❌
Δευτέρα, 12 Ιουνίου 2023

Όσιος Ονούφριος ο Αιγύπτιος, Όσιος Πέτρος ο Θεοφόρος ο εν Άθω ασκήσας, Άγιος Ιωάννης ο Τραπεζούντιος ο εν Ασπροκάστρω αθλήσας, ο Νεομάρτυρας
Ονουφρίου ὁσίου (δ ́ αἰ.). Πέτρου τοῦ ἐν Ἄθῳ (†734).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Β´ 28 - 29


28 οὐ γὰρ ὁ ἐν τῷ φανερῷ Ἰουδαῖός ἐστιν, οὐδὲ ἡ ἐν τῷ φανερῷ ἐν σαρκὶ περιτομή, 29 ἀλλ’ ὁ ἐν τῷ κρυπτῷ Ἰουδαῖος, καὶ περιτομὴ καρδίας ἐν πνεύματι, οὐ γράμματι, οὗ ὁ ἔπαινος οὐκ ἐξ ἀνθρώπων, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Θεοῦ.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Γ´ 1 - 18


1 Τί οὖν τὸ περισσὸν τοῦ Ἰουδαίου, ἢ τίς ἡ ὠφέλεια τῆς περιτομῆς; 2 πολὺ κατὰ πάντα τρόπον. πρῶτον μὲν γὰρ ὅτι ἐπιστεύθησαν τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. 3 τί γὰρ εἰ ἠπίστησάν τινες; μὴ ἡ ἀπιστία αὐτῶν τὴν πίστιν τοῦ Θεοῦ καταργήσει; 4 μὴ γένοιτο· γινέσθω δὲ ὁ Θεὸς ἀληθής, πᾶς δὲ ἄνθρωπος ψεύστης, καθὼς γέγραπται· ὅπως ἂν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις σου καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί σε. 5 εἰ δὲ ἡ ἀδικία ἡμῶν Θεοῦ δικαιοσύνην συνίστησι, τί ἐροῦμεν; μὴ ἄδικος ὁ Θεὸς ὁ ἐπιφέρων τὴν ὀργήν; κατὰ ἄνθρωπον λέγω. 6 μὴ γένοιτο· ἐπεὶ πῶς κρινεῖ ὁ Θεὸς τὸν κόσμον; 7 εἰ γὰρ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ἐμῷ ψεύσματι ἐπερίσσευσεν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ, τί ἔτι κἀγὼ ὡς ἁμαρτωλὸς κρίνομαι; 8 καὶ μὴ καθὼς βλασφημούμεθα καὶ καθώς φασί τινες ἡμᾶς λέγειν ὅτι ποιήσωμεν τὰ κακὰ ἵνα ἔλθῃ τὰ ἀγαθά; ὧν τὸ κρῖμα ἔνδικόν ἐστι. 9 Τί οὖν; προεχόμεθα; οὐ πάντως· προῃτιασάμεθα γὰρ Ἰουδαίους τε καὶ Ἕλληνας πάντας ὑφ’ ἁμαρτίαν εἶναι, 10 καθὼς γέγραπται ὅτι οὐκ ἔστι δίκαιος οὐδὲ εἷς, 11 οὐκ ἔστιν ὁ συνιῶν, οὐκ ἔστιν ὁ ἐκζητῶν τὸν Θεόν· 12 πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν· οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός. 13 τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν, ἰὸς ἀσπίδων ὑπὸ τὰ χείλη αὐτῶν· 14 ὧν τὸ στόμα ἀρᾶς καὶ πικρίας γέμει· 15 ὀξεῖς οἱ πόδες αὐτῶν ἐκχέαι αἷμα, 16 σύντριμμα καὶ ταλαιπωρία ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν, 17 καὶ ὁδὸν εἰρήνης οὐκ ἔγνωσαν. 18 οὐκ ἔστι φόβος Θεοῦ ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Β´ 28 - 29


28 Διότι πραγματικὸς Ἰουδαῖος δὲν εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ ἀπ’ ἔξω φαίνεται Ἰουδαῖος, οὔτε ἡ περιτομή, ποὺ εἶναι φανερὰ μόνον εἰς τὴν σάρκα, εἶναι πραγματικὴ περιτομή. 29 Ἀλλὰ πραγματικὸς Ἰουδαῖος εἶναι ὁ ἀφωσιωμένος εἰς τὸν Θεὸν μὲ τὸ ἐσωτερικόν του, ποὺ εἶναι ἀπόκρυφον, καὶ εἰς μόνον τὸν Θεὸν φανερόν. Καὶ ἀληθινὴ περιτομὴ εἶναι ἡ περιτομὴ τῆς καρδίας, ποὺ γίνεται διὰ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὄχι διὰ τοῦ γράμματος τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, τὸ ὁποῖον δὲν ἔχει τὴν δύναμιν νὰ μεταβάλῃ τὴν καρδίαν. Τοῦ γνησίου δὲ αὐτοῦ Ἰουδαίου ὁ ἔπαινος δὲν προέρχεται ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ ὑποκινεῖται εἰς πλάνην, ἀλλ’ ἀπὸ τὸν Θεόν.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Γ´ 1 - 18


1 Αλλ’ ἐὰν τὰ προσόντα, ποὺ ζητεῖ ὁ Θεός, εἶναι ἐσωτερικά, καὶ ἡμπορῇ νὰ ἔχῃ ταῦτα καὶ ἕνας ἐθνικὸς εὐσυνείδητος, τότε λοιπὸν ποῖον εἶναι τὸ πλεονέκτημα, κατὰ τὸ ὁποῖον ὁ Ἰουδαῖος ὑπερτερεῖ τὸν ἐθνικόν, ἢ ποίαν ὠφέλειαν φέρει ἡ περιτομή; 2 Τὸ πλεονέκτημα εἶναι πολὺ ὑπὸ πᾶσαν ἔποψιν. Πρῶτον μὲν καὶ κυριώτερον πλεονέκτημα εἶναι ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἐκρίθησαν ἄξιοι νὰ τοὺς ἐμπιστευθῇ ὁ Θεὸς τὰς ὑποσχέσεις του. 3 Τὸ προνόμιον δὲ αὐτὸ τοῦ νὰ κατέχουν αὐτοὶ τὰς ἐπαγγελίας καὶ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ δὲν ἐξεμηδενίσθη. Διότι τί σημαίνει, ἐὰν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους ἔδειξαν ἀπιστίαν; Μήπως ἡ ἀπιστία των θὰ καταργήσῃ τὴν ἀξιοπιστίαν καὶ τὴν φιλαλήθειαν τοῦ Θεοῦ; 4 Μὴ γένοιτο νὰ εἴπῃ κανείς, ὅτι εἶναι ποτὲ δυνατὸν νὰ φανῇ ὁ Θεὸς ἀναξιόπιστος καὶ ἀθετητὴς τῶν ὑποσχέσεών του. Ἂς ἀποδεικνύεται δὲ ἀπὸ τὰ πράγματα ὁ Θεὸς ἀξιόπιστος εἰς τοὺς λόγους του, κάθε ἄνθρωπος δὲ ἀσυνεπὴς καὶ ψεύστης σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει γραφῆ εἰς τοὺς ψαλμούς: Διὰ νὰ ἀποδειχθῇς, ὦ Θεέ, δίκαιος εἰς τοὺς λόγους σου καὶ τὰς ὑποσχέσεις σου, καὶ νὰ νικήσῃς ὅταν οἱ ἄνθρωποι σὲ κρίνουν. 5 Ἐὰν ὅμως σύμφωνα μὲ τοὺς λόγους αὐτοὺς τοῦ Δαβὶδ ἡ ἰδική μας ἀπιστία καὶ ἀδικία ἀναδεικνύῃ περιφανῶς τὴν ἀλήθειαν καὶ τὸ φιλοδίκαιον τοῦ Θεοῦ, τί θὰ εἴπωμεν; Μήπως εἶναι ἄδικος ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ὀργίζεται ἐναντίον μας διὰ τὴν ἀδικίαν μας ταύτην; Ὁμιλῶ ὅπως θὰ ἐσκέπτετο καὶ θὰ ὡμίλει ἄνθρωπος. 6 Μὴ γένοιτο ποτὲ νὰ εἴπωμεν ἄδικον τὸν Θεόν. Διότι, ἐὰν ὁ Θεὸς ἀδίκως ὀργίζεται ἐναντίον τῆς ἀπιστίας καὶ ἀδικίας μας, τότε πῶς θὰ κρίνῃ καὶ θὰ δικάσῃ τὴν ὅλην ἀνθρωπότητα; 7 Διότι τότε κάθε ἁμαρτωλὸς θὰ ἠμποροῦσε νὰ εἴπῃ: Ἐὰν ἡ φιλαλήθεια καὶ ἀξιοπιστία τοῦ Θεοῦ ἀπεδείχθη πρὸς δόξαν του μεγάλη μὲ τὴν ἰδικήν μου ἁμαρτίαν καὶ ἀσυνέπειαν, διατὶ πλέον καὶ ἐγὼ δικάζομαι ὡς ἁμαρτωλός; 8 Καὶ μήπως (καθὼς μᾶς συκοφαντοῦν καὶ καθὼς ἰσχυρίζονται μερικοί, ὅτι δῆθεν λέγομεν ἡμεῖς, ὅτι) θὰ κάμωμεν τὰ κακὰ διὰ νὰ ἔλθουν τὰ ἀγαθά; Ἀλλα τῶν συκοφαντῶν αὐτῶν ἡ καταδίκη καὶ ἡ κόλασις εἶναι δικαία. 9 Ποῖον λοιπὸν εἶναι τὸ συμπέρασμα; Ὑπερτεροῦμεν ἀπὸ ἠθικὴν ἔποψιν ἡμεῖς οἱ Ἰουδαῖοι τοὺς ἐθνικούς; Καθόλου. Διότι κατηγορήσαμεν προηγουμένως καὶ Ἰουδαίους καὶ Ἕλληνας, ὅτι ὅλοι εἶναι ὑπὸ τὸ κράτος τῆς ἁμαρτίας· 10, 11 καθὼς ἔχει γραφῆ εἰς τοὺς ψαλμούς, ὅτι δὲν ὑπάρχει δίκαιος οὔτε ἕνας· δὲν ὑπάρχει κανείς, ποὺ νὰ ἔχῃ διάνοιαν καθαρὰν ἀπὸ τὸν σκοτισμὸν τῆς ἁμαρτίας καὶ ἱκανὴν νὰ ἐννοῇ τὴν ἠθικὴν καὶ θρησκευτικὴν ἀλήθειαν· δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ ζητῇ μὲ πόθον νὰ γνωρίσῃ τὸν Θεόν. 10 καθὼς ἔχει γραφῆ εἰς τοὺς ψαλμούς, ὅτι δὲν ὑπάρχει δίκαιος οὔτε ἕνας· 11 δὲν ὑπάρχει κανείς, ποὺ νὰ ἔχῃ διάνοιαν καθαρὰν ἀπὸ τὸν σκοτισμὸν τῆς ἁμαρτίας καὶ ἱκανὴν νὰ ἐννοῇ τὴν ἠθικὴν καὶ θρησκευτικὴν ἀλήθειαν· δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ ζητῇ μὲ πόθον νὰ γνωρίσῃ τὸν Θεόν. 12 Ὅλοι παρεξετράπησαν ἀπὸ τὸν δρόμον τῆς ἀρετῆς, συγχρόνως δὲ καὶ ἑξαχρειώθησαν. Δὲν ὑπάρχει κανείς, ποὺ νὰ ἐνεργῇ τὸ ἀγαθόν. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας. 13 Τάφος ἀνοικτός, ἕτοιμος νὰ καταπίῃ ὡς ἄλλον νεκρὸν τὸν πλησίον, εἶναι ὁ λάρυγξ τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν· μὲ τὰς γλώσσας των ὡμίλουν δολίως καὶ ἔκρυπταν εἰς γλυκεῖς λόγους κακούργους σκοπούς· δηλητήριον τοῦ φιδιοῦ, ποὺ λέγεται ἀσπίς, εἶναι κάτω ἀπὸ τὰ χείλη των. 14 Τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν τὸ στόμα εἶναι γεμᾶτον ἀπὸ λόγους κατάρας κατὰ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ δηλητήριον πικρίας κατὰ τῶν ἄλλων. 15 Καθὼς δὲ καὶ ὁ Ἡσαΐας λέγει· Τὰ πόδια των τρέχουν γρήγορα διὰ νὰ φονεύσουν καὶ νὰ χύσουν αἷμα· 16 εἰς τοὺς δρόμους των καὶ εἰς τὰς πράξεις των σπείρουν συντρίμματα καὶ δυστυχίαν διὰ τὸν πλησίον· 17 βίον δὲ εἰρηνικὸν καὶ διὰ τὸν ἑαυτόν τους καὶ διὰ τοὺς ἄλλους δὲν ἐγνώρισαν. 18 Δὲν ὑπάρχει φόβος Θεοῦ ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια τῆς ψυχῆς των.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Β´ 28 - 29


28 Διότι Ιουδαίος αληθινός και άξιος των δωρεών του Θεού δεν είναι εκείνος, που εξωτερικώς φαίνεται ως Ιουδαίος ούτε αληθινή περιτομή είναι εκείνη, που έχει γίνει και φαίνεται εις την σάρκαν. 29 Αλλά πραγματικός και ευάρεστος στον Θεόν Ιουδαίος είναι εκείνος, που με το άγνωστος στους ανθρώπους και κρυφό εσωτερικόν του λατρεύει και υπακούει στον Θεόν. Και αληθινή περιτομή είναι η αποκοπή πάσης κακίας και ενοχής από την καρδίαν, η οποία γίνεται με την χάριν του Αγίου Πνεύματος και όχι με την τυπικήν και νεκράν πλέον διάταξιν του μωσαϊκού Νομου. Αυτός δε, ο αληθινά γνήσιος Ιουδαίος θα λάβη τον έπαινόν του, όχι εκ μέρους ανθρώπων, αλλά από τον ίδιον τον Θεόν.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Γ´ 1 - 18


1 Τοτε λοιπόν, αφού ευάρεστος ενώπιον του Θεού είναι και ο απερίτμητος, αλλ' ευσεβής εθνικός, ποίον είναι το πλεονέκτημα του Ιουδαίου η ποία είναι η ωφέλεια από την περιτομήν; 2 Το πλεονέκτημα είναι πολύ και από όλας τας απόψεις. Πρώτον μεν, διότι στους Ιουδαίους ενεπιστεύθη ο Θεός τον Νομον του, τας προφητείας και τας υποσχέσστου. 3 Τι σημασίαν δε έχει, εάν μερικοί εφάνησαν άπιστοι; Μηπως η απιστία αυτών είναι δυνατόν ποτέ να καταργήση την αξιοπιστίαν και την φιλαλήθειαν του Θεού; 4 Μη γένοιτο να είπη κανείς ποτέ τέτοιον λόγον· ας αποδεικνύεται δε, όπως και είναι πάντοτε, ο Θεός αληθινός και αξιόπιστος εις όλα όσα λέγει, κάθε δε άνθρωπος αντιθέτως φαίνεται ψεύστης και ασυνεπής εις τας υποσχέσεις και υποχρεώσστου, όπως άλλωστε είναι γραμμένον και στους ψαλμούς· “δια να αποδειχθής, συ ω Θεε, δίκαιος και αληθινός στους λόγους σου και να νικήσης, εάν ποτέ τολμήσουν οι άνθρωποι να σε κρίνουν”. 5 Εάν δε η ιδική μας αδικία και ασυνέπεια καταδεικνύη και εξαίρη την δικαιοσύνην του Θεού, τι θα είπωμεν; Μηπως είναι άδικος ο Θεός, ο οποίος εκδηλώνει την οργήν του εναντίον μας δια την αδικίαν μας αυτήν; Αυτά τα λέγω, σαν άνθρωπος που σκέπτεται και κρίνει με τον ιδικόν του νουν. 6 Μη γένοιτο να είπωμεν ποτέ τον Θεόν άδικον· διότι πως είναι δυνατόν τότε να κρίνη με δικαιοσύνην όλον τον κόσμον; 7 Καθε δε αμαρτωλός θα ημπορούσε πάλιν να είπη· Εάν η φιλαλήθεια του Θεού έλαμψε και επλεόνασε, προς δόξαν του αγίου του ονόματος χάρις εις την ιδικήν μου ψευδολογίαν και ασυνέπειαν, διατί τότε εγώ κρίνομαι και δικάζομαι ως αμαρτωλός, αφού έτσι έχω συντελέσει εις την δόξαν του Θεού; 8 Και μήπως, όπως μερικοί μας συκοφαντούν ότι τάχα πιστεύομεν και λέγομεν, θα πράξωμεν τα κακά, δια να έλθουν εις ημάς τα αγαθά; Αυτών όμως, που μας συκοφαντούν, η καταδίκη εκ μέρους του Θεού είναι δικαία. 9 Λοιπόν, υπερέχομεν ημείς οι Ιουδαίοι από τους εθνικούς; Καθόλου και κατά κανένα τρόπον. Διότι κατηγορήσαμεν προηγουμένως και επεδείξαμεν ότι όλοι, Ιουδαίοι και Ελληνες, ευρίσκονται υπό την κυριαρχίαν της αμαρτίας. 10 Οπως ακριβώς έχει γραφή στους ψαλμούς, ότι “δεν υπάρχει μεταξύ των ανθρώπων ούτε ένας δίκαιος, 11 δεν υπάρχει κανένας με φωτισμένον νουν και καθαράν την σκέψιν, που να γνωρίζη τον Θεόν, κανένας, που να αναζητή με πόθον ειλικρινή τον Θεόν. 12 Ολοι παρεξέκλιναν από τον δρόμον του Θεού και συγχρόνως διεφθάρησαν· δεν υπάρχει κανείς, που να πράττη το αγαθόν, το σύμφωνον με το θέλημα του Θεού και το χρήσιμον στους ανθρώπους. Δεν υπάρχει ούτε ένας. 13 Το στόμα των ομοιάζει με ανοικτόν τάφον, από τον οποίον αναδίδονται δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις. Με τας γλώσσας των ωμιλούσαν κατά ένα τρόπον πανούργον και δόλιον· δηλητήριον οχιάς υπάρχει κάτω από τα χείλη των· είναι έτοιμοι με τα λόγια των να πλήξουν κατά θανάσιμον τρόπον τους άλλους. 14 Το στόμα των ανθρώπων αυτών είναι γεμάτο από λόγους κατάρας και πικρίας. 15 Είναι πολύ γρήγορα τα πόδια των, δια να φονεύσουν και χύσουν αίμα. 16 Εις τους δρόμους της ζωής των σκορπίζουν συντρίμματα και σωρεύουν δυστυχίας και θλίψεις εναντίον του πλησίον των. 17 Τον δρόμον της ειρήνης, δηλαδή ζωήν ειρήνης δια τον ευατόν των και τους άλλους, δεν εγνώρισαν και δεν εδοκίμασαν. 18 Δεν υπάρχει καθόλου φόβος του Θεού εις τα μάτια της ψυχής των, εις τα βάθη της καρδίας των”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ϛ´ 31 - 34


31 μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα; 32 πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδεν γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. 33 ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν. 34 Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τα ἑαυτῆς· ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ζ´ 9 - 11


9 ἢ τίς ἐστιν ἐξ ὑμῶν ἄνθρωπος, ὃν ἐὰν αἰτήσῃ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἄρτον, μὴ λίθον ἐπιδώσει αὐτῷ; 10 καὶ ἐὰν ἰχθὺν αἰτήσῃ, μὴ ὄφιν ἐπιδώσει αὐτῷ; 11 εἰ οὖν ὑμεῖς, πονηροὶ ὄντες, οἴδατε δόματα ἀγαθὰ διδόναι τοῖς τέκνοις ὑμῶν, πόσῳ μᾶλλον ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς δώσει ἀγαθὰ τοῖς αἰτοῦσιν αὐτόν;

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ϛ´ 31 - 34


31 Μὴ καταληφθῆτε λοιπὸν ποτὲ ἀπὸ ἀνήσυχον φροντίδα λέγοντες, τί θὰ φάγωμεν ἢ τί θὰ πίωμεν ἢ τί θὰ περιβληθῶμεν ὡς ἔνδυμα; 32 Διότι οἱ ἐθνικοὶ καὶ εἰδωλολάτραι, ποὺ ἁγνοοῦν ὁλοτελῶς τὰ ἀσυγκρίτου ἀξίας οὐράνια ἀγαθά, ζητοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ μάταια καὶ φθαρτά, ὡς τὰ μόνα σοβαρὰ καὶ ἀπαραίτητα.Σεῖς ὅμως μὴ ἀνησυχῆτε δι' αὐτά, διότι ὁ Πατήρ σας ὁ οὐράνιος γνωρίζει, ὅτι ἔχετε ἀνάγκην ἀπὸ ὅλα αὐτὰ καὶ συνεπῶς θὰ σᾶς τὰ δώσῃ αὐτός. 33 Ζητεῖτε δὲ πρωτίστως καὶ κυρίως τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόκτησιν τῶν ἀρετῶν, ποὺ ὁ Θεὸς ζητεῖ ἀπὸ σᾶς ὡς ὅρον, διὰ νὰ σᾶς χαρίσῃ τὰ ἀγαθὰ ταῦτα, καὶ τότε ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια θὰ σᾶς δοθοῦν μαζὶ μὲ ἐκεῖνα. 34 Μὴ κυριευθῆτε λοιπὸν ἀπὸ ἀνήσυχον φροντίδα δι' ὅσα ἐνδέχεται νὰ παρουσιασθοῦν κατὰ τὴν αὔριον.Διότι ἡ αὐριανὴ ἡμέρα θὰ φροντίσῃ δι' ὅσα θὰ σᾶς συμβοῦν κατ' αὐτήν.Ἀρκεῖ διὰ τὴν ἡμέραν ἡ ἰδική της σκοτούρα καὶ ταλαιπωρία.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ζ´ 9 - 11


9 Καὶ διὰ νὰ πεισθῆτε περὶ τούτου σᾶς ἐρωτῶ: Ποῖος ἄνθρωπος ἀπὸ σᾶς, ποὺ θὰ τοῦ ζητήσῃ ὁ υἱός του ἄρτον, εἶναι δυνατὸν νὰ τοῦ δώσῃ λίθον ἀντὶ ἄρτου; 10 Καὶ ἐὰν τοῦ ζητήσῃ ψάρι, μήπως θὰ τοῦ δώσῃ φίδι ἀντὶ ψαριοῦ; 11 Ἐὰν λοιπὸν σεῖς, καίτοι εἶσθε ἀτελεῖς καὶ διεφθαρμένοι ἀπὸ τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα, γνωρίζετε νὰ δίδετε ὠφέλιμα πράγματα εἰς τὰ τέκνα σας, πόσῳ μᾶλλον ὁ Πατήρ σας ὁ οὐράνιος, ποὺ εἶναι γεμᾶτος ἀγαθότητα, θὰ δώσῃ καλὰ καὶ ὠφέλιμα εἰς ἐκείνους, ποὺ τοῦ ζητοῦν;

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ϛ´ 31 - 34


31 Λοιπόν μη κυριευθήτε ποτέ από την ανήσυχον μέριμναν και μη λέγετε συνεχώς, τι θα φάγωμεν η τι θα πίωμεν η τι θα ενδυθώμεν; 32 Διότι οι ειδωλολάτραι (που δεν γνωρίζουν τα αιώνια αγαθά και την στοργικήν πρόνοιαν του Θεού), επιζητούν αποκλεστικά και μόνον αυτά τα φθαρτά αγαθά. Σεις όμως μην κυριεύεσθε από τέτοιες μέριμνες, διότι ο Πατήρ σας ο ουράνιος γνωρίζει ότι έχετε ανάγκην από όλα αυτά, και σαν πανάγαθος, που είναι, θα σας τα δώση. 33 Ζητείτε δε κατά πρώτον και κύριον λόγον την βασιλείαν του Θεού και την αρετήν που θέλει από σας ο Θεός, και όλα αυτά τα επίγεια αγαθά θα σας δοθούν μαζή με τα ανεκτίμητα αγαθά της βασιλείας των ουρανών. 34 Λοιπόν μη καταληφθήτε ποτέ από την ανήσυχον μέριμναν δια τας ανάγκας της αυριανής ημέρας. Διότι η αύριον θα φροντίση δι' όσα θα χρειασθήτε κατ' αυτήν. Εις κάθε ημέραν αρκούν αι ιδικαί της ασχολίαι και τα ιδικά της βάσανα.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ζ´ 9 - 11


9 (Παρετε ένα παράδειγμα, από όσα συμβαίνουν μεταξύ σας). Ποιός άνθρωπος από σας, που θα του ζητήση το παιδί του ψωμί, θα δώση εις αυτό πέτραν; 10 Και εάν του ζητήση ψάρι, μήπως θα του δώση φίδι; 11 Εάν λοιπόν σεις οι άνθρωποι, που είσθε ατελείς και διεφθαρμένοι από την αμαρτίαν, ξέρετε να δίνετε ωφέλιμα πράγματα εις τα παιδιά σας, πόσον μάλλον ο ουράνιος και πανάγαθος Πατήρ σας θα δώση αγαθά, καλά και ωφέλιμα δώρα, εις εκείνους που του τα ζητούν;

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα