❌
Δευτέρα, 29 Μαΐου 2023

Αγία Θεοδοσία η Παρθένος, Αγία Θεοδοσία η Οσιομάρτυς η Κωνσταντινουπολίτισσα, Άγιος Αλέξανδρος Πατριάρχης Αλεξανδρείας, Οσία Υπομονή, Ανάμνησης της θλιβεράς αλώσεως της Βασιλίδος των πόλεων
Θεοδοσίας παρθενομάρτυρος. Ἀλεξάνδρου ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας (†328). Ὑπομονῆς ὁσίας. [Ἐπέτειος τῆς ἀποφράδος ἡμέρας τῆς ὑπὸ τῶν Τούρκων γενομένης ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1453).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΑ´ 8 - 14


8 τῇ δὲ ἐπαύριον ἐξελθόντες ἤλθομεν εἰς Καισάρειαν, καὶ εἰσελθόντες εἰς τὸν οἶκον Φιλίππου τοῦ εὐαγγελιστοῦ, ὄντος ἐκ τῶν ἑπτὰ, ἐμείναμεν παρ’ αὐτῷ. 9 τούτῳ δὲ ἦσαν θυγατέρες παρθένοι τέσσαρες προφητεύουσαι. 10 ἐπιμενόντων δὲ ἡμῶν ἡμέρας πλείους κατῆλθέ τις ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας προφήτης ὀνόματι Ἄγαβος, 11 καὶ ἐλθὼν πρὸς ἡμᾶς καὶ ἄρας τὴν ζώνην τοῦ Παύλου, δήσας τε αὐτοῦ τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας εἶπε· Τάδε λέγει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον· τὸν ἄνδρα οὗ ἐστιν ἡ ζώνη αὕτη, οὕτω δήσουσιν εἰς Ἱερουσαλὴμ οἱ Ἰουδαῖοι καὶ παραδώσουσιν εἰς χεῖρας ἐθνῶν. 12 ὡς δὲ ἠκούσαμεν ταῦτα, παρεκαλοῦμεν ἡμεῖς τε καὶ οἱ ἐντόπιοι τοῦ μὴ ἀναβαίνειν αὐτὸν εἰς Ἱερουσαλήμ. 13 ἀπεκρίθη τε ὁ Παῦλος· Τί ποιεῖτε κλαίοντες καὶ συνθρύπτοντές μου τὴν καρδίαν; ἐγὼ γὰρ οὐ μόνον δεθῆναι, ἀλλὰ καὶ ἀποθανεῖν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἑτοίμως ἔχω ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 14 μὴ πειθομένου δὲ αὐτοῦ ἡσυχάσαμεν εἰπόντες· Τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου γινέσθω.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΑ´ 8 - 14


8 Τὴν ἄλλην δὲ ἡμέραν ἐφύγαμεν ἀπὸ τὴν Πτολεμαΐδα καὶ ἤλθομεν εἰς τὴν Καισάρειαν, καὶ ἀφοῦ εἰσήλθομεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ εὐαγγελιστοῦ Φιλίππου, ὁ ὁποῖος ἦτο ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτά, ποὺ εἶχαν χειροτονηθῇ βοηθοὶ τῶν Ἀποστόλων εἰς τὰς τραπέζας, ἐμείναμεν πλησίον του. 9 Εἶχε δὲ οὗτος τέσσαρας θυγατέρας παρθένους, αἱ ὁποῖαι ἐπροφήτευον. 10 Ἐνῷ δὲ ἡμεῖς ἐμείναμεν εἰς Καισάρειαν περισσοτέρας ἡμέρας, κατέβη ἀπὸ τὴν Ἰουδαίαν κάποιος προφήτης, ποὺ ἐλέγετο Ἄγαβος. 11 Καὶ ἀφοῦ ἦλθεν οὗτος πρὸς ἐπίσκεψίν μας, ἐπῆρε τὴν ζώνην τοῦ Παύλου καὶ ἔδεσε μὲ αὐτὴν τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας του καὶ εἶπεν· Αὐτὰ λέγει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα: Τὸν ἄνδρα, εἰς τὸν ὁποῖον ἀνήκει η ζώνη αὕτη, θὰ τὸν δέσουν εἰς Ἱερουσαλὴμ οἱ Ἰουδαῖοι ἔτσι, ὅπως εἶμαι τώρα δεμένος ἐγώ, καὶ θὰ τὸν παραδώσουν εἰς τὰς χεῖρας τῶν ἐθνικῶν Ρωμαίων. 12 Ὅταν δὲ ἠκούσαμεν αὐτά, παρεκαλοῦμεν μὲ δάκρυα καὶ ἡμεῖς καὶ οἱ ἐντόπιοι Καισαρεῖς τὸν Παῦλον νὰ μὴ ἀναβῇ εἰς Ἱερουσαλήμ. 13 Ἀπεκρίθη δὲ τότε ὁ Παῦλος· Διατὶ κλαίετε καὶ μὲ τὰ δάκρυά σας μοῦ συντρίβετε τὴν καρδίαν; Δὲν πρόκειται νὰ ἐπιτύχετε τίποτε μὲ τοὺς κλαυθμούς σας. Διότι ἐγὼ εἶμαι ἔτοιμος ὄχι μόνον νὰ δεθῶ, ἄλλα καὶ νὰ ἀποθάνω εἰς Ἱεροσόλυμα διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 14 Ἐπειδὴ δὲ ὁ Παῦλος δὲν ἐπείθετο, ἐσιωπήσαμεν καὶ εἰρηνεύσαμεν εἰπόντες· Ἂς γίνῃ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΑ´ 8 - 14


8 Την δε άλλην ημέραν ανεχωρήσαμεν και ήλθαμεν εις την Καισάρειαν. Επήγαμεν δε στο σπίτι του Φιλίππου του Ευαγγελιστού, ο οποίος ήτο ένας από τους επτά διακόνους και εμείναμεν πλησίον του. 9 Είχε δε αυτός τέσσαρας θυγατέρας παρθένους, αι οποίαι εδίδασκαν και επροφήτευαν. 10 Ενώ δε ημείς εμέναμεν περισσοτέρας ημέρας εις την Καισάρειαν, κατέβηκε από την Ιουδαίαν ένας προφήτης, ονόματι Αγαβος. 11 Ηλθεν εκεί όπου εμέναμεν, επήρε την ζώνην του Παύλου, έδεσε με αυτήν τα δικά του πόδια και χέρια και είπε· “αυτά λέγει το Πνεύμα το Αγιον· τον άνδρα στον οποίον ανήκει η ζώνη αυτή, έτσι θα τον δέσουν εις την Ιερουσαλήμ οι Ιουδαίοι και θα τον παραδώσουν εις τα χέρια των εθνικών Ρωμαίων”. 12 Ημείς δε και οι εντόπιοι, αμέσως μόλις ηκούσαμεν τα λόγια αυτά, παρακαλούσαμεν με δάκρυα τον Παύλον να μη ανεβή εις Ιερουσαλήμ. 13 Απεκρίθη τότε ο Παύλος· “τι είναι αυτό που κάνετε, κλαίετε και μου κομματιάζετε την καρδιά; Διότι εγώ είμαι έτοιμος δια το όνομα του Κυρίου Ιησού, όχι μόνον να δεθώ, αλλά και να αποθάνω εις την Ιερουσαλήμ”. 14 Επειδή δε ο Παύλος δεν επείθετο εις τας παρακλήσεις μας, ησυχάσαμεν ειπόντες· “ας γίνη το θέλημα του Κυρίου”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΔ´ 27 - 31


27 Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν. μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω. 28 ἠκούσατε ὅτι ἐγὼ εἶπον ὑμῖν, ὑπάγω καὶ ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς· εἰ ἠγαπᾶτέ με, ἐχάρητε ἄν ὅτι εἶπον, πορεύομαι πρὸς τὸν πατέρα· ὅτι ὁ πατὴρ μου μείζων μού ἐστι. 29 καὶ νῦν εἴρηκα ὑμῖν πρὶν γενέσθαι, ἵνα ὅταν γένηται πιστεύσητε. 30 οὐκέτι πολλὰ λαλήσω μεθ’ ὑμῶν· ἔρχεται γὰρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν· 31 ἀλλ’ ἵνα γνῷ ὁ κόσμος ὅτι ἀγαπῶ τὸν πατέρα, καὶ καθὼς ἐνετείλατό μοι ὁ πατήρ, οὕτω ποιῶ. ἐγείρεσθε, ἄγωμεν ἐντεῦθεν.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΕ´ 1 - 7


1 Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, καὶ ὁ πατήρ μου ὁ γεωργός ἐστι. 2 πᾶν κλῆμα ἐν ἐμοὶ μὴ φέρον καρπόν, αἴρει αὐτό, καὶ πᾶν τὸ καρπὸν φέρον, καθαίρει αὐτὸ, ἵνα πλείονα καρπὸν φέρῃ. 3 ἤδη ὑμεῖς καθαροί ἐστε διὰ τὸν λόγον ὃν λελάληκα ὑμῖν. 4 μείνατε ἐν ἐμοί, κἀγὼ ἐν ὑμῖν. καθὼς τὸ κλῆμα οὐ δύναται καρπὸν φέρειν ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἐὰν μὴ μένῃ ἐν τῇ ἀμπέλῳ, οὕτως οὐδὲ ὑμεῖς, ἐὰν μὴ ἐν ἐμοὶ μένητε. 5 ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν. 6 ἐὰν μή τις μένῃ ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ κλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὰ καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι, καὶ καίεται. 7 ἐὰν μείνητε ἐν ἐμοὶ καὶ τὰ ῥήματά μου ἐν ὑμῖν μείνῃ, ὃ ἐὰν θέλητε αἰτήσασθε, καὶ γενήσεται.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΔ´ 27 - 31


27 Φεύγω καὶ σᾶς ἀφίνω εἰρήνην. Σᾶς δίδω τὴν ἀληθινὴν καὶ βαθείαν εἰρήνην, τὴν ὁποίαν ἔχω ἐγὠ καὶ τὴν ὁποίαν ἦλθα νὰ φέρω εἰς τὸν συνταρασσόμενον ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν κόσμον. Δὲν σᾶς δίδω ἐγὼ εἰρήνην ὑποκριτικὴν καὶ ἀπατηλὴν καὶ ἀσταθῆ, σὰν αὐτὴν ποὺ δίδει ὁ κόσμος. Ἂς μὴ ταράσσεται ἀπὸ φόβους ἐσωτερικοὺς καὶ ἂς μὴ δειλιάζῃ ἀπὸ ἐξωτερικὰ φόβητρα καὶ ἀπειλὰς ἡ καρδία σας. 28 Ὄχι μόνον δὲν πρέπει νὰ ταράσσεσθε, ἀλλὰ μᾶλλον θὰ ἔπρεπε νὰ χαίρετε. Ἡκούσατε ὅτι ἐγὼ σᾶς εἶπον, πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα καὶ ἐντὸς ὀλίγου θὰ ἔλθω πάλιν πρὸς σᾶς. Ἐὰν μὲ ἡγαπᾶτε, θὰ εἴχατε καταληφθῆ ἀπὸ χαράν, διότι σᾶς εἶπα· Πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα· διότι ὁ Πατήρ μου εἶναι μεγαλύτερος ἀπὸ ἐμέ. Καὶ εἶναι μεγαλύτερος, διότι ἐγὼ φέρω τώρα δούλου μορφήν, διὰ τῆς ἐπανόδου ὅμως εἰς τὸν Πατέρα πρόκειται καὶ ὡς ἄνθρωπος νὰ ὑψωθῶ καὶ νὰ δοξασθῶ, ὑψώνων καὶ δοξάζων τὴν ὅλην ἀνθρωπίνην φύσιν, συνεπῶς δὲ καὶ σᾶς καὶ ὅλους ἐν γένει τοὺς πιστούς. Δι’ αὐτὸ ἔπρεπε νὰ χαρῆτε. Ἀλλὰ σεῖς ἐλυπήθητε. 29 Καὶ δὲν θὰ ἤθελα μὲν νὰ σᾶς προκαλέσω λύπην, ἡναγκάσθην ὅμως τώρα νὰ σᾶς εἴπω περὶ τῆς ἀναχωρήσεως καὶ ἐπανόδου μου προτοῦ νὰ γίνουν ταῦτα, ὥστε ὅταν γίνουν, νὰ πιστεύσετε εἰς ἐμὲ βλέποντες τὴν ἐπαλήθευσιν τῆς προφητείας μου. 30 Δὲν θὰ ὁμιλήσω πλέον πολλὰ μαζί σας. Δὲν μένει ἄλλως τε καιρὸς διὰ νὰ σᾶς εἴπω περισσότερα. Διότι ἔρχεται ὁ σατανᾶς, ποὺ ἐξουσιάζει τὸν μακρὰν τοῦ Θεοῦ κόσμον. Καὶ ἔρχεται ἐδῶ νὰ ἐνεργήσῃ τὴν τελευταίαν καὶ βιαιοτέραν ἐπίθεσίν του κατ' ἐμοῦ. Ἀλλ’ εἰς ἐμὲ δὲν θὰ εὔρῃ τίποτε τὸ ἰδικόν του, τὸ ὁποῖον θὰ τοῦ δίδῃ ἐξουσίαν ἢ κάποιον δικαίωμα ἐπ’ ἐμοῦ. 31 Θὰ παραχωρηθῇ ὅμως εἰς αὐτὸν νὰ μὲ θανατώσῃ, διὰ νὰ μάθῃ ὁ κόσμος, ὅτι ἀγαπῶ τὸν Πατέρα καὶ ὅπως μοῦ ἔδωκεν ἐντολὴν ὁ Πατήρ, ὁ ὁποῖος θέλει μὲ τὸν θάνατόν μου νὰ σωθοῦν οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι ἀκριβῶς πράττω. Σηκωθῆτε. Ἂς φύγωμεν ἀπ’ ἐδῶ.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΕ´ 1 - 7


1 Εγὼ εἶμαι ἡ κληματαριὰ ἡ πραγματικὴ καὶ ἄφθαρτος καὶ πνευματικὴ καὶ διὰ τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποῖας θὰ εἶμαι ἡ κεφαλή, θὰ ἀντικαταστήσω καὶ θὰ ξανακαινουργώσω τὴν παλαιὰν ἄμπελον τῆς συναγωγῆς· καὶ ὁ Πατήρ μου εἶναι ὁ ἀμπελουργός. 2 Κάθε ἄνθρωπον, ποὺ σὰν ἄλλος κλάδος καὶ σὰν κλῆμα πνευματικὸν εἶναι μὲν ἑνωμένος μὲ ἐμὲ διὰ τῆς πίστεως, δὲν παράγει ὅμως καρποὺς ἀρετῆς, ὁ ἀμπελουργὸς Πατήρ μου τὸν ἀποκόπτει καὶ τὸν ἀποχώριζει ἀπὸ τὴν κληματαριά. Καὶ κάθε πνευματικὸν κλῆμα, ποὺ εἶναι καρποφόρον, τὸ καθαρίζει καὶ τὸ κλαδεύει διὰ νὰ φέρῃ περισσότερον καρπόν. 3 Σεῖς δὲ τώρα εἶσθε καθαροί. Καὶ σᾶς ἔχει καθαρίσει ὁ λόγος τῆς ἀληθείας, τὸν ὁποῖον σᾶς ἔχω εἴπει καὶ διδάξει. Εἶσθε λοιπὸν πνευματικὰ κλήματα, καθαρισμένα καὶ ἑτοιμασμένα, διὰ νὰ παραγάγετε καρπόν. 4 Μείνατε ἑνωμένοι μὲ ἐμέ, διὰ νὰ μένω καὶ ἐγὼ ἑνωμένος μὲ σᾶς. Καθὼς τὸ κλῆμα δὲν ἠμπορεῖ νὰ φέρῃ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του καρπόν, ἐὰν δὲν μείνῃ προσκολλημένον εἰς τὴν κληματαριάν, ἔτσι οὔτε καὶ σεῖς δὲν θὰ καρποφορήσετε ἔργα ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος, ἐὰν δὲν μείνετε ἑνωμένοι μὲ ἐμέ. 5 Ἐγὼ εἶμαι ἡ κληματαριὰ καὶ σεῖς εἶσθε οἱ κλάδοι της. Ἐκεῖνος ποὺ μένει ἑνωμένος μαζί μου καὶ μένω καὶ ἐγὼ μέσα του, αὐτὸς φέρει ἄφθονον καὶ ἐκλεκτὸν καρπόν, διότι χωρὶς ἐμὲ καὶ χωρὶς νὰ ἔχετε τὴν ζωτικὴν δύναμιν, ποὺ πηγάζει ἀπὸ ἐμέ, δὲν ἠμπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτε διὰ τὴν δικαίωσιν καὶ τὸν ἐξαγιασμόν σας. 6 Ὅποιος δὲν μείνῃ ἑνωμένος μαζί μου, ὡρισμένως θὰ πεταχθῇ ἔξω ὅπως καὶ τὸ ἄκαρπον καὶ ἄχρηστον κλῆμα. Καὶ τότε θὰ ξεραθῇ καὶ δὲν θὰ τοῦ μείνῃ κανὲν ἴχνος χάριτος καὶ πνευματικῆς δυνάμεως καὶ ζωῆς. Καὶ τὰ πνευματικὰ κλήματα, ποῦ ἐξεράθησαν ἔτσι, τὰ μαζεύουν οἱ ἄγγελοι καὶ τὰ ρίπτουν εἰς τὸ πῦρ τῆς κολάσεως καὶ ἐκεῖ καίονται συνεχῶς καὶ ἐξακολουθητικῶς. 7 Ἐὰν παραμείνετε ἑνωμένοι μὲ ἐμὲ καὶ ἐὰν οἱ λόγοι μου μείνουν εἰς τὸ βάθος τῶν καρδιῶν σας ὡς παντοτεινὸς φωτισμὸς καὶ ὁδηγός σας, ὁ,τιδήποτε θέλετε ὑπὸ τὸ φῶς τῶν λόγων μου, ζητήσατέ το διὰ προσευχῆς καὶ θὰ σᾶς γίνῃ. Μὴ ἀμφιβάλλετε δὲ ὅτι, ὅταν θὰ τοῦ ζητήσετε νὰ σᾶς βοηθήσῃ διὰ νὰ παραγάγετε τὸν καρπὸν τῆς ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος, θὰ εἰσακουσθῇ τὸ αἴτημά σας.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΔ´ 27 - 31


27 Εγώ φεύγω και σας αφίνω την ειρήνην, σας δίδω την αληθινήν και αναφαίρετον ειρήνην, την οποίαν εγώ έχω από τον εαυτόν μου εις άπειρον βαθμόν. Δεν σας δίδω εγώ ψευδή ειρήνην, όπως δίδει ο κόσμος. Λοιπόν ας μη ταράσσεται από εσωτερικάς ανησυχίας η καρδία σας και ας μη δειλιάζη εμπρός στους εξωτερικούς κινδύνους, αφού θα έχετε εμέ και την ειρήνην μου μέσα εις τας ψυχάς σας. 28 Ηκούσατε ότι σας είπα, πηγαίνω προς τον Πατέρα και πάλιν έρχομαι κοντά σας. Εάν είχατε πλουσίαν και σταθεράν αγάπην προς εμέ, θα εδοκιμάζατε μεγάλην χαράν, διότι σας είπα· Πηγαίνω προς τον Πατέρα. Διότι ο Πατήρ μου είναι ανώτερος από εμέ, επειδή εγώ τώρα έχω λάβει την ανθρωπίνην φύσιν και την μορφήν δούλου και συνεπώς ως άνθρωπος είμαι κατώτερος του Πατρός. Επειτα όμως από ολίγον θα αποκτήσω και ως άνθρωπος την θείαν δόξαν και μεγαλειότητα. 29 Και τώρα σας τα έχω πει αυτά, πριν άκομα γίνουν, ώστε, όταν πραγματοποιηθούν, να πεισθήτε από τα πράγματα και να πιστεύσετε σταθερά εις εμέ. 30 Δεν θα είπω πλέον πολλά μαζή σας. Δεν έχω τον καιρόν. Διότι τώρα ο διάβολος, που κυριαρχεί στον αμαρτωλόν κόσμον, έρχεται με μανίαν και λύσσαν εναντίον μου, δια να εξαπολύση τον μεγαλύτερον πειρασμόν και πόλεμον. Αλλά εις εμέ δεν έχει καμμίαν απολύτως εξουσίαν, κανένα απολύτως δικαίωμα. 31 Θα με παραδώση κατά παραχώρησιν του Πατρός στον σταυρικόν θάνατον και θα γίνη αφορμή, χωρίς να το θέλη, να μάθη ο κόσμος ότι εγώ αγαπώ τον Πατέρα και ότι πράττω ακριβώς σύμφωνα με την εντολήν του Πατρός, ο οποίος θέλει την σταυρικήν μου θυσίαν δια την σωτηρίαν των ανθρώπων. Σηκωθήτε, ας αναχωρήσωμεν από εδώ.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΕ´ 1 - 7


1 Εγώ είμαι η αληθινή κληματαριά (και όχι η παλαιά και άκαρπος άμπελος της Εβραϊκής συναγωγής, την οποίαν ο Πατήρ μετέφερε από την Αίγυπτον και εφύτευσεν εδώ, όπως λέγει και ο ψαλμωδός). Εγώ είμαι η αληθινή άμπελος και ο Πατήρ μου είναι ο αμπελουργός. 2 Καθε κλήμα, που είναι ενωμένο με εμέ, αλλά δεν φέρει καρπόν, το κόβει και το αφαιρεί ο Πατήρ. Καθε κλήμα, το οποίον φέρει καρπόν, το καθαρίζει και το περιποιείται, δια να φέρη περισσότερον καρπόν. (Καθε άνθρωπον, που λέγει ότι πιστεύει εις εμέ, αλλά δεν έχει ως καρπόν της πίστεώς του την αρετήν, τον αποκόπτει και τον αποχωρίζει από έμενα ο Πατήρ. Εξ αντιθέτου, τον πιστόν, που έχει έργα αρετής, τον φωτίζει, τον ενισχύει, τον καθαρίζει, ώστε να κάμη περισσότερα ενάρετα έργα). 3 Και σεις χάρις εις την διδασκαλίαν που σας έχω διδάξει, είσθε καθαροί, είσθε σαν πνευματικά κλήματα περιποιημένα και καρποφόρα. 4 Μείνετε, λοιπόν, ενωμένοι με εμέ και εγώ με σας. Οπως το κλήμα δεν ημπορεί από τον εαυτόν του να φέρη καρπόν, εάν δεν μείνη ενωμένον με την κληματαριά, έτσι και σεις δεν ημπορείτε να πράττετε έργα αρετής, εάν δεν μείνετε ενωμένοι με εμέ. 5 Εγώ είμαι η κληματαριά και σεις είσθε τα κλήματα. Εκείνος που μένει ενσωματωμένος εις εμέ και εγώ εις αυτόν, αυτός και μόνον φέρνει πολύν καρπόν. Διότι χωρίς εμέ, χωρίς την σωτήριον χάριν μου και την ζωτικήν ενέργειάν μου, δεν ημπορείτε να κάνετε τίποτε το αγαθόν. 6 Οποιος δεν μείνει ενωμένος μαζή μου, έχει ήδη πεταχθή έξω, όπως το άχρηστο κλήμα και θα ξηραθή και όπως οι άνθρωποι μαζεύουν τα κομμένα κλήματα, τα ρίπτουν στο πυρ και τα καίουν, έτσι και εκείνοι, που χωρισμένοι από εμέ μένουν άκαρποι και άχρηστοι, θα ριφθούν από τους αγγέλους στο πυρ της αιωνίου κολάσεως. 7 Εάν μείνετε ενωμένοι μαζή μου και τα λόγια μου μείνουν ως θησαυρός της καρδιάς σας και κατεύθυνσις εις την ζωήν σας, κάθε τι αγαθόν που θέλετε, ζητήσατέ το και θα γίνη προς χάριν σας.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα