❌
Τρίτη, 24 Ιανουαρίου 2023

Οσίες Ξένη και οι δύο θεραπαινίδες της, Άγιοι Βαβύλας ο εν Σικελία και Αγάπιος και Τιμόθεος οι μαθητές του, Όσιος Νεόφυτος ο έγκλειστος που ασκήτευσε στην Κύπρο, Όσιος Φίλων ο Θαυματουργός Επίσκοπος Καρπασίας της Κύπρου
Ξένης ὁσίας (ε’ αἱ). Βαβύλα ἱερομάρτ. (γ΄ αἱ), Φίλωνος ἐτπσκ. Καρπασἱας, Νεοφύτου τοῦ ἐν Κύπρῳ.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ε´ 11 - 21


11 ἐγὼ δέ, ἀδελφοί, εἰ περιτομὴν ἔτι κηρύσσω, τί ἔτι διώκομαι; ἄρα κατήργηται τὸ σκάνδαλον τοῦ σταυροῦ. 12 ὄφελον καὶ ἀποκόψονται οἱ ἀναστατοῦντες ὑμᾶς. 13 Ὑμεῖς γὰρ ἐπ’ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε, ἀδελφοί· μόνον μὴ τὴν ἐλευθερίαν εἰς ἀφορμὴν τῇ σαρκί, ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. 14 ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πληροῦται, ἐν τῷ, ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. 15 εἰ δὲ ἀλλήλους δάκνετε καὶ κατεσθίετε, βλέπετε μὴ ὑπ’ ἀλλήλων ἀναλωθῆτε. 16 Λέγω δὲ πνεύματι περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ μὴ τελέσητε. 17 ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός· ταῦτα δὲ ἀντίκειται ἀλλήλοις, ἵνα μὴ ἃ ἐὰν θέλητε ταῦτα ποιῆτε. 18 εἰ δὲ Πνεύματι ἄγεσθε, οὐκ ἐστὲ ὑπὸ νόμον. 19 φανερὰ δέ ἐστι τὰ ἔργα τῆς σαρκός, ἅτινά ἐστι μοιχεία πορνεία, ἀκαθαρσία, ἀσέλγεια, 20 εἰδωλολατρία, φαρμακεία, ἔχθραι, ἔρεις, ζῆλοι, θυμοί, ἐριθεῖαι, διχοστασίαι, αἱρέσεις, 21 φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κῶμοι καὶ τὰ ὅμοια τούτοις, ἃ προλέγω ὑμῖν καθὼς καὶ προεῖπον, ὅτι οἱ τὰ τοιαῦτα πράσσοντες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν.

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ε´ 11 - 21


11 Ἄλλ’ ἔαν ἐγώ, ἀδελφοί, κηρύττω καὶ τώρα, ὅτι εἶναι ἀναγκαία ἡ περιτομή, ὅπως ἐκήρυττα περὶ αὐτηῆς προτοῦ νά κληθῶ εἰς τὸ ἀποστολικόν ἀξίωμα, διατὶ νὰ καταδιώκωμαι ἀκόμη ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους; Δὲν ὑπάρχει πλέον λόγος φιλονεικίας μεταξὺ ἐμοῦ καὶ τῶν Ἰουδαίων. Καὶ συνεπῶς ἔχει παύσει τὸ σκάνδαλον, τὸ ὁποῖον προκαλεῖ μεταξὺ τῶν Ἰουδαίων τὸ κήρυγμα περὶ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖον καταργεῖ τόν νόμον. 12 Ἀλλ’ ὄχι· ἐγὼ δέν κηρύττω τήν περιτομήν. Ἂς λέγουν καὶ κάμνουν ὅ,τι θέλουν αὐτοί, ποὺ συκοφαντοῦν καὶ ἐμὲ καὶ τὸ εὐαγγέλιον. Ἐὰν θέλουν, ὄχι μόνον ἂς περιτμηθοῦν, ἀλλὰ καὶ ἂς ἀκρωτηριασθοῦν δι’ εὐνουχισμοῦ αὐτοὶ ποὺ σᾶς ἀναστατώνουν. 13 Ἀγανακτῶ ἐναντίον των, διότι σεῖς, ἀδελφοί, προσεκλήθητε ἀπὸ τὸν Κύριον διὰ νὰ εἶσθε ἐλεύθεροι ἀπὸ κάθε δουλείαν. Μόνον προσέξατε, μήπως ἐκλάβετε τὴν ἐλευθερίαν ὡς πρόφασιν διὰ νὰ ζῆτε κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός. Ἀλλὰ τοὐναντίον πρέπει νὰ γίνεσθε δοῦλοι μεταξύ σας ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον διὰ τῆς ἀσκήσεως τῆς ἀνιδιοτελοῦς χριστιανικῆς ἀγάπης. 14 Διότι, μὴ τὸ λησμονεῖτε, ὅλος ὁ νόμος ἐκτελεῖται καὶ τηρεῖται πλήρως μὲ ἕνα λόγον, δηλαδὴ μὲ τὸ παράγγελμα· Θὰ ἀγαπᾷς τὸν πλησίον σου, ὅπως ἀγαπᾷς τὸν ἑαυτόν σου. 15 Ἐὰν ὅμως ἀντὶ νὰ ἀγαπᾶσθε, δαγκώνετε καὶ κατατρώγετε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, προσέχετε, μήπως ἀφανισθῆτε μεταξύ σας, ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον. 16 Μὲ αὐτὰ δέ, ποὺ λέγω, ἐννοῶ, ὅτι πρέπει νὰ συμπεριφέρεσθε σύμφωνα μὲ τὰς ἐμπνεύσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ τότε δὲν θὰ ἐκτελέσετε ἐπιθυμίαν τῆς σαρκός, καὶ συνεπῶς δὲν θὰ δαγκώνῃ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, οὔτε θὰ ὑπάρχῃ μίσος μεταξύ σας. 17 Ναί· δὲν θὰ ἐκτελέσετε ἐπιθυμίαν τῆς σαρκός, διότι ἡ κατωτέρα φύσις μας, ποὺ δουλεύει εἰς τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός, ἐπιθυμεῖ ἐναντίον τῆς ἀνωτέρας πνευματικῆς φύσεώς μας, ποὺ ἐμπνέεται ἀπό το Ἅγιον Πνεῦμα. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνωτέρα αὐτὴ φύσις μᾶς ἐπιθυμεῖ ἐναντίον τῆς κατωτέρας φύσεώς μας. Τὰ δύο δὲ αὐτά, ἤτοι ἡ σάρξ καὶ τὸ πνεῦμα, εἶναι ἐναντία τὸ ἕνα πρὸς τὸ ἄλλο, οὕτως ὥστε νὰ μὴ πράττετε χωρὶς ἀντίδρασιν ἐκεῖνα ποὺ θέλετε. Οὔτε τὸ κακὸν χωρὶς ἀντίδρασιν, διότι ἐξεγείρεται τότε μέσα σας ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως, οὔτε τὸ ἀγαθόν, διότι πολλάκις πρέπει νὰ βιάσετε τὸν ἑαυτόν σας διὰ νὰ τὸ πράξετε. Ὅταν λοιπὸν κυριαρχήσῃ μέσα σας τὸ πνεῦμα, ἡ σάρξ μὲ τὰς ἐπιθυμίας της θὰ ὑποταχθῇ καὶ σεῖς δὲν θὰ τελέσετε ποτὲ ἐπιθυμίαν σαρκός. 18 Ἔτσι λοιπὸν ἐξάγεται τὸ συμπέρασμα, ὅτι, ἐὰν φέρεσθε καὶ ὁδηγῆσθε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὥστε πάντοτε νά κυριαρχοῦν μέσα σας αἱ ἀνώτεραι πνευματικαὶ δυνάμεις σας, δὲν εἶσθε κάτω ἀπὸ τὸν ζυγὸν καὶ τὴν καταδίκην τοῦ νόμου. Ἐπειδὴ πλέον θὰ εἶσθε ἐλεύθεροι ἀπὸ τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός, δὲν θὰ ἔχετε ἐνάγκην ἀπὸ τὴν συμβουλὴν καὶ τοὺς περιορισμοὺς τοῦ νόμου, οὔτε θὰ ὑπόκεισθε εἰς τὴν κατάραν τοῦ νόμου. 19 Τὰ ἔργα δέ, εἰς τὰ ὀποῖα μᾶς παρασύρει ἡ διεφθαρμένη σαρκικὴ προαίρεσίς μας, εἶναι φανερά. Εἶναι δὲ αὐτὰ μοιχεία, πορνεία, κάθε πράξις ἀκατονόμαστος ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπον ἀκάθαρτον, ἀκολασία καὶ ἀχόρταστος μανία πρὸς ἀπόλαυσιν τῆς ἡδονῆς, 20 εἰδωλολατρία, μαγεία, διάφοροι ἐκδηλώσεις ἔχθρας, φιλονεικιῶν, ζηλοτυπίας, θυμοί, φατριασμοί, διχόνοιαι, διαφωνίαι· 21 φθόνοι, φόνοι, μέθαι, ἄσεμνα γλέντια καὶ τὰ ὅμοια πρὸς αὐτά, διὰ τὰ ὁποῖα σᾶς προλέγω καὶ τώρα, ὅπως καὶ ἄλλοτε, ὅταν σᾶς ὲκήρυξα τὸ εὐαγγέλιον, σᾶς προεῖπα, ὅτι ὅσοι ἐπιμένουν νὰ πράττουν τέτοια ἁμαρτήματα, χωρὶς νὰ δείξουν εἰλικρινῆ μετάνοιαν δι’ αὐτά, δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ε´ 11 - 21


11 Μη ακούετε δε τους ψευδαδέλφους, οι οποίοι έφθασαν μέχρι του σημείου να διαδίδουν, ότι εγώ διδάσκω την τήρησιν της περιτομής. Αδελφοί, εάν εγώ κηρύττω τώρα και συνιστώ την περιτομήν, διατί να καταδιώκωμαι ακόμη από τους Εβραίους; Διότι εν τοιαύτη περιπτώσει έχει εξαλειφθή πλέον το σκάνδαλον, που δημιουργείται μεταξύ των Εβραίων από το κήρυγμά μου περί του λυτρωτικού σταυρικού θανάτου. 12 Αυτοί οι οποίοι σας αναστατώνουν με τας συκοφαντίας και τας ψευδείς διδασκαλίας των όχι μόνον ας περιτμηθούν, αν θέλουν, αλλά και ας ακρωτηριασθούν ακόμη. 13 Διότι σεις, αδελφοί, έχετε κληθή από τον Κυριον, να γίνετε και να μείνετε ελεύθεροι. Μονον προσέξατε, μήπως αυτήν την ελευθερίαν την χρησιμοποιήσετε ως αφορμή δια σαρκικήν ζωήν. Αλλά τουναντίον πρέπει να υπηρετήτε σαν δούλοι ο ένας τον άλλον δια της αγάπης του Χριστού. 14 Ολος άλλωστε ο Νομος συγκεφαλαιώνεται πλήρως εις ένα λόγον· εις την εντολήν· “θα αγαπήσης τον πλησίον σου, όπως τον ευατόν σου”. 15 Εάν όμως δαγκώνετε και κατατρώγετε ο ένας τον άλλον, πράγμα που μαρτυρεί έλλειψιν αγάπης, προσέξατε, μήπως αλληλοκαταστραφήτε και αφανισθήτε μεταξύ σας. 16 Εννοώ δε τούτο, ότι πρέπει να ζήτε και να συμπεριφέρεσθε μεταξύ σας σύμφωνα με το θέλημα και τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος και έτσι δεν θα εκτελέσετε την επιθυμίαν της σαρκός (η οποία επιθυμία, καθό αμαρτωλή, δημιουργεί καταστρεπτικάς έριδας μεταξύ σας). 17 Διότι η σαρξ, ο παλαιός άνθρωπος, επιθυμεί και επιζητεί αντίθετα προς το πνεύμα, και το πνεύμα, η ανωτέρα φύσις του ανθρώπου, που εμπνέεται από το Αγιον Πνεύμα, επιθυμεί αντίθετα προς την σάρκα. Αυτά δε αντιτίθενται και ανταγωνίζονται το ένα το άλλο, ώστε να μη πράττετε εκείνα, τα οποία θέλετε. 18 Εάν, λοιπόν, οδηγήσθε και εμπνέεσθε από το Αγιον Πνεύμα, δεν είσθε πλέον κάτω από τον ζυγόν του Νομου. 19 Είναι δε φανερά τα έργα, εις τα οποία παρασύρει τον άνθρωπον η διεφθαρμένη σαρκική φύσις του· είναι δε αυτά τα πονηρά έργα η μοιχεία, η πορνεία, κάθε πράξις διαφθοράς, που κάμνει τον άνθρωπον ακάθαρτον, η ακολασία και η μανία δια την απόλαυσιν της ηδονής, 20 η ειδωλολατρία, η μαγεία. Είναι δε ακόμη αι εχθρότητες και αι αντιπάθειαι, αι φιλονεικίαι και αι έριδες, αι ζηλοφθονίαι, οι θυμοί, οι φατριασμοί, που διαιρούν τους ανθρώπους εις κόμματα, αι διχόνιαι, αι αιρέσεις, που οδηγούν εις σχίσματα, 21 οι φθόνοι, οι φόνοι, αι μέθαι, αι άσωτοι και άσεμνοι διασκεδάσεις και τα άλλα όμοια προς αυτά, δια τα οποία σας προλέγω, όπως άλλωστε και κατά την πρώτην επίσκεψίν μου, όταν σας εκήρυξα το Ευαγγέλιόν μου, σας είχα είπει, ότι εκείνοι οι οποίοι διαπράττουν τέτοια αμαρτήματα και δεν μετανοούν δι' αυτά, δεν θα κληρονομήσουν την βασιλείαν των ουρανών.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ζ´ 5 - 16


5 ἔπειτα ἐπερωτῶσιν αὐτὸν οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς· Διατί οὐ περιπατοῦσιν οἱ μαθηταί σου κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν πρεσβυτέρων, ἀλλ’ ἀνίπτοις χερσὶν ἐσθίουσι τὸν ἄρτον; 6 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι Καλῶς προεφήτευσεν Ἡσαΐας περὶ ὑμῶν τῶν ὑποκριτῶν, ὡς γέγραπται· οὗτος ὁ λαὸς τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ· 7 μάτην δὲ σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας ἐντάλματα ἀνθρώπων. 8 ἀφέντες γὰρ τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ κρατεῖτε τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, βαπτισμοὺς ξεστῶν καὶ ποτηρίων, καὶ ἄλλα παρόμοια τοιαῦτα πολλὰ ποιεῖτε. 9 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Καλῶς ἀθετεῖτε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ ἵνα τὴν παράδοσιν ὑμῶν τηρήσητε. 10 Μωϋσῆς γὰρ εἶπε· τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου· καί· ὁ κακολογῶν πατέρα ἢ μητέρα θανάτῳ τελευτάτω· 11 ὑμεῖς δὲ λέγετε· ἐὰν εἴπῃ ἄνθρωπος τῷ πατρὶ ἢ τῇ μητρί, κορβᾶν, ὅ ἐστι, δῶρον, ὃ ἐὰν ἐξ ἐμοῦ ὠφεληθῇς, 12 καί οὐκέτι ἀφίετε αὐτὸν οὐδὲν ποιῆσαι τῷ πατρὶ αὐτοῦ ἢ τῇ μητρί αὐτοῦ, 13 ἀκυροῦντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ τῇ παραδόσει ὑμῶν ᾗ παρεδώκατε· καὶ παρόμοια τοιαῦτα πολλὰ ποιεῖτε. 14 Καὶ προσκαλεσάμενος πάντα τὸν ὄχλον ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀκούετέ μου πάντες καὶ συνίετε. 15 οὐδέν ἐστιν ἔξωθεν τοῦ ἀνθρώπου εἰσπορευόμενον εἰς αὐτὸν ὃ δύναται αὐτόν κοινῶσαι, ἀλλὰ τὰ ἐκπορευόμενά ἐστι τὰ κοινοῦντα τὸν ἄνθρωπον. 16 εἴ τις ἔχει ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ζ´ 5 - 16


5 Ἔπειτα τὸν ἐρωτοῦν οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς οἱ μαθηταί σου δὲν συμπεριφέρονται σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσιν τῶν παλαιοτέρων διδασκάλων, ἀλλὰ τρώγουν τὸ ψωμὶ μὲ χέρια ἄνιπτα; 6 Αὐτὸς δὲ ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς, ὅτι καλὰ ἐπροφήτευσεν ὁ Ἡσαΐας διὰ σᾶς τοὺς ὑποκριτάς, καθὼς ἔχει γραφῆ· Αὐτὸς ὁ λαὸς μὲ τὰ χείλη μὲ τιμᾷ, ἡ καρδία τους ὅμως ἀπέχει μακρυὰ ἀπὸ ἐμέ. 7 Ψεύτικα δὲ καὶ ἀνώφελα μὲ λατρεύουν, ἐπειδὴ διδάσκουν διδασκαλίας, ποὺ εἶναι παραγγέλματα καὶ ἐντολαὶ ἀνθρώπων καὶ ὄχι ἰδικαί μου. 8 Καὶ λέγω, ὅτι ὀρθῶς καὶ ἀληθῶς ἐπροφήτευσε ταῦτα ὁ Ἡσαΐας, διότι ἀφήσατε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ καὶ κρατεῖτε τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, τουτέστι βουτᾶτε εἰς τὸ νερὸν τὰ ἀγγεῖα καὶ τὰ ποτήρια καὶ ἄλλα παρόμοια τέτοια κάνετε πολλά. 9 Καὶ τοὺς ἒλεγεν· Ὡραῖα καὶ μὲ πᾶσαν εὐκολίαν παραβαίνετε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ φυλάξετε τὴν παράδοσίν σας. 10 Λέγω δέ, ὅτι παραβαίνετε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, διότι ὁ Μωϋσῆς κατὰ θείαν ἔμπνευσιν καὶ ὁδηγίαν εἶπε· Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου καὶ ἐκεῖνος, ποὺ λέγει κακὸν λόγον ἢ ὕβριν εἰς τὸν πατέρα του ἢ τὴν μητέρα του, πρέπει χωρὶς ἄλλο νὰ θανατώνεται. 11 Σεῖς ὅμως λέγετε· ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος εἴπῃ εἰς τὸν πατέρα του ἢ εἰς τὴν μητέρα του· Ἂς εἶναι κορβᾶν, τουτέστι ἂς εἶναι δῶρον καὶ ἀφιέρωμα εἰς τὸν Θεὸν ἐκεῖνο, ποὺ θέλεις νὰ λάβῃς ὡς ὠφέλειαν καὶ βοήθειαν ἀπὸ ἐμέ, 12 θεωρεῖτε τοῦτον δεσμευμένον ἀπὸ τὸ τάξιμον αὐτὸ καὶ δεν τὸν ἀφίνετε πλέον νὰ κάμῃ τίποτε πρὸς ὄφελος καὶ βοήθειαν τοῦ πατρός του ἢ τῆς μητρός του. 13 Καὶ ἀκυρώνετε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν παράδοσίν σας,τὴν ὁποίαν σεῖς οἱ νομοδιδάσκαλοι ἀπὸ γενεᾶς εἰς γενεὰν παρεδώκατε. Καὶ κάνετε πολλὰ σὰν καὶ αὐτό, ποὺ σᾶς εἶπα. 14 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσεν ὅλον τὸν λαόν, τοὺς εἶπεν· Ἀκούσατε ὅλοι αὐτό, ποὺ θὰ εἴπω καὶ προσέξατε νὰ τὸ καταλάβετε. 15 Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀπὸ ὅσα παίρνει ἀπ’ ἔξω ὁ ἄνθρωπος, καὶ εἰσάγει μέσα του διὰ τῆς τροφῆς, τὸ ὁποῖον μπορεῖ νὰ τὸν κάμῃ βέβηλον καὶ θρησκευτικῶς ἀκάθαρτον. Ἀλλ’ ἐκεῖνα, ποὺ βγαίνουν ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὴν μολυσμένην καρδίαν του, ἐκεῖνα εἶναι ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπον ἀκάθαρτον καὶ βέβηλον. 16 Ὅποιος ἔχει φωτισμένον νοῦν καὶ αὐτιὰ πνευματικά, ποὺ ἀκούουν μὲ ἐνδιαφέρον καὶ συγχρόνως κατανοοῦν αὐτὰ ποὺ λέγω, ἂς ἀκούῃ.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ζ´ 5 - 16


5 Επειτα ερώτησαν τον Κυριον οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς· “διατί οι μαθηταί σου δεν συμμορφώνονται με την παράδοσιν των πρεσβυτέρων, αλλά τρώγουν το ψωμί με άπλυτα χέρια;” 6 (Οι Φαρισαίοι επρόσεχαν τους τύπους και όχι την ουσίαν, την εξωτερικήν συμπεριφοράν και όχι την εσωτερικήν αγνότητα, επινοήσεις ανθρώπων και όχι τας εντολάς του Θεού). Αυτός δε απεκρίθη και τους είπε ότι “πολύ ορθά επροφύτευσε για σας τους υποκριτάς ο προφήτης Ησαΐας, όπως έχει γραφή· Αυτός ο λαός με τιμά μόνον, με τα χείλη, ενώ η καρδιά των απέχει πολύ από εμένα. 7 Ανώφελα δε και χαμένα με σέβονται, διδάσκοντες διδασκαλίες που είναι εντολαί ανθρώπων και όχι ιδικαί μου. 8 Διότι σεις αφήσατε την εντολήν του Θεού και κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων, δηλαδή πλυσίματα κανατιών και ποτηριών και άλλα πολλά τέτοια και παρόμοια τηρείτε”. 9 Και έλεγεν εις αυτούς· “πολύ εύκολα με την ιδέαν ότι καλώς πράττετε, παραβαίνετε την εντολήν του Θεού δια να τηρήσετε την παράδοσί σας. 10 Διότι ο Μωϋσής είπε· τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου· και εκείνος που κακολογεί τον πατέρα η την μητέρα, να καταδικάζεται εις θάνατον. 11 Σεις όμως λέγετε· ένας άνθρωπος είναι αδέσμευτος απέναντι των γονέων του, εάν πη στον πατέρα του η την μητέρα του, ότι αυτό που θέλεις να πάρης από εμέ δια την εξυπηρέτησίν σου είναι κορβάν, δηλαδή ιερόν δώρον και αφιέρωμα στον Θεόν. 12 Και δεν τον αφίνετε πλέον αυτόν να κάμη τίποτε δια την εξυπηρέτησιν του πατρός του η της μητρός του, όπως διατάσσει ο νόμος του Θεού. 13 Και έτσι αχρηστεύετε τον λόγον του Θεού με την παράδοσίν σας, την οποίαν έχετε παραδώσει στον λαόν. Και πολλά τέτοια παρόμοια κάνετε”. 14 Και αφού προσεκάλεσε όλον τον λαόν, έλεγεν εις αυτούς· “ακούστε όλοι αυτό, που θα σας πω και καταλάβετέ το καλά. 15 Τιποτε από όσα εισέρχονται απ' έξω ως τροφή στον άνθρωπον δια του σώματος, δεν ημπορεί να κάμη τον άνθρωπον βέβηλον και ακάθαρτον απέναντι του Θεού. Αλλά όσα βγαίνουν από ακάθαρτον καρδίαν, αυτά είναι που μολύνουν τον άνθρωπον. 16 Οποιος έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του και καλήν διάθεσιν δια να ακούη, ας ακούη”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα