ναού και του είπε· “εάν είσαι υιός του Θεού, ρίψε τον εαυτόν σου από εδώ κάτω και δεν θα πάθης τίποτε, 10 διότι είναι γραμμένον εις την Αγ. Γραφήν, ότι ο Θεός θα δώση εντολήν δια σε στους αγγέλους του, να σε διαφυλάξουν. 11 Και έχει γραφή ακόμη, ότι θα σε σηκώσουν εις τα χέρια των, ώστε να μη κτυπήση ούτε το πόδι σου στον λίθον. (Ετσι δε και οι άνθρωποι που είναι συγκεντρωμένοι εις την αυλήν του ναού, όταν ίδουν το θαύμα αυτό, θα πιστεύσουν εις σε). 12 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και του είπεν ότι “έχει λεχθή· δεν θα εκθέσης τον ευατόν σου εις κίνδυνον, δια να δοκιμάσης Κυριον τον Θεόν σου, αν θα σε προφυλάξη”. 13 Και αφού ετελείωσεν ο διάβολος κάθε πειρασμόν, απεμακρύνθη από τον Ιησούν μέχρι καιρού, περιμένων άλλην κατάλληλον ευκαιρίαν να τον πειράξη. 14 Και επέστρεψεν ο Ιησούς εις την Γαλιλαίαν γεμάτος με την δύναμιν του Αγίου Πνεύματος και η φήμη του δια τα θαύματα, τα οποία έκαμνε, εκυκλοφόρησεν εις όλα τα περίχωρα. 15 Και αυτός εδίδασκε εις τας συναγωγάς των Ιουδαίων, θαυμαζόμενος και επαινούμενος από όλους.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα