❌
Κυριακή, 19 Φεβρουαρίου 2023

Κυριακή των Απόκρεω, Αγία Φιλοθέη η Αθηναία, Άγιος Άρχιππος ο Απόστολος, Άγιος Νικήτας ο νέος Ιερομάρτυρας
† ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ. «Μνεία τῆς δευτέρας καὶ ἐνδόξου παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». Ἀρχίππου, Φιλήμονος καὶ Ἀπφίας (α ́ αἰών). Φιλοθέης ὁσιομάρτυρος τῆς Ἀθηναίας (†1589).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον
Ἑωθινόν


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Η´ 8 - 13


8 βρῶμα δὲ ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύομεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα. 9 βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν. 10 ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; 11 καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι’ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν. 12 οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε. 13 διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Θ´ 1 - 2


1 Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; 2 εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Η´ 8 - 13


8 Ἐνῷ δὲ ὁ ἀσθενὴς ἀδελφὸς βλάπτεται, σὺ δὲν ἔχεις νὰ κερδήσῃς τίποτε ἀπὸ τὸ φαγητὸν αὐτό. Δὲν εἶναι τὸ φαγητόν, ποὺ μᾶς παρουσιάζει εὐαρέστους εἰς τὸν Θεόν. Διότι οὔτε ἐὰν φάγωμεν, εὐδοκιμοῦμεν καὶ προοδεύομεν εἰς τὴν ἀρετήν, οὔτε ἐὰν δὲν φάγωμεν, ὑπολειπόμεθα καὶ μένομεν πίσω εἰς αὐτήν. 9 Προσέχετε ὅμως μήπως τὸ δικαίωμα αὐτό, ποὺ ἔχετε νὰ τρώγετε ἀπὸ ὅλα, ἀκόμη καὶ εἰδωλόθυτα, γίνῃ αἰτία νὰ ἁμαρτήσουν οἱ ἀσθενεῖς κατὰ τὴν πίστιν ἀδελφοί σας. 10 Ἑπόμενον δὲ εἶναι νὰ βλαβοῦν σοβαρά οἱ ἀσθενεῖς ἀδελφοί. Διότι, ἐὰν κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς ἴδῃ σέ, ποὺ ἔχεις τὴν ὀρθὴν γνῶσιν, νὰ κάθεσαι στὸ τραπέζι καποιου ναοῦ τῶν εἰδώλων, δὲν θὰ στερεωθῇ ἡ συνείδησίς του, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ἀσθενὴς ἀδελφός, εἰς τὸ νὰ τρώγῃ τὰ εἰδωλόθυτα ὡς κάτι ἱερὸν καὶ εὐλαβείας ἄξιον; 11 Καὶ θὰ χαθῇ παρασυρόμενος εἰς εἰδωλολατρείαν ὁ ἀδελφός σου, ποὺ εἶναι ἀδύνατος πνευματικῶς, ἐξ αἰτίας τῆς ἰδικῆς σου γνώσεως. Ἀλλὰ διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ ἀδελφοῦ σου αὐτοῦ ὁ Χριστὸς ἐθυσίασε τὴν ζωήν του. 12 Καὶ ἔτσι διαπράττετε ἁμάρτημα, ἀπὸ τὸ ὁποῖον βλάπτονται μεγάλως οἱ ἀδελφοί, καὶ δι’ αὐτὸ εἶναι τοῦτο ἁμάρτημα εἰς τοὺς ἀδελφούς. Καὶ πληγώνετε καὶ κτυπᾶτε σκληρὰ τὴν συνείδησίν τους, ἡ ὁποία εἶναι ἀσθενὴς καὶ ἀδύνατος. Ἀλλ’ ὑποπίπτετε συγχρόνως καὶ εἰς ἁμάρτημα, τὸ ὁποῖον ἀναφέρεται εἰς αὐτὸν τὸν Χριστόν, ποὺ ἀπέθανε διὰ νὰ σώσῃ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτούς. 13 Δι’ αὐτὸ δέ, ἐὰν αὐτὸ ποὺ τρώγω γίνεται αἰτία σκανδάλου καὶ ἁμαρτίας εἰς τὸν ἀδελφόν μου, δὲν θὰ φάγω ποτὲ οἰονδήποτε εἶδος κρεάτων, διὰ νὰ μὴ σκανδαλίσω τὸν ἀδελφόν μου. Καὶ ἔρχομαι νὰ σᾶς δείξω, ὅτι διὰ τοὺς ἀσθενεῖς ἀδελφοὺς ἔκαμα καὶ ἑξακολουθῶ νὰ κάνω θυσίας τῶν δικαιωμάτων μου.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Θ´ 1 - 2


1 Δὲν εἶμαι Ἀπόστολος μὲ ἴσα δικαιώματα πρὸς τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους; Δὲν εἶμαι ἐλεύθερος ὅπως ὅλοι οἰ Χριστιανοί; Δὲν εἶδα τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον μας; Καὶ δὲν εἶσθε σεῖς τὸ ἔργον, ποὺ μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Κυρίου συνετέλεσα; 2 Ἐὰν δι’ ἄλλους δὲν εἶμαι Ἀπόστολος, τουλάχιστον ὅμως διὰ σᾶς εἶμαι Ἀπόστολος. Διότι ἡ σφραγῖδα, μὲ τὴν ὁποίαν πιστοποιεῖται ἐπίσημα τὸ ἀποστολικόν μου ἀξίωμα, εἶσθε διὰ τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου σεῖς, τοὺς ὁποίους ἑγὼ ὠδήγησα εἰς Χριστόν.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Η´ 8 - 13


8 Μαθετε, λοιπόν, όλοι ότι το οιανδήποτε φάγητον και τα ειδωλόθυτα, δεν μας δίδουν ηθικήν αξίαν και δεν μας παρουσιάζουν ως εναρέτους και αρεστούς ενώπιον του Θεού. Διότι ούτε εάν φάγωμεν τα ειδωλόθυτα, με την ορθήν πεποίθησιν ότι αυτά είναι κοινά κρέατα, προχωρούμεν και πλεονάζομεν εις αρετήν ούτε εάν δεν φάγωμεν βραδυπορούμεν και καθυστερούμεν εις αυτήν 9 Προσέχετε όμως μήπως η εξουσία, που σας δίδει η φωτισμένη σας πίστις να τρώγετε και τα ειδωλόθυτα, γίνη πρόσκομμα στους ασθενείς και αδυνάτους κατά την πίστιν. 10 Διότι εάν κανείς από αυτούς ίδη σε, που έχεις την ορθήν γνώσιν και θεωρείσαι προωδευμένος Χριστιανός, να στρογγυλοκάθεσαι και να τρώγης εις κάποιον τραπέζι ειδωλολατρικού ναού, δεν θα ενισχυθή η συνείδησις αυτού του αδελφού, ο οποίος είναι ασθενής κατά την πίστιν, να τρώγη τα ειδωλόθυτα με θρησκευτικήν ευλάβειαν; 11 Και έτσι θα παρασυρθή πάλιν εις την ειδωλολατρείαν και θα χαθή εξ αιτίας της ιδικς σου φωτισμένης γνώσεως ο ασθενής κατά την πίστιν αδελφός, δια τον οποίον εν τούτοις ο Χριστός εθυσιάσθη επάνω στον σταυρόν. 12 Ετσι δε αμαρτάνοντες εναντίον των αδελφών και καταφέροντες κτυπήματα εις την ασθενή συνείδησίν των, αμαρτάνετε ενώπιον του Χριστού, διότι ματαιώνετε το έργον της σωτηρίας των αδελφών. 13 Δι' αυτό εάν το φάγητον γίνεται αφορμή να κλονισθή εις την πίστιν και την χριστιανικήν ζωήν του ο αδελφός μου, δεν θα φάγω ποτέ κανένα είδος κρέατος δια να μη σκανδαλίσω τον αδελφόν μου. (Η θυσία των δικαιωμάτων αποτελεί καθήκον, όταν δι' αυτής προλαμβάνωμεν το σκάνδαλον, υποβοηθούμεν δε εις την αρετήν).

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Θ´ 1 - 2


1 Εγώ δεν είμαι Απόστολος όπως και οι άλλοι Απόστολοι; Δεν είμαι ελεύθερος όπως και οι άλλοι Χριστιανοί; Δεν έχω ιδεί και εγώ τον Ιησούν Χριστόν, τον Κυριον μας; Σεις οι Κορίνθιοι δεν είσθε το έργον μου, το οποίον με την χάριν του Κυρίου και εις δόξαν του Κυρίου έχω πραγματοποιήσει; 2 Εάν, έστω, δι' άλλους ανθρώπους δεν είμαι Απόστολος, αλλά δια σας οπωσδήποτε είμαι. Μαρτυρία και απόδειξις και επίσημος σφραγίς του αποστολικού μου αξιώματος και έργου είσθε σεις με την χάριν του Κυρίου.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΕ´ 31 - 46


31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ’ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ· 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ’ ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου· 35 ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· 42 ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΕ´ 31 - 46


31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν δόξαν του καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι θὰ εἶναι μαζί του, τότε θὰ καθήσῃ εἰς θρόνον ἕνδοξον καὶ λαμπρόν. 32 Καὶ θὰ συναχθοῦν ἐμπρός του ὅλα τὰ ἔθνη, ὅλοι δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ἔζησαν ἀπ’ ἀρχῆς τῆς δημιουργίας μέχρι τέλους τοῦ κόσμου, καὶ θὰ χωρίσῃ αὐτοὺς τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλον, καθὼς καὶ ὁ ποιμὴν χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια. 33 Καὶ θὰ στήσῃ τοὺς μὲν δικαίους, ποὺ εἶναι ἥμεροι σὰν τὰ πρόβατα, εἰς τὰ δεξιά του, τοὺς δὲ ἁμαρτωλούς, ποὺ εἶναι ἀτίθασοι καὶ ἄτακτοι σὰν τὰ γίδια, εἰς τὰ ἀριστερά του. 34 Τότε θὰ εἶπῃ ὁ βασιλεὺς εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὰ δεξιά του· Ἐλᾶτε σεῖς, ποὺ εἶσθε εὐλογημένοι ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, λάβετε ὡς κληρονομίαν τὴν βασιλείαν, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῇ διὰ σᾶς, ἀφ’ ὅτου ἐθεμελιώνετο ὁ κόσμος. 35 Σᾶς ἀνήκει δὲ ἡ κληρονομία αὐτή, διότι ἐπείνασα καὶ μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἤμουν διψασμένος καὶ μὲ ἐποτίσατε, ξένος ἤμουν καὶ δὲν εἶχα ποὺ νὰ μείνω καὶ μὲ ἐπεριμαζεύσατε εἰς τὸ σπίτι σας, 36 γυμνὸς ἤμουν καὶ μὲ ἐνεδύσατε, ἀρρώστησα καὶ μὲ ἐπεσκέφθητε, μέσα εἰς φυλακὴν ἤμουν καὶ ἤλθατε νὰ μὲ ἰδῆτε καὶ νὰ μὲ παρηγορήσετε. 37 Τότε θὰ ἀποκριθοῦν εἰς αὐτὸν οἱ δίκαιοι καὶ θὰ εἶπουν· Κύριε, πότε σὲ εἴδαμεν πεινασμένον καὶ σὲ ἐθρέψαμεν, ἢ διψασμένον καὶ σοῦ ἐδώκαμεν νὰ πίῃς; 38 Πότε δὲ σὲ εἴδαμεν ξένον καὶ σὲ ἐπεριμαζεύσαμεν, ἢ γυμνὸν καὶ σὲ ἐνεδύσαμεν; 39 Πότε δὲ σὲ εἴδαμεν ἄρρωστον ἢ φυλακισμένον καὶ ἤλθαμεν νὰ σὲ ἐπισκεφθῶμεν; 40 Καὶ θὰ ἀποκριθῇ ὁ βασιλεὺς καὶ θὰ τοὺς εἶπῃ· Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι κάθε τι ποὺ ἐκάματε εἰς ἕνα ἀπὸ τοὺς πτωχοὺς αὐτοὺς ἀδελφούς μου, ποὺ ἐφαίνοντο ἄσημοι καὶ πολὺ μικροί, τὸ ἐκάματε εἰς ἐμέ. 41 Τότε θὰ εἴπῃ καὶ εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὰ ἀριστερά του· Σεῖς ποὺ ἀπὸ τὰ ἔργα σας ἐγίνατε καταραμένοι, πηγαίνετε μακρὰν ἀπὸ ἐμὲ εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῆ διὰ τὸν διάβολον καὶ τοὺς ἀγγέλους του. 42 Διότι ἐπείνασα καὶ δὲν μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ δὲν μὲ ἐποτίσατε, 43 ξένος ἤμουν καὶ δὲν μὲ ἐπεριμαζεύσατε πρὸς φιλοξενίαν, γυμνὸς καὶ δὲν μὲ ἐνεδύσατε, ἄρρωστος ἤμουν καὶ μέσα εἰς τὴν φυλακὴν καὶ δὲν μὲ ἐπεσκέφθητε. 44 Τότε θὰ τοῦ ἀποκριθοῦν καὶ αὐτοὶ καὶ θὰ εἶπουν· Κύριε, πότε σὲ εἴδαμεν νὰ πεινᾷς ἢ νὰ διψᾷς ἢ νὰ εἶσαι ξένος ἢ γυμνὸς ἢ ἀσθενῇς ἢ μέσα εὶς φυλακὴν καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμεν; 45 Τότε θὰ τοὺς ἀποκριθῇ καὶ θὰ εἶπη· Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, κάθε τι ποὺ δὲν ἐκάματε εἰς ἕνα ἀπὸ αὐτούς, τοὺς ὁποίους ὁ κόσμος ἐθεώρει πολὺ μικρούς, οὔτε εἰς ἐμὲ τὸ ἐκάματε. 46 Καὶ θὰ ἀπέλθουν αὐτοὶ εἰς κόλασιν, ποὺ δὲν θὰ ἔχῃ τέλος, ἀλλὰ θὰ εἶναι αἰώνια, οἱ δὲ δίκαιοι θὰ μεταβοῦν διὰ νὰ ἀπολαύσουν ζωὴν αἰώνιον.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΕ´ 31 - 46


31 Οταν δε έλθη ο υιός του ανθρώπου με όλην την δόξαν αυτού και μαζή με αυτόν όλοι οι άγγελοί του, τότε θα καθίση στον θρόνον του, τον λαμπρόν και ένδοξον. 32 Και θα συναχθούν εμπρός του όλα τα έθνη της γης από της δημιουργίας του Αδάμ μέχρι της συντελείας του κόσμου και θα χωρίση αυτούς μεταξύ των με όσην ευκολίαν χωρίζει ο ποιμήν τα πρόβατα από τα ερίφια. 33 Και θα θέση τα μεν πρόβατα εις τα δεξιά του τα δε ερίφια εις τα αριστερά. 34 Τοτε θα στραφή ο βασιλεύς εις εκείνους που θα ευρίσκωνται εις τα δεξιά του και θα πη· “ελάτε σεις οι ευλογημένοι του Πατρός μου και κληρονομήσατε την βασιλείαν των ουρανών, η οποία έχει ετοιμασθή για σας από τότε που εθεμελιώνετο ο κόσμος. 35 Διότι επείνασα και μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και με εποτίσατε, ήμουν ξένος που δεν είχα τόπον να μείνω, και με επήρατε στο σπίτι σας. 36 Ημουν γυμνός και με ενεδύσατε, αρρώστησα και με επισκεφθήκατε, εις την φυλακήν ήμουν και ήλθατε να με ιδήτε”. 37 Τοτε θα αποκριθούν προς αυτόν οι δίκαιοι και θα πουν· “Κυριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον και σε εθρέψαμε η διψασμένον και σου εδώσαμε νερό; 38 Ποτε δε σε είδαμεν ξένον και σε περιμαζέψαμε η γυμνόν και σε ενεδύσαμεν; 39 Ποτε δε σε είδαμε ασθενή η φυλακισμένον και ήλθαμε εις επίσκεψίν σου;” 40 Και θα αποκριθή εις αυτούς ο βασιλεύς· “Αληθινά σας λέγω, κάθε τι που εκάματε, δια να εξυπηρετήσετε ένα από τους αδελφούς μου, που φαίνονται άσημοι και ελάχιστοι μέσα εις την κοινωνίαν, το εκάματε εις εμέ” (Ο Χριστός, ο βασιλεύς, που είναι ο Υιός του Θεού αλλά και υιός του ανθρώπου, τους πάσχοντας, τους πτωχούς και γυμνούς, αυτούς τους οποίους οι ματαιόδοξοι και υπερήφανοι περιφρονούν, τους θεωρεί αδελφούς του, τέκνα του ουρανίου Πατρός και τους περιβάλλει με όλην του την αγάπην. Δι'αυτό και κάθε βοήθειαν που τους προσφέρεται την θεωρεί ως προσφερομένην εις αυτόν τον ίδιον). 41 Τοτε θα πη και εις εκείνους, που στέκονται εις τα αριστερά του· “φύγετε μακρυά από εμέ σεις οι καταράμενοι και πηγαίνετε στο αιώνιον πυρ, που έχει ετοιμασθή δια τον διάβολον και τους πονηρούς αγγέλους του. 42 Διότι επείνασα και δεν μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και δεν με εποτίσατε. 43 Ξενος ήμουν και δεν με επήρατε στο σπίτι σας, γυμνός και δεν με ενεδύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν με επισκεφθήκατε”. 44 Τοτε θα αποκριθούν και αυτοί λέγοντες, “Κυριε, πότε σε είδαμε πεινασμένο η διψασμένον η ξένον η γυμνόν η ασθενή η φυλακισμένον και δεν σε υπηρετήσαμεν;” 45 Τοτε θα αποκριθή εις αυτούς και θα είπη· “αλήθεια σας λέγω· εφ' όσον δεν εκάματε τα καλά αυτά εις ένα από αυτούς, που ο κόσμος θεωρεί πολύ μικρούς, ούτε εις εμέ εκάματε”. 46 Και θα απέλθουν αυτοί μεν εις την αιωνίαν κόλασιν μαζή με τον διάβολον, οι δε δίκαιοι εις την αιωνίαν ζωήν μαζή με τον Θεόν. (Ετσι η δικαία κρίσις θα έχη γίνει, το δίκαιον θα αποδοθή και η ασάλευτος αποκατάστασις θα πραγματοποιηθή).

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




Ἦχος γ´ - Ἑωθινόν Γ´
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙϚ´ 9 - 20


9 Ἀναστὰς δὲ πρωῒ πρώτῃ σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ’ ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια. 10 ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ’ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι. 11 κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ καὶ ἐθεάθη ὑπ’ αὐτῆς, ἠπίστησαν. 12 Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις εἰς ἀγρόν. 13 κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς· οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν. 14 Ὕστερον ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη καὶ ὠνείδισε τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ τὴν σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν. 15 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. 16 ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται· 17 σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς· 18 ὄφεις ἀροῦσι· κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει· ἐπὶ ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν. 19 Ὁ μὲν οὖν Κύριος μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. 20 ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. ἀμήν.

Ἦχος γ´ - Ἑωθινόν Γ´
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙϚ´ 9 - 20


9 Ὅταν δὲ ἀνέστη ὁ Ἰησοῦς τὸ πρωῒ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, ἐφάνη πρῶτον εἰς τὴν Μαρίαν τὴν Μαγδαληνήν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν εἶχε βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια. 10 Ἐκείνη ἐπῆγε καὶ ἀνήγγειλε τοῦτο εἰς τοὺς μαθητάς, ποὺ ἦσαν προτήτερα μαζί του καὶ οἱ ὁποῖοι εἶχαν πένθος καὶ ἔκλαιαν διὰ τὸν θάνατον τοῦ διδασκάλου των. 11 Ἀλλ’ ἐκεῖνοι, ὅταν ἤκουσαν ὅτι ζῇ καὶ ὅτι αὐτὴ τὸν εἶδε, δὲν ἐπίστευσαν εἰς τοὺς λόγους της. 12 Μετὰ ταῦτα δὲ ἐνεφανίσθη μὲ ἄλλην μορφήν, διαφορετικὴν ἀπὸ ἐκείνην ποὺ εἶχε προτοῦ σταυρωθῇ, εἰς δύο ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἐβάδιζαν καὶ ἐπήγαιναν εἰς κάποιο χωράφι. 13 Καὶ ἐκεῖνοι ἐπῆγαν καὶ ἀνήγγειλαν τοῦτο εἰς τοὺς λοιποὺς Ἀποστόλους, ἀλλ’ οὔτε εἰς ἐκείνους ἐπίστευσαν. 14 Ὕστερα ἐνεφανίσθη εἰς τοὺς ἕνδεκα, ὅταν αὐτοὶ εἶχαν καθίσει νὰ δειπνήσουν. Καὶ τοὺς ἐμέμφθη διὰ τὴν ὀλιγοπιστίαν τους καὶ διὰ τὴν σκληρότητα τῆς καρδίας των, διότι δὲν ἐπίστευσαν εἰς ἐκείνους, ποὺ τὸν εἶδαν ἀναστημένον. 15 Καὶ τοὺς εἶπε· Νὰ πᾶτε εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην καὶ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιον εἰς ὅλην τὴν λογικὴν κτίσιν καὶ δημιουργίαν. 16 Ἐκεῖνος, ποὺ θὰ πιστεύσῃ εἰς τὸ κήρυγμά σας καὶ θὰ βαπτισθῇ, θὰ σωθῇ, ἐκεῖνος ὅμως ποὺ θὰ ἀπιστήσῃ, θὰ κατακριθῇ. 17 Εἰς ἐκείνους δὲ ποὺ θὰ κιοτεύσουν, θὰ παρακολουθήσουν αὐτὰ τὰ ὑπερφυσικὰ σημάδια, ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν τὴν δι’ αὐτῶν ἐνεργοῦσαν χάριν, καὶ τὴν ἀλήθειαν τῆς πίστεώς των· διὰ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματός μου θὰ βγάλουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δαιμόνια, θὰ ὁμιλήσουν γλώσσας ξένας, ποὺ δι’ αὐτοὺς θὰ εἶναι νέαι καὶ ἄγνωστοι μέχρι τῆς στιγμῆς ἐκείνης. 18 Θὰ σηκώσουν μὲ τὰ χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρὶς νὰ πάθουν τίποτε ἀπὸ τὰ δαγκώματά των· καὶ ἐὰν ἀκόμη πίουν δηλητήριον, ποὺ φέρει θάνατον, δὲν θὰ τοὺς βλάψῃ· θὰ βάλουν τὰ χέρια τους ἐπὶ ἀσθενῶν καὶ θὰ γίνουν καλά. 19 Ὁ μὲν Κύριος λοιπόν, ἀφοῦ τοὺς ὡμίλησεν ἐπανειλημμένως καὶ τοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων καὶ αὐτά, ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ. 20 Ἐκεῖνοι δέ, ἀφοῦ ἐβγῆκαν εἰς περιοδείαν, ἐκήρυξαν εἰς κάθε μέρος, καὶ ὁ Κύριος ἦτο συνεργός των καὶ ἐπεβεβαίωνε τὸν λόγον τοῦ κηρύγματός των μὲ τὰ θαύματα, ποὺ ἐπηκολούθουν εἰς τὸ κήρυγμά των. Ἀμήν.

Ἦχος γ´ - Ἑωθινόν Γ´
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙϚ´ 9 - 20


9 Αφού δε ανεστήθη ο Ιησούς το πρωϊ της πρώτης ημέρας της εβδομάδος, παρουσιάσθηκε πρώτον εις την Μαρίαν την Μαγδαληνήν, από την οποίαν είχε διώξει επτά δαιμόνια. 10 Αυτή επήγε και ανήγγειλε το ευχάριστον γεγονός στους μαθητάς του, οι οποίοι επενθούσαν και έκλαιον. 11 Εκείνοι δε όταν ήκουσαν ότι ο Διδάσκαλος ζη και ότι παρουσιάσθηκε εις αυτήν, δεν επίστευσαν. 12 Επειτα από αυτά εφανερώθηκε με άλλην μορφήν, από εκείνην που είχε πριν σταυρωθή, εις δύο από αυτούς που επεριπατούσαν και επήγαιναν εις κάποιον χωράφι. 13 Και εκείνοι επήγαν και ανήγγειλαν τούτο στους άλλους Αποστόλους, αλλ' ούτε εις εκείνους επίστευσαν. 14 Υστερον δε εφανερώθηκε και στους ένδεκα, όταν αυτοί είχαν καθίση να φάγουν, και τους ήλεγξε δια την απιστίαν των και την σκληροκαρδίαν των, διότι δεν επίστευσαν εις εκείνους, που τον είχαν ίδει αναστημένον. 15 Και τους είπεν· “πηγαίνετε εις όλον τον κόσμον και κηρύξατε το ευαγγέλιον, το χαρμόσυνον μήνυμα της σωτηρίας, εις όλην την ανθρωπότητα. 16 Εκείνος που θα πιστεύση και βαπτισθή, θα σωθή, εκείνος που θα απιστήση στο κήρυγμά σας θα καταδικαστή. 17 Υπερφυσικά δε σημεία στους πιστεύοντας που θα μαρτυρούν την αλήθειαν της πίστεώς των, θα ακολουθήσουν τα εξής· Με την πίστιν και την επίκλησιν του ονόματός μου θα διώξουν δαιμόνια· θα ομιλήσουν ξένας γλώσσας, νέας και αγνώστους εις αυτούς. 18 Θα σηκώσουν με τα χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρίς να πάθουν τίποτε από το δάγκωμά των· και εάν ακόμη πιουν κανένα θανατηφόρον δηλητήριον, δεν θα τους βλάψη· θα βάζουν τα χέρια των επάνω στους αρρώστους και εκείνοι, θα γίνωνται καλά”. (Τα θαύματα, που έκαμεν Εκείνος θα κάνουν και αυτοί). 19 Ο μεν λοιπόν Κυριος έπειτα από τας ομιλίας αυτάς και πολλάς άλλας που έκαμε προς αυτούς, ανελήφθη στον ουρανόν και εκάθισεν εις τα δεξιά του Θεού. 20 Εκείνοι δε αφού εβγήκαν προς όλην την οικουμένην, εκήρυξαν παντού το Ευαγγέλιον. Ο δε Κυριος συνέπραττε και συνεργούσε μαζή των και επιβεβαίωνε το κήρυγμά των με τα θαύματα, που επακολουθούσαν ύστερα από το κήρυγμα. Αμήν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα





Πατήστε στην εικόνα για να διαβάσετε τη «Φωνή Κυρίου» της Κυριακής, έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος