❌
Τετάρτη, 12 Ιουλίου 2023

Άγιοι Πρόκλος και Ιλάριος, Αγία Βερονίκη η αιμορροούσα, Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Πρόκλου καὶ Ἱλαρίου τῶν μαρτύρων (β΄ αἰ.). Παϊσίου ὁσίου τοῦ διορατικοῦ (†1994).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 9 - 16


9 ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν. 10 ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ· τὸ γὰρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ. 11 τίς γὰρ οἶδεν ἀνθρώπων τὰ τοῦ ἀνθρώπου εἰ μὴ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου τὸ ἐν αὐτῷ; οὕτω καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. 12 ἡμεῖς δὲ οὐ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἵνα εἰδῶμεν τὰ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν. 13 ἃ καὶ λαλοῦμεν οὐκ ἐν διδακτοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ’ ἐν διδακτοῖς Πνεύματος ἁγίου, πνευματικοῖς πνευματικὰ συγκρίνοντες. 14 ψυχικὸς δὲ ἄνθρωπος οὐ δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ· μωρία γὰρ αὐτῷ ἐστι, καὶ οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι πνευματικῶς ἀνακρίνεται. 15 ὁ δὲ πνευματικὸς ἀνακρίνει μὲν πάντα, αὐτὸς δὲ ὑπ’ οὐδενὸς ἀνακρίνεται. 16 τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου, ὃς συμβιβάσει αὐτόν; ἡμεῖς δὲ νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Γ´ 1 - 8


1 Καὶ ἐγώ, ἀδελφοί, οὐκ ἠδυνήθην λαλῆσαι ὑμῖν ὡς πνευματικοῖς, ἀλλ’ ὡς σαρκίνοις, ὡς νηπίοις ἐν Χριστῷ. 2 γάλα ὑμᾶς ἐπότισα καὶ οὐ βρῶμα. οὔπω γὰρ ἠδύνασθε. ἀλλ’ οὔτε ἔτι νῦν δύνασθε· ἔτι γὰρ σαρκικοί ἐστε. 3 ὅπου γὰρ ἐν ὑμῖν ζῆλος καὶ ἔρις καὶ διχοστασίαι, οὐχὶ σαρκικοί ἐστε καὶ κατὰ ἄνθρωπον περιπατεῖτε; 4 ὅταν γὰρ λέγῃ τις, ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἕτερος δέ, ἐγὼ Ἀπολλώ, οὐχὶ σαρκικοί ἐστε; 5 Τίς οὖν ἐστι Παῦλος, τίς δὲ Ἀπολλὼς ἀλλ’ ἢ διάκονοι δι’ ὧν ἐπιστεύσατε, καὶ ἑκάστῳ ὡς ὁ Κύριος ἔδωκεν; 6 ἐγὼ ἐφύτευσα, Ἀπολλὼς ἐπότισεν, ἀλλ’ ὁ Θεὸς ηὔξανεν· 7 ὥστε οὔτε ὁ φυτεύων ἐστί τι οὔτε ὁ ποτίζων, ἀλλ’ ὁ αὐξάνων Θεός. 8 ὁ φυτεύων δὲ καὶ ὁ ποτίζων ἕν εἰσιν· ἕκαστος δὲ τὸν ἴδιον μισθὸν λήψεται κατὰ τὸν ἴδιον κόπον.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 9 - 16


9 Ἀλλὰ συνέβη σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν Ἡσαΐαν· Ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα μάτι δὲν εἶδε καὶ αὐτὶ δὲν ἄκουσε καὶ ἀνθρώπινος νοῦς δὲν ἐφαντάσθη, τὰ ὁποῖα ἐτοιμασεν ὁ Θεὸς δι' ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν. Αὐτὰ ἦσαν τὰ μυστηριώδη καὶ κρυμμένα. 10 Εἰς ἡμᾶς ὅμως ὁ Θεὸς ἐφανέρωσε ταῦτα μὲ τὸ Πνεῦμα του. Καὶ μόνον ἀπὸ τὸ Πνεῦμα ἦτο δυνατὸν νὰ γίνῃ ἡ φανέρωσις αὐτή. Διότι τὸ Πνεῦμα ἐρευνᾷ καὶ γνωρίζει ὅλα, καὶ αὐτὰ τὰ βαθύτατα καὶ μυστηριώδη ἰδιώματα καὶ σχέδια τοῦ Θεοῦ. 11 Τὸ ὅτι δὲ τὸ Πνεῦμα ἐρευνᾷ καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ, τὸ ἐννοοῦμεν καὶ ἀπὸ τὴν πεῖραν μας. Διότι, ποῖος ἄλλος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γνωρίζει τὰ ἰδιαίτερα τοῦ ἀνθρώπου παρὰ μόνον ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι μέσα του; Ἔτσι καὶ τὰ ἰδιαίτερα τοῦ Θεοῦ κανεὶς ἄλλος δὲν τὰ γνωρίζει παρὰ μόνον τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. 12 Ἡμᾶς δὲ δὲν ἐλάβαμεν τὸ πνεῦμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐμπνέεται ὁ ξένος πρὸς τὸν Θεόν κόσμος· ἀλλ’ ἐλάβαμεν τὸ χάρισμα τοῦ Πνεύματος, τὸ ὁποῖον προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεόν καί, τὸ ὁποῖον ἐδόθη καὶ εἰς ἡμᾶς, διὰ νὰ γνωρίσωμεν ἐκεῖνα ποὺ μᾶς ἐχαρίσθησαν ἀπὸ τὸν Θεόν. 13 Ταῦτα καὶ διδάσκομεν ὄχι μὲ λόγους σὰν αὐτούς, ποὺ μεταχειρίζεται εἰς τὴν διδασκαλίαν ἡ ἀνθρωπίνη σοφία, ἀλλὰ μὲ λόγους, ποὺ διδάσκονται ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Καὶ ἐξηγοῦμεν καὶ κατανοοῦμεν τὰς διδασκαλίας αὐτὰς διὰ τῆς συγκρίσεως τῶν πνευματικῶν πρὸς τὰ πνευματικά. 14 Ὁ φυσικὸς δὲ καὶ μὴ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος δὲν δέχεται ἐκεῖνα, ποὺ διδάσκει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, διότι ταῦτα φαίνονται εἰς αὐτὸν κουταμάρα καὶ δὲν ἔχει τὴν πνευματικὴν δύναμιν καὶ ἀντίληψιν νὰ τὰ γνωρίσῃ, διότι ταῦτα ἐξετάζονται καὶ διακρίνονται πνευματικῶς καὶ μὲ τὸν φωτισμὸν τοῦ Πνεύματος. 15 Ὁ ἀναγεννημένος ὅμως ἀπὸ τὸ Πνεῦμα ἄνθρωπος διακρίνει καὶ κατανοεῖ ὅλα, κάθε περίστασιν καὶ κάθε πρόσωπον, αὐτὸς δὲ δὲν νοιώθεται ἀπὸ κανένα μὴ ἀναγεννημένον ἄνθρωπον. 16 Καὶ δὲν νοιώθεται ὁ ἀναγεννημένος ἀπὸ τὸν φυσικὸν καὶ μὴ ἀναγεννημένον ἄνθρωπον, διότι, ποῖος ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ δὲν ἐφωτίσθησαν ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἐγνώρισε τὴν σκέψιν καὶ τὰς βουλὰς τοῦ Θεοῦ; Ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς θὰ διδάξῃ καὶ θὰ διορθώσῃ τὸν Κύριον; Κανείς. Κανεὶς λοιπὸν ἀπὸ τοὺς μὴ ἀναγεννημένους δὲν ἠμπορεῖ νὰ κατανοήσῃ καὶ ἡμᾶς. Διότι καὶ ἡμεῖς ἔχομεν τὴν σκέψιν καὶ τὴν διάνοιαν τοῦ Χριστοῦ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Γ´ 1 - 8


1 2 3 4 5 6 7 8

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 9 - 16


9 Αλλ' εγινε αυτό σύμφωνα με εκείνο που έχει γραφή εις την Παλαιάν Διαθήκην· “εκείνα που έχει ετοιμάσει ο Θεός από καταβολής κόσμου δια τους αγαπώντας αυτόν είναι τέτοια, τα οποία μάτι δεν είδε ποτέ και αυτί δεν έχει ακούσει και ανθρώπινος νους δεν έχει φαντασθή”. 10 Εις ημάς όμως τους πιστούς εφανέρωσεν αυτά ο Θεός με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος. Διότι το Αγιον Πνεύμα γνωρίζει τα πάντα, ερευνά και αυτά τα άπειρα βάθη του Θεού, (και αυτό είναι εις θέσιν να μεταδώση όσον χωρεί εις την ανθρωπίνην διάνοιαν, τα μεγαλεία του Θεού). 11 Συμβαίνει με το Πνεύμα κάτι ανάλογον, αλλά εις άπειρον βαθμόν, με αυτό που συμβαίνει με το πνεύμα του ανθρώπου. Δηλαδή ποιός από τους ανθρώπους γνωρίζει τα ιδιαίτερα του ανθρώπου, παρά μόνον το πνεύμα που υπάρχει μέσα εις αυτόν; Ετσι και τα του Θεού, κανένας άλλος δεν τα γνωρίζει εις την εντέλειαν, παρά μόνον το Πνεύμα του Θεού. 12 Ημείς δε δεν έχομεν λάβει το πνεύμα, που βασιλεύει και εμπνέει τον κόσμον της αμαρτίας, αλλ' ελάβομεν το Πνεύμα, το οποίον προέρχεται από τον Θεόν, δια να γνωρίσωμεν όσον το δυνατόν βαθύτερα και πλατύτερα αυτά, που μας έχουν χαρισθή από τον Θεόν. 13 Αυτά δε και διδάσκομεν, όχι με καλλωπισμένους και ρητορικούς λόγους, σαν αυτούς που μεταχειρίζεται η ανθρωπίνη σοφία, αλλά με λόγους που μας τους διδάσκει και μας τους εμπνέει το Αγιον Πνεύμα, συγκρίνοντες και αντιπαραβάλλοντες τα πνευματικά νοήματα και γεγονότα με άλλα πνευματικά, δια να τα εννοούμεν καλύτερα. 14 Ο ψυχικός άνθρωπος, ο άνθρωπος δηλαδή που δεν έχει αναγεννηθή, αλλά ζη την κατωτέραν ζωήν των ενστίκτων και παθών, δεν δέχεται εκείνα που αποκαλύπτει το Πνεύμα του Θεού, διότι του φαίνονται ανόητα, και δεν έχει την πνευματικήν ικανότητα να τα γνωρίση, επειδή αυτά ερευνώνται και κατανοούνται κατά τρόπον πνευματικόν, με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος. 15 Ο πνευματικός όμως άνθρωπος διακρίνει και εννοεί όλα, κάθε γεγονός και κάθε άνθρωπον, ενώ αυτός δεν είναι δυνατόν να κατανοηθή από κανένα κοσμικόν και ξένον προς τον Χριστόν άνθρωπον. 16 Διότι, ποίος από εκείνους που δεν εφωτίσθησαν από το πνεύμα του Θεού, εγνώρισε την σκέψιν και τα σχέδια του Θεού και ποιός ποτέ θα διδάξη και θα διορθώση τον Θεόν; Κανείς. Ετσι και κανείς από αυτούς δεν ημπορεί να εννοήση και ημάς, που έχομεν τας σκέψεις και τα αισθήματα του Χριστού.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Γ´ 1 - 8


1 Και εγώ, αδελφοί, δεν ημπόρεσα να ομιλήσω προς σας, να σας διδάξω και συζητήσω μαζή σας ως προς ωρίμους και πνευματικώς προωδευμένους Χριστιανούς, αλλά σας ωμίλησα ως προς ανθρώπους που έχουν ακόμη το σαρκικόν φρόνημα, που δεν έχουν αναγεννηθή, αλλ' είναι ακόμη νήπιοι και αρχάριοι εις την πνευματικήν ζωήν. 2 Σας επότισα με γάλα (σας εδίδαξα δηλαδή τας απλάς και ευκόλους χριστιανικάς αληθείας). Και τούτο, διότι δεν είχατε την δύναμιν και την αντοχήν, να εννοήσετε και να αφομοιώσετε την βαθυτέραν διδασκαλίαν. Αλλ' ούτε και τώρα ακόμη ημπορείτε, διότι κατέχεσθε ακόμη από σαρκικά φρονήματα. 3 Διότι, εφ' όσον μεταξύ σας υπάρχουν ζηλοφθονία και φιλονεικία και διαιρέσεις, πέστε μου, δεν είσθε ακόμη σαρκικοί άνθρωποι και δεν έχετε μεταξύ σας την συμπεριφοράν και την πολιτείαν ανθρώπου, που δεν έχει αναγεννηθή από τον Χριστόν; 4 Διότι όταν ο ένας λέγη· “εγώ μεν είμαι του Παύλου”. ο δε άλλος λέγει· “εγώ είμαι του Απολλώ”, και χωρίζεσθε μεταξύ σας εις κόμματα, δεν είσθε άνθρωποι που κατέχονται από σαρκικά φρονήματα; 5 Ποιός είναι, λοιπόν, αυτός ο Παύλος και ποιός είναι αυτός ο Απολλώς, παρά υπηρέται και απόστολοι του Θεού, δια των οποίων σεις εγνωρίσατε και εδεχθήκατε την πίστιν; Είμαθα υπηρέται του Θεού, ο καθένας ανάλογα με την χάριν και τα χαρίσματα, που μας έχει δώσει ο Κυριος. 6 Εγώ εφύτευσα εις σας τον λόγον του Θεού και την πίστιν, ο Απολλώς επότισεν αυτά, αλλ' ο Θεός είναι εκείνος ο οποίος έδωσε την αύξησιν και την καρποφορίαν. (Χωρίς αυτόν σπορά και πότισμα θα ήσαν μάταια). 7 Ωστε εις την πραγματικότητα δια την επιτυχίαν του έργου του Θεού ούτε εκείνος που φυτεύει είναι τίποτε, ούτε εκείνος που ποτίζει, αλλ' ο Θεός ο οποίος με την χάριν του δίδει την αύξησιν. Εις αυτόν ανήκει το παν. 8 Εκείνος δε που φυτεύει και εκείνος που ποτίζει είναι ένα και το αυτό, δηλαδή δούλοι και απόστολοι του Θεού. Θα λάβη δε ο καθένας από αυτούς τον μισθόν του, ανάλογα με τον κόπον που κατέβαλε.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΓ´ 31 - 36


31 Ἄλλην παραβολὴν παρέθηκεν αὐτοῖς λέγων· Ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν κόκκῳ σινάπεως, ὃν λαβὼν ἄνθρωπος ἔσπειρεν ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ· 32 ὃ μικρότερον μέν ἐστι πάντων τῶν σπερμάτων, ὅταν δὲ αὐξηθῇ μεῖζον τῶν λαχάνων ἐστὶ καὶ γίνεται δένδρον, ὥστε ἐλθεῖν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ κατασκηνοῦν ἐν τοῖς κλάδοις αὐτοῦ. 33 Ἄλλην παραβολὴν ἐλάλησεν αὐτοῖς· Ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ζύμῃ, ἣν λαβοῦσα γυνὴ ἐνέκρυψεν εἰς ἀλεύρου σάτα τρία, ἕως οὗ ἐζυμώθη ὅλον. 34 Ταῦτα πάντα ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐν παραβολαῖς τοῖς ὄχλοις, καὶ χωρὶς παραβολῆς οὐδὲν ἐλάλει αὐτοῖς· 35 ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· ἀνοίξω ἐν παραβολαῖς τὸ στόμα μου, ἐρεύξομαι κεκρυμμένα ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. 36 Τότε ἀφεὶς τοὺς ὄχλους ἦλθεν εἰς τὴν οἰκίαν αὐτοῦ. Καὶ προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Φράσον ἡμῖν τὴν παραβολὴν τῶν ζιζανίων τοῦ ἀγροῦ.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΓ´ 31 - 36


31 Ἄλλην παραβολὴν τοὺς ἐδίδαξε λέγων· Ἡ αὔξησις καὶ ἑξάπλωσις τῆς ἐπὶ γῆς Ἐκκλησίας μου καὶ τοῦ λόγου τῆς ἀληθείας, ποὺ κηρύττεται ἐν αὐτῇ, ὁμοιάζει πρὸς τὸν μικρὸν σπόρον τοῦ σιναπιοῦ, ποὺ τὸν ἐπῆρε κάποιος ἄνθρωπος καὶ τὸν ἔσπειρεν εἰς τὸ χωράφι του. 32 Ὁ κόκκος αὐτὸς εἶναι μὲν μικρότερος ἀπὸ ὅλους τοὺς σπόρους, ὅταν ὅμως μεγαλώσῃ, εἶναι μεγαλύτερος ἀπὸ τὰ λάχανα καὶ τοὺς θάμνους, καὶ γίνεται δένδρον, ὥστε νὰ ἔλθουν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ νὰ φωλιάζουν εἰς τοὺς κλάδους του.Ἔτσι καὶ αἱ ἀρχαὶ τῆς αὐξήσεως καὶ τῆς ἑξαπλώσεως τῆς Ἐκκλησίας μου καὶ τοῦ σπειρομένου ὑπ’ αὐτῆς εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων λόγου μου εἶναι ἀφανεῖς καὶ ἀσήμαντοι, ἀλλὰ βαθμηδὸν αἱ κατακτήσεις των γίνονται καταπληκτικοί.Ὁ λόγος δὲ τοῦ εὐαγγελίου ὁ διὰ τῆς ὁλονὲν ἑξαπλουμένης Ἐκκλησίας κηρυττόμενος, ὅταν καλλιεργηθῇ ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δημιουργεῖ τεράστια καὶ καταπληκτικὰ ἀποτελέσματα καὶ φέρει προστασίαν καὶ ἀνάπαυσιν εἰς τὰς ψυχάς. 33 Ἄλλην παραβολὴν εἶπεν εἰς αὐτούς, διὰ νὰ τοὺς διδάξῃ ὅτι ἡ βασιλεία του δὲν θὰ ἐπιβληθῇ δι’ ἐξωτερικῆς δυνάμεως καὶ βίας, ὅπως ἐπερίμεναν οἱ Ἰουδαῖοι τὴν βασιλείαν τοῦ Μεσσίου, ἀλλὰ δι’ ἐσωτερικῆς εἰρηνικῆς καὶ βαθμιαίας ἐπιδράσεως καὶ ἀφομοιώσεως.Ὁμοιαζει, εἶπεν, ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ τὸ κήρυγμα αὐτῆς πρὸς προζύμιον, τὸ ὁποῖον ἐπῆρε μία γυναῖκα καὶ τὸ ἔκρυψεν εἰς μεγάλην ποσότητα ἀλεύρου.Καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ κρυμμένον τὸ προζύμιον, ἕως ὅτου ἐζυμώθη ὁλόκληρον τὸ ζυμάρι τοῦ ἀλεύρου.Ἔτσι καὶ ἡ ἐπὶ γῆς βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ τὸ κήρυγμα τῆς πίστεως, σὰν ἄλλο προζύμι θὰ εἰσχωρήσῃ σιγά - σιγὰ καὶ θὰ ἀναζυμώσῃ ὅλην τὴν μᾶζαν τῆς ἀνθρωπότητος. 34 Ὅλα αὐτὰ ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς μὲ παραβολὰς εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ.Καὶ χωρὶς παραβολὴν τίποτε κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην δὲν ἔλεγεν εἰς αὐτούς, 35 διὰ νὰ πληρωθῇ ἐκεῖνο, ποὺ ἐλέχθη διὰ τοῦ προφήτου, ὁ ὁποῖος εἶπε· Θὰ ἀνοίξω μὲ παραβολὰς τὸ στόμα μου καὶ θὰ εἶπω ἀληθείας, ποὺ εἶναι κρυμμένοι ἀπὸ τότε ποὺ ἄρχισε νὰ κτίζεται ὁ κόσμος. 36 Τότε, ἀφοῦ ἀφῆκε τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι, ποὺ ἐφιλοξενεῖτο.Καὶ προσῆλθον εἰς αὐτόν οἰ μαθηταί του καὶ εἶπαν· Ἐξήγησέ μας τὴν ἔννοιαν τῆς παραβολῆς τῶν ζιζανίων τοῦ ἀγροῦ.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΓ´ 31 - 36


31 Αλλην παραβολήν τους εδίδαξε και είπεν· “η βασιλεία των ουρανών (επειδή εις την αρχήν θα φανή μικρά και ασήμαντος, θα έχη όμως έντος αυτής δύναμιν και ζωήν) ομοιάζει με κόκκον σιναπιού, τον οποίον επήρε ένας άνθρωπος και τον έσπειρε στο χωράφι του. 32 Αυτός ο κόκκος είναι μικρότερος από όλους τους σπόρους. Οταν όμως σπαρή και μεγαλώση, είναι από όλα τα λάχανα μεγαλύτερον και γίνεται δένδρον, ώστε να έρχωνται τα πουλιά του ουρανού και να φωλιάζουν στους κλάδους του”. 33 Αλλη παραβολήν εδίδαξεν εις αυτούς· “η βασιλεία των ουρανών ομοιάζει με το προζύμι, που το επήρε μια γυναίκα και το ανακάτεψε με πολύ αλεύρι, έως ότου αυτό εζυμώθη όλο και έγινε κατάλληλο για ψωμί”. (Ετσι και το ευαγγέλιον της βασιλείας των ουρανών θα εισχωρήση εις τας κοινωνίας των ανθρώπων και θα ζυμώση τας καλοπροαιρέτους ψυχάς). 34 Ολα αυτά εδίδαξεν ο Ιησούς εις τα πλήθη με παραβολάς και χωρίς παραβολήν κατά τον καιρόν εκείνον τίποτε δεν εδίδασκεν εις αυτούς. 35 Και έτσι επραγματοποιήθη αυτό που είχε λεχθή από τον προφήτην· “θα ανοίξω το στόμα μου με παραβολάς, θα βροντοφωνήσω και θα φανερώσω πράγματα, που ήσαν κρυμμένα από τότε που ετέθησαν υπό του Θεού τα θεμέλια του κόσμου”. 36 Τοτε αφήκε ο Χριστός τα πλήθη και ήλθεν εις την οικίαν, όπου κυρίως έμενε κατά τον καιρόν της δημοσίας δράσεώς του. Και ήλθαν προς αυτόν οι μαθηταί του και του είπαν· “εξήγησέ μας την παραβολήν των ζιζανίων του αγρού”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα