❌
Σάββατο, 06 Μαΐου 2023

Δίκαιος Ιώβ ο Προφήτης, Όσιος Σεραφείμ που ασκήτευσε στο όρος Δομπού Λεβαδείας
«Ἀπόδοσις τῆς ἑορτῆς τῶν μυροφόρων». Ἰὼβ τοῦ δικαίου (1700-1500 π.Χ.). Σεραφὶμ ὁσίου τοῦ ἐν τῷ ὄρει Δομβοῦς (†1602), Σοφίας ὁσίας τῆς ἐν Κλεισούρᾳ Κα στορίας.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Θ´ 19 - 31


19 Ἐγένετο δὲ ὁ Σαῦλος μετὰ τῶν ὄντων ἐν Δαμασκῷ μαθητῶν ἡμέρας τινάς, 20 καὶ εὐθέως ἐν ταῖς συναγωγαῖς ἐκήρυσσε τὸν Ἰησοῦν ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ. 21 ἐξίσταντο δὲ πάντες οἱ ἀκούοντες καὶ ἔλεγον· Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ πορθήσας ἐν Ἱερουσαλὴμ τοὺς ἐπικαλουμένους τὸ ὄνομα τοῦτο, καὶ ὧδε εἰς τοῦτο ἐλήλυθεν, ἵνα δεδεμένους αὐτοὺς ἀγάγῃ ἐπὶ τοὺς ἀρχιερεῖς; 22 Σαῦλος δὲ μᾶλλον ἐνεδυναμοῦτο καὶ συνέχυνε τοὺς Ἰουδαίους τοὺς κατοικοῦντας ἐν Δαμασκῷ, συμβιβάζων ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός. 23 ὡς δὲ ἐπληροῦντο ἡμέραι ἱκαναί, συνεβουλεύσαντο οἱ Ἰουδαῖοι ἀνελεῖν αὐτόν· 24 ἐγνώσθη δὲ τῷ Σαύλῳ ἡ ἐπιβουλὴ αὐτῶν, παρετήρουν τε τὰς πύλας ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς ὅπως αὐτὸν ἀνέλωσι· 25 λαβόντες δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ νυκτὸς καθῆκαν διὰ τοῦ τείχους χαλάσαντες ἐν σπυρίδι. 26 Παραγενόμενος δὲ ὁ Σαῦλος εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐπειρᾶτο κολλᾶσθαι τοῖς μαθηταῖς· καὶ πάντες ἐφοβοῦντο αὐτόν, μὴ πιστεύοντες ὅτι ἐστὶ μαθητής. 27 Βαρνάβας δὲ ἐπιλαβόμενος αὐτὸν ἤγαγε πρὸς τοὺς ἀποστόλους, καὶ διηγήσατο αὐτοῖς πῶς ἐν τῇ ὁδῷ εἶδε τὸν Κύριον καὶ ὅτι ἐλάλησεν αὐτῷ, καὶ πῶς ἐν Δαμασκῷ ἐπαρρησιάσατο ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ. 28 καὶ ἦν μετ’ αὐτῶν εἰσπορευόμενος καὶ ἐκπορευόμενος ἐν Ἱερουσαλήμ καὶ παρρησιαζόμενος ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, 29 ἐλάλει τε καὶ συνεζήτει πρὸς τοὺς Ἑλληνιστάς· οἱ δὲ ἐπεχείρουν αὐτόν ἀνελεῖν. 30 ἐπιγνόντες δὲ οἱ ἀδελφοὶ κατήγαγον αὐτὸν εἰς Καισάρειαν καὶ ἐξαπέστειλαν αὐτὸν εἰς Ταρσόν. 31 Αἱ μὲν οὖν ἐκκλησίαι καθ’ ὅλης τῆς Ἰουδαίας καὶ Γαλιλαίας καὶ Σαμαρείας εἶχον εἰρήνην οἰκοδομούμεναι καὶ πορευόμεναι τῷ φόβῳ τοῦ Κυρίου καὶ τῇ παρακλήσει τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐπληθύνοντο.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Θ´ 19 - 31


19 Παρέμεινε δὲ ὁ Σαῦλος μαζὶ μὲ τοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἦσαν εἰς τὴν Δαμασκόν, ἐπὶ ὀλίγας ἡμέρας. 20 Καὶ ἀμέσως ἐκήρυττεν εἰς τὰς συναγωγὰς τὸν Ἰησοῦν, διδάσκων ὅτι οὗτος εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. 21 Ἔμεναν δὲ ἐκστατικοὶ ὅλοι, ὅσοι τὸν ἤκουαν καὶ ἔλεγαν· Δὲν εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ κατεδίωξε μὲ μανίαν καὶ μέχρις ἐξοντώσεως ἐκείνους, ποὺ ἐπικαλοῦνται εὐλαβῶς καὶ μετὰ πίστεως τὸ ὄνομα τοῦτο καὶ ὁ ὁποῖος εἶχεν ἔλθει ἐδῶ δι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν σκοπόν, διὰ νὰ ὁδηγήσῃ δηλαδὴ δεμένους εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς αὐτούς, ποὺ πιστεύουν καὶ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομα τοῦτο; 22 Ὁ Σαῦλος δὲ ἐν τῷ μεταξὺ ἐνισχύετο καὶ ἐστηρίζετο περισσότερον εἰς τὴν πίστιν καὶ μὲ τὰ ἐπιχειρήματά του ἔφερε σύγχυσιν εἰς τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι κατῴκουν ἐν Δαμασκῷ, καὶ ἀπεστόμωνεν αὐτοὺς ἀποδεικνύων διὰ τῆς συμφωνίας τῶν Προφητῶν, ὅτι αὐτὸς τὸν ὁποῖον ἐκήρυττεν, εἶναι ὁ Μεσσίας. 23 Ἀφοῦ δὲ συνεπληρώθησαν ἀρκεταὶ ἡμέραι, οἱ Ἰουδαῖοι συνεφώνησαν καὶ ἀπεφάσισαν ἀπὸ κοινοῦ νὰ τὸν φονεύσουν. 24 Ἔγινε δὲ γνωστὴ εἰς τὸν Σαῦλον ἡ ἐπιβουλὴ αὐτῶν. Καὶ οἱ Ἰουδαῖοι παρεφύλατταν τὰς πύλας τῆς πόλεως νύκτα καὶ ἡμέραν διὰ νὰ τὸν φονεύσουν. 25 Ἀλλ’ οἱ Χριστιανοὶ μαθηταὶ ἐπῆραν τὸν Παῦλον καὶ τὸν κατέβασαν ἐν καιρῷ νυκτὸς ἀπὸ κάποιο παράθυρον τοῦ τείχους, μὲ τὸ ὁποῖον ἦτο περιτειχισμένη ἡ Δαμασκός. Τὸν κατέβασαν δὲ διὰ σχοινίου μέσα εἰς κοφίνιον. 26 Ὅταν δὲ ὁ Παῦλος ἦλθεν εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, ἔκαμε συνεχεῖς ἀποπείρας διὰ νὰ προσκολληθῇ καὶ συνδεθῇ στενῶς πρὸς τοὺς μαθητάς. Ἀλλὰ τὸν ἐφοβοῦντο ὅλοι, διότι δὲν ἐπείθοντο, ὅτι εἶναι πράγματι πιστὸς καὶ εἰλικρινῆς μαθητὴς τοῦ Κυρίου. 27 Ὁ Βαρνάβας ὅμως παρέλαβεν αὐτὸν καὶ τὸν ὠδήγησεν εἰς τοὺς ἀποστόλους. Καὶ διηγήθη τότε ὁ Σαῦλος εἰς αὐτούς, πῶς εἶδε τὸν Κύριον εἰς τὸν δρόμον καὶ ὅτι ὁ Κύριος ὡμίλησεν εἰς αὐτὸν καὶ πῶς ἐν τῇ Δαμασκῷ ἐκήρυξε μὲ ἀφοβίαν καὶ μὲ θάρρος τὴν πίστιν εἰς τὸ ὅνομα τοῦ Ἰησοῦ. 28 Καὶ ἐπηγαινοήρχετο ὁ Παῦλος εἰς τοὺς ἀποστόλους συνεχῶς εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, διατηρῶν στενὰς σχέσεις μὲ αὐτούς, καὶ ὡμίλει μὲ ἀφοβίαν καὶ μὲ πίστιν ἀκλόνητον εἰς τὸ ὅνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 29 Ἐπὶ πλέον ὡμίλει καὶ συνεζήτει μὲ τοὺς ὁμιλοῦντας τὴν ἑλληνικὴν Ἰουδαίους ζητῶν νὰ πείσῃ αὐτούς, ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι ὁ Ἰησοῦς. Αὐτοὶ ὅμως ἐζήτουν εὐκαιρίαν καὶ προσεπάθουν νὰ τὸν φονεύσουν. 30 Ὅταν δὲ ἐπληροφορήθησαν τοῦτο οἱ ἀδελφοί, τὸν κατέβασαν μὲ πᾶσαν ἀσφάλειαν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα εἰς τὴν Καισάρειαν καὶ ἀπ’ ἐκεῖ τὸν ἐξαπέστειλαν εἰς τὴν πατρίδα του τὴν Ταρσόν. 31 Ἔτσι λοιπὸν αἱ μὲν Ἐκκλησίαι, ποὺ ἦσαν καθ’ ὅλην τὴν Ἰουδαίαν καὶ Γαλιλαίαν καὶ Σαμάρειαν, ἀπελάμβαναν εἰρήνην καὶ προώδευαν εἰς τὴν χριστιανικὴν γνῶσιν καὶ εὐσέβειαν, καὶ ἔζων οἱ Χριστιανοί των μὲ τὸν φόβον τοῦ Κυρίου, καὶ ἐπληθύνοντο διὰ τῆς ἐνισχύσεως καὶ παρηγορίας, ποὺ τοὺς μετέδιδε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Θ´ 19 - 31


19 Εμεινε δε ο Σαύλος ολίγας ημέρας μαζή με τους μαθητάς, που ήσαν εις την Δαμασκόν. 20 Και αμέσως εκήρυττε εις τας συναγωγάς τον Ιησούν, λέγων ότι αυτός είναι πράγματι ο μονογενής Υιός του Θεού. 21 Ολοι δε όσοι τον ήκουσαν εκυριεύθησαν από έκπληξιν και απορίαν και έλεγαν· “δεν είναι αυτός, που κατεδίωξε με μίσος μέχρις αφανισμού εις την Ιερουσαλήμ εκείνους, που επεκαλούντο με πίστιν το όνομα τούτο και ο οποίος έχει έλθει εδώ, με αυτός ακριβώς τον σκοπόν, να συλλάβη αυτούς και δεμένους να τους οδηγήση στους αρχιερείς;” 22 Ο Παύλος όμως ενισχύετο ακόμη περισσότερον με την χάριν του Θεού και με το φωτισμένον κήρυγμά του έφερε σύγχυσιν στους Ιουδαίους, που κατοικούσαν εις την Δαμασκόν, αποδεικνύων, με την πραγματοποίησιν των προφητειών, ότι αυτός είναι ο Χριστός. 23 Οταν δε επέρασαν αρκετές ημέρες, συνεσκέφθησαν και απεφάσισαν οι Ιουδαίοι να τον φονεύσουν. 24 Εγινε όμως γνωστή στον Σαύλον η επιβουλή των. Και οι Ιουδαίοι παρατηρούσαν ημέραν και νύκτα τας πύλας της πόλεως, δια να τον φονεύσουν. 25 Οι μαθηταί όμως επήραν τον Σαύλον και εις καιρόν νυκτός τον κατέβασαν μέσα εις ένα κοφίνι από κάποιο παράθυρο του τείχους. 26 Οταν δε ο Σαύλος έφθασε εις την Ιερουσαλήμ, προσπαθούσε να επικοινωνήση και να προσκολληθή στους μαθητάς. Ολοι όμως τον εφοβούντο, διότι δεν επίστευαν ότι είναι πράγματι μαθητής του Χριστού. 27 Αλλά ο Βαρνάβας τον επήρε με εμπιστοσύνην και τον ωδήγησε στους Αποστόλους. Και διηγήθηκε τότε εις αυτούς ο Σαύλος, πως στον δρόμον είδε τον Κυριον και ότι του ωμίλησε ο Κυριος και πως εις την Δαμασκόν εκήρυξε με θάρρος πίστιν στον Ιησούν Χριστόν. 28 Και συνεδέθη πλέον με αυτούς στενότατα, επήγαινε και ήρχετο μαζή των συνεχώς εις Ιερουσαλήμ και με παρρησίαν ωμιλούσε δια τον Κυριον Ιησούν. 29 Ακόμη δε ωμιλούσε και εσυζητούσε με τους Ελληνιστάς Ιουδαίους. Εκείνοι όμως εζητούσαν ευκαιρίαν, να τον φονεύσουν. 30 Οταν δε οι αδελφοί έμαθαν τους σκοπούς των, συνώδευσαν και ωδήγησαν τον Παύλον εις την Καισάρειαν και τον έστειλαν εις την Ταρσόν, την πατρίδα του, όπου και θα ήτο ασφαλής από τας επιβουλάς των Εβραίων, που έμειναν άπιστοι και αμετανόητοι. 31 Αι Εκκλησίαι, λοιπόν, που ήσαν εις όλην την Ιουδαίαν και την Γαλιλαίαν και την Σαμάρειαν, είχαν ειρήνην και οικοδομούντο εις την χριστιανικήν ζωήν και εζούσαν με τον φόβον του Κυρίου και με την δύναμιν και παρηγορίαν, που τους έδιδε το Πνεύμα το Αγιον, επληθύνοντο.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΕ´ 17 - 27


17 ταῦτα ἐντέλλομαι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. 18 Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. 19 εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. 20 μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν. 21 ἀλλὰ ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με. 22 εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἴχον· νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν. 23 ὁ ἐμὲ μισῶν καὶ τὸν πατέρα μου μισεῖ. 24 εἰ τὰ ἔργα μὴ ἐποίησα ἐν αὐτοῖς ἃ οὐδεὶς ἄλλος πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἴχον· νῦν δὲ καὶ ἑωράκασι καὶ μεμισήκασι καὶ ἐμὲ καὶ τὸν πατέρα μου. 25 ἀλλ’ ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν. 26 ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὃ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ· 27 καὶ ὑμεῖς δὲ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ’ ἀρχῆς μετ’ ἐμοῦ ἐστε.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 1 - 2


1 Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα μὴ σκανδαλισθῆτε. 2 ἀποσυναγώγους ποιήσουσιν ὑμᾶς· ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα ἵνα πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΕ´ 17 - 27


17 Σᾶς δίδω τὰς παραγγελίας αὐτὰς διὰ νὰ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ἔτσι ἑνωμένοι διὰ τῆς ἀγάπης θὰ παρουσιασθῆτε ἰσχυροὶ καὶ ἀνίκητοι εἰς ὅσους θὰ σᾶς μισοῦν. 18 Ἐὰν ὁ μακράν τοῦ Θεοῦ κόσμος σᾶς μισῃ, μὴ ξεχάνετε ποτέ, ὅτι προτήτερα ἀπὸ σᾶς ἐμίσησεν ἐμέ. 19 Ἐὰν ἤσασθε ἀπὸ τὸν κόσμον καὶ εἴχατε καὶ σεῖς τὰ ἁμαρτωλὰ φρονήματα τοῦ κόσμου, ὁ κόσμος θὰ σᾶς ἠγάπα ὡς ἰδικούς του. Διότι ὅμως δὲν εἶσθε ἀπὸ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἐγὼ σᾶς ἐξέλεξα ἀπὸ μέσα ἀπὸ τὸν κόσμον καὶ σᾶς ἐξεχώρισα ἀπὸ αὐτόν, δι’ αὐτὸ σᾶς μισεῖ ὁ κόσμος. 20 Μὴ παραξενεύεσθε ἀπὸ τὸ ὅτι θὰ συναντᾶτε τὸ μίσος αὐτὸ εἰς τὸν κόσμον, ἀλλὰ νὰ ἐνθυμῆσθε τὸν λόγον, ποῦ σᾶς εἶπα· Δὲν ὑπάρχει δοῦλος ἀνώτερος ἀπὸ τὸν κύριόν του. Ἐὰν ἐμὲ τὸν Κύριον κατεδίωξαν, θὰ καταδιώξουν καὶ σᾶς, ποὺ εἶσθε δοῦλοι μου. Ἐὰν ἐφύλαξαν τὸν λόγον μου, θὰ φυλάξουν καὶ τὸν ἰδικόν σας λόγον. 21 Ἀλλ’ ὅλα αὐτὰ θὰ σᾶς τὰ κάμουν, ὄχι διότι θὰ τοὺς πταίετε εἰς τίποτε, ἀλλὰ διὰ τὴν πίστιν, ποὺ ἔχετε καὶ θὰ ὁμολογῆτε εἰς τὸ πρόσωπόν μου, διότι δὲν ἔχουν τὴν ὀρθὴν καὶ ἀληθῆ γνῶσιν περὶ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον. Ἡ ἄγνοιά των ὅμως αὐτὴ εἶναι ἀδικαιολόγητος. 22 Ἐὰν δὲν εἶχον ἔλθει καὶ δὲν τοὺς εἶχον ὁμιλήσει ἀποδεικνύων εἰς αὐτοὺς μὲ τὴν διδασκαλίαν μου καὶ τὰ θαύματά μου, ὅτι εἶμαι ὁ Μεσσίας, δὲν θὰ εἶχον ἁμαρτίαν διὰ τὴν ἀπιστίαν, ποὺ ἔδειξαν εἰς ἐμέ. Τώρα ὅμως δὲν ἔχουν πρόφασιν, ἡ ὁποῖα νὰ δικαιολογῇ τὴν ἁμαρτίαν των. Εἶναι δὲ βαρεῖα καὶ ἀσυγχώρητος ἡ ἁμαρτία των αύτή. 23 Διότι ἐκεῖνος ποὺ μισεῖ ἐμέ, μισεῖ συγχρόνως καὶ τὸν Πατέρα μου, ὁ ὁποῖος μὲ ἀπέστειλε. 24 Ἐὰν δὲν εἶχα κάμει ἐν μέσῳ αὐτῶν τὰ καταπληκτικὰ καὶ ὑπερφυσικὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα κανεὶς ἄλλος ἀπὸ τοὺς ἐν τῇ Π. Διαθήκῃ προφήτας καὶ ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχει κάμει, δὲν θὰ εἶχαν ἁμαρτίαν. Τώρα ὅμως ἡ ἐνοχή των διὰ τὴν ἀπιστίαν των εἶναι μεγάλη. Διότι καὶ ἔχουν ἴδει τὰ θαύματά μου αὐτὰ καὶ ἔχουν μισήσει καὶ ἐμέ, ἐν τῷ προσώπῳ δὲ ἐμοῦ καὶ τὸν Πατέρα μου. 25 Ἀλλ’ αὐτὸ συνέβη, διὰ νὰ πληρωθῇ ὁ προφητικὸς λόγος, ποὺ ἔχει γραφῆ εἰς τὸν νόμον, ὁ ὁποῖος ἐδόθη εἰς αὐτοὺς καὶ διὰ τὸν ὁποῖον καυχῶνται. Ἐπαληθεύει δηλαδὴ μὲ τὸ μίσος των αὐτὸ ἐκεῖνο, ποὺ λέγουν οἱ εἰς τὸν νόμον περιλαμβανόμενοι ψαλμοί, ὅτι μὲ ἐμίσησαν χωρὶς λόγον καὶ αἰτίαν. 26 Ἀντιθέτως ὅμως πρὸς τὸ ἀδικαιολόγητον καὶ ἀσυγχώρητον αὐτὸ μίσος τῶν Ἰουδαίων, θὰ φανερωθῇ εἰς τοὺς καλοπροαιρέτους ἀνθρώπους, ποῖος εἶμαι. Ὅταν δηλαδὴ θὰ ἔλθῃ ὁ Παράκλητος, τὸν ὁποῖον ἐγὼ ὡς ὁδηγὸν καὶ βοηθόν σας θὰ σᾶς στείλω ἀπὸ τὸν Πατέρα, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δηλαδή, τὸ ὁποῖον ὡς πηγὴ τῆς ἀληθείας φανερώνει καὶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὴν ἀλήθειαν καὶ τὸ ὁποῖον ἐκπορεύεται ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ Πατρός, ὅπως ἀναπηδᾷ ὁ ποταμὸς ἀπὸ τὴν φυσικὴν πηγήν του, ἐκεῖνος θὰ μαρτυρήσῃ περὶ ἐμοῦ. 27 Ἀλλὰ καὶ σεῖς θὰ μαρτυρῆτε δι’ ἐμέ, διότι ἀπ’ ἀρχῆς τῆς δημοσίας δράσεώς μου εἶσθε μαζί μου ἄμεσοι μάρτυρες τῆς διδασκαλίας μου καὶ τῶν ἔργων μου, φωτιζόμενοι δὲ τώρα καὶ ἀπὸ τὸν Παράκλητον θὰ δίδετε περὶ ἐμοῦ σύμφωνον μαρτυρίαν πρὸς αὐτόν.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 1 - 2


1 Σᾶς εἶπα αὐτά, διὰ νὰ μὴ σκανδαλισθῆτε καὶ ἐξ αἰτίας τοῦ μίσους, ποὺ ἐκδηλώνει ἐναντίον μου ὁ κόσμος, κλονισθῆτε εἰς τὴν πρὸς ἐμὲ πίστιν σας. 2 2 Θὰ σᾶς ἀφορίσουν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ θὰ σᾶς ἀποκλείσουν ἀπὸ τὰς συναγωγάς των ὡς αἱρετικούς· ἀλλ’ ὡς νὰ μὴ ἦτο ἀρκετὸν αὐτό, ἔρχεται ὥρα, κατὰ τὴν ὁποίαν καθένας ποὺ θὰ σᾶς φονεύσῃ, θὰ νομίσῃ, ὅτι ὄχι μόνον δὲν ἐγκληματεῖ, ἀλλ’ ὅτι μὲ τὸν φόνον αὐτὸν προσφέρει λατρείαν εἰς τὸν Θεόν.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΕ´ 17 - 27


17 Αυτάς τας εντολάς σας δίδω, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον και να μένετε ενωμένοι και ισχυροί με την αγάπην αυτήν. 18 Εάν ο πονηρός και κακός κόσμος σας μισή, μάθετε ότι εμέ πρώτα από σας έχει μισήσει. 19 Εάν σεις ήσαστε από τον αμαρτωλόν κόσμον και είχατε την αμαρτωλήν ζωήν του κόσμου, τότε ο κόσμος θα σας αγαπούσε, διότι θα σας εθεωρούσε ως ιδικούς του. Επειδή όμως δεν είσθε από τον κόσμον, αλλ' εγώ σας εδιάλεξα από τον κόσμον, δια τούτο ο πονηρός και αμετανόητος κόσμος σας μισεί. 20 Να ενθυμήσθε δε τον λόγον, τον οποίον εγώ σας είπα· δεν υπάρχει δούλος ανώτερος από τον κύριόν του. Εάν εμέ κατεδίωξαν οι άνθρωποι του κόσμου, θα καταδιώξουν και σας· εάν εφύλαξαν τον λόγον μου, θα φυλάξουν και τον ιδικόν σας. 21 Αλλά όλα αυτά θα κάμουν εις σας οι άνθρωποι δια την πίστιν, που έχετε εις εμέ να ομολογήτε και να κηρύσσετε το όνομά μου, διότι αυτοί δεν γνωρίζουν-διότι δεν θέλουν να γνωρίσουν-εκείνον που με έστειλε. 22 Εάν δεν είχα έλθει εις την γην και δεν τους είχα διδάξει την αλήθειαν, δεν θα είχαν αμαρτίαν δια την άγνοιαν και απιστίαν των αυτήν. Τωρα όμως δεν έχουν καμμίαν πρόφασιν, που να δικαιολογή την αμαρτίαν των. Δια τούτο και είναι υπεύθυνοι τιμωρίας εκ μέρους του Θεού. 23 Διότι εκείνος που μισεί έμενα, μισεί και τον Πατέρα μου. 24 Εάν δεν είχα κάμει εμπρός εις τα μάτια των τόσα και τέτοια υπερφυσικά έργα, τα οποία κανείς άλλος ποτέ δεν έκαμε, τότε δεν θα είχαν αμαρτίαν και ενοχήν. Τωρα όμως έχουν αμαρτίαν, διότι και είδαν τα έργα μου και εμίσησαν εμέ και τον Πατέρα μου, που με έστειλε εις την γην. 25 Αυτό όμως συνέβη, δια να πραγματοποιηθή και ο προφητικός λόγος, που είναι γραμμένος στον νόμον των, ότι με εμίσησαν δωρεάν. 26 Οταν δε έλθη ο Παράκλητος, τον οποίον εγώ θα στείλω εις σας εκ μέρους του Πατρός, το Αγιον Πνεύμα, που είναι η αλήθεια και η πηγή της αληθείας και το οποίον εκπορεύεται από τον Πατέρα, εκείνος θα μαρτυρήση δι' εμέ. 27 Και σεις επίσης θα δώσετε την καλήν μαρτυρίαν, διότι είσθε από την αρχήν μαζή μου και είδατε και ακούσατε όσα εγώ έπραξα και είπα και τα οποία με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος θα εννοήσετε βαθύτερα και θα τα κηρύσσεται με παρρησίαν.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 1 - 2


1 Αυτά σας τα είπα, δια να μην κλονισθήτε εις την πίστιν σας, όταν θα αντικρύσετε το μίσος, που ο κόσμος αισθάνεται και εκδηλώνει εναντίον μου. 2 Θα σας αποκόψουν και θα σας αποκλείσουν από τας συναγωγάς των οι Εβραίοι. Και ακόμη περισσότερον, έρχεται ώρα, κατά την οποίαν καθένας που θα σας φονεύση θα νομίση ότι προσφέρει λατρείαν στον Θεόν. (Τυφλωμένοι οι άνθρωποι από την κακότητά των θα θεωρούν ευάρεστον στον Θεόν και αξιέπαινον έργον τον φόνον σας).

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα