❌
Τρίτη, 30 Μαΐου 2023

Όσιος Ισαάκιος ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων, Άγιος Νατάλιος ο Μάρτυρας, Αγία Εμμελεία
Ἰσαακίου ὁσίου, ἡγουμένου τῆς μονῆς τῶν Δαλμάτων (†383).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΑ´ 26 - 32


26 τότε ὁ Παῦλος παραλαβὼν τοὺς ἄνδρας τῇ ἐχομένῃ ἡμέρᾳ σὺν αὐτοῖς ἁγνισθεὶς εἰσῄει εἰς τὸ ἱερόν, διαγγέλλων τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν ἡμερῶν τοῦ ἁγνισμοῦ, ἕως οὗ προσηνέχθη ὑπὲρ ἑνὸς ἑκάστου αὐτῶν ἡ προσφορά. 27 Ὡς δὲ ἔμελλον αἱ ἑπτὰ ἡμέραι συντελεῖσθαι, οἱ ἀπὸ τῆς Ἀσίας Ἰουδαῖοι θεασάμενοι αὐτὸν ἐν τῷ ἱερῷ συνέχεον πάντα τὸν ὄχλον καὶ ἐπέβαλον τὰς χεῖρας ἐπ’ αὐτὸν 28 κράζοντες· Ἄνδρες Ἰσραηλῖται, βοηθεῖτε· οὗτός ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ κατὰ τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ νόμου καὶ τοῦ τόπου τούτου πάντας πανταχοῦ διδάσκων· ἔτι τε καὶ Ἕλληνας εἰσήγαγεν εἰς τὸ ἱερὸν καὶ κεκοίνωκε τὸν ἅγιον τόπον τοῦτον· 29 ἦσαν γὰρ ἑωρακότες Τρόφιμον τὸν Ἐφέσιον ἐν τῇ πόλει σὺν αὐτῷ, ὃν ἐνόμιζον ὅτι εἰς τὸ ἱερὸν εἰσήγαγεν ὁ Παῦλος. 30 ἐκινήθη τε ἡ πόλις ὅλη καὶ ἐγένετο συνδρομὴ τοῦ λαοῦ, καὶ ἐπιλαβόμενοι τοῦ Παύλου εἷλκον αὐτὸν ἔξω τοῦ ἱεροῦ, καὶ εὐθέως ἐκλείσθησαν αἱ θύραι. 31 ζητούντων δὲ αὐτὸν ἀποκτεῖναι ἀνέβη φάσις τῷ χιλιάρχῳ τῆς σπείρης ὅτι ὅλη συγκέχυται Ἱερουσαλήμ· 32 ὃς ἐξαυτῆς παραλαβὼν στρατιώτας καὶ ἑκατοντάρχους κατέδραμεν ἐπ’ αὐτούς. οἱ δὲ ἰδόντες τὸν χιλίαρχον καὶ τοὺς στρατιώτας ἐπαύσαντο τύπτοντες τὸν Παῦλον.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΑ´ 26 - 32


26 Τότε ὁ Παῦλος, ἀφοῦ παρέλαβε τὴν ἑπομένην ἡμέραν τοὺς τέσσαρας δνδρας, εἰσῆλθεν εἰς τὸ ἱερὸν καὶ ὑπεβλήθη μαζὶ μὲ αὐτοὺς εἰς τοὺς διατεταγμένους ἁγνισμούς, καὶ ἔκαμεν εἰς πάντας τοὺς ἐν τῷ ναῷ τὴν συνηθισμένην διακήρυξιν περὶ τοῦ χρόνου, κατὰ τὸν ὁποῖον συνεπληροῦντο αἱ ἡμέραι τοῦ ἁγνισμοῦ καὶ καθαρισμοῦ, ἕως ὅτου προσεφέρθη ἡ καθωρισμένη θυσία δι’ ἕνα ἕκαστον ἐξ αὐτῶν. 27 Ὅταν δὲ ἐπρόκειτο νὰ συμπληρωθοῦν αἱ ἑπτὰ ἡμέραι, ποὺ παρενέπιπτον ἀπὸ τὴν διακήρυξιν μέχρι τῆς τελικῆς εὐχῆς καὶ καθάρσεως, οἱ ἐκ τῆς Ἀσίας Ἰουδαῖοι ἰδόντες καὶ ἀναγνωρίσαντες τὸν Παῦλον ἐν τῷ ἱερῷ συνετάραξαν καὶ ἐξεσήκωσαν ὅλον τὸ πλῆθος καὶ ἔβαλον τὰς χεῖρας ἐπ’ αὐτοῦ 28 φωνάζοντες· Ἄνδρες Ἰσραηλῖται, βοηθᾶτε. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποὺ διδάσκει ὅλους εἰς ὅλα τὰ μέρη ἐναντίον τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ καὶ ἐναντίον τοῦ νόμου καὶ τοῦ τόπου αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ. Ἀκόμη δὲ καὶ Ἕλληνας εἰσήγαγεν εἰς τὸ ἱερὸν καὶ ἐμόλυνε τὸν ἅγιον τόπον τοῦτον. 29 Ἔλεγον δὲ τὸ τελευταῖον αὐτό, διότι εἶχον ἴδει προτήτερα μαζί του εἰς τὴν πόλιν τὸν Τρόφιμον τὸν Ἐφέσιον, περὶ τοῦ ὁποίου πεπλανημένως ἐνόμιζον, ὅτι τὸν εἰσήγαγεν ὁ Παῦλος εἰς τὸ ἱερόν. 30 Καὶ ἐταράχθη ὅλη ἡ πόλις καὶ ἔγινε συρροὴ τοῦ λαοῦ, καὶ ἀφοῦ συνέλαβον τὸν Παῦλον, τὸν ἔσυραν ἔξω ἀπὸ τὸ ἱερόν, καὶ ἐκλείσθησαν ἀμέσως αἱ θύραι, διὰ νὰ μὴ ἔμβῃ πάλιν ὁ Παῦλος εἰς τὸ ἱερὸν καὶ βεβηλωθῇ ὁ ἱερὸς τόπος ἀπὸ τὸ αἷμα του. 31 Ἐνῷ δὲ ἐκεῖνοι ἐζήτουν διὰ κτυπημάτων νὰ τὸν φονεύσουν, ἦλθε μήνυμα εἰς τὸν χιλίαρχον τοῦ ρωμαϊκοῦ τάγματος, ὅτι ὁλόκληρος ἡ Ἱερουσαλὴμ εὑρίσκεται ἐν συγχύσει καὶ ταραχῇ. 32 Τὴν ἰδίαν δὲ στιγμὴν αὐτός, ἀφοῦ παρέλαβε στρατιώτας καὶ ἑκατοντάρχους, ἔτρεξε κάτω πρὸς αὐτούς. Ὅταν δὲ αὐτοὶ εἶδον τὸν χιλίαρχον καὶ τοὺς στρατιώτας, ἔπαυσαν νὰ κτυποῦν τὸν Παῦλον.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΑ´ 26 - 32


26 Τοτε ο Παύλος επήρε την επομένην ημέραν τους τέσσαρας άνδρας, υπεβλήθη στους αγνισμούς, που ώριζε ο νόμος, εισήλθε στο ιερόν και ανήγγειλε εις όλους ότι συνεπληρώθησαν αι ημέραι του αγνισμού, έως ότου προσεφέρθη δι' ένα έκαστον από αυτούς η καθιερωμένη θυσία. 27 Οτυαν δε επρόκειτο να συμπληρωθούν αι επτά ημέραι, κατά τας οποίας θα έληγε η όλη τελετή του αγνισμού, οι από την Ασίαν Ιουδαίοι, όταν είδαν τον Παύλον στο ιερόν, ανεστάτωσαν και εξεσήκωσαν όλον τον λαόν και τον έπιασαν, 28 κράζοντες· “άνδρες Ισραηλίται, βοηθήστε μας· αυτός είναι ο άνθρωπος, ο οποίος εις όλα τα μέρη διδάσκει όλους εναντίον του ισραηλιτικού λαού και εναντίον του μωσαϊκού Νομου και εναντίον του ιερού τούτου τόπου. Ακόμη δε και Ελληνας ειδωλολάτρας έφερε στο ιερόν και εμόλυνε τον άγιον τούτον τόπον”. 29 Ελεγαν δε αυτό, διότι είχαν ιδεί τον Τρόφιμον, τον Εφέσιον, εις την πόλιν μαζή με τον Παύλον, τον οποίον και ενόμιζαν ότι τον είχεν εισαγάγει ο Παύλος στο ιερόν. 30 Εταράχθηκε όλη η πόλις, εμαζεύτηκε ταχέως εκεί λαός Εβραίων και αφού έπιασαν τον Παύλον, τον έσυραν έξω από την αυλήν του ναού και αμέσως εκλείσθησαν αι θύραι, μήπως και μολυνθή ο ναός με το αίμα του Παύλου, τον οποίον είχαν απόφασιν να εκτελέσουν αμέσως εκεί. 31 Ενώ δε εκείνοι με τα κτυπήματα των επιχειρούσαν να τον φονεύσουν, έγινε γνωστόν στον χιλίαρχον του ρωμαϊκού τάγματος ότι όλη η Ιερουσαλήμ είναι αναστατωμένη. 32 Αυτός παραλαβών αμέσως στρατιώτας και εκατοντάρχους, έτρεξε κάτω εις αυτούς. Οταν δε εκείνοι είδαν τον χιλίαρχον και τους στρατιώτας, έπαυσαν να κτυπούν τον Παύλον.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 2 - 12


2 ἀποσυναγώγους ποιήσουσιν ὑμᾶς· ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα ἵνα πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ. 3 καὶ ταῦτα ποιήσουσιν, ὅτι οὐκ ἔγνωσαν τὸν πατέρα οὐδὲ ἐμέ. 4 ἀλλὰ ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ὅταν ἔλθῃ ἡ ὥρα, μνημονεύητε αὐτῶν ὅτι ἐγὼ εἶπον ὑμῖν. ταῦτα δὲ ὑμῖν ἐξ ἀρχῆς οὐκ εἶπον, ὅτι μεθ’ ὑμῶν ἤμην. 5 νῦν δὲ ὑπάγω πρὸς τὸν πέμψαντά με, καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐρωτᾷ με ποῦ ὑπάγεις! 6 ἀλλ’ ὅτι ταῦτα λελάληκα ὑμῖν, ἡ λύπη πεπλήρωκε ὑμῶν τὴν καρδίαν. 7 ἀλλ’ ἐγὼ τὴν ἀλήθειαν λέγω ὑμῖν· συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω. ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς· ἐὰν δὲ πορευθῶ, πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς· 8 καὶ ἐλθὼν ἐκεῖνος ἐλέγξει τὸν κόσμον περὶ ἁμαρτίας καὶ περὶ δικαιοσύνης καὶ περὶ κρίσεως. 9 περὶ ἁμαρτίας μέν, ὅτι οὐ πιστεύουσιν εἰς ἐμέ· 10 περὶ δικαιοσύνης δέ, ὅτι πρὸς τὸν πατέρα μου ὑπάγω καὶ οὐκέτι θεωρεῖτέ με· 11 περὶ δὲ κρίσεως, ὅτι ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου κέκριται. 12 Ἔτι πολλὰ ἔχω λέγειν ὑμῖν, ἀλλ’ οὐ δύνασθε βαστάζειν ἄρτι.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 2 - 12


2 2 Θὰ σᾶς ἀφορίσουν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ θὰ σᾶς ἀποκλείσουν ἀπὸ τὰς συναγωγάς των ὡς αἱρετικούς· ἀλλ’ ὡς νὰ μὴ ἦτο ἀρκετὸν αὐτό, ἔρχεται ὥρα, κατὰ τὴν ὁποίαν καθένας ποὺ θὰ σᾶς φονεύσῃ, θὰ νομίσῃ, ὅτι ὄχι μόνον δὲν ἐγκληματεῖ, ἀλλ’ ὅτι μὲ τὸν φόνον αὐτὸν προσφέρει λατρείαν εἰς τὸν Θεόν. 3 3 Καὶ τοὺς σκληροὺς αὐτοὺς διωγμοὺς θὰ τοὺς κάμουν, διότι ἐξ ἰδίας των ὑπαιτιότητος καὶ τυφλώσεως δὲν ἐγνώρισαν τὸν Πατέρα οὐδὲ ἐμέ. Δὲν ἔμαθαν δηλαδή, ὅτι ὁ Πατήρ μου ἐξ ἀγαθότητος ἄκρας ἠθέλησε νὰ σώσῃ τὸν κόσμον καὶ ὅτι ἐγὼ ὁ Υἱός του ἀπεστάλην παρ’ αὐτοῦ σωτὴρ καὶ λυτρωτὴς ἐν τῷ κόσμῳ. 4 4 Βλέπω ποίαν θλιβερὰν ἐντύπωσιν σᾶς προκαλοῦν αἱ προρρήσεις μου αὐταί. Ἀλλὰ σᾶς εἶπα ὅλα αὐτά, ὥστε, ὅταν ἔλθῃ ἡ ὥρα ποὺ θὰ συμβοῦν, νὰ ἐνθυμῆσθε κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν διωγμῶν σας ταῦτα, καὶ ἐνθυμούμενοι, ὅτι ἐγὼ σᾶς τὰ προεῖπα, νὰ ἐνισχύεσθε εἰς τὸ νὰ ὑπομένετε. Δὲν σᾶς τὰ εἶπα δὲ ἐξ ἀρχῇς, ἀφ’ ὅτου τὸ πρῶτον μὲ ἐγνωρίσατε καὶ μὲ ἠκολουθήσατε, διότι ἦμην μαζί σας καὶ ἡ παρουσία μου ἦτο ἀρκετὴ ἐνίσχυσις διὰ σᾶς. 5 5 Τώρα ὅμως ἐγὼ πηγαίνω πρὸς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος μὲ ἔστειλεν εἰς τὸν κόσμον. Καὶ διότι εἶσθε ἀπερροφημένοι ἀπὸ τὴν λύπην τοῦ χωρισμοῦ μας, κανεὶς ἀπὸ σᾶς δὲν μὲ ἐρωτᾷ: Ποῦ πηγαίνεις; ὁπότε θὰ σᾶς ἔλεγα καὶ ποία εἶναι ἡ δόξα, ἡ ὁποία περιμένει καὶ ἐμὲ καὶ σᾶς εἰς τοὺς οὐρανούς. 6 6 Ἀλλὰ διότι σᾶς ἔκαμα λόγον περὶ τοῦ προσκαίρου χωρισμοῦ μας καὶ περὶ τῶν θλίψεων καὶ διωγμῶν, ποὺ σᾶς περιμένουν, ἡ λύπη ἔχει γεμίσει τὴν καρδίαν σας, ὥστε νὰ μὴν ἠμπορῆτε νὰ προσέξετε καὶ εἰς τὰς χαροποιοὺς ὑποσχέσεις μου. 7 7 Ἀλλ’ ὁσονδήποτε καὶ ἂν λυπῆσθε, βεβαιωθῆτε, ὅτι ἐγὼ σᾶς λέγω τὴν ἀλήθειαν· Σᾶς συμφέρει ἐγὼ νὰ φύγω. Διότι, ἐὰν δὲν ἀποθάνω ἐπὶ τοῦ σταυροῦ καὶ δὲν φύγω, ὁ Παράκλητος δὲν θὰ ἔλθῃ εἰς σᾶς. Ἐὰν ὅμως προσφέρω ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὴν ἐξιλαστήριον θυσίαν μου καὶ φύγω ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτὸν διὰ νὰ ὑπάγω πρὸς τὸν Πατέρα μου, θὰ σᾶς τὸν στείλω. 8 8 Καὶ ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, θὰ ἐξελέγξῃ τὸν κόσμον καὶ θὰ πείσῃ ὅλους, ὅσοι εἶναι ἐπιδεκτικοί, περὶ μιᾶς μεγάλης ἁμαρτίας, τὴν ὁποίαν διαπράττει τώρα ὁ κόσμος, καὶ περὶ δικαιοσύνης, τὴν ὁποίαν ἠγνόησαν οἱ παρασκευάζοντες τὸν θάνατόν μου, καὶ περὶ κατακρίσεως καὶ καταδίκης τοῦ διαβόλου. 9 9 Περὶ ἁμαρτίας μὲν θὰ ἐλέγξῃ καὶ θὰ πείσῃ τὸν κόσμον, διότι δὲν πιστεύουν εἰς ἐμέ, ὁ ὁποῖος ἀπεδείχθην Υἱὸς τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν διδασκαλίαν καὶ τὰ ὑπερφυσικὰ ἔργα μου. Καὶ ἔτσι περιφρονοῦντες τὰς ἀποδείξεις αὐτὰς καὶ ἐπιμένοντες εἰς τὴν ἀπιστίαν τῶν διαπράττουν ἀσυγχώρητον ἁμαρτίαν. 10 10 Θὰ ἀποδώσῃ δὲ ὁ Παράκλητος καὶ δικαιοσύνην καὶ θὰ ἀποδείξῃ, ὅτι ἀντιθέτως πρὸς τὴν κατ’ ἐμοῦ καταδικαστικὴν ἀπόφασιν τοῦ κόσμου εἶμαι δίκαιος, διότι ἐγώ, τὸν ὁποῖον ὁ κόσμος ἀδίκως κατεδίκασε, πηγαίνω ὅχι εἰς τὴν κόλασιν, ποὺ θὰ περιλάβῃ τοὺς ἐγκληματίας, ἀλλὰ πηγαίνω πρὸς τὸν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα μου τιμημένος καὶ ἔνδοξος ὡς πρόσωπον εὐαρεστῆσαν εἰς αὐτόν, καὶ σεῖς δὲν θὰ μὲ βλέπετε πλέον διὰ τῶν σωματικῶν ὀφθαλμῶν σας. 11 11 Θὰ δώσῃ δὲ ὁ Παράκλητος ἀπόδειξιν καὶ περὶ τοῦ ὅτι συνετελέσθη ὁριστικὴ καὶ τελειωτικὴ κατάκρισις καὶ καταδίκη τοῦ διαβόλου, διότι ὁ ἄρχων τοῦ ἁμαρτωλοῦ τούτου κόσμου, ἤτοι ὁ σατανᾶς, ἔχει κατακριθῆ διὰ τοῦ θανάτου μου καὶ ἔχασε διὰ παντὸς τὴν ἐξουσίαν του. 12 12 Ἀλλὰ καὶ διὰ σᾶς εἶναι ἀπαραίτητον νὰ ἔλθῃ ὁ Παράκλητος. Διότι ἔχω πολλὰ ἀκόμη νὰ σᾶς εἴπω, ἀλλὰ δὲν ἡμπορῆται τώρα λάγῳ τῆς ἀτελείας σας νὰ ἐννοήσετε καὶ νὰ συγκροτήσετε αὐτά.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 2 - 12


2 Θα σας αποκόψουν και θα σας αποκλείσουν από τας συναγωγάς των οι Εβραίοι. Και ακόμη περισσότερον, έρχεται ώρα, κατά την οποίαν καθένας που θα σας φονεύση θα νομίση ότι προσφέρει λατρείαν στον Θεόν. (Τυφλωμένοι οι άνθρωποι από την κακότητά των θα θεωρούν ευάρεστον στον Θεόν και αξιέπαινον έργον τον φόνον σας). 3 Και θα κάμουν όλα αυτά εναντίον σας, διότι, ένεκα της αμετανοήτου σκληροκαρδίας των, δεν εγνώρισαν τον Πατέρα ούτε εμέ, μολονότι τόσα και τόσα ήκουσαν. 4 Αυτά όμως σας τα είπα, ώστε όταν έλθη η ώρα, που θα τα βλέπετε να πραγματοποιούνται, να ενθυμήσθε τα λόγια μου, ότι δηλαδή εγώ σας τα προείπα, δια να μένετε σταθεροί και άκαμπτοι εις την πίστιν και το έργον σας. Δεν σας τα είπα δε ευθύς εξ αρχής, που σας εκάλεσα ως μαθητάς μου, διότι ήμουνα κατά το διάστημα αυτό και μέχρι σήμερα μαζή σας. 5 Τωρα δε πηγαίνω προς Εκείνον, που με έστειλε. Και διότι σεις είσθε βαρυμένοι από την λύπην του χωρισμού μας και από τας δυσκολίας και τους διωγμούς, που σας προανήγγειλα, κανένας από σας δεν με ερωτά, που πηγαίνεις! 6 Αλλά, διότι σας είπα αυτά, η λύπη εγέμισε την καρδίαν σας. 7 Εγώ όμως σας λέγω την αλήθειαν και προσέξατέ την· είναι συμφέρον σας να φύγω εγώ, δια του σταυρικού θανάτου, από τον κόσμον αυτόν. Διότι εάν εγώ δεν φύγω, ο Παράκλητος δεν θα έλθη εις σας. Εάν όμως προσφέρω την μεγάλην θυσίαν και πορευθώ προς τον Πατέρα, θα στείλω τον Παράκλητον εις σας. 8 Και όταν έλθη εκείνος θα ελέγξη τον αμαρτωλόν και αμετανόητον κόσμον περί μιας μεγάλης αμαρτίας, την οποίαν ο κόσμος διαπράττει τώρα και περί δικαιοσύνης, την οποίαν καταπατούν αυτοί που ετοιμάζουν την σταύρωσίν μου και περί κατακρίσεως και καταδίκης του διαβόλου. 9 Περί αμαρτίας μεν θα καταδικάση τους ανθρώπους του κόσμου, διότι μολονότι τόσα είδον και ήκουσαν δεν πιστεύουν εις εμέ. 10 Περί δικαιοσύνης δε, διότι αντίθετα προς όσα εναντίον εμού, ως εάν ήμουν εγκληματίας, αποφασίζουν και πράττουν οι σταυρωταί μου, θα αποδώση δικαιοσύνην ο Παράκλητος και θα αποδείξη ότι είμαι δίκαιος και ότι πηγαίνω προς τον Πατέρα μου, διότι ετήρησα κατά πάντα το θέλημά του και έτσι σεις δεν θα με βλέπετε πλέον με τα μάτια του σώματός σας. 11 Περί δε της κρίσεως θα αποδείξη ο Παράκλητος ότι ο άρχων του κόσμου τούτου έχει κριθή, καταδικασθή και χάσει πλέον την εξουσίαν του επάνω εις την ανθρωπότητα. 12 Εχω πολλά ακόμη να σας είπω, αλλά δεν ημπορείτε τώρα να τα κρατήσετε και να τα εννοήσετε.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα