ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΕ´ 17 - 29
17 Λοιπόν, ἀφοῦ εἶμαι λειτουργὸς τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Θεοῦ εἰς τὰ ἔθνη, ἔχω καὶ καύχησιν μὲ τὴν δύναμιν καὶ ἐνίσχυσιν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ διὰ τὴν καρποφόρον δρᾶσιν μου εἰς τὰ ἔργα, ποὺ ἀναφέρονται καὶ ἀνήκουν εἰς τὸν Θεόν.
18 Ναί· μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ ἔγιναν ὅλα αὐτὰ καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν ἰδικήν μου ἀσθένειαν. Διότι δὲν θὰ λάβω ποτὲ τὴν ἀλαζονικὴν τόλμην νὰ εἴπω, ὅτι ὑπάρχει κάτι, ποὺ νὰ μὴ τὸ ἔκαμε καὶ νὰ μὴ τὸ ἔφερεν ὁλόκληρον εἰς πέρας ὁ Χριστός, χρησιμοποιῶν ὡς ὄργανόν του ἐμέ, πρὸς τὸν σκοπὸν νὰ πιστεύσουν καὶ νὰ ὑπακούσουν εἰς τὸ εὐαγγέλιον οἱ ἐθνικοί. Αὐτὸς μοῦ ἔδιδε φωτισμὸν καὶ λόγον καὶ μὲ ἐνίσχυεν εἰς τοὺς κόπους τῆς ἀποστολικῆς διακονίας, ὥστε ὄχι μόνον μὲ λόγους, ἀλλὰ καὶ μὲ βίον ἅγιον καὶ ἐνάρετον νὰ κηρύττω τὸ εὐαγγέλιόν του.
19 Αὐτὸς συνώδευε τὸ κήρυγμά μου μὲ δύναμιν σημείων καὶ καταπληκτικῶν θαυμάτων, μὲ τὴν ὑπερφυσικὴν δύναμιν τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Ὥστε ἐγὼ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ περιώδευσα διὰ κύκλου μεγάλου ὅλα τὰ μέρη μέχρι τοῦ Ἰλλυρικοῦ καὶ ἔχω κηρύξει πλήρως καὶ τελείως τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ.
20 Ἔτσι δὲ θεωρῶ τιμήν μου καὶ φιλοτίμως ἀγωνίζομαι νὰ κηρύττω τὸ εὐαγγέλιον ὄχι ἐκεῖ, ὅπου ἐκηρύχθη ἀπὸ ἄλλους τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ μὴ κτίζω ἐπάνω εἰς ξένον θεμέλιον, καὶ νὰ μὴ εἱσχωρῶ εἰς δικαιοδοσίαν ἄλλου Ἀποστόλου.
21 Ἀλλὰ ἐκήρυξα τὸ εὐαγγέλιον εἰς τοὺς ἐθνικοὺς καὶ εἰδωλολάτρας, ποὺ δεν τὸ εἶχαν ποτὲ ἀκούσει. Καὶ ἔτσι ἐπραγματοποιήθη ἐκεῖνο, ποὺ εἶχε γραφῆ ἀπὸ τὸν προφήτην Ἡσαΐαν· Ἐκεῖνοι, εἰς τοὺς ὁποίους δὲν ἀνηγγέλθη περὶ τοῦ Χριστοῦ, θὰ τὸν ἴδουν, καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ δὲν ἔχουν ἀκούσει, θὰ ἐννοήσουν τὸ περὶ αὐτοῦ κήρυγμα.
22 Διότι δὲ ὑπῆρχον ἀκόμη μέρη, εἰς τὰ ὁποῖα δὲν εἶχε κηρυχθῆ ὁ Χριστός, διὰ τοῦτο ἐμποδιζόμην πολλὲς φορὲς νὰ ἔλθω εἰς σᾶς.
23 Τώρα ὅμως, ὁπότε δὲν ἔχω πλέον εἰς τὰ μέρη αὐτὰ τόπον, ὅπου νὰ μὴ ἐκηρύχθη ὁ Χριστός, ἔχω δὲ πόθον σφοδρὸν ἀπὸ πολλὰ χρόνια νὰ ἔλθω πρὸς σᾶς,
24 ὅταν θὰ πηγαίνω εἰς τὴν Ἰσπανίαν, θὰ ἔλθω πρὸς σᾶς. Διότι ἐλπίζω διαβαίνων διὰ μέσου τῆς πόλεώς σας νὰ σᾶς ἴδω καὶ να προπεμφθῶ ἀπὸ σᾶς ἐκεῖ, ἐὰν πρῶτον ἠμπορέσω ἀπὸ σᾶς κάπως νὰ χορτασθῶ ἀπὸ τὴν συνάντησίν μου μὲ σᾶς.
25 Τώρα δὲ πηγαίνω εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐκτελῶν ὑπηρεσίαν χάριν τῶν ἐκεῖ Χριστιανῶν.
26 Καὶ ἐκτελῶ τὴν ὑπηρεσίαν αὐτήν, διότι ἀπὸ ἀγαθήν των διάθεσιν καὶ εὐχαρίστησιν ἀπεφάσισαν οἱ ἐν Μακεδονίᾳ καὶ Ἀχαΐᾳ Χριστιανοὶ νὰ κάμουν κάποιαν συνεισφορὰν διὰ τοὺς πτωχοὺς ἐκ τῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι διαμένουν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα.
27 Πράγματι ἀπὸ καλωσύνην τὸ ἀπεφάσισαν, εἶναι ὅμως καὶ χρεῶσται εἰς αὐτούς. Διότι, ἐὰν οἱ ἐθνικοὶ ἔγιναν κοινωνοὶ καὶ συμμέτοχοι εἰς τὰς πνευματικὰς δωρεάς, τὰς ὁποίας εἶχον οἱ Ἰουδαῖοι, ὀφείλουν καὶ οἱ ἐθνικοὶ νὰ τοὺς ὑπηρετήσουν εἰς τὰς σωματικὰς ἀνάγκας.
28 Ἀφοῦ λοιπὸν ἐπιτελέσω αὐτὸ, ποὺ μοῦ ἀνετέθη, καὶ ἀφοῦ παραδώσω ἀσφαλῶς εἰς αὐτοὺς τὴν συνεισφορὰν αὐτήν, ἡ ὁποία εἶναι καρπὸς τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀγάπης αὐτῶν ποὺ ἔκαμαν τὴν συνεισφοράν, θὰ μεταβῶ διὰ μέσου τῆς χώρας σας εἰς τὴν Ἰσπανίαν.
29 Γνωρίζω δὲ ὅτι, ὅταν ἔλθω εἰς σᾶς, θὰ ἔλθω μὲ ἄφθονον τὸν πλοῦτον τῆς εὐλογίας, ποὺ μεταδίδεται ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ.