❌
Παρασκευή, 11 Αυγούστου 2023

Άγιος Εύπλος ο Διάκονος, ο Μεγαλομάρτυρας, Άγιος Νήφων Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, Άγιοι Αναστάσιος Πανεράς και Δημήτριος ο Μπεγιάζης
Εὔπλου διακόνου (†304). Νήφωνος Κωνσταντινουπόλεως (†1502)· ἀνάμνησις θαύματος τοῦ ἁγ. Σπυρίδωνος ἐν Κερκύρᾳ (1716).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Α´ 12 - 20


12 Ἡ γὰρ καύχησις ἡμῶν αὕτη ἐστί, τὸ μαρτύριον τῆς συνειδήσεως ἡμῶν, ὅτι ἐν ἁπλότητι καὶ εἰλικρινείᾳ Θεοῦ, οὐκ ἐν σοφίᾳ σαρκικῇ, ἀλλ’ ἐν χάριτι Θεοῦ ἀνεστράφημεν ἐν τῷ κόσμῳ, περισσοτέρως δὲ πρὸς ὑμᾶς. 13 οὐ γὰρ ἄλλα γράφομεν ὑμῖν, ἀλλ’ ἢ ἃ ἀναγινώσκετε ἢ καὶ ἐπιγινώσκετε, ἐλπίζω δὲ ὅτι καὶ ἕως τέλους ἐπιγνώσεσθε, 14 καθὼς καὶ ἐπέγνωτε ἡμᾶς ἀπὸ μέρους, ὅτι καύχημα ὑμῶν ἐσμεν, καθάπερ καὶ ὑμεῖς ἡμῶν, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 15 Καὶ ταύτῃ τῇ πεποιθήσει ἐβουλόμην πρὸς ὑμᾶς ἐλθεῖν πρότερον, ἵνα δευτέραν χάριν ἔχητε, 16 καὶ δι’ ὑμῶν διελθεῖν εἰς Μακεδονίαν, καὶ πάλιν ἀπὸ Μακεδονίας ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς καὶ ὑφ’ ὑμῶν προπεμφθῆναι εἰς τὴν Ἰουδαίαν. 17 τοῦτο οὖν βουλόμενος μήτι ἄρα τῇ ἐλαφρίᾳ ἐχρησάμην; ἢ ἃ βουλεύομαι, κατὰ σάρκα βουλεύομαι, ἵνα ᾖ παρ’ ἐμοὶ τὸ ναὶ ναὶ καὶ τὸ οὒ οὔ; 18 πιστὸς δὲ ὁ Θεὸς ὅτι ὁ λόγος ἡμῶν ὁ πρὸς ὑμᾶς οὐκ ἐγένετο ναὶ καὶ οὔ. 19 ὁ γὰρ τοῦ Θεοῦ υἱὸς Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ ἐν ὑμῖν δι’ ἡμῶν κηρυχθείς, δι’ ἐμοῦ καὶ Σιλουανοῦ καὶ Τιμοθέου, οὐκ ἐγένετο ναὶ καὶ οὔ, ἀλλὰ ναὶ ἐν αὐτῷ γέγονεν· 20 ὅσαι γὰρ ἐπαγγελίαι Θεοῦ, ἐν αὐτῷ τὸ ναί καὶ ἐν αὐτῷ τὸ ἀμὴν, τῷ Θεῷ πρὸς δόξαν δι’ ἡμῶν.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Α´ 12 - 20


12 Ἔχομεν δὲ κάποιο δικαίωμα νὰ ζητῶμεν τὰς προσευχὰς ὅλων σας. Διότι ἐκεῖνο, διὰ τὸ ὁποῖον καυχώμεθα, εἶναι ἡ μαρτυρία τῆς συνειδήσεως μας, ὅτι συμπεριεφέρθημεν μέσα εἰς τὸν κόσμον καὶ πρὸ παντὸς ἀπέναντί σας μὲ εὐθύτητα καὶ εἰλικρίνειαν, ὅπως ζητεῖ ὁ Θεός. Ὄχι μὲ σοφιστείαν καὶ μὲ χρησιμοποίησιν ἀπατηλῶν συλλογισμῶν, ποὺ μεταχειρίζονται οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, ἀλλὰ μὲ τὸν φωτισμὸν καὶ τὰ σημεῖα, ποὺ μᾶς χαρίζει ὡς δωρεάν του ὁ Θεός. 13 Διότι δὲν σᾶς γράφομεν ἄλλα, διφορούμενα ἢ διάφορα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ σᾶς ἐκηρύξαμεν, ἀλλὰ αὐτὰ ποὺ διαβάζετε καὶ ἀντιλαμβάνεσθε ἀπὸ τὴν ἔννοιαν καὶ σημασίαν τῶν λέξεων ποὺ σᾶς γράφομεν, ἡ ὁποία εἶναι καθαρὰ καὶ σαφής. Ἢ καὶ ὅπως μᾶς ἠξεύρετε καλὰ ἀπὸ τὴν προτέραν διδασκαλίαν μας καὶ συμπεριφοράν μας, ἐλπίζω δὲ ὅτι καὶ μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μας θὰ μᾶς γνωρίσετε. 14 Καὶ θὰ μᾶς γνωρίσετε τοὺς ἰδίους πάντοτε. Εἴμεθα δηλαδὴ καὶ τώρα, θὰ εἴμεθα καὶ εἰς τὸ μέλλον, καθὼς μᾶς ἐγνωρίσατε εἰς κάποιον βαθμόν, ὅτι εἴμεθα καύχημά σας, διότι τόσον εἰλικρινεῖς καὶ θεοφωτίστους ἀπεκτήσατε διδασκάλους. Ὁμολογῶ δὲ ὅτι καὶ σεῖς εἶσθε καύχημά μας, διότι ἐδείχθητε εὐπειθεῖς καὶ πρόθυμοι εἰς τὸ κήρυγμά μας. Καὶ ἀκόμη καλύτερα θὰ μᾶς γνωρίσετε κατὰ τὴν ἡμέράν του Κυρίου Ἰησοῦ, ὁπότε ὁ ὑπέρτατος Κριτὴς θὰ διακηρύξῃ τὴν εἰλικρίνειάν μας καὶ τὸν ἀποστολικὸν ζῆλον μας. 15 Καὶ μὲ τὸ θάρρος καὶ τὴν πεποίθησιν αὐτήν, ὅτι εἴμεθα καύχημά σας καὶ σεῖς ἰδικόν μας καύχημα, ἤθελα νὰ ἔλθω πρὸς σᾶς προτήτερα, προτοῦ ὑπάγω εἰς Μακεδονίαν, ὥστε νὰ κάμω δύο ταξίδια εἰς Κόρινθον, διὰ νὰ ἔχετε διπλὴν χαρὰν καὶ παρηγορίαν καὶ πνευματικὴν ὠφέλειαν ἀπὸ τὰς δύο αὐτὰς ἐπισκέψεις μου. 16 Ἤθελα δηλαδὴ νὰ ἔλθω πρῶτον εἰς Κόρινθον καὶ διὰ μέσου τῆς Κορίνθου νὰ διαβῶ εἰς Μακεδονίαν καὶ πάλιν ἀπὸ τὴν Μακεδονίαν νὰ ἐπιστρέψω εἰς σᾶς καὶ ἀπὸ σᾶς νὰ προπεμφθῶ εἰς τὴν Ἰουδαίαν. 18 Μὴ ὑποθέσετε ὅμως ἐξ αὐτοῦ, ὅτι ὅλα ὅσα λέγω, εἶναι ἄστατα καὶ ἀβέβαια. Εἶναι ἄξιος πάσης ἐμπιστοσύνης ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ἐγγυᾶται, ὅτι ὁ λόγος μας, τὸν ὁποῖον σᾶς ἐκηρύξαμεν καὶ ὁ ὁποῖος εἶναι λόγος ἰδικός του, δὲν ἔγινεν ἀμφίβολος καὶ ἀβέβαιος, ναὶ καὶ ὄχι. 19 Διότι τὸ κήρυγμά μου περὶ τοῦ Υἱοῦ του Θεοῦ, τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐκηρύχθη μεταξύ σας διὰ μέσου ἡμῶν, ἤτοι δι’ ἐμοῦ καὶ τοῦ Σιλουανοῦ καὶ τοῦ Τιμοθέου, δὲν ἀπεδείχθη ἀπὸ τὴν πεῖραν σας ναὶ καὶ ὄχι, ἀβέβαιον δηλαδὴ καὶ ἄστατον, ἀλλ’ ἀπεδείχθησαν τὰ ἀναφερόμενα εἰς αὐτόν (τὸν Χριστὸν) βέβαια καὶ ἀπαρασάλευτα. 20 Διότι ὅλαι αἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ, διὰ μέσου τοῦ Χριστοῦ ἐπραγματοποιήθησαν καὶ ἐβεβαιώθησαν ὑπ’ αὐτοῦ καὶ ἀπεδείχθησαν ναὶ καὶ ἀμήν, διὰ νὰ δοξάζεται ὁ Θεὸς διὰ τῆς διακονίας καὶ τοῦ κηρύγματος ἠμῶν τῶν Ἀποστόλων.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Α´ 12 - 20


12 Αυτό το οποίον μας κάμνει να καυχώμεθα είναι η μαρτυρία της συνειδήσεώς μας, ότι έχομεν συμπεριφερθη και εργασθή εις όλον τον κόσμον και ιδιαιτέρως μεταξύ σας, με απλότητα και ειλικρίνειαν, όπως θέλει ο Θεός, όχι με την κοσμικήν, την ψευδή και πλανωμένην σοφίαν, αλλά με την σοφίαν και την σύνεσιν, που μας δίδει η χάρις του Θεού. 13 Διότι δεν σας γράφομεν άλλα, διαφορετικά από όσα προφορικώς σας εδιδάξαμεν, αλλά τα ίδια αυτά που διαβάζετε, και αυτά που καταλαβαίνετε πολύ καλά. Ελπίζω δε ότι και μέχρις τέλους θα τα γνωρίσετε με ακρίβειαν και βαθύτητα. 14 Θα γνωρίσετε δε και ημάς τους ιδίους καλά, όπως εις κάποιον βαθμόν μας έχετε γνωρίσει, ότι είμεθα καύχημά σας, διότι έχετε τέτοιους διδασκάλους. Ακριβώς δε τα ίδια και ημείς αισθανώμεθα για σας, ότι είσθε δηλαδή καύχημά μας, διότι εδεχθήκατε με προθυμίαν και πίστιν την διδασκαλίαν του Κυρίου και την νέαν ζωήν. Και το δίκαιον αυτό καύχημά μας θα φανή ακόμη λαμπρότερον κατά την μεγάλην ημέραν της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου Ιησού. 15 Και με αυτήν την πεποίθησιν και διάθεσιν ήθελα να έλθω προς σας, πριν περιοδεύσω την Μακεδονίαν, ώστε να έχετε διπλήν χαράν και πνευματικήν ωφέλειαν από τας δύο αυτάς επισκέψεις μου. 16 Δια μέσου δε της πόλεώς σας ήθελα να διαβώ από σας εις την Μακεδονίαν και πάλιν από την Μακεδονίαν να έλθω εις σας, δια να με κατευοδώσετε εις την Ιουδαίαν. 17 Αυτά, λοιπόν, εσχεδίαζα και απεφάσιζα, αλλ' αι περιστάσεις δεν με εβοήθησαν να τα πραγματοποιήσω. Μηπως από αυτό βγαίνει το συμπέρασμα, όπως με κατηγορούν οι εχθροί μου, ότι με πολλήν ελαφρότητα εσκέφθην η εκείνα τα οποία σκέπτομαι και αποφασίζω, τα σκέπτομαι σαν σαρκικός άνθρωπος και θέλω κατά τρόπον εγωϊστικόν αυτό, που θα είπω ναι, να είναι ναι και το όχι να είναι όχι; (Εγώ όμως δεν αποφασίζω σαν κοσμικός άνθρωπος, αλλά σαν άνθρωπος που υποβάλλει τας αποφάσστου στο Πνεύμα το Αγιον, και τας οποίας αποφάσεις ημπορεί το Πνεύμα άλλας να ευοδώση και άλλας να ματαιώση). 18 Μη βγάλετε όμως το συμπέρασμα, ότι και το κήρυγμα του Ευαγγελίου, που σας έχω διδάξει είναι αβέβαιον. Καθε άλλο· είναι κατά πάντα αξιόπιστος ο Θεός, ο οποίος επιμαρτυρεί, ότι το κήρυγμά μας προς σας δεν είναι αμβίβολον, δεν είναι και ναι και όχι. 19 Διότι ο Υιός του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, τον οποίον ημείς, δηλαδή εγώ, ο Σιλουανός και ο Τιμόθεος, σας έχομεν κηρύξει, δεν έγινε και ναι και όχι, δεν απεδείχθη δηλαδή κάτι το άστατον και αβέβαιον, αλλ' όπως και η προσωπική σας πείρα μαρτυρεί, επεκυρώθησαν και απεδείχθησαν αληθινά και αμετακίνητα όλα όσα αναφέρονται στον Χριστόν. 20 Διότι όλαι αι υποσχέσστου Θεού περί της σωτηρίας μας επραγματοποιήθησαν δια του Ιησού Χριστού και απεδείχθησαν δι' αυτού ναι και αμήν, (αληθιναί και βέβαιαι) δια να δοξάζεται έτσι δι' ημών των Αποστόλων ο Θεός.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 23 - 33


23 Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ προσῆλθον αὐτῷ Σαδδουκαῖοι, οἱ λέγοντες μὴ εἶναι ἀνάστασιν, καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν 24 λέγοντες· Διδάσκαλε, Μωσῆς εἶπεν, ἐάν τις ἀποθάνῃ μὴ ἔχων τέκνα, ἐπιγαμβρεύσει ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ ἀναστήσει σπέρμα τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ. 25 ἦσαν δὲ παρ’ ἡμῖν ἑπτὰ ἀδελφοί· καὶ ὁ πρῶτος γαμήσας ἐτελεύτησε, καὶ μὴ ἔχων σπέρμα ἀφῆκε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ· 26 ὁμοίως καὶ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος, ἕως τῶν ἑπτά. 27 ὕστερον δὲ πάντων ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή. 28 ἐν τῇ οὖν ἀναστάσει τίνος τῶν ἑπτὰ ἔσται ἡ γυνή; πάντες γὰρ ἔσχον αὐτήν. 29 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Πλανᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς γραφὰς μηδὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ· 30 ἐν γὰρ τῇ ἀναστάσει οὔτε γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται, ἀλλ’ ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσι. 31 περὶ δὲ τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν οὐκ ἀνέγνωτε τὸ ῥηθὲν ὑμῖν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ λέγοντος, 32 ἐγώ εἰμι ὁ Θεὸς Ἀβραὰμ καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαὰκ καὶ ὁ Θεὸς Ἰακώβ; οὐκ ἔστιν ὁ Θεὸς Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων. 33 καὶ ἀκούσαντες οἱ ὄχλοι ἐξεπλήσσοντο ἐπὶ τῇ διδαχῇ αὐτοῦ.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 23 - 33


23 Κατ’ ἐκείνην τὴν ἡμέραν τὸν ἐπλησίασαν οἱ Σαδδουκαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀνάστασις νεκρῶν, καὶ τὸν ἡρώτησαν 24 λέγοντες· Διδάσκαλε, ὁ Μωϋσῆς εἶπεν· Ἐὰν κανεὶς ἀποθάνῃ χωρὶς νὰ ἀποκτήσῃ παιδιά, πρέπει νὰ νυμφευθῇ ὁ ἀδελφός του τὴν γυναῖκα του καὶ νὰ γεννήσῃ ἀπόγονον εἰς τὸν ἀδελφόν του. 25 Ἦσαν δὲ μεταξύ μας ἑπτὰ ἀδελφοί.Καὶ ὁ πρῶτος, ἀφοῦ ἦλθεν εἰς γάμον, ἀπέθανε καὶ ἐπειδὴ δὲν εἶχε παιδιά, ἀφῆκε τὴν γυναῖκα του εἰς τὸν ἀδελφόν του· 26 Κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον καὶ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος ἐνυμφεύθησαν τὴν αὐτὴν γυναῖκα, μέχρις οὗ καὶ οἱ ἑπτὰ ἔλαβον αὐτήν. 27 Ὕστερον δὲ ἀπὸ ὅλους ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή. 28 Κατὰ τὴν ἀνάστασιν λοιπὸν ποίου σύζυγος ἐκ τῶν ἑπτὰ θὰ εἶναι ἡ γυνή; Διότι ὅλοι τὴν εἶχαν γυναῖκα. 29 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· Πλανᾶσθε καὶ δὲν γνωρίζετε οὔτε τὰς Γραφάς, αἱ ὁποῖαι δὲν ὑποστηρίζουν ὑλιστικὰς καὶ παχυλὰς ἀντιλήψεις περὶ ἀναστάσεως, ὅπως φαντάζεσθε τὴν ἀνάστασιν σεῖς, αὔτε τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ, διὰ τὴν ὁποίαν τίποτε δὲν εἶναι ἀδύνατον ἢ δύσκολον. 30 Πλανᾶσθε δὲ καὶ δὲν ἐννοεῖτε τὸ ἀληθὲς νόημα τῶν Γραφῶν, διότι δὲν ξεύρετε, ὅτι εἰς τὴν ἀνάστασιν οὔτε οἱ ἄνδρες ἔρχονται εἰς γάμον, οὔτε αἱ γυναῖκες δίδονται εἰς γάμον, ἀλλ’ εἶναι ὅλοι σὰν ἄγγελοι Θεοῦ εἰς τὸν οὐρανόν. 31 Διὰ τὴν ἀνάστασιν δὲ τῶν νεκρῶν δὲν ἀνεγνώσατε ἐκεῖνο, ποῦ σᾶς ἐλέχθη ἀπὸ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος εἰς καιρόν, ποὺ πρὸ πολλοῦ εἶχον ἀποθάνει οἱ τρεῖς πατριάρχαι, εἶπεν· 32 Ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεὸς Ἀβραὰμ καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαὰκ καὶ ὁ Θεὸς Ἰακώβ; Δὲν εἶναι ὁ Θεός, Θεὸς νεκρῶν, ποὺ κατάντησαν εἰς ἀνυπαρξίαν, ὅπως φαντάζεσθε σεῖς, ἀλλ’ εἶναι Θεὸς ζωντανῶν.Καὶ οἱ πατριάρχαι λοιπόν, μολονότι εἶναι πεθαμένοι, ζοῦν. 33 Καὶ ὅταν ἤκουσαν αὐτὰ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ ἐκυριεύθησαν ἀπὸ ἔκπληξιν καὶ βαθὺν θαυμασμὸν διὰ τὴν διδαχήν του.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 23 - 33


23 Την ιδίαν ημέραν προσήλθαν εις αυτόν οι Σαδδουκαίοι, αυτοί οι οποίοι έλεγαν ότι δεν υπάρχει ανάστασις νεκρών και τον ηρώτησαν 24 λέγοντες· “διδάσκαλε ο Μωϋσής είπε, εάν κάποιος πεθάνη, χωρίς να αποκτήση τέκνα, πρέπει ο αδελφός του να νυμφευθή την χήραν εκείνου, δια να φέρη υιόν, ο οποίος κατά τον νόμον θα εθεωρείτο παιδί του αδελφού του. 25 Ησαν, λοιπόν, μεταξύ μας επτά αδελφοί· και ο πρώτος αφού ενυμφεύθη απέθανε και επειδή δεν απέκτησε τέκνα, αφήκε την γυναίκα του στον αδελφόν του. 26 Ομοίως και ο δεύτερος και ο τρίτος έως και τον έβδομον, όλοι ενυμφεύθησαν την γυναίκα. 27 Υστερα δε από όλους επέθανε και η γυναίκα. 28 Κατά την ανάστασιν λοιπόν των νεκρών εις ποίον από τους επτά θα ανήκη η γυναίκα; Διότι όλοι είχαν αυτήν ως νόμιμον σύζυγον”. 29 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπε εις αυτούς· “πλανάσθε, διότι δεν γνωρίζετε τας Γραφάς ούτε την δύναμιν του Θεού. 30 Διότι εις την ανάστασιν ούτε οι άνδρες νυμφεύονται, ούτε οι γυναίκες υπανδρεύονται, αλλά είναι όλοι σαν άγγελοι του Θεού στον ουρανόν. 31 Ως προς δε την ανάστασιν των νεκρών δεν εδιαβάσατε αυτό που σας έχει λεχθή από τον Θεόν, ο οποίος είπε δια τους τρεις πατριάρχας, που είχαν πλέον αποθάνει· 32 Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ; Δεν είναι ο Θεός, Θεός νεκρών, που έπαυσαν πλέον να υπάρχουν, αλλά Θεός ζωντανών, όπως είναι και οι πατριάρχαι, οι οποίοι, μολονότι απέθαναν, εξακολουθούν εν τούτοις να ζουν και θα ζουν αιωνίως”.(Και τα είπε αυτά, δια να καταδείξη την χονδροειδή άγνοιαν των Σαδδουκαίων και να καταδικάση την μωράν απιστίαν των). 33 Και όταν ήκουσαν τα πλήθη του λαού αυτά, κατελήφθησαν από βαθύν θαυμασμόν δια την διδασκαλίαν του.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα