❌
Κυριακή, 19 Μαρτίου 2023

Γ΄ Κυριακή των Νηστειών - της Σταυροπροσκυνήσεως, Άγιοι Χρύσανθος και Δαρεία, Άγιοι Κλαύδιος ο Τριβούνος, Ιλαρία η σύζυγος του και τα παιδιά τους Ιάσων και Μαύρος
† ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ́ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ). Χρυσάνθου καὶ Δαρείας τῆς Ἀθηναίας. Κλαυδίου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ μαρτύρων (†283)· Δημητρίου νεομάρτυρος τοῦ Τορναρᾶ (†1564).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον
Ἑωθινόν


ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Δ´ 14 - 16


14 Ἔχοντες οὖν ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας. 15 οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν, πεπειρασμένον δὲ κατὰ πάντα καθ’ ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας. 16 προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ε´ 1 - 6


1 Πᾶς γὰρ ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν, 2 μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν· 3 καὶ διὰ ταύτην ὀφείλει, καθὼς περὶ τοῦ λαοῦ, οὕτω καὶ περὶ ἑαυτοῦ προσφέρειν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν. 4 καὶ οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ Ἀαρών. 5 οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτὸν ἐδόξασε γενηθῆναι ἀρχιερέα, ἀλλ’ ὁ λαλήσας πρὸς αὐτόν· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε· 6 καθὼς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Δ´ 14 - 16


14 Ἀφοῦ λοιπόν, σύμφωνα καὶ μὲ ὅσα εἴπομεν, ἔχομεν μεγάλον Ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος ἔχει πλέον περάσει ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς καὶ ἐμβῆκεν εἰς τὴν αἰωνίαν κατάπαυσιν, ὅπου μᾶς περιμένει, τὸν Ἰησοῦν δηλαδή, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι ἁπλοῦς ἄνθρωπος, ἀλλ’ εἶναι καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἂς κρατῶμεν καλὰ τὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεώς μας πρὸς αὐτόν. 15 Μὴ περάσῃ δὲ ποτὲ ἀπὸ τὸν νοῦν μας, ὅτι ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι τώρα εἰς τοὺς οὐρανούς, δὲν θὰ δείξῃ ἐνδιαφέρον δι’ ἠμᾶς. Διότι δὲν ἔχομεν Ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος ἐπειδὴ δὲν γνωρίζει τὰ ὅσα μᾶς συμβαίνουν, ἢ ἐπειδὴ ὑψώθη τόσον πολὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συμπαθήσῃ εἰς τὰς ἠθικὰς καὶ φυσικὰς ἀδυναμίας μας. Ἀλλ’ ἔχομεν Ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος ἔχει πειρασθῆ καθ’ ὅλους τοὺς τρόπους, κατὰ τοὺς ὁποίους ἡ ἀνθρωπίνη φύσις δύναται νὰ πειρασθῇ. Ἔχει πειρασθῆ ἐξ ὁλοκλήρου ὅμοια πρὸς ἡμᾶς, χωρὶς ὅμως νὰ ὑποπέσῃ εἰς καμμίαν ἁμαρτίαν. 16 Ἀφοῦ δὲ τέτοιος εἶναι ὁ Ἀρχιερεύς μας, ἂς πλησιάζωμεν λοιπὸν μὲ θάρρος καὶ ἄφοβον πεποίθησιν πρὸς τὸν βασιλικὸν θρόνον του, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἐκπηγάζει ἡ χάρις, διὰ νὰ λάβωμεν συγχώρησιν διὰ τὰς ἁμαρτίας μας καὶ διὰ νὰ εὕρωμεν εὔνοιαν καὶ δωρεάς, ποὺ θὰ μᾶς δώσουν βοήθειαν ἐπίκαιρον εἰς κάθε κρίσιμον ὥραν πειρασμοῦ.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ε´ 1 - 6


1 Θὰ εὕρωμεν δὲ ἔλεος καὶ χάριν καὶ βοήθειαν ἀπὸ τὸν μεγάλον καὶ συμπαθῆ Ἀρχιερέα μας, διότι κάθε ἀρχιερεὺς εἰς τὴν λευϊτικὴν ἱερωσύνην τῶν Ἰουδαίων ξεχωρίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐγκαθίσταται ἀρχιερεὺς πρὸς ὠφέλειαν τῶν ἀνθρώπων εἰς τὰ ἔργα τῆς λατρείας, ποὺ ἀναφέρονται εἰς τὸν Θεόν, διὰ νὰ προσφέρῃ καὶ δῶρα καὶ θυσίας πρὸς συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ. 2 Καὶ δύναται οὗτος νὰ συμπαθῇ εἰς τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐξ ἀγνοίας καὶ πλάνης, ἐπειδὴ καὶ αὐτὸς ὡς ἄνθρωπος φέρει ἐπάνω του ἠθικὴν ἀσθένειαν καὶ ἀδυναμίας. 3 Καὶ ἐξ αἰτίας τῆς ἀσθενείας καὶ ἐνοχῆς του αὐτῆς ὀφείλει σύμφωνα μὲ τὰς διατάξεις τοῦ νόμου, καθὼς προσφέρει ὑπὲρ τοῦ λαοῦ, ἔτσι νὰ προσφέρῃ θυσίαν καὶ διὰ τὸν ἑαυτόν του, διὰ νὰ συγχωρηθοῦν αἱ ἁμαρτίαι του. 4 Καὶ κανεὶς δὲν λαμβάνει μόνος του καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του τὴν ὑψηλὴν τιμὴν τῆς ἀρχιερωσύνης, ἀλλὰ λαμβάνει αὐτήν, ὅταν καλῆται ἀπὸ τὸν Θεόν, καθὼς ἐκλήθη εἰς τὸ ἀξίωμα τοῦτο ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ὁ Ἀαρών. 5 Ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς δὲν ἐδόξασε μόνος του τὸν ἑαυτόν του εἰς τὸ νὰ γίνῃ Ἀρχιερεύς, ἀλλὰ τὸν ἐδόξασεν ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ἐλάλησε πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπεν· Υἱός μου εἶσαι σύ· Ἐγὼ σὲ ἐγέννησα σήμερον, ὅτε σοῦ ἔδωκα τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν καὶ ἐδόξασα αὐτὴν διὰ τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς ἐκ δεξιῶν μου καθέδρας. 6 Καθὼς καὶ εἰς ἄλλο μέρος τῆς Γραφῆς λέγει· Σὺ εἶσαι ἱερεὺς αἰώνιος σὰν τὸν Μελχισεδέκ, τοῦ ὁποίου παρασιωπᾶται ἐξεπίτηδες εἰς τὴν Γραφὴν ἡ γενεαλογία καὶ ὁ θάνατος, διὰ νὰ εἶναι σύμβολον καὶ προτύπωσις τῆς παντοτινῆς βασιλείας καὶ ἱερωσύνης σου.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Δ´ 14 - 16


14 Αφού, λοιπόν, έχομεν Αρχιερέα μέγαν, που έχει διαβή τους ουρανούς και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού, τον Ιησούν, τον Υιόν του Θεού, ας κρατώμεν σφικτά την ομολογίαν της πίστεώς μας. 15 Διότι δεν έχομεν Αρχιερέα, ο οποίος-λόγω αγνοίας εκείνων που συμβαίνουν εις ημάς-δεν ημπορεί να αισθανθή συμπάθειαν προς τας πνευματικάς και ηθικάς ημών ασθενείας και αδυναμίας. Τουναντίον έχομεν Αρχιερέα, ο οποίος έχει πειρασθή και δοκιμασθή εις όλα, όσα είναι δυνατόν να πειρασθή η ανθρωπίνη φύσις, ομοίως με ημάς, χωρίς όμως να παρασυρθή εις καμμίαν απολύτως αμαρτίαν. 16 Λοιπόν ας προσευχώμεθα με θάρρος και ακλόνητος πεποίθησιν στον θρόνον της χάριτος, δια να λάβωμεν έλεον και συγχώρησιν των αμαρτιών μας και δια να εύρωμεν την θείαν χάριν, που θα μας βοηθή αποτελεσματικώς εις κάθε περίστασιν πειρασμών και κινδύνων.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ε´ 1 - 6


1 Διότι κάθε αρχιερεύς, που λαμβάνεται και ξεχωρίζεται από τους ανθρώπους, όπως συμβαίνει μεταξύ των Ιουδαίων, γίνεται και εγκαθίσταται αρχιερεύς υπέρ των ανθρώπων, δια να προσφέρη δώρα και θυσίας προς συγχώρησιν των αμαρτιών του λαού. 2 Και ημπορεί αυτός να συμπαθή και να φέρεται με μετριοπάθειαν προς αυτούς, που παρασύρονται εις την αμαρτίαν από άγνοιαν και πλάνην, διότι και αυτός σαν άνθρωπος περιβάλλεται και διαποτίζεται και φέρει την ανθρωπίνην ασθένειαν. 3 Ακριβώς δε εξ αιτίας αυτής της ασθενείας και ενόχης του ως ανθρώπου έχει καθήκον να προσφέρη θυσίας και δια τον εαυτόν του, δια την συγχώρησιν των αμαρτιών του, όπως προσφέρει υπέρ του λαού. 4 Και κανείς δεν παίρνει μόνος του και αυθαιρέτως την μεγάλην τιμήν του αρχιερατικού αξιώματος, αλλά την λαμβάνει, όταν προσκαλήται από τον Θεόν, όπως είχε προσκληθή και ο Ααρών. 5 Ετσι και ο Χριστός, ο μέγας Αρχιερεύς, δεν εδόξασε μόνος του τον εαυτόν του στον να γίνη Αρχιερεύς, δεν απέμεινε αυτός στον εαυτόν του το αξίωμα, αλλ' ο Θεός, ο οποίος ελάλησε προς αυτόν και του είπε· “συ είσαι Υιός μου, εγώ σε εγέννησα σήμερα, που σου έδωκα την ανθρωπίνην φύσιν”. 6 Καθώς και εις άλλο χωρίον της Γραφής λέγει· “συ είσαι ιερεύς στον αιώνα, έχεις αιωνίαν και ακατάλυτον την αρχιερωσύνην, σύμφωνα με τον τύπον, που προφητικώς εδόθη εν τω προσώπω του Μελχισεδέκ εις την Π. Διαθήκην”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Η´ 34 - 38


34 Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35 ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. 36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 38 ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Θ´ 1 - 1


1 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες ὧδε τῶν ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Η´ 34 - 38


34 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του, εἶπεν εἰς αὐτούς· Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ γίνῃ ὀπαδός μου καὶ νὰ μὲ ἀκολουθῇ ὡς μαθητής μου, ἂς διακόψῃ κάθε φιλίαν καὶ σχέσιν πρὸς τὸν διεφθαρμένον ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας ἑαυτόν του καὶ ἀς λάβῃ τὴν σταθερὰν ἀπόφασιν νὰ ὑποστῇ δ’ ἐμὲ ὄχι μόνον πᾶσαν θλῖψιν καὶ δοκιμασίαν, ἀλλὰ καὶ θάνατον σταυρικὸν ἀκόμη, καὶ τότε ἂς μὲ ἀκολουθῇ μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου. 35 Μὴ διστάσῃ δὲ κανεὶς νὰ κάμῃ τὰς θυσίας αὐτάς. Διότι, ὅποιος θέλει νὰ σώσῃ τὴν ζωήν του, θὰ χάσῃ τὴν πνευματικὴν καὶ μακαρίαν καὶ αἰωνίαν ζωήν. Ὅποιος ὅμως χάσῃ καὶ θυσιάσῃ τὴν ζωήν του διὰ τὴν ὁμολογίαν καὶ ὑπακοήν του εἰς ἐμὲ καὶ τὸ εὐαγγέλιόν μου, αὐτὸς θὰ σώσῃ τὴν ψυχήν του ἐν τῷ μέλλοντι βίῳ, ὅπου θὰ κερδήσῃ τὴν αἰωνίαν μακαριότητα. 36 Ἐκείνη δὲ ἡ σωτηρία εἶναι τὸ πᾶν. Διότι τί θὰ ὠφελήσῃ τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν κερδήσῃ ὅλον αὐτὸν τὸν ὑλικὸν κόσμον, καὶ εἰς τὸ τέλος χάσῃ τὴν ψυχήν του, ἡ ὁποία ὡς πνευματικὴ καὶ αἰώνια δὲν συγκρίνεται μὲ κανὲν ἀπὸ τὰ ὑλικὰ τοῦ φθαρτοῦ κόσμου ἀγαθά; 37 Ἢ ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος χάσῃ τὴν ψυχήν του, τί θὰ δώσῃ ὡς ἀντάλλαγμα, μὲ τὸ ὁποῖον θὰ ἑξαγοράσῃ αὐτὴν ἀπὸ τὴν αἰωνίαν ἀπώλειαν; 38 Ὁρισμένως δὲ θὰ χάσῃ τὴν ψυχήν του ἐκεῖνος, ποὺ δὲν θὰ ὑποστῇ δ’ ἐμὲ τὰς θυσίας αὐτάς. Διότι ὁποιοσδήποτε ἐντραπῇ ἐμὲ καὶ τοὺς λόγους μου ἐπηρεαζόμενος ἀπὸ τὰς περιφρονήσεις καὶ τοὺς χλευασμοὺς τῶν ἀνθρώπων τῆς γενεᾶς αὐτῆς, ποὺ ἀπεστάτησεν ἀπὸ τὸν πνευματικόν της νυμφίον καὶ εἶναι ἁμαρτωλός, αὐτὸν θὰ τὸν ἐντραπῇ καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ θὰ τὸν ἀποκηρύξῃ ὡς μὴ ἰδικόν του, ὅταν θὰ ἔλθῃ μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους περιβεβλημένος τὴν δόξαν τοῦ Πατρός του.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Θ´ 1 - 1


1 Καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· Σᾶς λέγω ἀληθινά, ὅτι ὑπάρχουν μερικοὶ ἀπὸ αὐτούς, ποὺ στέκονται ἔδω, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ δοκιμάσουν θάνατον, προτοῦ νὰ ἴδουν, μετὰ τὴν κάθοδον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νὰ καταλύεται, μὲ τὴν καταστροφὴν τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τοῦ ναοῦ των καὶ μὲ τὸν διασκορπισμὸν τοῦ Ἰσραήλ, ἡ Παλαιὰ θεία τάξις καὶ διαθήκη διὰ νὰ θεμελιωθῇ μὲ δύναμιν ἀκαταγώνιστον καὶ ὑπερφυσικὴν ἡ Νέα θεία τάξις ἐν τῷ κόσμῳ, τὴν ὁποίαν θὰ ἐκπροσωπῇ ἡ Ἐκκλησία ὡς ἄλλη βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Η´ 34 - 38


34 Και αφού επροσκάλεσε τον λαόν μαζή με τους μαθητάς του, είπεν εις αυτούς· “όποιος θέλει να με ακολουθήση ως πιστός μαθητής μου, ας απαρνηθή τον αμαρτωλόν εαυτόν του με τας αδυναμίας, και τα πάθη του, ας πάρη την απόφασιν να υποστή προς χάριν μου ταλαιπωρίες και αυτόν ακόμη τον σταυρικόν θάνατον, και ας με ακολουθήση στον δρόμον, που εγώ εχάραξα. 35 Διότι όποιος θέλει να σώση την επίγειον ζωή του, αυτός θα χάση την αιωνίαν και μακαρίαν ζωήν. Οποιος όμως αψηφήσει και θυσιάσει την ζωήν του προς χάριν εμού και του ευαγγελίου, αυτός θα σώση την ζωήν του εις την αιωνίαν μακαριότητα. 36 Διότι τι θα ωφελήση τον άνθρωπον, εάν κερδήση ολόκληρον τον υλικόν κόσμον και χάσει την ψυχήν του; 37 Η, τι θα δώση άνθρωπος ως αντάλλαγμα, δια να εξαγοράση την ψυχήν του από τον Αδην, αφού ούτε ο κόσμος όλος δεν ημπορεί να αντισταθμίση την αξίαν της ψυχής; 38 Διότι εκείνος, ο οποίος δια λόγους ανθρωπαρεσκείας και δειλίας θα εντραπή και θα αρνηθή εμέ και τους λόγους μου εις την γενεάν αυτήν, την αποστατημένην και αμαρτωλήν, και ο Υιός του ανθρώπου θα εντραπή αυτόν και θα τον αποκηρύξη, όταν ως κριτής των ανθρώπων έλθη ολόλαμπρος με την δόξαν του Πατρός αυτού συνοδευόμενος από τους αγίους αγγέλους”.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Θ´ 1 - 1


1 Και έλεγεν εις αυτούς· “Σας διαβεβαιώνω, ότι υπάρχουν μερικοί από αυτούς που ευρίσκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα γευθούν τον θάνατον, προτού ιδούν την βασιλείαν του Θεού, δηλαδή την Εκκλησίαν, να εγκαθίσταται και να θεμελιώνεται εις την γην με δύναμιν κατά την ημέραν της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




Ἦχος βαρύς - Ἑωθινόν Ζ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 1 - 10


1 Τῇ δὲ μιᾷ τῶν σαββάτων Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται πρωῒ σκοτίας ἔτι οὔσης εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον ἐκ τοῦ μνημείου. 2 τρέχει οὖν καὶ ἔρχεται πρὸς Σίμωνα Πέτρον καὶ πρὸς τὸν ἄλλον μαθητὴν ὃν ἐφίλει ὁ Ἰησοῦς, καὶ λέγει αὐτοῖς· Ἦραν τὸν Κύριον ἐκ τοῦ μνημείου, καὶ οὐκ οἴδαμεν ποῦ ἔθηκαν αὐτόν. 3 ἐξῆλθεν οὖν ὁ Πέτρος καὶ ὁ ἄλλος μαθητής καὶ ἤρχοντο εἰς τὸ μνημεῖον. 4 ἔτρεχον δὲ οἱ δύο ὁμοῦ· καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς προέδραμε τάχιον τοῦ Πέτρου καὶ ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, 5 καὶ παρακύψας βλέπει κείμενα τὰ ὀθόνια, οὐ μέντοι εἰσῆλθεν. 6 ἔρχεται οὖν Σίμων Πέτρος ἀκολουθῶν αὐτῷ, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ μνημεῖον καὶ θεωρεῖ τὰ ὀθόνια κείμενα, 7 καὶ τὸ σουδάριον, ὃ ἦν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ, οὐ μετὰ τῶν ὀθονίων κείμενον, ἀλλὰ χωρὶς ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον. 8 τότε οὖν εἰσῆλθε καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς ὁ ἐλθὼν πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ εἶδε καὶ ἐπίστευσεν· 9 οὐδέπω γὰρ ᾔδεισαν τὴν γραφὴν ὅτι δεῖ αὐτὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι. 10 ἀπῆλθον οὖν πάλιν πρὸς ἑαυτοὺς οἱ μαθηταί.

Ἦχος βαρύς - Ἑωθινόν Ζ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 1 - 10


1 Αφοῦ δὲ ἐπέρασε τὸ Σάββατον, κατὰ τὴν πρώτην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται εἰς τὸ μνημεῖον πρωΐ, ὅταν ἦτο ἀκόμη σκοτάδι, καὶ βλέπει ὅτι ὁ λίθος, ποὺ ἔφρασσε τὴν εἴσοδον τοῦ τάφου, ἦτο σηκωμένος ἀπὸ τὸ μνῆμα. 2 Ὅταν λοιπὸν εἶδε τὸ μνῆμα ἀνοικτόν, τρέχει καὶ ἔρχεται εἰς τὸν Σίμωνα Πέτρον καὶ εἰς τὸν ἄλλον μαθητήν, τὸν ὁποῖον ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς, καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Ἐπῆραν τὸν Κύριον ἀπὸ τὸ μνημεῖον καὶ δὲν ἠξεύρομεν, ποὺ τὸν ἔβαλαν. 3 Κατόπιν λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἀνέλπιστον αὐτὴν εἴδησιν, ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ σπίτι, ποὺ ἔμενεν, ὁ Πέτρος, μαζὶ δὲ μὲ αὐτὸν ἐβγῆκε καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς καὶ ἤρχοντο εἰς τὸ μνημεῖον. 4 Ἔτρεχαν δὲ καὶ οἱ δύο μαζί, ἀλλ’ ὁ ἄλλος μαθητὴς ὡς νεώτερος ἔτρεξεν ἐμπρὸς γρηγορώτερα ἀπὸ τὸν Πέτρον καὶ ἔφθασε πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον. 5 Καὶ ἀφοῦ ἔσκυψε, βλέπει ἀπ’ ἔξω τοὺς νεκρικοὺς ἐπιδέσμους νὰ εἶναι κατὰ γῆς, λόγῳ ὅμως τῆς μεγάλης συγκινήσεώς του δὲν ἐπροχώρησε νὰ ἔμβῃ μέσα. 6 Ἐνῷ λοιπὸν ἐπερίμενεν ἀπ’ ἔξω, ἔρχεται καὶ ὁ Σίμων Πέτρος ὕστερα ἀπὸ αὐτὸν καὶ θαρραλέος καὶ ὁρμητικός, καθὼς ἦτο ἀπὸ χαρακτῆρος, ἐμβῆκεν εἰς τὸ μνημεῖον καὶ παρετήρησεν ἐκ τοῦ πλησίον, ὅτι οἱ νεκρικοὶ ἐπίδεσμοι ἦσαν κατὰ γῆς καὶ δὲν ἔλειπαν, ὅπως ἦτο φυσικὸν νὰ συμβῇ, ἐὰν τὸ σῶμα εἶχε κλαπῇ. 7 Παρετήρησεν ἀκόμη, ὅτι τὸ φακιόλιον, μὲ τὸ ὁποῖον εἶχαν σκεπάσει τὴν κεφαλὴν τοῦ Ἰησοῦ, δὲν ἦτο ἀτάκτως ἀνακατευμένον μὲ τοὺς ἐπιδέσμους, ἀλλὰ μὲ τάξιν, ποὺ δὲν ἐπρόδιδε βίαν καὶ σπουδήν, ἦτο τυλιγμένον χωριστὰ κάπου ἐκεῖ. 8 Τότε λοιπὸν παρακινηθεὶς ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Πέτρου ἐμβῆκε μέσα καὶ ὁ ἄλλος μαθητής, ποὺ ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνῆμα, καὶ εἶδε ταῦτα ἐκ τοῦ πλησίον καὶ αὐτὸς καὶ ἐπίστευσεν, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀνέστη. 9 Δὲν ἐπίστευσε δὲ προτήτερα, ἀλλὰ μόλις τώρα, ποὺ εἶδεν ἀδειανὸν τὸν τάφον, διότι καὶ αὐτὸς καὶ ὁ Πέτρος δὲν ἐγνώριζαν ἀκόμη τὴν ἀληθῆ ἔννοιαν τῶν προφητειῶν τῆς Γραφῆς, ὅτι σύμφωνα μὲ αὐτὰς ἔπρεπεν αὐτὸς νὰ ἀναστηθῇ ἐκ νεκρῶν. 10 Ἀφοῦ λοιπὸν ἐξήτασαν τὸν τάφον καὶ ἐπείσθησαν, ὅτι πᾶσα ἅλλη ἔρευνα ἦτο περιττή, ἐπέστρεψαν πάλιν εἰς τὰ καταλύματά των οἱ μαθηταί.

Ἦχος βαρύς - Ἑωθινόν Ζ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 1 - 10


1 Κατά την πρώτην ημέραν του Σαββάτου, δηλαδή την Κυριακήν, η Μαρία η Μαγδαληνή έρχεται πρωί στο μνημείον, ενώ ακόμη ήτο σκοτάδι, και βλέπει ότι ο λίθος, που έκλειε την θύραν του μνημείου, ήτο σηκωμένος από εκεί. 2 Τρέχει, λοιπόν, και έρχεται στον Σιμωνα Πετρον και στον άλλον μαθητήν, τον οποίον ιδιαιτέρως αγαπούσε ο Ιησούς, και λέγει εις αυτούς· “επήραν τον Κυριον από το μνημείον και δεν ξέρομεν που τον έχουν βάλει”. 3 Εβγήκε τότε ο Πετρος και ο άλλος μαθητής από το σπίτι και ήρχοντο στο μνημείον. 4 Ετρεχαν δε και οι δύο μαζή. Ο άλλος μαθητής, σαν νεώτερος, έτρεξε ταχύτερα εμπρός από τον Πετρον και ήλθε πρώτος στο μνημείον. 5 Και αφού έσκυψε απ' έξω, είδε τις λωρίδες από τα σινδόνια, με τα οποία είχαν σαβανώσει το σώμα, να είναι κατά γης. Από σεβασμόν όμως προς τον τάφον δεν εισήλθεν στο μνημείον. 6 Ερχεται, λοιπόν, ύστερα από αυτόν ο Σιμων Πετρος και εμπήκεν στο μνημείον και είδε ότι αι λωρίδες του σαβάνου ήσαν καταγής. 7 Και η πετσέτα, με την οποίαν είχαν σκεπάσει την κεφαλήν του Ιησού, δεν ήτο μαζή με τας λωρίδας, αλλά χωριστά, κάπου εκεί τυλιγμένη με προσοχήν. 8 Τοτε λοιπόν, εμπήκε και ο άλλος μαθητής, ο οποίος είχεν έλθει πρώτος στο μνημείον και είδε από κοντά αυτά τα παράδοξα και επίστευσεν, ότι δεν είχε κλαπή το σώμα, αλλ' ότι είχεν αναστηθή ο Ιησούς. 9 Διότι έως τότε δεν είχαν ακόμη γνωρίσει και καλά εννοήσει την Αγίαν Γραφήν, η οποία είχε προφητεύσει ότι πρέπει ο Χριστός να αναστηθή εκ νεκρών. 10 Εφυγαν, λοιπόν, πάλιν οι μαθηταί και εγύρισαν στο κατάλυμά των.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα





Πατήστε στην εικόνα για να διαβάσετε τη «Φωνή Κυρίου» της Κυριακής, έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος